Tα Τέμπη και ο ΟΠΕΚΕΠΕ ως επιτάχυνση της κατάρρευσης

«Το νέο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ λειτουργεί ως ο δεύτερος σταθμός σε μια διαδρομή εκτροχιασμού». Γράφει ο Μ. Λαμπράκης

Parallaxi
tα-τέμπη-και-ο-οπεκεπε-ως-επιτάχυνση-της-1260193
Parallaxi

Λέξεις: Μάνος Λαμπράκης

Η δημοκρατία δεν τελειώνει με ένα πραξικόπημα. Τελειώνει με μια διαρκή αποσύνδεση του λαού από τον λόγο. Η μαζική, αδιαμεσολάβητη συγκέντρωση για τα Τέμπη τον φετινό Γενάρη , με εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους στο Σύνταγμα —έξω από κόμματα, έξω από παρατάξεις, έξω ακόμη κι από τον παραδοσιακό πολιτικό θυμό— υπήρξε περισσότερο από ένα μνημόσυνο. Ήταν ένα είδος πολιτικής αποκάλυψης: ότι το Κράτος δεν είναι πια ικανό να παραγάγει ούτε καν τον ελάχιστο κοινό τόπο πένθους.

Η βουβή οργή της πλατείας δεν ήταν αίτημα· ήταν διάγνωση. Ότι το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να ακούσει. Και όταν ένα σύστημα δεν μπορεί να ακούσει, αρχίζει να μετρά αντίστροφα. Η αντίστροφη μέτρηση δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση. Αφορά όλα τα κόμματα μέσα και έξω από τη Βουλή — ακόμη κι εκείνα που προσπαθούν να καθοδηγήσουν ή να κεφαλαιοποιήσουν την αγανάκτηση. Η αλήθεια του πλήθους ήταν η σιωπή του απέναντι σε όλους. Το πλήθος δεν χειροκρότησε, δεν καταδίκασε. Έδειξε.

Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ λειτουργεί, έτσι, ως ο δεύτερος σταθμός σε μια διαδρομή εκτροχιασμού. Αν τα Τέμπη ήταν το συλλογικό πένθος που δεν έγινε τελετουργία, ο ΟΠΕΚΕΠΕ είναι η αποκάλυψη ότι ακόμα και οι πόροι για την επιβίωση είναι λεία ενός αόρατου καθεστώτος. Αυτό το αόρατο καθεστώς δεν έχει πρόσωπο. Είναι διακομματικό, τεχνοκρατικό, δικτυωμένο. Είναι η επιτελική ανευθυνότητα, μεταμφιεσμένη σε μεταρρύθμιση.

Ο λαός, όταν μαζεύεται όχι για να ζητήσει αλλά για να φανεί, δεν εκλιπαρεί αλλαγή. Προκαλεί ανατροπή. Όχι όμως με όρους επανάστασης. Αλλά με όρους αποδοχής: η πολιτική τάξη δεν έχει τίποτε πια να πει. Τίποτε να υποσχεθεί. Τίποτε να εξηγήσει. Είναι ένα κενό που διαρκώς μιλά, διαρκώς αναβάλλει, διαρκώς υποτιμά.

Μέσα σε αυτό το κενό, η παρουσία του πλήθους λειτουργεί ως ανάκληση της εξουσίας. Όχι με βία. Αλλά με εκκωφαντική παρουσία. Όσο κι αν τα ΜΜΕ αποσιωπούν, όσο κι αν το πολιτικό προσωπικό επιχειρεί να διασπάσει, να απαξιώσει, να εξανθρωπίσει τον θυμό, η δυναμική του πλήθους προχωρά όπως το ρήγμα: αθόρυβα, βαθιά, αναπόφευκτα.

Η επόμενη συγκέντρωση —ίσως μετά τις νέες αποκαλύψεις, ίσως με αφορμή κάτι φαινομενικά ασήμαντο— δεν θα είναι διαμαρτυρία. Θα είναι απονομιμοποίηση. Κι αυτή η λέξη δεν σημαίνει βία. Σημαίνει ότι το σύστημα δεν αναγνωρίζεται πλέον ως το ελάχιστο πλαίσιο νοήματος. Δεν αποτελεί κοινό παρονομαστή. Δεν μπορεί να εκπροσωπήσει.

Γι’ αυτό και η μοναδική θεσμική έξοδος αυτή τη στιγμή είναι η παραίτηση. Όχι μόνο της κυβέρνησης. Αλλά και της προσομοίωσης πολιτικής. Χρειαζόμαστε εκλογές όχι για να αλλάξει η εξουσία, αλλά για να επανερωτηθεί το νόημα της εξουσίας. Να τεθεί το ερώτημα: πού πηγαίνει αυτή η χώρα; Όχι γεωγραφικά, αλλά υπαρξιακά. Ποια είναι η σχέση της με την αλήθεια, με τη φροντίδα, με τη Δικαιοσύνη. Όχι με τις λέξεις, αλλά με τις ζωές.

Η σύγχρονη κοινωνία πάσχει από υπερβολική θετικότητα: κάθε κρίση παρουσιάζεται ως ευκαιρία, κάθε κατάρρευση ως μεταρρύθμιση, κάθε προδοσία ως αναγκαίος ρεαλισμός. Αλλά η πλατεία δεν λειτουργεί με όρους ευκαιρίας. Η πλατεία, όταν γεμίζει με αυτό τον τρόπο, παγώνει τον χρόνο. Δεν ζητά. Καταγράφει. Και αυτό το αρχείο της παρουσίας είναι πιο ισχυρό από κάθε κυβερνητική αφήγηση.

Η χώρα βρίσκεται ήδη εκτός τροχιάς. Η πολιτική λειτουργία έχει απορρυθμιστεί. Το μόνο που απομένει είναι η ανάληψη ευθύνης από όσους ακόμη πιστεύουν στην πολιτική ως κοινό τόπο. Όχι ως τεχνική επιβίωσης. Και αυτό προϋποθέτει κάτι που φαίνεται αδιανόητο για το πολιτικό μας σύστημα: τη σιωπηλή αποχώρηση. Όχι με ηττοπάθεια, αλλά με επίγνωση. Ότι κάποιες φορές, η μόνη ηθική χειρονομία είναι η παραίτηση. Και η μόνη ελπίδα, η επανεκκίνηση από την αρχή.

*Ο Μάνος Λαμπράκης είναι θεατρικός συγγραφέας, δραματουργός και μεταφραστής

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα