Τα απογεύματα στον κρυφό παράδεισο μιας γκρίζας πόλης

Εκεί, οι ήχοι βουβαίνουν, σιωπούν, το μόνο που ακούγεται είναι οι κλεφτές αφηγήσεις, προσωπικές εξομολογήσεις των ανθρώπων της

Μυρτώ Τούλα
τα-απογεύματα-στον-κρυφό-παράδεισο-μι-1329530
Μυρτώ Τούλα

Ένας πενηντάρης, φορά το σπίντο του, απλώνει την πετσέτα του βγάζει τα παπούτσια του και βουτά να ξεπλύνει τον χειμώνα.

Σε ένα τραπέζι απομακρυσμένο από τα άλλα συνταξιούχοι, βάζουν δίπλα δίπλα τις ξεχαρβαλωμένες καρέκλες κοιτούν την θάλασσα και απολαμβάνουν το παγωτό τους, παιδικές φωνές στο πάρκο καλύπτουν το κύμα κι εσύ σκοντάφτεις πάνω στα πλαστικά κουβαδάκι που έχτισαν στο χώμα κάστρα που σηματοδοτούν την ελπίδα με μία αθώα άγνοια για το τι τους επιφυλάσσει το μέλλον. Λίγο παραδίπλα, οι γονείς πίνουν παγωμένες μπίρες και συζητούν πως να κόψουν τα έξοδα για να πάνε διακοπές – όχι κάπου μακριά, για κάμπινγκ στην Χαλκιδική.

Ο ήλιος βουτά μέσα στον Θερμαϊκό, ανά 10 δευτερόλεπτα, τα σύννεφα αλλάζουν χρώμα, παίρνουν φωτιά, βάφονται κόκκινα σαν αίμα και έπειτα, ζωγραφίζονται με ένα απαλό ροζ, που μπλέκεται με το γαλάζιο του ουρανού και αποτυπώνει στην κρυστάλλινη θάλασσα ειδυλλιακές λιλά αποχρώσεις. Πίνακας. Ένα μικρό παιδί με φόντο την πόλη και τα καράβια που μεταφέρουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο, κυνηγά ένα γεράκι για να του ρίξει ψίχουλα, εκείνο την πλησιάζει διστακτικά, ενώ ο γλάρος επιπλέει στην θάλασσα και τους χαζεύει.

Στα τραπέζια κάτω από το υπόστεγο, νέα παιδιά που δεν αντέχουν την ακρίβεια, παίζουν τίτσου, ενώ αγωνιούν να βγάλουν τον μήνα. Στις σεζλόνγκ, δύο νεαρά κορίτσια ξαπλώνουν κάτω από το φεγγαρόφωτο απορροφημένα από τα βιβλία τους, βυθίζονται στις λέξεις και γυρνούν τις σελίδες με μανία, βγάζοντας μικρούς αναστεναγμούς, σαν να ναι το καλύτερο τραγούδι που άκουσα ποτέ.

Μία παρέα 30ρηδων, πίσω από τα κάγκελα της παιδικής χαράς, κρατά σπινθιροβόλα που λάμπουν σαν άστρα και παίζει κιθάρα υπό την μέθη ενός μπουκαλιού τζιν. Στην δική τους ερημική παραλία που θα ήθελαν να είναι  στις Κυκλάδες. Ένα ζευγάρι απλώνει μία ψάθα και ξαπλώνει κάτω από το ξύλινο κτίσμα του ναυαγοσώστη, δεν μιλούν μα κοιτιούνται σαν να ανταλλάσσουν τις πιο ουσιαστικές κουβέντες όλης τους της ζωής. Ένας νεαρός βουτά διστακτικά τα δάχτυλα των ποδιών του στον Θερμαϊκό και σχεδιάζει μία γοργόνα. Εκεί, οι ήχοι της πόλης, βουβαίνουν, σιωπούν, το μόνο που ακούγεται είναι οι κλεφτές αφηγήσεις, προσωπικές εξομολογήσεις των ανθρώπων της.

Για κάτι μέρη σαν αυτό της Πλαζ, δεν θα έφευγα ποτέ από αυτή την κωλόπολη που μένει στάσιμη μα συνάμα μυθική. Εκεί ο ουρανός είναι καθαρός και λάμπει και τον διασχίζουν σαν ξυράφια τα αεροπλάνα που πάνε να βρουν τον δικό τους προορισμό ίσως σε μία καλύτερη χώρα γεμάτο ελπίδα, γιατί εδώ έχουμε ξεχάσει πως να ελπίζουμε στο αύριο.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα