Ταξιδεύοντας τη Θεσσαλονίκη στη Γερμανία
της Κύας Τζήμου Εικόνες: Ελισάβετ Πατρικίου Η Ελισάβετ Πατρικίου είναι μετανάστρια δεύτερης γενιάς, στη Γερμανία. Οι γονείς της συναντήθηκαν στη Γερμανία στη δεκαετία του 60, τότε που η Ελλάδα «άδειαζε» και ένα τεράστιο εργατικό δυναμικό αναζητούσε καλύτερη τύχη στην αναπτυσσόμενη Γερμανία. Στη μικρή πόλη, στα περίχωρα της Στουτκάρδης, όπου γεννήθηκε, ελληνικό σχολείο δεν υπήρχε. Οι […]
της Κύας Τζήμου Εικόνες: Ελισάβετ Πατρικίου
Η Ελισάβετ Πατρικίου είναι μετανάστρια δεύτερης γενιάς, στη Γερμανία. Οι γονείς της συναντήθηκαν στη Γερμανία στη δεκαετία του 60, τότε που η Ελλάδα «άδειαζε» και ένα τεράστιο εργατικό δυναμικό αναζητούσε καλύτερη τύχη στην αναπτυσσόμενη Γερμανία. Στη μικρή πόλη, στα περίχωρα της Στουτκάρδης, όπου γεννήθηκε, ελληνικό σχολείο δεν υπήρχε. Οι δεσμοί της Ελλισάβετ με την Ελλάδα περιορίζονταν στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού της και στα καλοκαιρινά ταξίδια στο χωριό. Στον Βαθύλακκο του Νομού Κοζάνης.
Στο σπίτι έμαθε τα ελληνικά εξ ακοής και στην κουζίνα της μαμάς Αναστασίας εμποτίστηκε από την ελληνική παράδοση μέσα από μυρωδιές και γεύσεις. Σπούδασε φωτογραφία, ενώ η μαγειρική ήταν κάτι που δεν αποχωρίστηκε ποτέ σαν διαδικασία. Η παράδοση της ελληνικής οικογένειας που συναντιέται γύρω από ένα τραπέζι πέρασε στην δικιά της καθημερινότητα και αυτή την πέρασε στους φίλους της… τους ξένους.
«Παρόλο που η τάση σήμερα είναι επιστροφή στην κουζίνα του σπιτιού σας και αυτό προωθείται με δεκάδες εκπομπές μαγειρικής και από διάσημους bloggers, εγώ που ζω στη Γερμανία βλέπω ότι η τάση αυτή είναι εικονική. Ο κόσμος βλέπει τις συνταγές και μετά πηγαίνει και ψωνίζει τα έτοιμα φαγητά του σούπερ μάρκετ, τα προμαγειρεμένα. Που είδα ότι τώρα τελευταία έχουν γεμίσει και τα ράφια των ελληνικών σούπερ μάρκετ αλλά δεν είναι ακόμη δημοφιλή όπως στο εξωτερικό. Η παράδοση του οικογενειακού τραπεζιού κρατάει ακόμη εδώ, ευτυχώς, και αυτό το βλέπεις πιο πολύ στην ελληνική επαρχία. Αυτό είναι κάτι που αξίζει να διαφυλάξουμε στην Ελλάδα, είναι κομμάτι της ελληνικής νοοτροπίας, της παράδοσης που πρέπει να διατηρήσουμε και όχι μόνο για να προσελκύσουμε τουρίστες. Η αλήθεια είναι πως ακόμη και για μένα που μ΄αρέσει η μαγειρική οι extreme τάσεις που ασπάζονται πολλοί στην διατροφή κάνει απαγορευτικό την ιδέα του μαγειρεύω για φίλους. Πρέπει να υπολογίζω ότι ο ένας είναι χορτοφάγος ή vegan, άλλος δεν τρώει γλουτένη ή λακτόζη, άλλοι τρώνε μόνο έτοιμα, άλλοι είναι υγιεινομανείς. Πώς να μπορέσεις να μαγειρέψεις ικανοποιώντας τους όλους; Πιστεύω πως έχει χαθεί λίγο το μέτρο με όλες αυτές τις τάσεις. Η απόψη μου είναι να τρώμε από όλα κρατώντας το μέτρο».
Πριν λίγο καιρό αποφάσισε, με τη βοήθεια της επαγγελματικής της ιδότητας που μέχρι τότε περιοριζόταν στο χώρο της μόδας και της διαφήμισης, να συνδυάσει τις εικόνες της με την ελληνική μαγειρική παράδοση. Τους ανθρώπους με τις γεύσεις. Τις εικόνες του τόπου της με τις μυρωδιές της ελληνικής κουζίνας. Στοιχείο αναπόσπαστο της ελληνικής παράδοσης που μεταλαμπαδεύεται από μάνα σε κόρη και που τα τελευταία χρόνια προσπαθεί να αποτινάξει την εικόνα της greek tavern που τυποποιήθηκε στο εξωτερικό συνδυάζοντας τον greek musaka με την αρχαιοελληνική διακόσμηση.
«Οι ελληνικές ταβέρνες του εξωτερικού στην πλειοψηφία τους δεν έχουν εξελιχθεί καθόλου. Η εικόνα που δίνουν για το παραδοσιακό ελληνικό φαγητό δεν έχει καμιά σχέση με αυτό που γεύεσαι σήμερα στην Ελλάδα. Πολύ κρέας, λίπη και μια διακόσμηση παρωχυμένη που έμεινε παρακαταθήκη από τη δεκαετία του 70. Αυτό που επικρατεί σήμερα στην Ελλάδα και την κάνει ιδιαίτερα δημοφιλή σαν προορισμό είναι πολύ πιο κοντά στην παλιά ελληνική παράδοση και από πλευράς γεύσης αλλά και αισθητικής. Και είναι ελπιδοφόρο ότι αυτό το έχουν καταφέρει νέοι άνθρωποι. Αυτό δεν θα το βρεις έξω. Όπως και δεν βρίσκεις μαγαζιά με ελληνικές πρώτες ύλες. Αυτό είναι κάπως αποτρεπτικό στο να μαγειρέψεις ελληνικό φαγητό στο εξωτερικό, παρόλο που οι ξένοι το λατρεύουν. Εμείς συνήθως ψωνίζαμε από τούρκικα παντοπωλεία που υπήρχαν αρκετά».
Η Ελισάβετ που κουβαλά στα μάτια της το χρώμα της ελληνικής θάλασσας μεγάλωσε με δυο πατρίδες, μια του μυαλού και μια της καρδιάς, τις ονομάζει εκείνη. Η Γερμανία είναι η χώρα όπου ζει, εργάζεται, έχει τους φίλους της. Επέλεξε να μείνει στο Αμβούργο, πόλη με άμεση σχέση με τη θάλασσα, (όπως και η Σαλονίκη, λέει η ίδια) πιο «ανοιχτή» από την υπόλοιπη συντηρητική Γερμανία. Την Ελλάδα, από την άλλη την κουβαλά στην καρδιά της. Είναι ο τόπος που αγαπά, που η απόσταση την εξιδανικεύει ακόμη περισσότερο. Είναι η μυρωδιά του αυγολέμονου που έβαζε η μαμά Αναστασία τα φαγητά της. Είναι τα μοσχοβολιστά γεμιστά που βρίσκει μόνο στο οικογενειακό τραπέζι, είναι οι άνθρωποι που αναζητά επίμονα στα ταξίδια της στην Ελλάδα, που έχουν ιστορίες να της πουν, που την δένουν με την δεύτερη (πρώτη;) της πατρίδα, είναι η Θεσσαλονίκη που ανακαλύπτει σε κάθε της ταξίδι και απορεί με όλα όσα της έχουν ξεφύγει, είναι τα μαγαζιά, τα καφενεία, το Καπάνι, τα μεζεδοπωλεία που ανοίγουν στην πόλη επαναφέροντας το αυθεντικό χρώμα της ελλληνικής αισθητικής που εκφυλίστηκε με τα χρόνια. Είναι αυτό που θέλει να μεταφέρει στην Γερμανία και που δεν το βρίσκεις σε καμιά greek tavern του κόσμου.
«Το μεγαλύτερο διάστημα που έζησα στην Ελλάδα συνεχόμενα ήταν στην Κρήτη, στα 18 μου, στο πλαίσιο ενός προγράμματος αγροτουρισμού. Το όνειρο μου είναι να καταφέρω κάποια στιγμή να οργανώσω έτσι το επάγγελμά μου ώστε να μοιράζω τη ζωή μου ανάμεσα στις δυο μου πατρίδες. Το βιβλίο μου (αυτό και το επόμενο) είναι το μέσο για να τις φέρω πιο κοντά. Είναι ο τρόπος μου να δυναμώσω τους δεσμούς μου με την Ελλάδα.»
Το πρώτο της βιβλίο με τίτλο «70 συνταγές από τη μαμά Αναστασία» είχε μεγάλη αποδοχή στη Γερμανία και τα πιο επιτυχημένα γερμανικά blog μαγειρικής το προώθησαν ως ένα από τα καλύτερα βιβλία μαγειρικής για το 2012. Γεμάτο εικόνες με τα φαγητά της μαμάς αλλά και απ΄το χωριό της όπου μένουν πια οι γονείς της εδώ και 10 χρόνια μόνιμα.
«Το επόμενο βιβλίο μου θα περιέχει συνταγές αποκλειστικά από τη Θεσσαλονίκη. Συναντήθηκα με τους σεφ μερικών μικρών εστιατορίων της πόλης και συγκέντρωσα υλικό με συνταγές της πόλης αλλά και εικόνες από το Καπάνι και τη Μοδιάνο και των ανθρώπων που συχνάζουν εκεί. Εκείνο που μ΄αρέσει στη Θεσσαλονίκη είναι ότι συνδυάζει το παλιό με το καινούργιο με ένα μοναδικό τρόπο. Ναι έχει τα προβλήματά της με το κυκλοφοριακό κ.τ.λ.αλλά όλα αυτά τα ξεχνάς μόλις γνωρίσεις τους ανθρώπους της. Ζεστοί, φιλικοί, έτοιμοι να σε βοηθήσουν σε οτιδήποτε θελήσεις, που σε κάνουν να νιώθεις οικεία με το καλημέρα. Τουλάχιστον εγώ αυτό έζησα τις μέρες που έμεινα εδώ συγκεντρώνοντας υλικό για το καινούργιο μου βιβλίο που θα κυκλοφορήσει στη Γερμανία αρχές Ιουνίου.»