ΣΥΡΙΖΑ-affect

Έχει σχέση αυτή η νοοτροπία και διάθεση με αριστερά και δημοκρατία;

Parallaxi
συριζα-affect-1058018
Parallaxi

Λέξεις: Μιχάλης Μπαρτσίδης

Με αφορμή τις εσωκομματικές εκλογές για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ γίναμε όλοι μάρτυρες πρωτόγνωρων φαινομένων, τα οποία θα τύχουν αργότερα επιστημονικής μελέτης.

Το εντυπωσιακότερο φαινόμενο σίγουρα είναι το Κασσελάκης-effect δηλαδή ο αστραπιαίος τρόπος εμφάνισης και αποτελεσματικής διάδρασης του υποψηφίου. Αλλά τα σημαντικότερα γεγονότα είναι, κατά τη γνώμη μου, η απρόσμενα υψηλότατη συμμετοχή στις εκλογές και, συγχρόνως, το πολύ χαμηλό επίπεδο αντιπαραθέσεων και τοξικότητας ειδικά στα social media.

Πιστεύω ότι αυτή η αντίφαση σχετίζεται με μια ιδιαίτερη συνθήκη αποδυνάμωσης των ατόμων και των μαζών, στην οποία έχουμε περιέλθει στην ελληνική κοινωνία  αλλά η κατάσταση αυτή αφορά ειδικά τον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ. Πρωτεύει λοιπόν να κατανοήσουμε το ΣΥΡΙΖΑ-affect, δηλαδή την έξαψη των παθών που οφείλεται στην αδυναμία να γνωρίζει κανείς τα πράγματα από τα αίτιά τους.

Ως γνωστόν, βρίθει ο τόπος από αναλύσεις για την τοξικότητα του ΣΥΡΙΖΑ, των συριζαίων κ.ο.κ., αναλύσεις που γράφονται κατά κόρον από σπουδαιοφανείς αναλυτές από την εποχή των πλατειών και του πρώτου ριζοσπαστικού, του πριν την άνοδο στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Πολλά μεροκάματα βγήκαν έτσι και με το παραπάνω. Αλλά μετά από τις δύο τελευταίες εκλογικές ήττες έως και τις εσωκομματικές εκλογές, παρατηρώ ότι έχει διαμορφωθεί μια νέα, ιδιαίτερη συνθήκη επικοινωνίας και γνώσης που βασίζεται σε πολύ έντονα πάθη και συναισθήματα, ταυτίσεις και μνησικακίες. Κατάσταση πάρα πολύ επικίνδυνη για όλους μας, για το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου και της δημοκρατίας, η οποία δεν μοιάζει με  παλιότερες περιπτώσεις φανατισμού και οπαδισμού ούτε προέρχεται από την εποχή των κινημάτων και του πρώτου ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί το ισχυρίζομαι αυτό; Απλώς διότι τότε τα πλήθη, οι μάζες, τα άτομα και οι ομάδες ήταν και αισθάνονταν ισχυρότερες, ήλπιζαν ακόμη και είχαν πολιτική εκπροσώπηση, ενώ τώρα ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Το εκκρεμές της διατομικής ενδυνάμωσης βρίσκεται στο άλλο άκρο καθώς ενισχύεται από τους αλγόριθμους του fb και των υπόλοιπων social media που φροντίζουν να σε τροφοδοτούν με απόψεις σχετικές μόνο με τις δικές σου. Έτσι ακολουθείς και διαβάζεις μια συγεκριμένη γκάμα απόψεων απομακρυνόμενος από τον άλλο. Φυσικά, αυτή την ιστορικοπολιτική διάγνωση και διάκριση που βασίζεται επιστημονικά σε μια σχεσιακή οντολογία των δυνάμεων και σε μια συσχέτιση παθών και γνώσης, δεν πρόκειται, ίσως, να την συμμεριστούν ούτε να την κατανοήσουν οι ειδικοί της πολιτικής ηθολογίας του Protagon, της AthensVoice, της Καθημερινής κ.λπ αλλά ούτε και οι διαρκώς βυθιζόμενοι στο τέλμα οπαδοί στον χώρο της αριστεράς.

Τα τελευταία χρόνια προέκυψε, κατά τη γνώμη μου, μια ιδιαίτερη συνθήκη αποδυνάμωσης και παθητικότητας ανταλλαγών, αλληλεπιδράσεων, επιθετικής διαμόρφωσης απόψεων και έκφρασης κριτικής η οποία δεν έχει την ελάχιστη γνωσιακή αξία. Μάλιστα, τολμώ να πω, ότι συμβαδίζει και συσχετίζεται και με άλλα φαινόμενα «αποκτήνωσης της πολιτικής» στο σύνολο της κοινωνικής ζωής. Αποκλεισμός του άλλου από κάθε είδους απόπειρα κατανόησης και γνώσης. Δεν ακούγεται ο άλλος, ο εσωκομματικός αντίπαλος αλλά και ο αντίπαλος γενικά, μιλούν σαν τα να ξέρουν όλα, με τη χαρακτηριστική έπαρση του καφενόβιου συνταξιούχου αριστερού που πέρασε κάποτε από την Ιταλία και το PC και «τι να σου πει τώρα ο άλλος ο μη αριστερός, ο απολίτικος, χωρίς πολιτική συνειδητοποίηση». Αλλά και αποκλεισμός από κάθε προσπάθεια ψύχραιμης ανάλυσης και κατανόησης των ίδιων των πολιτικών καταστάσεων-συγκυριών που δημιουργούνται και προκύπτουν συνεχώς. Ένα αίσθημα αποκοπής από την πραγματικότητα, από την ίδια τη σκέψη φυσικά, που οδηγείται έτσι στην αυτόματη έκχυση στον δημόσιο χώρο των αρνητικών παθών, του μίσους, της ζήλειας, της ενόχλησης και κάθε τοξικού, όπως αποκαλούνται, συναισθήματος.

Έχω μειώσει πολύ τη θέαση τηλεόρασης, του ραδιοφώνου ακόμη και την ακρόαση του Κόκκινου ακριβώς διότι το discours, η θέση και η διά-θεση από και με την οποία ο λόγος αναπτύσσεται, επηρεάζεται και ακολουθεί αυτή τη διεργασία. Ο λόγος αυτός στην ακραία του μορφή βασίζεται στην απολυτοποίηση κάποιων αρχών ή πολιτικών θέσεων, τόσο πολύ που οδηγεί στην απαγόρευση κάθε συζήτησης ενός διαφιλονικούμενου θέματος όπως π.χ. η αξιολόγηση ή ρόλος του κόμματος κ.ο.κ. Οι πολιτικές θέσεις έχουν εμβληματοποιηθεί φετιχιστικά και διατυπώνονται απόλυτα και κανονιστικά.

Μετά τις απανωτές ήττες του χώρου του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς γενικότερα, η εν λόγω κουλτούρα έχει οδηγήσει σε καταστροφές καθόσον επιδεινώνεται το κλίμα λόγω ματαιώσεων και περαιτέρω αποδυνάμωσης. Η χειρότερη περίπτωση είναι οι εσωκομματικές έριδες, αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις.

Στο σημείο αυτό, παρατηρώ ότι, δεν τηρείται καμιά από τις καλές παραδόσεις (διότι υπήρξαν, ως γνωστόν και κακές που όχι απλώς δεν άκουγαν τον άλλο αλλά του αφαιρούσαν το ίδιο το αυτί του…) της αριστεράς. Τότε οι αγωνιστές σκέφτονταν πολύ διότι είχαν επιμεληθεί τους εαυτούς τους μέσα από δυσκολίες, τιμωρίες, διώξεις κ.ο.κ. Δεν στενοχωριούνταν απλώς επειδή έχαναν ως κόμμα ή ως εσωκομματική μερίδα. Σκέφτονταν σιωπηλά και μαζί με τους άλλους, έπαιρναν τα ρίσκα τους με συγκρούσεις, ανταγωνισμούς και προσωπικά τιμήματα. Δεν ηρωοποιώ τους παλιούς αριστερούς ούτε διαλέγομαι ακριβώς με τη σχετική νύξη του Κασσελάκη στο βίντεο για τη Μακρόνησο. Αλλά μελετώ τη συνθήκη ανταλλαγών, επικοινωνίας και γνώσης που παρήγαγαν τότε. Γι αυτό ήταν όλοι διανοούμενοι και αγωνιστές. Στις ήττες έδιναν αξία γνωσιακή (πριν ακούσουν καν κάτι για την συναφή μπενγιαμινική ανάλυση για το παρελθόν, την ήττα και τη γνωσιακή μελαγχολία) και όχι ευτελές πάθος και επιθετικότητα. Η ζωή τους εξαρτιόταν από την πολιτική αλλά το βιωματικό απόβαρό τους δεν τους άφηνε ποτέ ως ένα «είναι ριγμένο στο κόσμο» με φτηνή ματαίωση αντί της δημιουργικής απελπισίας, ματαίωση που θα επιτεθεί στους άλλους αποδίδοντας τα αίτια της δυστυχίας της πάντοτε σε άλλους εξωτερικούς ή εσω-εξωτερικούς παράγοντες.

Σήμερα αντιδρούμε σαν να μην έχουμε κάτι άλλο να κάνουμε στη ζωή μας! Μια πολιτικολογία της υπεροψίας του αδύναμου που περνιέται για υπεροχή. Η κομματική ταυτότητα δε, αποτελεί ακόμη μικρότερο μέρος της ζωής των ανθρώπων. Άκουσα άνθρωπο που ήξερε τα πάντα για τον Κασσελάκη, την αφήγηση ζωής με την οποία πλασαρίστηκε αυτός αλλά, ετούτος ο δικός μου, ενώ διαθέτει σπουδαία πολιτική κρίση εντούτοις δεν πήρε καν χαμπάρι τα προχτεσινά αποτελέσματα των εσωκομματικών εκλογών.

Η πολιτική είναι πολύ μεγάλο πράγμα αλλά δεν είναι όλη σου η ζωή. Άκουσα τις σχετικές αναφορές από τους υποψήφιους για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ για το τι είναι η πολιτική. Έχω να προσθέσω ότι η πολιτική βρίσκεται πάντοτε σε σχέση με τα «έτερά» της,  δηλαδή τη ζωή, την ηθική, την τέχνη. Οι τομείς αυτοί συνιστούν το “α-πολιτικό”, που δεν σημαίνει το απολίτικο, και τροφοδοτούν την πολιτική όταν αυτή μπαίνει σε κρίση. Ο Φουκώ αποκαλούσε τη σχέση αυτή πολιτική πνευματικότητα. Δεν καταρρέει ο κόσμος σου κάθε φορά μετά από μια ήττα, πόσο μάλλον από μια ματαίωση προσδοκιών. Βλέπεις, ακούς, μαθαίνεις, σκέφτεσαι και μετασχηματίζεσαι εσύ ο ίδιος μέσα από αυτήν τη διατομική διαδικασία. Αν έχεις κάποια δύναμη, βέβαια, μέσα σου να αλλάξεις. Και αυτά για τις δυνάμεις μας δεν τα εξετάζουμε μεμονωμένα και προσωπικά αλλά ως συλλογική συνθήκη. Αυτή η συλλογική ενδυνάμωση τείνει να καταστραφεί ως συνθήκη και μαζί της η δημοκρατία και η πολιτική. Δεν είμαι σίγουρος αν αυτό προσομοιάζει με ότι θεωρητικά αποκαλούν μεταδημοκρατία. Σίγουρα δεν είναι μεταπολιτική. Γιατί η πολιτική ήταν και είναι ευαίσθητο πράγμα, όπως μας έμαθαν η Hannah Arendt και άλλοι στοχαστές, καθώς επίσης ότι αλλάζει ο τρόπος που ασκείται κατά εποχές.

Το ΣΥΡΙΖΑ-affect είναι, λοιπόν, μια τρομερή παθητικότητα, μια παθητική επικοινωνία και καθόλου ενεργητική, μια αδυναμία κατανόησης του κόσμου, αδυναμία που παράγει και αναπαράγει τα λυπημένα και αρνητικά αισθήματα των μαζών, όπως μάθαμε από τον Σπινόζα, με ελάχιστη ορθολογικότητα και φαντασία. Οι επικοινωνιολόγοι το εκμεταλλεύονται εισάγοντας στην πολιτική ταύτιση τις αφηγήσεις ζωής à la Κασσελάκης.

Σ’ αυτή τη συνθήκη κάνουν πάρτυ ο τραμπισμός των διαχεόμενων sms που διεισδύει εκεί που δεν θα έπρεπε, όπως είπε υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ. Μα διεισδύει επιτυχέστερα όταν ακριβώς είσαι αμυντικά οργανωμένος,  εσωτερικά αποκλεισμένος για να μην προσβληθείς με τίμημα να μην γνωρίζεις και να μην αντιλαμβάνεσαι.  Immunitas αντί communitas, όπως έγραφε ο σπουδαίος ιταλός φιλόσοφος Roberto Esposito!

Επιπλέον, η παθητικότητα μας οδηγεί να απολαμβάνουμε τη δυστυχία μας μαζί με τους ομοιοπαθείς χωρίς ανατροφοδότηση από τους άλλους.  Παρέα, σε αυτό το κλίμα, σημαίνει ακριβώς αυτό το affect: δεν ακούμε τίποτε άλλο, κάνουμε χαβαλέ, εξοργιζόμαστε με τον άλλο, δεν κάνουμε συζήτηση μαζί του, τον παίρνουμε στο ψιλό με γέλια, στην ουσία ένα διαρκές και αλληλοτροφοδοτούμενο μπούλιγκ. Δεν παράγεται έτσι κάποια πολιτική, αντιθέτως προκαλεί αισθήματα μνησικακίας και εκδίκησης. Έχει σχέση αυτή η νοοτροπία και διάθεση με αριστερά και δημοκρατία;

Συνεπώς, για να επανέλθω στο άμεσο πολιτικό πρόβλημα των ημερών, αυτό που πρέπει να γίνει, πέρα από την έκβαση των εκλογών στο 2ο γύρο, είναι μια μεταβολή των ηθών, ένας εσωτερικός μετασχηματισμός των μελών και των ανθρώπων του ΣΥΡΙΖΑ και όχι μόνο αυτών: να ακούν περισσότερο, να μιλούν λιγότερο, αν είναι ανάγκη να σωπάσουν κιόλας στα social media, να πάψουμε να οικτίρουμε τους εαυτούς μας και να ξεχωρίσουμε τα στοιχεία από τα οποία μπορεί να ξεκινήσει και πάλι μια συλλογική διαδικασία ενδυνάμωσης. Αυτό το στοιχείο δεν είναι τίποτε άλλο από την προχτεσινή μαζική συμμετοχή του κόσμου στις εσωκομματικές εκλογές. Με άλλα λόγια, μέσα στην αποδυνάμωση ο κόσμος δείχνει μια επιθυμία ενδυνάμωσης με την μαζική συμμετοχή.

Αυτή η επιθυμία πρέπει να περιφρουρηθεί ως κόρη οφθαλμού με παρρησία, γνώση, ενσυναίσθηση και πολιτική πείρα. Θα πρόκειται για μια δημοκρατική, αγωνιστική διαδικασία για όλους μας και για την κοινωνία την ίδια. Το απαραίτητο που μπορούμε να προσφέρουμε στην κοινωνία δεν είναι μόνο μεγάλα οράματα και έννοιες αλλά επίσης, έστω, ο μετασχηματισμός του εαυτού μας. Θα είναι αρκετό για μια μεγάλη πολιτική αλλαγή, δηλαδή μια αλλαγή της πολιτικής, μια πολιτιστική αναγέννηση της πολιτικής.

* Ο Μιχάλης Μπαρτσίδης είναι Καθηγητής (ΣΕΠ) στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Επιστ. Διευθυντής Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς. 

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα