Η Θεσσαλονίκη των παιδιών μας
Φτιάχνοντας την πόλη που επιθυμούσαμε στα νιάτα μας.
Καινούργια μέρα! Ξυπνάς με την έντονη διάθεση να δεις τον λουσμένο στο φως Θερμαϊκό από τα παράθυρα του τραμ. Το αυτοκίνητο το έχεις πουλήσει από τότε που το τραμ τελείωσε και μπορείς να το πάρεις από την Αριστοτέλους μέχρι το Μέγαρο Μουσικής. Από εκεί, με τον προαστιακό φτάνεις μέχρι τo αεροδρόμιο, όπου βρίσκεται η νέα σου δουλειά. Ο δρόμος για τη δουλειά έχει γίνει ευχαρίστηση. Ξεκινάς λίγα λεπτά νωρίτερα για να τον απολαύσεις. Μέσα από το τραμ, εκείνη η εικόνα της ξύλινης προέκτασης της παραλίας προς τη θάλασσα που έχει δώσει χώρο σε πεζούς και ποδηλάτες είναι σαν τουριστική καρτ ποστάλ. Την αγαπάς την πόλη αυτή ξανά. Θυμάσαι ότι κάποτε ήταν ανυπόφορη. Δεν είναι πια.
Το απόγευμα, με την επιστροφή σου από τη δουλειά, αποφασίζεις να περπατήσεις την πόλη σου. Σχεδόν σου το ζητάει η ίδια η πόλη. Έχει αλλάξει τόσο πολύ την τελευταία δεκαετία. Η Τσιμισκή έχει γίνει δρόμος ήπιας κυκλοφορίας και πλέον δεν βλέπεις ούτε ένα διπλοπαρκαρισμένο αυτοκίνητο. Θυμάσαι τις διαμαρτυρίες των εμπόρων πως θα τους καταστρέψει η μετατροπή της σε ήπιας κυκλοφορίας. Θυμάσαι το χάος με τις φορτοεκφορτώσεις στη Τσιμισκή με Καρόλου Ντηλ, εκεί όπου τα φορτηγά εμπόδιζαν μονίμως τους ανθρώπους με κινητικά προβλήματα να περάσουν απέναντι, είναι πια παρελθόν. Ένα ενιαίο δίκτυο «έξυπνων ραμπών» σου δίνει την αίσθηση της ελευθερίας τους. Αναρωτιέσαι αν αυξήθηκαν οι άνθρωποι με κινητικά προβλήματα και βλέπεις τόσους πολλούς. Μάλλον τώρα μπορούν να κυκλοφορήσουν χωρίς να φοβούνται! Οι άνθρωποί της πλέον έχουν άλλη κουλτούρα. Σέβονται. Γιατί τους σέβεται και η ίδια η πόλη τους.
Από την Καρόλου Ντηλ στρίβεις στην Ερμού και συναντάς ένα φορτηγάκι με πάγο που ξεφορτώνει 30 σακούλες στην ειδική εσοχή του πεζοδρομίου όπου έχει δικαίωμα να παραμένει για 15 λεπτά. Πιο δίπλα βλέπεις ένα μηχανάκι που παρκάρει στην ειδική θέση στάθμευσης δύο ωρών. Θυμάσαι πόσα πολλά κορναρίσματα άκουγες κάποτε στη διαδρομή σου από την Καρόλου Ντηλ και την Ερμού. Τώρα πια ακούς μόνο τους ήρεμους ανθρώπινους ήχους μιας ζωντανής πόλης. Μιας πόλης που έχει το δικό της πάρκο στην καρδιά της. Η ήπια ανάπλασή της Πλατείας Αριστοτέλους, με τη μεταμόρφωσή της σε ένα ενιαίο πάρκο μέχρι την Φιλίππου, σου φέρνει στο νου τα φοιτητικά σου χρόνια στην Αγγλία. Μπορεί τα φυτά και τα δέντρα να είναι αλλιώτικα, να είναι αυτά που ευδοκιμούν στην Ελλάδα, όμως οι δροσερές σκιές και η πινακίδα «παρακαλώ, μην πατάτε στο πράσινο» είναι τόσο μα τόσο εγγλέζικα. Επιτέλους, λίγη Αγγλία στη Θεσσαλονίκη!
Φτάνεις στην Εγνατία και σκέφτεσαι πόσο άσχημη ήταν η εικόνα της για τόσο μα τόσα πολλά χρόνια. Πια δε βλέπεις ούτε καν μποτιλιάρισμα γιατί το τεράστιο υπόγειο πάρκινγκ κάτω από το Καραβάν Σαράϊ τα χωράει όλα! Το ιστορικό κτίριο έχει μετατραπεί σε ένα κέντρο πολιτισμού από τον Δήμο, όμως από κάτω η χρήση του υπογείου έχει εξασφαλίσει μια εικόνα ηρεμίας σε ένα σημείο που κάποτε προκαλούσε πονοκέφαλο μόνο ως εικόνα και ήχος. Τώρα πια ακούς μόνο τους ήχους από τα γεμάτα καταστήματα της περιοχής και από τα παιδιά που παίζουν στις δύο παιδικές χαρές, στο χορτάρι και στα παγκάκια του μεγάλου πάρκου που ξεκινά από την Πλατεία Δικαστηρίων και φτάνει μέσω της Κλεισούρας στο παλιό Δημαρχείο. Αστική ζωή στα καλύτερά της!
Από το μετρό βγαίνουν χιλιάδες κόσμου χαζεύοντας τα ευρήματα που επανατοποθετήθηκαν. Σκέφτεσαι ότι δυστυχώς δεν κατάφεραν να αποτυπώσουν όλα εκείνα προϋπήρχαν και το βλέμμα σου σκιάζεται. «Είναι μία από τις αποτυχίες της γενιάς μας», σκέφτεσαι κατηφορίζοντας τις κυλιόμενες σκάλες του. Θα πεταχτείς μέχρι το σταθμό να πάρεις ένα δέμα από τα ΚΤΕΛ που εξυπηρετούν και πάλι σε ειδικούς χώρους δίπλα στον Σταθμό. Βγαίνοντας στον χώρο του Σταθμού σκέφτεσαι πόσο πολύ άλλαξε αυτή η περιοχή. Θυμάσαι τους κάδους ξεχειλισμένους και τώρα βλέπεις μόνο υπόγειους κάδους. Θυμάσαι το ξεχαρβαλωμένο στρώμα που είχε γίνει σπίτι για τις γάτες της γειτονιάς και τώρα το έχει συλλέξει από νωρίς το πρωί το ειδικό τμήμα του Δήμου. Στη στροφή στην Αγίων Πάντων, βλέπεις και πάλι ανθρώπους που περιμένουν τη βοήθεια της Εκκλησίας. Κάποια πράγματα δεν αλλάζουν. Όμως ανάμεσα στους εθελοντές, διακρίνεις εκείνον τον πρώην τοξικοεξαρτημένο που κάποτε είχες δει ξαπλωμένο στο πεζοδρόμιο μπροστά από την εκκλησία.
Παίρνεις τον δρόμο της επιστροφής συλλογιζόμενος ότι αύριο που έχεις ρεπό θα επισκεφτείς την αγαπημένη σου λαϊκή στην Κανάρη. Εκεί, στην παλιά σου γειτονιά. Έχει φυσικά και άλλες λαϊκές, όλες μικρές και συμμαζεμένες μετά τη σχετική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου που θέλησε να δώσει έναν πραγματικά τοπικό χαρακτήρα σε αυτές, αλλά αυτή στην Κανάρη είναι η παιδική σου ανάμνηση. Θέλεις να ακούσεις τον όμορφο θόρυβο των πωλητών. Χωρίς αυτοκίνητα να έχουν κλείσει τα γύρω σταυροδρόμια. Χωρίς κόρνες και βρισιές. Θα φτάσεις εκεί με το ηλεκτρικό και αθόρυβο λεωφορείο που σχεδόν τρομάζει τους πεζούς που περπατούν προς τη λαϊκή γιατί δεν ακούγεται καν. Θα περάσεις όμορφα αύριο το πρωί.
Επιστρέφεις σπίτι. Βάζεις λίγη μουσική και ακούς μια φωνή από την κουζίνα: «Μπαμπά, να κάνω καφέ;» Είναι πια είκοσι και κάτι. Μας πήρε λίγο χρόνο, αλλά τα καταφέραμε! Φτιάξαμε την πόλη που επιθυμούσαμε στα νιάτα μας. Οραματιστήκαμε εμβληματικά έργα και αποδείχθηκε πως ήταν εφικτά. Δεν ονειροβατούσαμε. Το λίγο που μας έδωσαν το κάναμε πολύ. Μα πάνω από όλα, φτιάξαμε τη δική μας παρακαταθήκη. Για εκείνον ή για εκείνην.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ