Τη μέρα που ο ΠΑΟΚ πήρε το πρώτο του πρωτάθλημα η γειτονιά μου κάηκε
Και η γειτονιά πήρε φωτιά. Στις αυλές, τα πιο πολλά σπίτια ήταν μονοκατοικίες, στήθηκαν γλέντια τρελά. Που κράτησαν ώρες.
Tην άνοιξη του 1976 το θυμάμαι έντονα, αν και ήμουν δέκα χρόνων. Θυμάμαι τον πατέρα μου να λέει: ”Ας πάρουμε το πρωτάθλημα και ότι θέλετε”.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Τούμπα. Όλα τα σπίτια που νοίκιαζαν οι γονείς μου κατά καιρούς ήταν σε απόσταση αναπνοής από το γήπεδο. Το πιο κοντινό απείχε 30 μέτρα. Στην Προύσης. Ο ΠΑΟΚ με ένα καρμικό τρόπο έτρεχε πάντα στο αίμα μου και φυσικά στης συνοικίας. Και οι παίκτες εκείνου του αγώνα στις 9 Μαϊου με τον Ηρακλή έγιναν οι ήρωες της γειτονιάς μου. Τους λέγαν τα παιδιά σαν ποίημα στο σχολείο.
Φούρτουλας, Γούναρης, Πέλλιος, Ιωσηφίδης, Φουντουκίδης, Τερζανίδης, Σαράφης Αναστασιάδης, Αποστολίδης, Κερμανίδης, Κούδας, Ορφανός, Γκουερίνο.
Με το ποδόσφαιρο δεν είχαν ποτέ αγαθές σχέσεις. Μη σου πω ότι έχω δει ολόκληρους αγώνες 3-4 φορές στη ζωή μου. Ακόμα και μια φορά που με πήρε παιδί ο πατέρας μου στο ματς έχω να το λέω πως ανέβηκα ψηλά στο τέλος των κερκίδων, από την πλευρά της Μικράς Ασίας και κοίταζα το σπίτι μας αντί για τον αγωνιστικό χώρο παίζοντας με άδεια μπουκάλια από πορτοκαλάδες. Αυτό όμως δεν με εμπόδιζε ποτέ να αισθάνομαι αυτό που αισθάνονταν η γειτονιά μου. Αυτή η παλιά προσφυγική γειτονιά που είχε στην ομάδα της ένα καμάρι μεγάλο. Αυτό που έλεγε πάντα και λέει ο πατέρας μου: Εμείς με τον ΠΑΟΚ γεννηθήκαμε…Ήταν άλλο πράγμα και το ποδόσφαιρο ομολογουμένως…
Τη μέρα που πήρε ο ΠΑΟΚ το πρώτο του πρωτάθλημα το 1976 από την ΑΕΚ τη θυμάμαι απόλυτα. Θυμάμαι τι έγινε στα καφενεία της Ανατολικής Θράκης. Στη γωνία Ανατολικής Θράκης και Ματαλών είχε ένα κατάστημα με γυναικείες τσάντες και παπούτσια εκείνο τον καιρό. Στη βιτρίνα είχε μια ωραία γυναικεία δερμάτινη τσάντα. Ο πατέρας μου είχε υποσχεθεί στη μητέρα την Κυριακή που θα πάει ο ΠΑΟΚ το πρωτάθλημα θα ανοίξουμε το μαγαζί και θα αγοράσουμε την τσάντα. Και ας είναι Κυριακή. Και έτσι έγινε. Τότε γνωρίζονταν όλοι στη γειτονιά. Εκείνη την Κυριακή του χαμού η μητέρα μου απέκτησε την τσάντα και εμείς με τον αδερφό μου από το περίφημο ψιλικατζίδικο της Χρυσούλας μια ωραιότατη καινούργια μπάλα.
Και η γειτονιά πήρε φωτιά. Στις αυλές, τα πιο πολλά σπίτια ήταν μονοκατοικίες, στήθηκαν γλέντια τρελά. Που κράτησαν ώρες. Ο ΠΑΟΚ ήταν το όνειρο της δικής μου συνοικίας. Η ελπίδα ότι μπορεί να πάει και καλύτερα το πράγμα…Εκείνη την Κυριακή όλοι στη γειτονιά ψηλώσαμε ένα πόντο.
Από κείνο το βράδυ μέχρι σήμερα κάθε φορά, ομολογουμένως ελάχιστες φορές, που ο ΠΑΟΚ καταφέρνει τέτοια επιτεύγματα, όπως χθες τη νύχτα, νιώθω σαν να επιστρέφω σε κείνο το καμάρι της γειτονιάς μου. Σε κείνα τα χαμόγελα και τα μάτια που έλαμπαν. Από τότε η συνοικία που γεννήθηκα και μεγάλωσα άλλαξε πολύ. Ο πληθυσμός της, η σύσταση της, η αίσθηση της λαϊκής γειτονιάς που χάθηκε. Αλλά και η πόλη. Κατέβασε συνολικά τον πήχη και τον ορίζοντα της. Σήμερα το πιο μεγάλο μέρος της πόλης μοιάζει σαν αίσθηση με την Τούμπα των παιδικών μου χρόνων. Έχει μόνο μικρές χαρές να προσμένει. Που όταν έρχονται γίνονται μικρές ανάσες. Ωραία νύχτα η χθεσινή…