Τα φώτα του 60ου ΦΚΘ σβήσανε…
Ραντεβού τον Μάρτη.
Τα φώτα σβήσανε, οι αποθήκες κλείσανε, η νύχτα έπεσε πολύ βαριά, κάτι με πνίγει που το Φεστιβάλ έχει φύγει, για ακόμα έναν Νοέμβρη πολύ μακριά. Τα τελευταία δύο χρόνια το ζω από μέσα. Μόλις μπαίνει ο Οκτώβρης ξεκινώ κι εγώ την αντίστροφη μέτρηση, και περιμένω να δημιουργήσω το δικό μου επεισόδιο στον μεγαλύτερο κινηματογραφικό θεσμό της χώρας. Η αγαπημένη μου ατάκα ”Καλό Φεστιβάλ”.
εικόνες:motion team
Οι δέκα μέρες του, για μένα είναι όντως μία γιορτή, μία όμορφη γλυκιά ιστορία του φθινοπώρου, που η πόλη ζει και θυμάται έντονα για καιρό. Είναι κυρίως εικόνες. Κατεβαίνοντας από την δουλειά στην Παπαμάρκου, διέσχιζα την Αριστοτέλους με τρομερή αυτοπεποίθηση από την πρώτη ως την δέκατη μέρα του θεσμού, φορούσα το καρτελάκι μου εγώ και πόσοι ακόμα που έτρεχαν να προλάβουν μία προβολή, περίμεναν υπομονετικά στο Ολύμπιον να ανοίξουν οι πόρτες του, και έπιναν τον καφέ τους στην Αποθήκη Γ’.
Φτάνοντας κάτω στο γυάλινο box έριχνα κάθε μέρα μία κλεφτή ματιά, στην οθόνη να δω πόσα sold out έχουμε στην αποθήκη μας και αν χρονικά προλαβαίνω να πάρω έναν γρήγορο καφέ, ο κόσμος πολύς, περισσότερος από κάθε άλλη χρονιά, κάθε μέρα και από 2 γεμάτες προβολές. Οι ηθοποιοί που βλέπεις μόνο στην τηλεόραση, αυτές τις μέρες βρισκόταν στο κέντρο της πόλης και στις αίθουσες.
Περπατώντας βιαστικά την παραλία για να φτάσω στον τελικό προορισμό μου την Αποθήκη Δ’, μία Αποθήκη κομβική για τις δικές μου εμπειρίες στο Φεστιβάλ, παρατηρούσα γύρω μου και μπροστά από τα φωτισμένα γράμματα που αντανακλούνταν στον Θερμαϊκό, παρέες και ζευγάρια με το πρόγραμμα του Φεστιβάλ στο χέρι, και στα παγωμένα τους δάχτυλα εισιτήρια. Τι όμορφο συναίσθημα να ξέρεις ότι ανήκεις κάπου εκεί μέσα.
Κάθε φορά που έμπαινα στο λιμάνι η ατμόσφαιρα ήταν αναπάντεχα ζεστή, τα 1,Α, Β, C, D κοσμούσαν και φώτιζαν τις αποθήκες που ζωντανεύουν για δέκα μέρες. Παρέες χάζευαν το video mapping, κυρίες μέσης ηλικίας και οικογένειες απολάμβαναν την έκθεση του Νίκου Κούνδουρου στον παιδικό σταθμό. Ένα μικρό χαμόγελο σχηματιζόταν διστακτικά στο πρόσωπο μου. Φτάνοντας στην Δ Τώνια Μαρκετάκη, Φρίντα Λιάππα. Η καλύτερη ώρα της ημέρας, πόστα, μπλουζάκι, φίλοι και ήμουν έτοιμη για ακόμα μία προβολή, για να χαρίσω το πιο ζεστό μου χαμόγελο στους θεατές, που βλέπω σε κάθε Φεστιβάλ.
Οι αίθουσες, ασφυχτικά φιλόξενες, 255 άτομα μπροστά στην μεγάλη οθόνη αφουγκράζονται, νιώθουν, γελούν, παγώνουν, δακρύζουν, προβληματίζονται και στο τέλος βγαίνουν στο Λιμάνι σκεπτόμενοι τις οπτικές της ταινίας είτε τους άρεσε είτε όχι. Οι γνωριμίες δια ζώσης, εθελοντές, διερμηνείς, υποτιτλιστές, συντελεστές ταινιών όλοι για 10 μέρες κινούμαστε με τον ίδιο τρόπο και τους ίδιους ρυθμούς, από τον καθένα κλέβεις και κάτι, κάτι που σου μένει και νοσταλγείς μέχρι το επόμενο.
Το βράδυ διάφορες γειτονιές του κέντρου άλλαζαν όψεις, οι άνθρωποι του Φεστιβάλ και οι θεατές με την παγωμένη μπίρα στο χέρι γέμιζαν ένα και διαφορετικό μαγαζί κάθε νύχτα, και αντίστοιχα το δρόμο που βρισκόταν αυτό. Η Θεσσαλονίκη γιόρταζε, και χόρευε στους ρυθμούς του κινηματογράφου.
Σήμερα το πρωί, τα συναισθήματα μου είναι κάπως περίεργα, με έπιασε μία θλίψη μεταφεστιβαλική, αυτό που λέμε back to reality, αφήνοντας πίσω το 10ήμερο του Φεστιβάλ. Το γιγάντιο μπάνερ από το Ολύμπιον κατέβηκε και το γυάλινο κουτί στην Αριστοτέλους έχει βγάλει το πορτοκαλί περίγραμμα του. Τα φώτα σβήσανε, και η πόλη ξαναγυρνά στου ρυθμούς της περιμένοντας με νοσταλγία τον Μάρτιο. Κι αυτό που ο απολογισμός αφήνει πίσω του από το 60ο Φεστιβάλ Κινηματόγραφου είναι εικόνες, πρόσωπα, φιγούρες και έντονα συναισθήματα. Επόμενη στάση Μάρτιος!