Τελικά πώς πρέπει να ‘ναι ο αριστερός;

Ο Χάρης Χεϊζάνογλου σχολιάζει την πεποίθηση ότι οι αριστεροί πρέπει να διαβιούν ως ασκητές, ερημίτες, αποσπασμένοι από το πλαίσιο της κανονικής ζωής, αλλιώς δεν είναι "έντιμοι αριστεροί"

Parallaxi
τελικά-πώς-πρέπει-να-ναι-ο-αριστερός-1314322
Parallaxi

Λέξεις: Χάρης Χεϊζάνογλου

Μια ενδιαφέρουσα πεποίθηση η οποία περιφέρεται στον δημόσιο λόγο που παράγει η δεξιά πλευρά του πολιτικού φάσματος, χωρίς κατ’ανάγκη να την πιστεύει, είναι ότι οι αριστεροί άνθρωποι πρέπει να διαβιούν ως ασκητές, ερημίτες, αποσπασμένοι από το πλαίσιο της κανονικής ζωής των κανονικών ανθρώπων, αλλιώς δεν είναι “έντιμοι αριστεροί”.

Είναι αυτό το “αριστερός με δεξιές τσέπες” που κυκλοφορεί τάχα σαν ευφυής ρήση και δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα βλακώδες κλισέ. Ουσιαστικά είναι η άλλη πλευρά του “οι αριστεροί είναι τεμπέληδες”. Είναι το επιχείρημα που “διασφαλίζει” ότι είτε έτσι είτε αλλιώς ο αριστερός δεν έχει δικαίωμα να μιλάει. Αν είναι φτωχός και υποφέρει δεν το έχει γιατί είναι τεμπέλης και αποτυχημένος, και αν δεν είναι φτωχός αλλά είναι επαγγελματικά επιτυχημένος πάλι δεν το έχει γιατί έχει γεμάτη τσέπη και άρα δεν είναι “συνεπής αριστερός”, επειδή δεν υποφέρει αρκετά.

Προχθές μάθαμε και το άλλο, ότι όταν κάποιος είναι αριστερός και συνδικαλίζεται, πρέπει αντί να καταγγέλλει τους πολιτικούς και την εργοδοσία του για τα λάθη και τις παραλείψεις τους, να παραιτείται ο ίδιος…

Δεν θέλω να συζητήσω για το πρόσωπο που το είπε ούτε να το αναλύσω πολύ, και θα παρακαλέσω να το σεβαστείτε αυτό στα σχόλια. Θέλω όμως να πάρω τα παραπάνω σαν αφορμές και να συζητήσω γενικότερα, και όχι προσωοποποιημένα, για αυτό το φαντασιακό του “συντηρητικού” ανθρώπου, που ψάχνει να πιαστεί από οτιδήποτε πραγματικό ή φανταστικό, λογικό ή παράλογο, όχι απλά για να καταγγείλλει τον αριστερό, αλλά για να τον ενοχοποιήσει και να τον καταδείξει ως “ανήθικο”, ακόμα κι όταν αυτός θέλει να τον βοηθήσει.

Αυτόν λοιπόν τον μηχανισμό σκέψης, ή το μοντέλο συλλογιστικής, τον έχω δει δεκάδες φορές στη ζωή μου, τον έχω υποστεί σε κάποιες περιπτώσεις, και αυτό με έχει κάνει να συνειδητοποιήσω ότι δεν εδράζεται απλά σε μια καχυποψία. Δεν είναι δηλαδή το αποτέλεσμα μιας κοινωνικής συνθήκης που κάνει τους ανθρώπους να μην μπορούν να πιστέψουν ότι κάποιος μπορεί να θέλει το κοινό καλό, ή και το δικό τους προσωπικό καλό, χωρίς κανένα αντάλλαγμα.

Βεβαίως, αυτή η κοινωνική συνθήκη υπάρχει, μας απανθρωποιεί και μας κάνει καχύποπτους γιατί οι σχέσεις πλέον είναι σε μεγάλο βαθμό συναλλακτικές, ωστόσο δεν είναι απλά αυτός ο λόγος. Είναι άλλος, και δεν είναι ούτε πολιτικός ή ιδεολογικός.

Όταν στη ζωή σου έχεις μάθει να μη μιλάς πολύ, να μη διαμαρτύρεσαι, να κάνεις το κορόιδο ή και να είσαι, ελπίζοντας ότι αυτό θα σου δώσει τη δυνατότητα να βολευτείς ή να μην ξεβολευτείς, να παραμείνεις ενταγμένος κλπ. (και το κίνητρο συχνά είναι ανθρώπινο και το σέβομαι) και έρχεται κάποιος και διεκδικεί για το κοινό καλό, και μαζί και για δικό σου λογαριασμό, τότε αν δεν έχεις το κριτήριο, το κίνητρο, το θάρρος ή την πραγματική διάθεση να αλλάξεις γνώμη και θέση και να σταθείς δίπλα του αλληλέγγυος, τότε πρέπει να αναμετρηθείς μαζί του ηθικά και με κάποιο τρόπο να πείσεις τον εαυτό σου ότι δεν είσαι εσύ λάθος.

Και αυτή καταλήγει να είναι μια προσωπική ηθική αναμέτρηση, αυτού που από ανάγκη, άγνοια ή φόβο δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για το κοινό καλό, αλλά κοίταζε κοντόφθαλμα το προσωπικό του συμφέρον, με αυτόν που ενδιαφέρεται και πράττει για το κοινό καλό. Αυτή η ηθική αναμέτρηση, ανοίγει δύο μονοπάτια.

Το ένα είναι αυτό της παραδοχής ότι υπάρχει κι άλλος τρόπος, ότι η ανάγκη δεν είναι μόνο ατομική αλλά είναι και συλλογική, και άρα πρέπει και εγώ να αλλάξω γνώμη για τους ανθρώπους γύρω μου και να γίνω μια άλλη εκδοχή του εαυτού μου, πιο συλλογική, πιο ομαδική, πιο κοινωνική, ότι πρέπει να μάθω να διεκδικώ για όλους κλπ, και με αυτόν τον τρόπο να σκοτώσω την παλιά μου εκδοχή.

Το άλλο είναι να βρω έναν τρόπο να πείσω τον εαυτό μου ότι αυτό το ηθικό σύμπαν που πρεσβεύουν κάποιοι άλλοι είναι ψευδές, είναι προσποιητό, και ότι ο δικός του τρόπος είναι ο σωστός, γιατί αν δεν είναι τότε αυτός που διεκδικεί και για δικό μου λογαριασμό είναι πιο ηθικός από εμένα, πιο τολμηρός, πιο έντιμος ή πιο ελεύθερος. Εκεί λοιπόν, και όταν πλέον δεν υπάρχει κάτι άλλο, η συζήτηση καταλήγει στα γνωστά άλλοτε διασκεδαστικά και άλλοτε θλιβερά κλισέ, του τύπου “γιατί πίνεις κοκακόλα”, “είσαι με τον Πούτιν” κλπ κλπ.

Για να κλείσω, αυτή η ηθική σύγκρουση, στην πραγματικότητα δεν είναι μια σύγκρουση με τον άλλο, δεν είναι καν μια σύγκρουση με την αλήθεια και την πραγματικότητα, όσο είναι μια σύγκρουση με τον ίδιο τους τον εαυτό, η οποία τελικά δεν έχει τίποτα πολιτικό και τίποτα ιδεολογικό από πίσω, αλλά είναι ξεκάθαρα οντολογική.

*Ο Χάρης Χεϊζάνογλου είναι αρχιτέκτονας

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα