Θεσ-ΑΛΛΩΝ-νίκη;
Λέξεις: Μαρία-Μυρτώ Γρίβα Εικόνα: Ελένη Βράκα Η μικρή μας φραπεδούπολη μεγάλωσε. Έγινε πιο άσχημη, πιο πλαδαρή, πιο χυδαία. Η μικρή μας φραπεδούπολη “μεγάλωσε” και έγινε σφολιατοκαφεδούπολη. Τα μικρά μαγαζάκια που πουλούσαν χρήσιμα προϊόντα για την καθημερινότητά μας έκλεισαν και στην θέση τους ξεφύτρωσαν σφολιάτες, καφέδες. ‘Όλα σε ένα και όλα μαζί ένα τίποτα. Όλα αυτά […]
Λέξεις: Μαρία-Μυρτώ Γρίβα Εικόνα: Ελένη Βράκα
Η μικρή μας φραπεδούπολη μεγάλωσε. Έγινε πιο άσχημη, πιο πλαδαρή, πιο χυδαία. Η μικρή μας φραπεδούπολη “μεγάλωσε” και έγινε σφολιατοκαφεδούπολη.
Τα μικρά μαγαζάκια που πουλούσαν χρήσιμα προϊόντα για την καθημερινότητά μας έκλεισαν και στην θέση τους ξεφύτρωσαν σφολιάτες, καφέδες. ‘Όλα σε ένα και όλα μαζί ένα τίποτα. Όλα αυτά τα μικρά, πλαστικά φθηνάδικα οι πολλοί τα αποκαλούν την διασκέδαση του φτωχού. “Κοστολογώ” με μια γρήγορη ματιά τους θαμώνες. Ντυμένοι, στολισμένοι, Κοπελίτσες που τα μανικιούρ και οι ανταύγειες κοστίζουν σε μηνιαία συντήρηση, όσο ο μέσος βασικός μισθός.
Αναρωτιέμαι αν αυτό συμβαίνει μόνο στο κέντρο της πόλης. Οδηγώ σε άγνωστες γειτονιές. Από την μια άκρη στην άλλη, παντού φαγητό και καφές κακής ποιότητας. Αισθητική και ηθική κακής ποιότητας.
Έχουν κρίση όλοι οι σοβαροί τομείς και ανθίζει το χαβαλέ. Απλήρωτες οι βασικές υποχρεώσεις, αλλά αυτονόητες οι διακοπές, το “έξω”, τα φέσια. Ο “μέσος ανθρωπάκος” εγκλωβισμένος ανάμεσα στο “ξέρεις ποιος είμαι εγώ ρε” και στο απενοχοποιητικό ” πώς μας καταντήσανε”. Από την σαχλομαγκιά στην αυτολύπηση, να διογκώνει την μάζα του και να συρρικνώνει τον εγκέφαλό του.
Ένα ψευτογκλάμ σεργιανάει στα μπαρ δίπλα σε σκουπίδια και σε διπλοπαρκαρισμένα αυτοκίνητα. Κάτι τζιπάρες περιφέρονται στα ασφυκτικά στενά και στις λακκούβες. Η αντρική ματαιοδοξία ανταμώνει την γυναικεία, σε όλες τις faux και original εκδοχές της.
Κι ανάμεσα σε αυτό το απίστευτο μπουμπουνητό της βλακείας και του βλαχομπαρόκ… Ανάμεσα σε αυτό το αφόρητο μπουμπουνητό της χυδαιότητας όσων έχουν, όσων προσποιούνται ότι έχουν και όσων δεν θα μάθουμε ποτέ ότι αφανίστηκαν πραγματικά, υπάρχει μια σιωπηρή μειοψηφία.
Μια σιωπηρή μειοψηφία που εξαντλεί όλα τα ψυχικά και οικονομικά της αποθέματα υπερασπίζοντας την αξιοπρέπειά της και την αισθητική της. Διανύει την δική της διαδρομή στο ίδιο πάντα σκηνικό, σε μια καθημερινότητα που της φωνάζει “δεν χωράς πουθενά” και στην εξουθένωση που προδικάζει το “εδώ θα μείνεις”.
Επιστρέφω πάντα με τα πόδια από την δουλειά στο σπίτι. Περπατάω στην παραλία, γιατί δεν θέλω να βλέπω. Ζω σε μια απέραντη χυδαιούπολη που η μόνη δικλείδα ασφαλείας είναι να παραβλέπω την ασχήμια και να αφήνω τη ματιά να φεύγει στον ανοιχτό ορίζοντα.
Είναι απλώς Δευτέρα… Και νιώθω μια απέραντη ευγνωμοσύνη για τους ανθρώπους που έχω στην ζωή μου και που μπορούμε να καταλαβαινόμαστε χωρίς υπότιτλους. Στο δικό μας μικρόκοσμο, είμαστε σπουδαίοι, όμορφοι και μοναδικοί χωρίς logo και ρετούς.
Είναι απλώς Δευτέρα …. Και με έχει κατακλύσει μια διαστροφική αισιοδοξία. Μέσα σε αυτό το συντριβάνι του “φρέντο καπουτσίνο”, υπάρχουν ακόμη μικροί πυρήνες πολιτισμού και ανθρωπιάς. Βλέποντας και παραβλέποντας, μαθαίνω από την αρχή τα βήματα σε μια διαδρομή, που υπάρχει η ελπίδα για λίγο περισσότερο οξυγόνο.