Τα δολοφονημένα παιδιά ή «Γιατί μας ενοχλούν τόσο τα ΜΑΤ στα πανεπιστήμια»

Είμαστε μία κοινωνία βάναυσα κακοποιημένων, τρομοκρατημένων ανθρώπων, που κυκλοφορούν αμέριμνα και στολίζουν Χριστουγεννιάτικα δέντρα καθώς ολόγυρά τους πέφτουνε βόμβες.

Parallaxi
τα-δολοφονημένα-παιδιά-ή-γιατί-μας-εν-944675
Parallaxi

Λέξεις: Κατερίνα Τριανταφυλλίδου

Καταπίεση και τρομοκρατία δε σημαίνει μόνο «σου πατάω το κεφάλι κάτω και το λιώνω», δε σημαίνει μόνο «πυροβολώ ένα 16χρονο παιδί στο κεφάλι», δεν είναι μόνο η ρίψη χειροβομβίδας σε ευθεία βολή στο πρόσωπο φοιτητή.

Καταπίεση και τρομοκρατία σημαίνει «έχω τη δύναμη να σου πατήσω το κεφάλι κάτω και να το λιώσω άμα θέλω», σημαίνει «έχω την εξουσία να πυροβολήσω ένα 16χρονο παιδί στο κεφάλι κι ας έρθει κανείς να με εμποδίσει», σημαίνει «κάτσε ήσυχα τσογλάνι γιατί έχω χειροβομβίδες πληρωμένες απ’ το κράτος και όπλο και χημικά, και είμαι ελεύθερος να τα χρησιμοποιώ όπως θέλω».

Κάθε δολοφονική επίθεση από αστυνομικό μας θυμίζει κάτι που θέλουμε πολύ να ξεχνάμε: Είμαστε όλοι και όλες θύματα τρομοκρατίας, είμαστε όλοι και όλες θύματα κακοποίησης και καταπίεσης, ακόμα και αν δε μας πυροβολήσουν ποτέ, ακόμα και αν δε μας βιάσουν ποτέ, ακόμα και αν δε μας πετάξουν ποτέ χειροβομβίδα, ακόμα και αν είμαστε «τυχεροί/ες» (!) να μην έχουμε γεννηθεί Ρομά, ακόμα και αν δε σπουδάζουμε στο ΑΠΘ, ακόμα και αν δεν έχουμε δάνειο και δεν κινδυνεύσουμε ποτέ με έξωση, ακόμα και αν δεν αρρωστήσουμε ποτέ σοβαρά και δε χρειαστούμε το δημόσιο νοσοκομείο.

Όσο τυχερός/ή και αν είσαι, κακοποιείσαι. Και κακοποιείσαι γιατί το ότι αποφεύγεις την άμεση άσκηση βίας επάνω σου και τη στέρηση της ελευθερίας και της αξιοπρέπειάς σου είναι καθαρά τυχαίο και συμπτωματικό: Δε σε σέβεται κανένα κράτος και κανένας νόμος απλώς «επειδή είσαι άνθρωπος, και τους ανθρώπους δεν τους πυροβολούμε, δεν τους πετάμε απ’ τα σπίτια τους, δεν τους λιώνουμε το κεφάλι στο πεζοδρόμιο». Δε σέβεται καμία εξουσία την αξία της ανθρώπινης ζωής. Και όποιος/α πιστεύει κάτι άλλο γελιέται.

Ο αστυνομικός δε σε βιάζει, γιατί τυχαίνει να είσαι άντρας και θέλει να βιάζει γυναίκες. Δε σε σκοτώνει, γιατί τυχαίνει να είσαι Έλληνας και όχι Σύριος, κι αυτός έχει αποφασίσει να ξεκάνει πρόσφυγες. Δε σε πυροβολεί, γιατί το δέρμα σου είναι δύο τόνους πιο ανοιχτόχρωμο από του διπλανού σου – που τον πυροβολεί. Δε σου πετά χειροβομβίδα, γιατί έτυχε να μείνεις σπίτι σήμερα αντί να πας στο μάθημα. Πάλι καλά. Την έφαγε άλλος.

Μέχρι πότε νομίζεις θα ξεφεύγεις;

Είμαστε μία κοινωνία βάναυσα κακοποιημένων, τρομοκρατημένων ανθρώπων, που κυκλοφορούν αμέριμνα και στολίζουν Χριστουγεννιάτικα δέντρα καθώς ολόγυρά τους πέφτουνε βόμβες. Μέχρι να τους χτυπήσει μία τους ίδιους, ή κάποιον δικό τους, απλά τις αγνοούν. Και συνεχίζουν χαρούμενα τις βόλτες, τσαλαπατώντας την κουβέρτα που άπλωσε κάποια κυρία άστεγη στο πεζοδρόμιο, που μάλλον έχασε το σπίτι της για κάποιο δάνειο: Γιατί δεν ήταν τυχερή να γεννηθεί με το κατάλληλο επίθετο, ώστε να την κάνουμε πρωθυπουργό, αρχηγό κόμματος το οποίο χρωστά εκατομμύρια στις τράπεζες.

«Την καημένη», λένε με οίκτο οι χαρούμενοι άνθρωποι και την προσπερνούν, και ανακουφίζονται. Και πέφτουν οι βόμβες ολόγυρα κι αυτοί σιγοτραγουδούν κάτι κάλαντα… Πέφτει η βόμβα πάνω σ’ ένα παιδάκι, που διαγιγνώσκεται με καρκίνο επιθετικό και πρέπει να χειρουργηθεί, μα δεν υπάρχουν αναισθησιολόγοι. Πέφτει πάνω σ’ ένα ζευγάρι που απολύεται χωρίς λόγο και περιμένει παιδί. Πέφτει πάνω σ’ έναν ηλικιωμένο που καίγεται ζωντανός γιατί δεν είχε φέτος να πληρώσει το φυσικό αέριο και έκαιγε χαρτί κουζίνας (θα τα δούμε πολύ σύντομα αυτά και φέτος, εύχομαι να κάνω λάθος).

Αν θέλει κανείς να ζει με πραγματική δημοκρατία, είναι εγκληματικό να αρκείται στην καλή του τύχη. Δημοκρατία και δικαιοσύνη σημαίνει πρώτα από όλα ασφάλεια, στη βάση του ότι όλοι/ες μας έχουμε συγκεκριμένα δικαιώματα ως άνθρωποι, ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο. Και ότι η ασφάλεια αυτή είναι εγγυημένη. Όταν οι εξουσίες δρουν αυθαίρετα και απαξιωτικά απέναντι σε έναν ή σε μία, τότε αναγκαστικά ενεργούν κατά αυτόν τον τρόπο απέναντι σε όλους/ες μας.

Όταν οικτίρεις την άστεγη κυρία στο πεζοδρόμιο, οικτίρεις στην πραγματικότητα τον εαυτό σου, που ζεις σε μια κοινωνία η οποία δε σέβεται τον άνθρωπο, που τον αφήνει αβοήθητο και μόνο – κι εσύ μόνος/η είσαι και δεν το ξέρεις. Έχουμε περιθώριο να αντιδράσουμε μόνο πριν μας βρει η σφαίρα στο κεφάλι. Μετά χαίρετε.

Με αφορμή τη δολοφονική επίθεση από αστυνομικό εναντίον 16χρονου παιδιού, θυμήθηκα ένα κλασικό επιχείρημα ενάντια στους φοιτητές και στις φοιτήτριες που βγαίνουν στο δρόμο και φωνάζουν κατά της πανεπιστημιακής αστυνομίας: «Μα», λένε, «αν δεν ήταν εγκληματίες, δε θα είχαν λόγο να μη θέλουν την αστυνομία». «Αν δεν παρανομήσεις, δε σε πειράζουν!» Και επίσης: «Μόνο οι οργανωμένοι σε αριστερές νεολαίες και κόμματα ενοχλούνται… Οι υπόλοιποι φοιτητές απλώς θέλουν να περνάνε τα μαθήματα και να πηγαίνουν σπίτι τους».

Γιατί να σε ενοχλεί λοιπόν ο στρατός των οπλισμένων αστυνομικών στο πανεπιστήμιο αν δεν είσαι δολοφόνος, τραμπούκος, έμπορος ναρκωτικών, βιαστής;

Σε ενοχλεί ρε. Και δεν είσαι τίποτα από αυτά. Αν είσαι άνθρωπος σε ενοχλεί. Και θα το πεις και θα το φωνάξεις και θα το κάνεις τατουάζ στο μέτωπο. Γιατί στην Ελλάδα το τι θεωρείται «παρανομία» και το πώς τιμωρείται είναι πολύ παρεξηγημένο: Το να μην πληρώσει ένας 16χρονος το εικοσάρικο για τη βενζίνη τιμωρείται με πυροβολισμό στο κεφάλι, για παράδειγμα. Το να μην έχεις να πληρώσεις 15 χιλιάρικα στην τράπεζα για την πρώτη κατοικία σου τιμωρείται με το σπάσιμο της πόρτας σου στις 5 τα χαράματα για να σε πετάξουν έξω. Ο 15χρονος Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος δέχθηκε σφαίρα ενώ ήταν έξω με τον φίλο του. Ο δολοφόνος του είναι ελεύθερος.

Το επιχείρημα λοιπόν δεν ευσταθεί: Δεν αντιδρούμε στην αστυνομία επειδή είμαστε εγκληματίες, αντιδρούμε στη θέα οπλισμένων ατόμων, τα οποία αποδεδειγμένα και συστηματικά δρουν αυθαίρετα, βίαια και μένουν ατιμώρητα, σε χώρους μάθησης, εκπαίδευσης και πολιτισμού: Αν σε έναν μόνο χώρο πρέπει κανείς να νιώθει ασφάλεια και ελευθερία αυτός είναι το πανεπιστήμιο και το σχολείο. Και κανείς δε νιώθει ασφάλεια με την ανάσα των ΜΑΤ πάνω απ’ τον ώμο του, των ΜΑΤ που μπορεί να τύχει να μην τους αρέσει η φάτσα σου και γι’ αυτό να σε σκοτώσουν.

Κανείς δε νιώθει ασφάλεια, ακριβώς επειδή έχουν τη δύναμη – και το ελεύθερο – να το κάνουν.

Όσο για «τα παιδιά που νοιάζονται μόνο να περάσουν τα μαθήματα και να πάνε σπίτι τους», συγχαρητήρια: Έχετε καταφέρει όντως να πείσετε μία μερίδα νέων να δέχεται παθητικά τις παθογένειες της κοινωνίας, να μην προσπαθεί να αλλάξει τίποτα και, ίσως τελικά, να τσαλαπατά την κουβέρτα της άστεγης κυρίας με χαρά. Δεν τους κάνετε καλό:

Γιατί αν νιώθεις την ανάγκη να πατήσεις κάποιον σαν σκουπίδι, σημαίνει πως είσαι κι εσύ ήδη με το πρόσωπο στο πεζοδρόμιο, κάτω από μια μπότα βαριά: Κι ας νιώθεις βασιλιάς.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα