Τα σκόρπια: Η Ούνρα και οι ταξικές διαφορές
Οι δάσκαλοί μας τότε ήξεραν το κάθε σπίτι απέξω κι ανακατωτά και έπρατταν αναλόγως με τις ανάγκες μας!
Kάθε βδομάδα (με μικρές «απουσίες») μοιράζομαι μαζί σας ένα μικρό κείμενο που θεωρητικά θα μπορούσε να είναι από το ημερολόγιό μου. Τίτλος της στήλης: «Τα σκόρπια» γιατί τα κείμενα δεν έχουν χρονολογική σειρά, δημοσιεύονται «σκόρπια». Με χιούμορ αλλά και σοβαρότητα γράφω για θέματα που με ή μας απασχολούν.
Άλλοτε ο λόγος είναι δημόσιος-πολιτικός, άλλοτε διαβάζετε μία προσωπική εξομολόγηση, ελπίζω χωρίς να δυσανασχετείτε.
«Ο Οργανισμός Περιθάλψεως και Αποκαταστάσεως των Ηνωμένων Εθνών ή αλλιώς –όπως είναι ευρύτερα γνωστός– UNRRA (United Nations Relief and Rehabilitation Administration) ήταν διεθνής οργανισμός περίθαλψης, κυρίαρχο ρόλο στον οποίο διαδραμάτιζαν οι ΗΠΑ, αλλά εκπροσωπούσε 44 έθνη.
Ιδρύθηκε το 1943, έγινε μέλος των Ηνωμένων Εθνών το 1945, και σταμάτησε τις επιχειρήσεις του σε μεγάλο βαθμό το 1947.
Ο σκοπός του ήταν να «προγραμματίζει, να συντονίζει, να διαχειρίζεται ή να μεριμνά για τη διαχείριση των μέτρων περίθαλψης των θυμάτων πολέμου σε κάθε μέρος υπό τον έλεγχο κάθε έθνους των Ηνωμένων Εθνών σε τομείς όπως η σίτιση, τα καύσιμα, η ένδυση, η παροχή καταφυγίου και άλλες βασικές ανάγκες, όπως η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και άλλες υπηρεσίες».
Το πολιτικό του προσωπικό αποτελούσαν 12.000 άτομα, με έδρα τη Νέα Υόρκη. Η χρηματοδότηση προήλθε από πολλά έθνη και ήταν συνολικά $3,7 δισ., εκ των οποίων τα $2,7 δισ. ήταν συνεισφορά των Η.Π.Α, τα $625 εκ. της Βρετανίας και τα $139 εκ. του Καναδά» (πηγή: Wikipedia).
1964, η υποφαινόμενη είναι στην Α΄ Δημοτικού και φοιτά στο πανέμορφο πέτρινο 31ο σχολείο των 40 Εκκλησιών. Τρεις αίθουσες για τα μικρά παιδιά κάτω και τρεις για τα μεγάλα πάνω τα οποία κατεβαίνοντας (ιδίως τα αγόρια) έπεφταν πάνω σε… δικαίους και αδίκους!
Οι τρεις πάνω αίθουσες μπορούσαν να γίνουν μία ώστε να χρησιμοποιηθεί για εκδηλώσεις κ.λπ. Το ’64, λοιπόν, μας λέει η γλυκιά μας δασκάλα Νανά Μανιτάρη ότι θα έρθουν κάποιοι κύριοι και κάποιες κυρίες και θα μας μοιράσουν «δώρα».
Το καλομαθημένο εγώ με πατέρα ιδιωτικό υπάλληλο (τότε οι ιδιωτικοί υπάλληλοι έπαιρναν περισσότερα από τους δημόσιους) δεν είχα ιδέα από πείνα, φτώχεια, ανέχεια. Μόνο στον ελληνικό κινηματογράφο τα έβλεπα και ήταν πολύ παλιά (Μεσοπόλεμος, Κατοχή…).
Πηγαίνοντας, λοιπόν, με την ξαδέλφη μου μια μέρα στην Ευαγγελίστρια στο σπίτι μιας φίλης της είδα…γκαζιέρα να χρησιμοποιείται ως κουζίνα. (Εδώ ας ανοίξω μία μικρή παρένθεση: ο πατέρας μας ήταν μανιώδης υπέρμαχος της τεχνολογίας και είχαμε πριν από όλους όλα τα χρήσιμα και μη ηλεκτρικά είδη από κουζίνα, μέχρι μίξερ και ηλεκτρική σκούπα. Σε μουσείο έμπαιναν άνετα). Βλέποντας, λοιπόν, η εγχώρια Μαρία Αντουανέτα το προπολεμικό αυτό είδος, την γκαζιέρα είπα με περισσή αγένεια και θράσος: «Κατοχή έχουμε;»
Πηγαίνουμε στο σχολείο με τις πάνω αίθουσες ανοιχτές και εκατοντάδες κιβώτια γεμάτα με ρούχα, παιχνίδια… Οι δασκάλες και οι δάσκαλοί μας φώναζαν τα ονόματα ένα-ένα και εμείς πηγαίναμε, χαμογελούσαμε στους ξένους και παίρναμε από ένα βαρύ κουτί. Νομίζω ότι μας έδιναν το χέρι και ένα χάδι στο κεφάλι. Φωνάζει η κ. Νανά το όνομά μου, πηγαίνω με λαχτάρα και μου δίνουν… πέντε μικρά πλαστικά κουκλάκια! Κεραυνοβολήθηκα και πήγα σπίτι μου κλαίγοντας.
–Γιατί κλαις; Με ρωτάει ο πατέρας μου.
–Γιατί μου έδωσαν ΜΟΝΟ πέντε μπαρμπαδέλια ενώ άλλα παιδιά έπαιρναν ολόκληρο κουτί!
–Ολόκληρο κουτί με τι; Ξέρεις τι είχε μέσα;
–Πολλά μπαρμπαδέλια!
–Τυρί και γάλα σε σκόνη, κονσέρβες και άλλα τρόφιμα είχαν τα κουτιά. Τα έδωσαν στα παιδιά που έχουν ανάγκη. Εμείς έχουμε ανάγκη από τρόφιμα;
Η αλήθεια είναι πως δεν είχαμε. Οι δάσκαλοί μας τότε ήξεραν το κάθε σπίτι απέξω κι ανακατωτά και έπρατταν αναλόγως με τις ανάγκες μας. Σα να έφαγα σφαλιάρα για την άγνοιά μου. Τότε και με τη «Δραπετσώνα» του Θεοδωράκη που με έκανε να κλαίω γοερά και τη θεία Λένα να με παρηγορεί: «μην κλαις, θα τους κάνει ο Γέρος σπίτια αλλού», άρχισα να καταλαβαίνω τις ταξικές διαφορές.
Και θυμάμαι πώς έκανα έκτοτε συγκρίσεις και μαύρες σκέψεις για τη φτώχεια και τις υλικές ανάγκες αν και ο σοφέρ της πλούσιας θείας μου και τα ακριβά αμάξια με τα οποία πηγαίναμε εκδρομές με μπέρδευαν κάπως.
Συνήλθα εντελώς από την ταξική μου νεύρωση όταν πέρασα στο Πανεπιστήμιο, δεν πηγαίναμε με κανέναν σοφέρ εκδρομές και είδα για πρώτη φορά στα πρόσωπα των φοιτητών και φοιτητριών τι σημαίνει φτώχεια. Αλλά πέντε ΜΟΝΟΝ μπαρμπαδέλια;
Η Ελένη Χοντολίδου εργάζεται στο ΑΠΘ από το 1981. Διετέλεσε Κοινοτική Σύμβουλος (και για κάποια χρόνια πρόεδρος) της Α΄ Κοινότητας του Δήμου Θεσσαλονίκης από το 2006- 2018.
* Οι φωτογραφίες είναι της Βούλας Παπαϊωάννου.