Τι έκανες τη νύχτα της 14ης Ιουνίου 1987;

Εσύ τι έκανες εκείνη τη νύχτα;

Γιώργος Τούλας
τι-έκανες-τη-νύχτα-της-14ης-ιουνίου-1987-205257
Γιώργος Τούλας

Υπάρχουν κάποιες νύχτες που δεν τις ξεχνάς ποτέ. Τη νύχτα της 14ης του Ιουνίου, του μακρινού πια 1987, αλήθεια πότε πέρασαν 30 χρόνια, θα μπορούσα να στην περιγράψω ολόκληρη. Από την αρχή μέχρι το τέλος σαν να ήταν η χθεσινή νύχτα.

Μπάσκετ άρχισα να βλέπω λόγω του Άρη και του Γκάλη και της Εθνικής. Εκείνο το καλοκαίρι ήμασταν φοιτητές στην Αθήνα. Τηλεόραση στο σπίτι μας δεν είχαμε. Όπως και οι περισσότεροι φοιτητές. Τους αγώνες λοιπόν τους βλέπαμε σε διάφορα καφέ στο Θησείο, τα Πετράλωνα, την Καλλιθέα. Τον τελικό Ελλάδα-Ρωσία τον είδαμε σε ένα μικρό καφενείο στην Καλλιθέα. Στην οδό Κρέμου. Στο καφενείο του Γιώργου. Πήγαμε νωρίτερα από την έναρξη για να πιάσουμε τραπέζι. Μια παρέα έξι επτά φοιτητών, αγοριών και κοριτσιών από τη Θεσσαλονίκη, που σπουδάζαμε όλοι μαζί στην Αθήνα.

Παραγγείλαμε μια μπύρα και το ματς ξεκίνησε. Και ήταν το ματς της ζωής μας. Ήταν το ανέλπιστο στο οποίο πιστεύαμε όλοι. Το θαύμα για το οποίο ήμασταν βέβαιοι πως θάρθει.

Ήταν και μια εποχή τα μέσα των 80ς που για κάποιο λόγο πιστεύαμε πολύ στα θαύματα. Στα πράγματα που ήταν πάνω από το μπόι μας, πάνω από το μέτρο. Συνηγορούσαν όλα σε μια τέτοια πίστη. Η Ελλάδα είχε ξεκινήσει να ζει έναν ίλιγγο, μια κάψα παράξενη. Και η εξέλιξη εκείνου του Eurobasket είχε έρθει να ενσαρκώσει απόλυτα αυτή την κάψα. Να την οπτικοποιήσει αν θες.

Στο αμιγώς αθλητικό κομμάτι της βραδιάς δεν θα μπω εδώ. Και δεν είμαι κατάλληλος και έχει αναλυθεί αρκούντως, επαρκώς και πλήρως από τους πρωταγωνιστές και τους ειδήμονες.

Εκεί που θέλω να σταθώ είναι στο συναίσθημα. Καθώς το ματς προχωρούσε προς το τέλος και μαζί ολοκληρώνονταν η τιτανομαχία αυτών των χρυσών ανδρών, του Ανδρίτσου, του Φιλίππου, του Φασούλα, του Ιωάννου, του Χριστοδούλου, του Καμπούρη, του Γιαννάκη και κυρίως του Γκάλη, αυτού του υπερ-ήρωα μιας ολόκληρης χώρας η αγωνία έμοιαζε να αγγίζει την κορύφωση των καλύτερων θρίλερ. Όταν εκείνο το θρυλικό 101-103 ακούστηκε η Αθήνα και υποθέτω η υπόλοιπη Ελλάδα έμοιαζε σαν να απέκτησε μια φωνή που έβγαινε μέσα από τα σωθικά της. Μια τεράστια κραυγή ανακούφισης ακούστηκε ξαφνικά από κάθε φωτισμένο παράθυρο εκείνης της ζεστής νύχτας, από κάθε υπαίθρια στημένο παρατηρητήριο.

Αποφασίσαμε να πάμε στη Γλυφάδα, στο ξενοδοχείο των παικτών που θα κατέβαινε όλη η πόλη για να γιορτάσει μια νίκη πάνω από το μπόι της. Μια νίκη που μας ψήλωνε όλους. Η πόλη ήταν ήδη παράλυτη κυκλοφοριακά.Το ίδιο με μας είχε σκεφτεί να κάνει και όλη η πρωτεύουσα. Λεωφορεία δεν περνούσαν, ούτε τρόλει, ούτε ταξί βρίσκαμε. Ξεκινήσαμε με τα πόδια να κατεβαίνουμε τη Συγγρού. Η δίψα να φτάσουμε δεν μας έκανε να σκεφτούμε την απόσταση των 13 χιλιομέτρων. Μαζί με μας κατέβαιναν χιλιάδες ακόμα.

Κάπου στο Φάληρο αποκαμωμένοι πια και ενώ δεν υπήρχε ίχνος περιπτέρου ανοικτού για να προμηθευτούμε ένα μπουκάλι νερό αποφασίσαμε πως αν δεν αφυδατωθούμε θα πεθάνουμε.

Πλησιάσαμε την προκυμαία. Υπήρχαν δεμένα μια σειρά από ακριβά σκάφη. Τα πιο πολλά έρημα. Σε ένα από αυτά υπήρχαν στο κατάστρωμα Άραβες με κελεμπίες λευκές. Το σκάφος λαμπύριζε με χρυσά κάγκελα και πολύτιμα σερβίτσια.

Πλησιάσαμε διστακτικά στη γνωστή σκάλα που ενώνει με την προκυμαία. Τα δυο κορίτσια της παρέας μπήκαν μπροστά. Αφού καλησπέρισαν στα αγγλικά εξήγησαν την κατάσταση, ότι χρειαζόμασταν ένα ποτήρι νερό γιατί περπατούσαμε χιλιόμετρα. Εκείνοι ευγενέστατοι απάντησαν ότι μπορούσαν να ανέβουν μόνο οι κυρίες, στις οποίες πρόσφεραν ένα ποτήρι παγωμένο νερό. Τα αγόρια της παρέας μείναμε εμβρόντητα στην προκυμαία να κοιτάζουμε. Διψασμένα και απογοητευμένα. Οι άραβες καληνύχτισαν τα κορίτσια και τα οδήγησαν στην σκάλα.

Περπατήσαμε τα υπόλοιπα χιλιόμετρα μέχρι το ξενοδοχείο, τα μεν κορίτσια ανάλαφρα τα δε αγόρια αποκαμωμένα. Στο ξενοδοχείο διαδραματιζόταν σκηνές αποκάλυψης. Στη ρεσεψιόν, που με το ζόρι φτάσαμε παρήγγειλα ένα μπουκάλι νερό που θυμάμαι να το πληρώνω χρυσάφι για τα δεδομένα της τσέπης μου και του καιρού. Όμως έμοιαζε στα μάτια μου καλύτερο και από το ίδιο το κύπελλο. Μάνα εξ ουρανού. Μετάγγιση ζωής σε έναν ετοιμοθάνατο.

Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Γλεντήσαμε εκεί μέχρι που έφεξε. Βγήκαμε στη λεωφόρο και κάναμε οτοστόπ. Φτάσαμε πρωί πια στα σπίτια μας. Το διάρι στα Πετράλωνα μου φαινόταν εκείνη τη μέρα να μη με χωράει. Σαν να είχα ψηλώσει δυο μέτρα.

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα