Parallax View

The Great DePRESSion

Η δημοσιογραφία σήμερα εκ των έσω...

Μιχάλης Γουδής
the-great-depression-20324
Μιχάλης Γουδής
1.jpg

Η δημοσιογραφία αλλάζει πολύ. Το τοπίο στα ΜΜΕ αλλάζει ραγδαία. Πώς φτάσαμε στη σημερινή κρίση; Ποιο είναι το μέλλον; Μία κριτική ματιά στα ενδότερα της αποκαλούμενης “Τέταρτης Εξουσίας”.

Ο ξεπερασμένος πια Μάρσαλ Μακλούαν έλεγε στη δεκαετία του ’60 ότι “το Μέσο είναι το μήνυμα”. Αργότερα ταινίες όπως το “Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου” έχτισαν το μύθο ενός επαγγέλματος που απέκτησε την αίγλη λειτουργήματος. Οι Μπιλ Κόβατς και Τομ Ρόζενστιλ στην εισαγωγή ενός από τα πιο μοντέρνα θεωρητικά βιβλία1 για τα μίντια υποστηρίζουν ότι “σκοπός της δημοσιογραφίας είναι να παρέχει στο λαό τις πληροφορίες που χρειάζεται για να είναι ελεύθερος και αυτο- κυβερνώμενος.” Σήμερα, το σύνθημα “αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι” δονεί την ατμόσφαιρα σε διαδηλώσεις, είναι γραμμένο σε εκατοντάδες τοίχους και δίνει το στίγμα της συνολικής κρίσης του Τύπου, στην Ελλάδα και όχι μόνο.

Η γέννηση μιας φούσκας

Εστιάζοντας στην ελληνική περίπτωση είναι μάλλον εύκολο να εντοπιστούν τα γενεσιουργά αίτια της σημερινής πολλαπλά προβληματικής κατάστασης. Ξαφνικά, στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές της δεκαετίας του ’90 αναδείχθηκε ο θαυμαστός νέος κόσμος της ιδιωτικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης. Παράλληλα, νέες εφημερίδες έβρισκαν θέση στα περίπτερα σχεδόν σε καθημερινή βάση, εξυπηρετώντας άλλου είδους σκοπιμότητες και σίγουρα όχι την αντικειμενική ενημέρωση των αναγνωστών τους. Η έκρηξη του τομέα των περιοδικών έχει τη δική της ιδιαιτερότητα. Το “ΚΛΙΚ” ήταν μόνο η αρχή για μία αγορά που ποτέ δεν έθεσε όρια στον εαυτό της. Άπειρα περιοδικά, που συχνά κανιβάλιζαν το ένα το άλλο, αποτέλεσαν τα θεμέλια για ολόκληρα μιντιακά οικοδομήματα και συγκρότησαν μία τεράστια αγορά εργασίας που δεν μπορούσε να υποστηρίξει επαρκώς η διαφημιστική αγορά της Ελλάδας.

Συν τοις άλλοις η γιγάντωσή τους συνέπεσε με τη “φούσκα” του χρηματιστηρίου. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της μετοχής του μεγαλύτερου δημοσιογραφικού οργανισμού της χώρας που ενώ το 1999 έφτασε να κοστίζει μέχρι και 68€, σήμερα πωλείται στο ΧΑΑ έναντι μόλις 0,19€… Ο κορεσμός αυτών των παραδοσιακών γιγάντων δεν άργησε να επέλθει και να ανοίξει το δρόμο για τη νέα τάση free press και των blogs που και αυτά αναπτύχθηκαν με μάλλον στρεβλό τρόπο.

Η πτώση των ισχυρών

Σήμερα, η κρίση διατρέχει κάθε έκφανση των ΜΜΕ στην Ελλάδα. Οι αναγνωσιμότητα των εφημερίδων καταρρίπτει το ένα ιστορικό χαμηλό μετά το άλλο. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της πρώτης εβδομάδας του Σεπτεμβρίου οι καθημερινές πανελλαδικές κυκλοφορίες δεν ξεπερνούν τα 200.000 φύλλα, ενώ οι κυριακάτικες εφημερίδες μετά βίας παραμένουν πάνω από το όριο των 800.000, έχοντας απολέσει προ πολλού το όποιο κύρος του 1.000.000 αναγνωστών.

Οι θέσεις εργασίας των δημοσιογράφων ή όσων τουλάχιστον οι Ενώσεις αναγνωρίζουν ως τέτοιους, σημειώνουν επίσης αξιοσημείωτη μείωση. Μέσα σ’ ένα χρόνο από την υπογραφή του Μνημονίου (Μάιος 2010) χάθηκαν 849 θέσεις εργασίας επί συνόλου 6.006. Έτσι, στις 30/6/2011 οι εργαζόμενοι στα Media ανέρχονταν σε 5.157. Από την άλλη μεριά τα στοιχεία της ΕΣΗΕΜ-Θ για τα τελευταία δύο χρόνια στην περιοχή ευθύνης της κάνουν λόγο για μία αύξηση των άνεργων μελών της κατά 20, από 25 το 2009 σε 45 το 2011. Βέβαια, μία σημαντική παράμετρος που πρέπει να υπογραμμιστεί είναι ότι σήμερα η ανεργία σχεδόν ισοδυναμεί με έξοδο από το επάγγελμα.

Η ύπαρξη των ίδιων των Μέσων τίθεται εν αμφιβόλω. Τα “θύματα” μέχρι στιγμής πολλά με πλέον χαρακτηριστικές τις περιπτώσεις της “Απογευματινής” και αυτές δεκάδων περιοδικών που ανέστειλαν την κυκλοφορία τους. Τα υποψήφια “θύματα” ακόμη περισσότερα με την “Ελευθεροτυπία”, το Alter παρά το άρθρο 99 και τη συρρικνούμενη ΕΡΤ να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Στην περιοχή ευθύνης της ΕΣΗΕΜ-Θ η κατάσταση φαντάζει κάπως καλύτερη, καθώς με εξαίρεση την αναστολή της κυκλοφορίας μιας οικονομικής εφημερίδας στην Καβάλα δεν καταγράφηκαν άλλες απώλειες. Βέβαια, δεν μπορεί να υποστηρίξει κανείς το ίδιο για τις συνθήκες εργασίας, όταν η εκ περιτροπής εργασία έχει γίνει η μόδα της εποχής.

Νέοι Ρόλοι

Όσο για την αντιμετώπιση της οποίας τυγχάνουν οι δημοσιογράφοι από το κοινό η αποδοκιμασία φαντάζει ο κανόνας. Δυστυχώς, υπάρχουν και ακραίες εξαιρέσεις όπως ο ξυλοδαρμός του Τάσου Τέλλογλου κατά τη διάρκεια πορείας στο κέντρο της Αθήνας. Ο ίδιος, μιλώντας στην Parallaxi, αρκέστηκε να δηλώσει: ” Το περιστατικό της 15ης Ιουνίου εις βάρος μου δεν νομίζω ότι εχει σχέση με την ιδιότητά μου και τον τρόπο που την ασκώ όσο με την πεποίθηση εκείνου που με χτύπησε ότι χτυπώντας κάποιον επώνυμο χτυπάει το «σύστημα». Αυτός εκανε ό,τι έκανε, τώρα είναι η σειρά της αστυνομίας να τον βρει και να τον συλλάβει.”

Κι όλα αυτά ενώ οι τεχνολογικές εξελίξεις και η μετάλλαξη του Τύπου διεθνώς πιέζουν επίμονα για αλλαγές και στη χώρα μας και εγείρουν καθημερινά νέες απαιτήσεις για όλους τους παίκτες του μιντιακού παιχνιδιού και κυρίως για τους δημοσιογράφους. Πώς αλλάζει, λοιπόν, η καθημερινότητα του δημοσιογράφου;

Ο Γκερτ Άνχαλτ, διακεκριμένος ρεπόρτερ του γερμανικού δικτύου ZDF δηλώνει στην Parallaxi πως “στην πραγματικότητα δεν έχει αλλάξει πολύ η καθημερινότητά του, αν εξαιρέσει κανείς πως έχω περισσότερο κατά νου τον χρήστη του Διαδικτύου και τι περιμένει αυτός από μένα. Γι’ αυτό φροντίζω ο ίδιος να απαντάω σε online σχόλια, να ανεβάζω επιπλέον υλικό κ.ο.κ.” Όσο για τα κοινωνικά δίκτυα ο Γκερτ τα αντιμετωπίζει ως “… εργαλεία και επιπλέον, επιφανειακές πηγές. Σίγουρα μπορούν να βοηθήσουν στην εξέλιξη σπουδαίων γεγονότων, όπως για παράδειγμα στην πρόσφατη καταστροφή στην Ιαπωνία, όμως μέχρι εκεί. Για να αντιληφθεί κανείς την ουσία του πράγματος, χρειάζεται έρευνα σε βάθος, ησυχία, αντικειμενικές πληροφορίες και γνώσεις.”

Ο πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΜ-Θ, Μάκης Βοϊτσίδης, εκτιμά πως “οι βασικές αρχές της δημοσιογραφίας δεν έχουν αλλάξει. Ο δημοσιογράφος οφείλει να είναι αφοσιωμένος στην ερευνητική δημοσιογραφία και πρέπει σήμερα να κάνει το φιλτράρισμα σε όλο αυτό τον ωκεανό πληροφοριών που κατακλύζουν τον πολίτη.”

Η δημοσιογράφος του “Αγγελιοφόρου” που έκλεισε, Κάκη Μπαλλή, θεωρεί πως “ο κανονικός δημοσιογράφος σήμερα εργάζεται υπό χειρότερες συνθήκες απ’ ότι παλιότερα, αν και θεωρητικά έχει περισσότερα εφόδια, έχει τελειώσει κατά κανόνα πανεπιστήμιο, ξέρει τουλάχιστον μια ξένη γλώσσα κι έχει πάρει μια γεύση για το πώς ζουν οι άνθρωποι στον υπόλοιπο κόσμο.” Ποιοι είναι οι όροι που καθιστούν δύσκολη την αποστολή του; “Πρώτον, πρέπει να διαχειριστεί έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών. Δεύτερον, υφίσταται περισσότερες πιέσεις από παλιά, αφενός λόγω κρίσης –που οδηγεί σε μια απίστευτη εντατικοποίηση όσους έχουν ακόμη δουλειά- αφετέρου λόγω απαξίωσης του επαγγέλματος. Το «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι» πέφτει επί δικαίων και αδίκων, όπως άλλωστε και σε πολλούς άλλους κλάδους στη χώρα. Τρίτον, πέφτει εύκολα στην παγίδα του google και του copy paste, θεωρεί ότι όλα υπάρχουν στο διαδίκτυο και υπερβολικά συχνά τα υιοθετεί άκριτα, από ευπιστία ή ανικανότητα ή τεμπελιά ή πίεση χρόνου ή κι όλα αυτά μαζί. Τέταρτον, έχει αντικαταστήσει τον όποιο ρομαντισμό είχε με κυνισμό.”

Στην Εποχή του Διαδικτύου

Ο δημοσιογράφος του star και της “Καθημερινής”, Τάσος Τέλλογλου, εκτιμά πως “η συρρίκνωση των εφημερίδων έχει σχέση με την αδυναμία του «χαρτιού» να προσαρμοσθεί στην εποχή του Διαδικτύου, ανοίγοντας τον κόσμο των εφημερίδων σε πιο νέες ηλικίες” και επισημαίνει πως πλέον σπάνια συντρέχουν “οι προϋποθέσεις για αυτό που στον αγγλοσαξωνικό κόσμο αποκαλείται «ποιοτική δημοσιογραφία» (quality journalism).”

Οι προκλήσεις τις νέας εποχής αφήνουν μάλλον ασυγκίνητους τους εργοδότες που δεν επενδύουν στην κατάρτιση των εργαζομένων τους, ώστε τουλάχιστον το περιορισμένο προσωπικό τους να έχει τα εφόδια ώστε να παράγει ποιότικο απότελεσμα. Το παράδειγμα της Frankfurter Rundschau δείχνει το δρόμο… Μέσα σε λίγα χρόνια οι εργαζόμενοι περιορίστηκαν από 1600 σε 160, χωρίς ωστόσο αυτό να επιφέρει σημαντικό κόστος στο πρεστίζ και το κύρος της εφημερίδας.

Ίσως έτσι να γεννιέται και μία νέα υποχρέωση για τις Ενώσεις. Ο πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΜ-Θ, Μάκης Βοϊτσίδης συμφωνεί: “Ο ρόλος μίας Ένωσης Συντακτών παραμένει ως ένα βαθμό ο ίδιος όπως και στο παρελθόν, δηλαδή να προασπίζει τις θέσεις εργασίας, όμως είναι λάθος να περιοριστεί απλά σε μια τέτοια μορφή συνδικαλισμού και να αγνοήσει το συνολικό περιβάλλον μέσα στο οποίο κινείται ο Τύπος. Γι’ αυτό λοιπόν θα πρέπει να καταθέτει και θετικές προτάσεις στις επιχειρήσεις των ΜΜΕ για το πώς θα είναι καλύτερες ποιοτικά σε ό,τι αφορά το κομμάτι της δημοσιογραφίας. Και εσωτερικά να προσφέρουν ευκαιρίες επιμόρφωσης στα μέλη τους, ειδικά στα Νέα Μέσα. Διότι η τάση της δημοσιογραφίας, έστω και με πιο αργούς ρυθμούς από τις προβλέψεις, είναι αυτή και πρέπει να την παρακολουθήσουν. Αυτό κάνουμε κι εμείς εδώ στην ΕΣΗΕΜ-Θ, όπως επίσης και μαθήματα ξένων γλωσσών.”

Πώς, όμως, πρέπει να είναι ο καταρτισμένος δημοσιογράφος της νέας εποχής; Ο βραβευμένος ως ρεπόρτερ της χρονιάς στη Βρετανία Paul Lewis, για χάρη του οποίου ο Guardian έστησε ένα ολόκληρο νέο τμήμα έρευνας, στηριζόμενο στα Νέα Μέσα, ενσαρκώνει την εικόνα αυτή. Συζητώντας μαζί του για τον τρόπο δουλειάς του εξηγεί: “Ο νέος ρόλος του δημοσιογράφου είναι να ξεκαθαρίσει το χάος του Ίντερνετ, να εγγυηθεί την αξιοπιστία των πηγών του και να κτίσει μια συμφωνία εμπιστοσύνης με την κοινή γνώμη”. Όσο για τη δημοσιογραφία των πολιτών που συμβαδίζει με τα social media: “Η δημοσιογραφία των πολιτών εμπεριέχει κινδύνους για την παραδοσιακή δημοσιογραφία, όμως η σωστή χρήση των νέων μέσων εμπλουτίζει το δημοσιογραφικό έργο, προσφέροντας πληροφορίες και πηγές, που θα ήταν αδύνατο μέχρι πρόσφατα να αξιοποιηθούν”.

Το Διαδίκτυο είναι ένα πεδίο που στην Ελλάδα τελεί ακόμη υπό διαμόρφωση τόσο ως προς τη διαφημιστική αγορά όσο και ως προς τον τρόπο που λειτουργεί ένας επαγγελματίας δημοσιογράφος σε ένα τόσο πολύπλοκο περιβάλλον. Την ίδια στιγμή στις πρωτοπόρες αγορές, ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία, οι εφημερίδες, τα περιοδικά και τα τηλεοπτικά δίκτυα διαθέτουν ολόκληρα πακέτα διαδικτυακής εκπροσώπησης, που περιλαμβάνουν ιστοσελίδες, σελίδες στα κοινωνικά δίκτυα, ενώ προσφέρουν το περιεχόμενό τους και υπό μορφή εφαρμογών για κινητά τηλέφωνα και tablet pc.

Η μετάβαση στην εποχή μετά το χαρτί με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τους επαγγελματίες του Τύπου και για το κοινό καθώς και ο ρόλος του δημοσιογράφου στις νέες συνθήκες φαντάζουν ως οι δύο βασικές προκλήσεις για το άμεσο μέλλον του Τύπου στην Ελλάδα και όχι μόνο. Ήδη, τα πειράματα, όπως η “The Daily” του Ρούπερτ Μέρντοχ, η πρώτη εφημερίδα αποκλειστικά για το iPad, βρίσκονται σε εξέλιξη. Η σύγχρονη πηγή της γνώσης, η Google, δεν έκρυψε ποτέ την πρόθεσή της να μπει δυναμικά και στα ΜΜΕ. Τα ελληνικά ΜΜΕ θα αναγκαστούν να ακολουθήσουν. Ίσως αυτός είναι και ο μοναδικός τρόπος να γιατρέψουν τις χρόνιες παθογένειές τους.

—————-

1 “Εισαγωγή στη Δημοσιογραφία- Τι πρέπει να γνωρίζουν οι άνθρωποι των Μέσων και τι πρέπει να αναμένει η κοινή γνώμη”, εκδ. Καστανιώτη

* Από το τεύχος Σεπτεμβρίου #173 της Parallaxi

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα