Parallax View

Ταξίδι στο κέντρο της Ευρώπης

Του Νίκου Βράντση Τα καλοκαίρια που επιστρέφω από τις ελληνικές μητροπόλεις στο επαρχιακό πατρικό συνηθίζω να πασπατεύω αντικείμενα που στιγμάτισαν την παιδική μου ηλικία. Θολές φωτογραφίες, κασετόφωνα με τις σκονισμένες τους κασέτες, jukebox με τα βινυλιάκια τους, βιβλία με κάτι έξοχα σκληρά εξώφυλλα. Φέτος πέρασαν από τα χέρια μου πολλά από τα παιδικά μου βιβλία […]

Νίκος Βράντσης
ταξίδι-στο-κέντρο-της-ευρώπης-44328
Νίκος Βράντσης
vern.jpg

Του Νίκου Βράντση

Τα καλοκαίρια που επιστρέφω από τις ελληνικές μητροπόλεις στο επαρχιακό πατρικό συνηθίζω να πασπατεύω αντικείμενα που στιγμάτισαν την παιδική μου ηλικία. Θολές φωτογραφίες, κασετόφωνα με τις σκονισμένες τους κασέτες, jukebox με τα βινυλιάκια τους, βιβλία με κάτι έξοχα σκληρά εξώφυλλα. Φέτος πέρασαν από τα χέρια μου πολλά από τα παιδικά μου βιβλία και άστραψε ξανά στην ψυχή μου η γεύση της γοητείας που μου προκάλεσε ο μαγικός τους κόσμος όταν τον πρωτοάγγιξα. Σε ένα ράφι όμως έμελλε να μείνω για λίγο παραπάνω. Σε αυτό στέκανε τα βιβλία του Ιουλίου Βερν. Τα κατέβασα και τα διάβασα λαίμαργα. Αναρριχήθηκα ξανά στο Σνέφελς με τον καθηγητή Λίντενμπροκ, έκανα τον γύρο του κόσμου με τον Πασπαρτού και τον Φιλέα Φογκ, ξανασκάλισα τις λάσπες της Νότιας Αφρικής με τον Σιπριέν Μερέ για να βρω το μαύρο αστραφτερό διαμάντι που θα γινόταν αφορμή για έναν ανταγωνισμό μεταξύ άπληστων αποικιοκρατών και τοκογλύφων. Αλλά υπήρχε ανάμεσα στα άλλα και ένα βιβλίο καταπληκτικό, γραμμένο το 1879, που απόρησα πώς το είχα ξεχάσει. Το άφησα τελευταίο για να το διαβάσω με την προσοχή που του άξιζε. Πρόκειται για τα “500 εκατομμύρια της Μπεγκούμ”. Η ιστορία του πάει κάπως έτσι:

Ένας Γάλλος επιστήμονας κληρονομεί απροσδόκητα μετά τον θάνατο ενός τυχοδιώκτη προγόνου του έναν αμύθητο θησαυρό. Ξαφνικά ένας άλλος διεκδικητής της περιουσίας, ένας Γερμανός επιστήμονας τη φορά αυτή, μπαίνει στο παιχνίδι και καταφέρνει να πάρει τα μισά φράγκα. Το μυθιστόρημα έχει όλα τα χαρακτηριστικά του Verne. Την διαρκή αναφορά στις τεχνολογικές καινοτομίες, τα οράματά του για την επιστημονική πρόοδο, την ανατομία του χαρακτήρα του ανθρώπου ο οποίος έρχεται αντιμέτωπος με συμβάντα που αποδεικνύουν την ροπή του προς τον εκφυλισμό ή την σταθερή του αφοσίωση στην τιμιότητα και την φιλανθρωπία. Έχει όμως και κάτι νέο. Είναι η πρώτη φορά που ο Verne εξετάζει τον καταστροφικό αντίκτυπο που μπορεί να έχει η τεχνολογική καινοτομία αν πέσει στα λάθος χέρια. Η τυφλή του πίστη στην γραμμική πρόοδο κλονίζεται και αμφιβολίες σκοτίζουν τα πολύχρωμα όνειρά του.

Στο έργο του Βερν ο Γάλλος επιστήμονας, με μια ύποπτη ταπεινοφροσύνη απαρνείται κάθε όφελος, κάθε τιμή που θα μπορούσε να καλλιεργήσει την ματαιοδοξία του και αφοσιώνεται στην οικοδόμηση μιας ιδανικής πολιτείας στο δυτικό άκρο του Νέου Κόσμου. Μια Ουτοπία, μια ελπίδα, και μια πίστη στην επιστήμη, την τέχνη και την εργασία είναι που κινούν τον Γάλλο για να οικοδομήσει μια κοινωνία όπου όλοι θα έχουν δικαίωμα στην ευτυχία. Αντίθετα, ο σκληροτράχηλος Γερμανός, που τον φιλοτεχνεί ο Verne ως εγωπαθή και σοβινιστή αφοσιώνεται με πάθος στην οικοδόμηση μιας αντίπαλης πολιτείας που σκοπό θα έχει να καταστρέψει τα όνειρα του Γάλλου και να αποδείξει την ανωτερότητα της Γερμανικής φυλής, την οποία θεωρεί πως ενσαρκώνει. Ο Γερμανός δημιουργεί μια πολιτεία-εργοστάσιο, με χιλιάδες εργάτες να χύνουν μέταλλα για να κατασκευάσουν πελώρια κανόνια, ικανά να ισοπεδώσουν κάθε ικμάδα ευτυχίας της γαλλικής ουτοπίας. Ο ίδιος, εξόριστος βασιλέας, οχυρωμένος σε έναν μυθικό αχανές φρούριο, επιτηρεί αδιάλειπτα την πορεία των κατασκευών και καταστρώνει τα σχέδιά της καταστροφής – που εν τέλει ασφαλώς αποτυγχάνουν και εμείς λυτρωνόμαστε.

Η πλοκή του βιβλίου μπορεί να σε συνεπάρει. Αλλά το διασκεδαστικότερο στοιχείο του βρίσκεται στο όνομα και στον χαρακτήρα του Γερμανού χαρακτήρα. Ο Βερν τον ονομάζει Μάρτιν Σουλτς και σε ένα σημείο τον ακούμε να λέει με τα σαρκώδη και χυδαία χείλη του: “Ο κανόνας είναι απόλυτος! Πρέπει να είναι αμείλικτος, σκληρός! Δεν μπορώ να τον αλλάξω καθόλου!”

Ίσως ένα ελαφρύ μειδίαμα να σχηματίζεται τώρα στα χειλάκια σας. Ίσως καταλαβαίνετε γιατί έμεινα λίγο παραπάνω σε αυτό το βιβλίο και γιατί αποτελεί αναφορά γι΄ αυτό το άρθρο. Όταν είδα το όνομα του Γερμανού χαρακτήρα στην σελίδα, ξεκαρδίστηκα. Αν κατανοείτε τα παραπάνω, κατανοείται επομένως και την σημασία όλου αυτού του αναπόφευκτου προλόγου και το πού οδηγεί: Η Ευρωπαϊκή μου ουτοπία, μοιάζει δυστυχώς με την δυστοπική πολιτεία που σκεφτόταν ο πολεμοχαρής Σουλτς, εξαιτίας της ίδιας απαράλλακτης εμμονής στον κανόνα που περιγράφει ο Βερν.

Αυτή η εμμονή στο κανόνα με κάνει να ανησυχώ. Και αυτό διότι το ευρωπαϊκό πείραμα που με τόσο κόπο χτίζεται την τελευταία πενηνταετία, σήμερα διαχειρίζεται τα προβλήματά του με έναν τρόπο που συγγενεύει με τις αρτηριοσκληρωτικές σκέψεις του Σουλτς. Ο κανόνας που γνωρίσαμε που μάθαμε και μέσα από τον οποίο μάθαμε να μαθαίνουμε, γέννησε προβλήματα στα οποία δεν μπορεί να δώσει απάντηση. Προσπαθεί να χωρέσει την νέα πραγματικότητα στην προκρούστεια κλίνη παραδοσιακών ερμηνειών.

Η Ευρώπη λέγεται πως ετυμολογείται από τις ελληνικές λέξεις: ευρύς και ώψ (“μεγάλα μάτια”). Η Ευρώπη, η απαχθείσα καλλονή στους ώμους του ταύρου είχε την αρετή της διορατικότητας. Αλλά οι σημερινές της πράξεις δεν δικαιολογούν αυτόν τον χαρακτηρισμό. Αντίθετα η Ευρώπη σέρνεται από τον ταύρο της ιστορίας, αδυνατεί να τον δαμάσει. Μοιράζει παλιές απαντήσεις σε προβλήματα ολοσδιόλου νέα, δίχως καμία διορατικότητα, δίχως όραμα, με μια εμμονή σε έναν κανόνα που προκαλεί πανίσχυρους κλονισμούς. Αυτή η μεταφυσική του κανόνα, με τα ταμπού και τους αμετακίνητους φύλακές της, φτιάχνει μια Ευρώπη που μοιάζει περισσότερο με μαχητή Σούμο, τη στιγμή ακριβώς που η τρελή πορεία του κόσμου ζητά ακροβάτες και σπρίντερ.

Είναι τόση η επιμονή στην αλήθεια του Κανόνα, που για να μην αλλάξει ο ίδιος, παραμορφώνει κάθε νόημα γύρω του. Όταν η ιστορία τον καταδιώκει με τις ανυπολόγιστες πιθανότητες που φέρνει μαζί της, αυτός ελίσσεται εξορκίζοντας τους διώκτες και καταπιέζοντας τις δυνατότητες που διανοίγουν οι διαψεύσεις του. Χρησιμοποιεί το πρόσχημα της λογικής για να χαρακτηρίσει τους ανυπάκουους, παράλογους. Χτίζει τείχη για να προστατέψει μια λογική που σαπίζει από μέσα. Και τα τείχη που καλούνται να κρατήσουν τους εισβολείς έξω, θα γίνουν μια μέρα τα τείχη που απλά μας φυλακίζουν μέσα. Η λογική αποκόπτεται από την ηθική και την αποτελεσματικότητα και μετατρέπεται σε αξιολογικό πρόσχημα, σε ένα εργαλείο αυθαίρετου διαχωρισμού. Ωστόσο το ερώτημα που θα έπρεπε να μας απασχολεί δεν αφορά πια στον διαχωρισμό μεταξύ λογικού και παραλόγου. Το ερώτημα θα έπρεπε να είναι: τί προσπαθούμε να υπερασπιστούμε σε/με αυτή την Ευρώπη;

Σήμερα τα προβλήματα διεθνοποιούνται και κανένα κράτος δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει μόνο του. Η μετανάστευση από τις χώρες της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής καλπάζει. Βλέπουμε τι συμβαίνει στο Calais, βλέπουμε τι συμβαίνει στις όχθες της Ελλάδας και της Ιταλίας. Η σκηνή του δράματος άλλαξε. Από την Lampedusa, πήγαμε στο Calais και σήμερα το δράμα παίζεται στην Κω. Αύριο θα είναι κάπου αλλού. Και όσο η Ευρώπη συζητά για το πώς θα διανείμει 40.000 πρόσφυγες στον χώρο της, ο Cameron οπλίζει τους αστυνομικούς του, ο Orban χτίζει το τείχος του ανάμεσα στην Ουγγαρία και την Σερβία και μιλά για αιματοκύλισμα. Οι λύσεις που προτείνονται είναι είτε ανεπαρκείς, είτε επιβλαβείς γιατί τα προβλήματα ερμηνεύονται με λάθος τρόπο. Ο Orban επικαλείται τις δουλειές των Ούγγρων που χάνονται, και ο Cameron το αβάσταχτο βάρος των προσφύγων για την γηραιά του Αλβιόνα. Κανείς δεν εξετάζει την οικολογική και κοινωνική καταστροφή που έχει συντελεστεί στις χώρες από όπου ξεκινά η προσφυγιά. Κανείς δεν μιλά για τον πόνο που εξαναγκάζει μιλιούνια ανθρώπων να εγκαταλείπουν τον τόπο τους. Και κανείς δεν μιλά για τις δραστικότερες λύσεις που μια ενωμένη Ευρώπη θα μπορούσε να δώσει. Αντίθετα οι Γερμανοί ενισχύουν με στρατό τα σύνορα της Ουγγαρίας με την Σερβία και κατηγορούν τους Ιταλούς που δεν εγγράφουν τους πρόσφυγες στα κιτάπια τους, για να κάνουν πιο εύκολη τη μετάβαση και διαμονή τους στην κεντρική Ευρώπη. Τα σύνορα σκληραίνουν για άλλη μια φορά. Χώρες ζητούν να εξαιρεθούν από το Σένγκεν. Και η ακροδεξιά φύεται τρώγοντας το λίπασμα της ευρωπαϊκής ανεπάρκειας και πετώντας τους σπόρους του μίσους και της βλακείας.

Πόσα προβλήματα αντιμετωπίζονται με αυτόν τον αργόσυρτο και επισφαλή τρόπο; Το μεταναστευτικό, το περιβαλλοντικό, το δημοσιονομικό. Όλα έχουν το ίδιο κοινό. Δίνουν τις ανεπαρκείς λύσεις που επιτάσσει η λογική ενός κανόνα που πια δεν αποδίδει. Η αντιμετώπιση της Ελλάδας ήταν μόνο η αρχή. Ένα πρελούδιο στο Ευρωπαϊκό δράμα που θα κλιμακώνεται βαθμηδόν με το κρεσέντο να πλησιάζει.

Ας μείνουμε για λίγο στην ελληνική περίπτωση. Το ελληνικό πρόβλημα ήταν και είναι ένα εθνικό πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που οφείλεται στην κρατική αδυναμία, την οικογενειοκρατία, τον ολιγαρχικό χαρακτήρα της κρατικοδίαιτης καπιταλιστικής της ανάπτυξης, την χρόνια έλλειψη κοινωνικής συνοχής και εμπιστοσύνης προς το κράτος. Το πολιτικοκοινωνικό πρόβλημα εκδηλώθηκε οικονομικά ως ασυμβατότητα της αδύναμης οικονομίας μας με τις απαιτήσεις ενός πανίσχυρου και απρόσωπου χρηματοπιστωτικού κοπαδιού που μετακινεί τα κεφάλαιά του όπου νιώθει πώς μπορεί να τα αποθέσει με μεγαλύτερη ασφάλεια. Ωστόσο το ελληνικό πρόβλημα είναι ένα εθνικό πρόβλημα που απαιτεί ευρωπαϊκή λύση. Σήμερα η εμμονή στην επισήμανση της εθνικότητας του προβλήματος γίνεται ακριβώς για να εθνικοποιηθεί και η λύση. Μετατίθεται η λύση σε αυτόν που δεν μπορεί να τη δώσει και απλά επιστρατεύονται οι εταίροι στον ρόλο των επιτηρητών για να διδάξουν το παράδειγμα που ακολούθησαν και αυτοί. Και η Ελλάδα επινοεί μια εχθρική Ευρώπη για να βρει άλλοθι για τις ανεπάρκειές της και η Ευρώπη μεγιστοποιεί το ελληνικό πρόβλημα, αρνείται να παραχωρήσει την βοήθεια που μπορεί με σκοπό να επιβεβαιώσει τον κυρίαρχο κανόνα της πειθαρχίας. Άλλοθι και ανεπάρκειες και από τις δυο ανεύθυνες μεριές. Έχουμε από τη μια την τυφλή πίστη σε έναν αναποτελεσματικό κανόνα και από την άλλη την πλήρη απουσία κανόνα. Και στο μεταξύ ένα χρέος που γίνεται αφορμή για έναν νέο-εθνικισμό.

Αυτή η αρτηριοσκλήρωση δείχνει το δύσκολο μέλλον που έρχεται για μια Ευρώπη που σύντομα θα κληθεί να αντιμετωπίσει ζητήματα βαθύτερα και περισσότερο υπαρξιακά. Το πρόβλημα της μετανάστευσης και το πρόβλημα του περιβάλλοντος απαιτούν δραστικότερες λύσεις, τομές από πολύ μεγαλύτερους του κράτους θεσμικούς φορείς. Απαιτεί έναν ευρωπαϊκό δημόσιο χώρο και μια πολιτικοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής ικανής να αντισταθεί στις παγκόσμιες δυνάμεις που τροφοδοτούν αυτά τα προβλήματα. Αν τα κράτη είναι πολύ μικρά για να αντισταθούν στις τράπεζες που είναι πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν, αν οι κρατικές διαμάχες κομμάτων φαντάζουν άσκοπες διενέξεις σε μικροζητήματα διαχείρισης, τότε πρέπει να δούμε ποιος είναι ο πιο γόνιμος χώρος για να μπορέσουν να ευδοκιμήσουν εναλλακτικές επιλογές. Και η απάντηση είναι η Ευρώπη. Διότι όσο τρέφουμε την ψευδαίσθηση ότι οι λύσεις μπορούν να είναι κρατικές τόσο θα επιβεβαιώνεται το «τέλος της ιδεολογίας». Διότι η ιδεολογικοποίηση της πολιτικής μπορεί να συντελεστεί όπου υπάρχει χώρος, χρόνος και άνεση εναλλακτικών. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν επινοηθεί ένας ευρωπαϊκός τέτοιος χώρος.

Σήμερα εν μέσω αναταράξεων και κλονισμών αρχίζουν να ανθούν κάποιες φωνές παράταιρες. Οι εργατικοί της Αγγλίας απορρίπτουν εύλογα τον Μπλερισμό και στηρίζουν τον Jeremy Corbin, το Podemos στην Ισπανία διατηρεί υψηλά ποσοστά, αν και βγαίνει αποδυναμωμένο. Ακόμα και στην Αμερική ο Bernie Sanders τα πάει απρόσμενα καλά. Ο Συριζα στην Ελλάδα παρά την αναπόφευκτη συνθηκολόγησή του εξακολουθεί να περιμένει για μια Ευρωπαϊκή ριζοσπαστική αλλαγή.

Ας μείνουμε για λίγο εδώ. Το παράδειγμα του Συριζα πρέπει να παραδειγματίσει τις νέες αυτές φωνές που προσπαθούν να ακουστούν. Ο Συριζα εξακολουθεί να είναι ένα κόμμα ριζοσπαστικό και έντιμο. Ωστόσο σήμερα είναι και λίγο ωριμότερο. Αναγνωρίζει πια πώς ένα κράτος μόνο του δεν μπορεί να δώσει απαντήσεις, αποκομμένο από τον Ευρωπαϊκό κορμό. Αναγνωρίζει πώς η ιδεολογία σε ένα κράτος τόσο μικρό είναι δυστυχώς μια χίμαιρα. Τα ελληνικά προβλήματα είναι εθνικά προβλήματα. Ιδεολογικά μπορούν να γίνουν μόνο όταν τους επιτραπεί να γίνουν ευρωπαϊκά. Αναγνωρίζει επίσης πώς τα σκιώδη κέντρα αποφάσεων στην Ευρώπη δεν είναι τόσο εύκολο να αποδεχθούν την αλλαγή.

Ο Σύριζα δεν έχασε κάτι άλλο πέρα από τις ψευδαισθήσεις του. Όμως έκανε κάτι μεγαλειώδες. Έδειξε ότι ο μονόδρομος της Ευρώπης είναι ανεπαρκής και στενός και πρέπει να διευρυνθεί. Τώρα και μέχρι η Ευρώπη να αποφασίσει να δημοκρατικοποίησει τον δημόσιο της χώρο πρέπει να στραφεί στο εσωτερικό της χώρας και να φτιάξει επιτέλους κράτος χωρίς άλλοθι και υπεκφυγές. Παράλληλα πρέπει να περιμένει να ανθίσουν και να ωριμάσουν οι νέες εναλλακτικές επιλογές που αρχίζουν να αχνοφαίνονται στην Ευρώπη. Και οι εναλλακτικές αυτές πρέπει να δημιουργήσουν μια νέα ευρωπαϊκή ολιστική πρόταση που πράγματι μπορεί να είναι ριζοσπαστική. Διότι μόνο ένας πολιτικός δημόσιος χώρος τέτοιου μεγέθους μπορεί να δώσει νέες εναλλακτικές λύσεις στα βαθύτερα προβλήματα που θα μας ταλαιπωρούν όλο και πιο έντονα όσο περνούν τα χρόνια.

Η Ευρώπη σήμερα χωρίζεται σε αυτούς που επιχειρούν να προσαρμόσουν την πραγματικότητα στον κανόνα και σε αυτούς που θέλουν να προσαρμόσουν τον κανόνα στην πραγματικότητα. Χωρίζεται ανάμεσα σε αυτούς που θεωρούν τα τερτίπια λύσεις και τα συμπτώματα αιτίες και σε αυτούς που αναγνωρίζουν πως τα συμπτώματα είναι ενδείξεις προβλημάτων που απαιτούν δραστικότερες λύσεις. Η εθνικοποίηση των λύσεων είναι ένα πρόσχημα, μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία που θα οδηγήσει σε εθνικισμούς και στασιμότητα την Ευρώπη.

Τι θα συμβεί αν δεν καταφέρει η Ευρώπη να κάνει το άλμα; Τι θα γίνει αν δεν καταφέρουμε  να δημοκρατικοποιήσουμε την Ευρώπη, να πολιτικοποιήσουμε την πολιτική της, να δώσουμε χώρο στην αλλαγή και την ευελιξία που θα απαιτηθούν για να λυθούν αυτά τα προβλήματα; Τι θα κάνουμε; Θα εθνικοποιήσουμε το μεταναστευτικό; Θα επιτρέψουμε στον Ορμπάν να χτίζει τείχη και να μιλά για λουτρό αίματος. Θα επιτρέπουμε στον κάθε Κάμερον να χτίζει νοερά φρούρια γύρω από το νησί;  Σταδιακά και σιωπηλά, αυτός ο δρόμος θα οδηγήσει και σε άλλα, νέα τείχη. Δεν θεωρώ απίθανο να δούμε τείχος ανάμεσα στην Γαλλία και την Αγγλία, την Ιταλία και την Γερμανία, την Ισπανία και τη Γαλλία. Η αδράνεια είναι οπισθοχώρηση διότι ο χρόνος δεν είναι με το μέρος μας.

Τι θα κάνουμε; Θα εθνικοποιήσουμε το περιβαλλοντικό ώστε όλοι να πεθάνουμε από ασφυξία ως περήφανοι εθνικιστές; Στην Ελλάδα όταν ο Σύριζα πήρε την εξουσία, ο Υπουργός Ενέργειας και σήμερα μπροστάρης στο κίνημα υπέρ της επιστροφής στην δραχμή άνοιξε τα εργοστάσια λιγνίτη στην Πτολεμαΐδα. Γι΄ αυτόν η προτεραιότητα ήταν η εύρεση εργασίας και όχι τα οικολογικά «ψευδοπροβλήματα». Αυτό είναι ένδειξη μιας αριστεράς που επιμένει σε ηθικές απαντήσεις του περασμένου αιώνα για υπαρξιακές ερωτήσεις του 21ου. Πρόκειται περί ανίατης αφέλειας και καταστροφικής βουλησιαρχίας. Στην Ευρώπη από την άλλη το ζήτημα είναι ότι μιλάμε με αριθμούς για να αντιμετωπίσουμε τα αναρίθμητα προβλήματα που δημιούργησε η αριθμολαγνεία μας και ξεπερνούν τα μαθηματικά. Το ζήτημα δεν είναι να χωρίσουμε τους λογικούς από τους παραλόγους, αλλά να δημιουργήσουμε νέους χώρους πολιτικής αντιπαράθεσης, ευρύτερους και αποτελεσματικότερους.

Ο Ακινάτης έλεγε: “Timeo hominem unius libri / Φοβού τον άνθρωπο του ενός βιβλίου”. Για αρχή προτείνω αυτό το αγαπημένο παιδικό ανάγνωσμα του Βερν. Ίσως καταφέρει να κλονίσει την πίστη μας στον κανόνα. Ίσως σπείρει έναν καρπό αμφιβολίας και μας δώσει κίνητρο για να ζητήσουμε μια Ευρώπη δημοκρατικότερη και με πιο ευρεία ματιά, που έχει δαμάσει τον ταύρο και αντί να ακολουθεί λαχανιασμένη την ιστορία, την γράφει.

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα