Τα αυτονόητα

Μια μικρογραφία της Ελλάδας

Γιώργος Τούλας
τα-αυτονόητα-12718
Γιώργος Τούλας

Ο παραθεριστικός τόπος είναι συχνά καθρέφτης του τρόπου που αντιλαμβάνεται ένας λαός την αισθητική. Περνώ ένα μεγάλο μέρος των διακοπών μου στο δεύτερο πόδι της Χαλκιδικής, τα τελευταία δέκα εννέα χρόνια.

Δεν θα αναφερθώ στο χώρο του ιδιωτικού, όχι πως δεν αξίζει παρατήρησης, καθώς τα τέρατα που έχουν ξεπηδήσει τις τελευταίες δεκαετίες σε μέρη που άλλοτε ήταν χωράφια, ανάκτορα με αρχαϊκές κολόνες, σιντριβάνια σε αυλές σπιτιών πενήντα τετραγωνικών, που την κυριλιά στην αυλή για να βλέπουν οι γείτονες, τη θέλουν, τάπητες στρωμένους μπροστά σε τροχόσπιτα σε κάμπινγκ και γιρλάντες με χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια.

Όλα αυτά που τραυματίζουν τον αμφιβληστροειδή, κάθε που στρέφεις το βλέμμα στις διακοπές οπουδήποτε αλλού έκτος από τη θάλασσα. Αλλά λες, αυτά είναι και το γούστο του καθένα, δεν μπορείς να επιβάλεις άποψη και στιλ όταν όλα τριγύρω συναινούν στην υπερβολή. Αν και θα έπρεπε να υπάρχει μια στοιχειώδης επίβλεψη στο τι χρίζει ο καθένας και κάποιος να του λέει πως το αρχοντικό της Καστοριάς δεν κολλάει στις ακτές.

Τι συμβαίνει όμως στη σφαίρα του δημοσίου; Πως αντιλαμβάνονται οι δήμοι, τα υπουργεία το δημόσιο καλοκαιρινό χώρο; Ο Όρμος Παναγιάς που ζω εγώ, ήταν ένα γραφικό λιμανάκι, επίνειο του Αγίου Νικόλαου. Ένα υπόδειγμα λιτότητας και αρχοντιάς, με πέτρινα σπίτια και ψαρόβαρκες. Η διαμόρφωση του λιμανιού πριν λίγα χρόνια ήταν το καθοριστικό χτύπημα στην αρχή της αποδόμησης, όσων οι πρόγονοι μας σοφά είχαν σχεδιάσει. Το μπετόν αποτέλεσε την πρώτη ύλη της διαμόρφωσης της κεντρικής πλατείας του λιμανιού, που πλαισιωμένο από τέσσερα παγκάκια και ορισμένα ασθενικά δέντρα που τοποθετήθηκαν τριγύρω, χωρίς καμία αρχιτεκτονική μελέτη όρισε τη μεταμοντέρνα ελληνική Σαχάρα των παρεμβάσεων.

Πήραν λοιπόν φόρα από την δημόσια παρέμβαση οι περίοικοι και άρχισαν τις ομορφιές. Τα παλιά σπίτια που η πέτρα καθόριζε την ομοιομορφία τους μπογιατίστηκαν με ευφάνταστα χρώματα Μεξικού. Κίτρινα, γαλάζια, μωβ του θανάτου. Εμφανίστηκε μέχρι και καταρράκτης σε καφετέρια και αγάλματα καθολικών αγίων σε φράχτη καφετέριας, με την ανοχή των αρχών που ποτέ δεν παρενέβησαν, αντιθέτως επικρότησαν.

Ταμπέλες παντός είδους κόσμησαν προσόψεις και τις μέρες αιχμής, υπαίθριοι μικροπωλητές απλώνουν καταμεσής του δρόμου τα εμπορεύματα, χωρίς κάνεις να σκεφτεί το αυτονόητα της οριοθέτησης. Ως τόπος αναχώρησης πλοίων για ολοήμερες κρουαζιέρες στο Άγιο Όρος το λιμανάκι δέχεται καθημερινά πληθώρα επισκεπτών που παρκάρουν άτσαλα όπου βρουν, καθώς κανένας δεν σκέφτηκε ποτέ να ενοικιάσει ένα από τα δεκάδες αδιάθετα χωράφια στην είσοδο του οικισμού χρησιμοποιώντας το για πάρκινγκ και πεζοδρομώντας τη μικρή επικράτεια του Όρμου.

Στη μεγάλη παραλία με το εξωτικό όνομα Τρανή Αμμούδα, το καμάρι της περιοχής, μια υποδειγματική ακτή τριών χιλιομέτρων με υπέροχα νερά, η αναρχία και το χάος συνεχίζεται. Τα ίδια προβλήματα παρκαρίσματος ακόμα και πάνω στην άμμο, η τοποθέτηση φωτιστικών σωμάτων που θυμίζουν τη λεωφόρο του Μελρόουζ σε λάμψη, τις νύχτες που η ακτή είναι άδεια.

Τα διπλά υπέρλαμπρα φωτιστικά σώματα έκαψαν μόνα και έρμα καμιά διετία και επειδή οι άνεμοι του χειμώνα, οι νεοελληνικοί βανδαλισμοί και άλλα τινά τα ψιλοκατέστρεψαν και φέτος η δημοτική αρχή αποφάσισε να τα ακρωτηριάσει αφήνοντας σε λειτουργία το ένα από τα δύο σώματα που αποτελούσαν το κάθε μπουκέτο!

Στα ενδότερα του οικισμού καμένες λάμπες στις κολόνες από το χειμώνα, πεταμένα κάθε είδους άχρηστα πράγματα, ως και λεκάνες τουαλέτας, έλλειψη καθαριότητας στα άλση που ξεραμένα κλαδιά περιμένουν υπομονετικά το πρώτο τσιγάρο που θα τα λαμπαδιάσει, διαφημιστικά μπάνερ από beach bar που χάσκουν στους στύλους αμέριμνα και ξεσκισμένα, δημιουργούν ένα ονειρικό κλίμα που στο τέλος το συνηθίζεις και απλά το ανέχεσαι.

To τελικό χτύπημα της αισθητικής και της κατάληψης του δημόσιου χώρου ήρθε πέρσι με το άνοιγμα ενός beach bar στην απόληξη της μεγάλης παραλίας. Προχειρότητα, έλλειψη υποδομών, χημικές τουαλέτες στην άμμο, αδιαφανείς συνθήκες αδειοδότησης. Αλλά πάνω από όλα μια αίσθηση ότι ακόμα και οι κολώνες μας ανήκουν. Έτσι το μπιτσόμπαρο της γειτονιάς μου γέμισε με τα θεόσταλτα αεροπανό του κάθε διαθέσιμη κολώνα της ευρύτερης περιοχής. Μήπως τοιχόν και δεν αποστηθίσαμε το θεϊκό του όνομα…

Φέτος όμως ήρθε η ώρα της τέχνης. Στη μικρή τσιμεντένια πλατεία του λιμανιού κάποιος δημόσιος φορέας πήγε και κότσαρε ένα άγαλμα απερίγραπτης αισθητικής, μια μεταμοντέρνα φρίκη λευκού χρώματος, στη μέση του πουθενά και χωρίς καμία λογική εναρμόνησης με το χώρο. Φυσικά χωρίς σηματοδότηση ώστε να γνωρίζουμε το όνομα του ευφάνταστου καλλιτέχνη που φιλοτέχνησε τον απερίγραπτο όγκο της άγνωστης μάνας με το μωρό αγκαλιά που δεσπόζει πια στον περίπατο των κατοίκων και των επισκεπτών.

Μικρογραφία της ελληνικής επικράτειας ο Όρμος, θα μπορούσε να αποτελέσει case study για το πως επεμβήκαμε στο ομορφότερα αφαιρώντας τους άτσαλα την ομορφιά. Διότι αρνηθήκαμε να κάνουμε απλά τα αυτονόητα.

* Φωτογραφίες: Γιώργος Τούλας

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα