Τι θα γινόταν αν η καταιγίδα Ντάνιελ περνούσε από τη Θεσσαλονίκη;
Τα μεγαλύτερα προβλήματα δυστυχώς εμφανίζονται εκεί που έχουν γίνει οι πιο πρόχειρες και πιο παρωχημένες παρεμβάσεις - Γράφει ο Μ. Τρεμόπουλος
Λέξεις: Μιχάλης Τρεμόπουλος
Τι θα γινόταν στη Θεσσαλονίκη αν είχαμε τις ποσότητες βροχής της Θεσσαλίας δηλαδή από 500-950mm σε ένα τριήμερο στα ορεινά και από 200-500 στα πεδινά;
Θα πλημμύριζαν πρώην εκβολικές περιοχές όπως η Ανάληψη, που έχει κτιστεί στις προσχωσιγενείς εκτάσεις των χειμάρρων Ελαιορέματος και Πανοράματος;
Γνωστά προβληματικά σημεία κατά μήκος πρώην χειμάρρων, όπως η οδός Εθνικής Αμύνης ή η κεντρική οδός που κατέρχεται μέσα από τη ΔΕΘ, θα μετατρέπονταν για μια ακόμη φορά σε ποτάμι;
Πως θα αντιδρούσε η Περιφερειακή Τάφρος; Θα άντεχε στις μεγάλες ποσότητες νερού ή θα “έσπαζε” σε προβληματικά σημεία, από όπου περνούσαν παλιότερα κοίτες χειμάρρων;
Και τι θα γινόταν με αγωγούς απορροής ομβρίων με ανεπαρκείς διατομές και βουλωμένα φρεάτια, που έχουν κατασκευαστεί στη θέση πρώην χειμάρρων στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και λίγο ανατολικότερα έως την Τριανδρία από όπου ξεκινά η Περιφερειακή Τάφρος;
Έχουμε πει επανειλημμένα ότι τα μεγαλύτερα προβλήματα δυστυχώς εμφανίζονται εκεί που έχουν γίνει οι πιο πρόχειρες και πιο παρωχημένες παρεμβάσεις σε φυσικές κοίτες των ρεμάτων (π.χ. μπαζώματα, αυθαίρετες κατασκευές, παράνομες καταλήψεις τμήματος κ.α.).
Σύμφωνα και με τη νομολογία, στα ρέματα επιτρέπονται μόνο οι απαραίτητες επεμβάσεις και δη αυτές για τη διευθέτηση της κοίτης και των πρανών τους, ώστε να διευκολύνεται η ελεύθερη ροή των υδάτων και η επιτέλεση της λειτουργίας τους, απαγορεύεται δε οποιαδήποτε επέμβαση θίγει αυτές τις λειτουργίες, ενώ για την πραγματοποίηση επιτρεπτών επεμβάσεων και τεχνικών έργων απαιτείται η προηγούμενη οριοθέτηση του ρέματος (ΣτΕ 2629/2001, ΣτΕ 453/2003).
Συνεπώς, ο καθορισμός της οριογραμμής τους αποτελεί κατά νόμον προϋπόθεση για την έκδοση πράξεων χωροθέτησης και έγκρισης περιβαλλοντικών όρων έργου πλησίον ρέματος (ΣτΕ 2752/2013, ΣτΕ 3561/2014). Και αυτό, βέβαια, δεν εμποδίζει την κατασκευή τερατωδών έργων εντός της οριογραμμής, ενώ με τη δικαιολογία της “κατάργησης” της λειτουργίας χειμάρρων της ανατολικής Θεσσαλονίκης, μετά και την κατασκευή της Περιφερειακής Τάφρου το 1956, πολλοί θεωρούν ότι μέσα στις πρώην κοίτες μπορούν να χωροθετήσουν ό,τι θέλουν, από σταθμούς μετεπιβίβασης του Μετρό, όπως στη Νέα Ελβετία, μέχρι πολυκατοικίες, όπως η πρόσφατη περίπτωση στο Κρυονέρι, που αντιμετώπισε τη σθεναρή αντίσταση των κατοίκων.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί συνολικά το θέμα των ρεμάτων της πόλης, έτσι ώστε να διασφαλιστεί η λειτουργία τους και η αποτελεσματική διόδευση των υδάτων στη θάλασσα, με δεδομένη την κλιματική αλλαγή και τα πλημμυρικά φαινόμενα που θα είναι πιο έντονα τα επόμενα χρόνια, απαιτείται ένας συντονισμός των εμπλεκόμενων φορέων Δήμου, Περιφέρειας, Αποκεντρωμένης και Υπουργείου.
Αυτή ακριβώς όμως η “διάχυση” των ευθυνών δημιουργεί συχνά προβλήματα καθυστερήσεων, επιπροσθέτως μιας προσέγγισης “συγκεντρωτισμού” προς το κεντρικό Υπουργείο, την οποία ενίσχυσε ιδιαίτερα η κυβέρνηση Μητσοτάκη τα τελευταία 4 χρόνια.
Αλήθεια, ποιος φορέας έχει τον ρόλο του μητροπολιτικού σχεδιασμού σήμερα στη Θεσσαλονίκη; Αν απαντήσει κάποιος “η Μητροπολιτική Επιτροπή της Περιφέρειας Κ. Μακεδονίας” θα έχει κάνει ένα μεγάλο λάθος!
Για όλους τους παραπάνω λόγους είναι κομβικής σημασίας η σύσταση ενός ενιαίου φορέα για τη διαχείριση της αντιπλημμυρικής προστασίας των περιοχών Ν. Θεσσαλονίκης. Ο φορέας αυτός θα πρέπει να έχει την αρμοδιότητα και επαρκή χρηματοδότηση για την εφαρμογή των προτάσεων των στρατηγικών σχεδίων αντιπλημμυρικής προστασίας, με παρακολούθηση και επίβλεψη της υλοποίησης των έργων από τους τοπικούς φορείς.
Οι αρμοδιότητες των Δήμων όσον αφορά τα ρέματα περιορίζονται στη συναρμοδιότητα με το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Μεταφορών και Δικτύων, την Αποκεντρωμένη Διοίκηση και την Περιφέρεια (σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν. 4258/2014 – ΦΕΚ 94Α/2014) για οριοθέτηση των υδατορεμάτων.
Όσον αφορά τον καθαρισμό και την αστυνόμευση των ρεμάτων καθώς και των απαλλοτριωμένων χώρων παρά τα ρέματα, η κύρια αρμοδιότητα και ευθύνη ανήκει στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, όπως προβλέπεται με το άρθρο 186 του Ν.3852/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. Οι εργασίες καθαρισμού υδατορέματος, συντήρησης και αποκατάστασης, καθαίρεσης αυθαίρετων κατασκευών κλπ εξαιρούνται της διαδικασίας οριοθέτησης κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 του Ν. 4258/2014, σε αντίθεση με τα έργα διευθέτησης και αντιπλημμυρικής προστασίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 3, 5 και 7 του Ν. 4258/2014, τα οποία απαιτούν οριοθέτηση και περιβαλλοντική αδειοδότηση.
Θέματα που αφορούν τη μελέτη, ανάθεση και εκτέλεση έργων διευθέτησης /αντιπλημμυρικής προστασίας και εργασιών συντήρησης ρυθμίζονται με το άρθρο 7 του Ν. 4258/2014 (ΦΕΚ 94Α/2014). Συγκεκριμένα, οι Υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, καθώς επίσης και οι υπηρεσίες του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και οι αρμόδιες Υπηρεσίες της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή της Περιφέρειας, μπορεί να μελετούν και να εκτελούν έργα διευθέτησης / αντιπλημμυρικής προστασίας και εργασίες συντήρησης σε υδατορέματα ή να τα αναθέτουν, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης μπορεί να ανατίθενται οι ανωτέρω αρμοδιότητες -μελέτης, ανάθεσης και εκτέλεσης έργων διευθέτησης/αντιπλημμυρικής προστασίας και εργασίες συντήρησης – στους οικείους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού (όταν το υπό μελέτη υδατόρεμα βρίσκεται εξ ολοκλήρου μέσα στα διοικητικά τους όρια και δεν αποτελεί κλάδο άλλου υδατορέματος), στις οικείες Περιφερειακές Ενότητες (όταν το υπό μελέτη υδατόρεμα βρίσκεται εξ ολοκλήρου μέσα στα διοικητικά τους όρια και δεν αποτελεί κλάδο άλλου υδατορέματος) και στις οικείες Περιφέρειες (όταν το υπό μελέτη υδατόρεμα βρίσκεται εξ ολοκλήρου μέσα στα διοικητικά τους όρια και δεν αποτελεί κλάδο άλλου υδατορέματος).
Από το 2018 έχει εγκριθεί και δημοσιευτεί σε ΦΕΚ (ΥΠΕΝ/ΓρΕΓΥ/41389/332/29-6-2018) η Απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Υδάτων «Έγκριση του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας Λεκανών Απορροής ποταμών του Υδατικού Διαμερίσματος Κεντρικής Μακεδονίας (EL10) και της αντίστοιχης Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, αλλά χρειάζεται επικαιροποίηση. Ωστόσο, από πέρσι έχει επικαιροποιηθεί το Master Plan Αντιπλημμυρικών Έργων Περιοχών Ν. Θεσσαλονίκης (https://mpthess.gr/), από όπου προέρχεται και ο χάρτης αξιολόγησης κινδύνου ευάλωτων σε πλημμύρα σημείων (εικόνα). Για όλα αυτά έχουν γίνει με πολύ αργά βήματα, πιθανώς επειδή σύμφωνα και με τις πρόσφατες δηλώσεις της βουλευτού της ΝΔ κ. Βούλτεψη “δεν περιμέναμε την κλιματική αλλαγή να έρθει τόσο νωρίς”!
Χαρακτηριστικό παράδειγμα επικάλυψης αρμοδιοτήτων αποτελεί η συντήρηση του δικτύου ομβρίων υδάτων για την αποτροπή εμφάνισης πλημμυρικών φαινομένων και δυσχερειών στο οδικό δίκτυο της πόλης. Μόλις προχθές εγκρίθηκε από τη Μητροπολιτική Επιτροπή της Περιφέρειας Κ. Μακεδονίας η σχετική προγραμματική σύμβαση με την ΕΥΑΘ για την περίοδο 2023-2025 για το σύνολο του Πολεοδομικού Συγκροτήματος Μείζονος Θεσσαλονίκης και μάλιστα με ελαφρώς χαμηλότερη χρηματοδότηση από την περίοδο 2021-2022. Αντίστοιχα, σε επίπεδο Δήμου Θεσσαλονίκης έχει ανατεθεί τον Φεβρουάριο 2023 η διετής συντήρηση-καθαρισμός του δικτύου ομβρίων υδάτων με σύμβαση ποσού περίπου 730.000 €.
Ένα δίκτυο ομβρίων για το οποίο εδώ και τουλάχιστον δυο χρόνια είχε επισημανθεί από ειδικούς η ανάγκη ανακατασκευής μεγάλου μέρους του, λόγω του παντορροϊκού του χαρακτήρα, αλλά και των ανεπαρκών διατομών των σωλήνων που εγκαταστάθηκαν πριν από δεκαετίες.
Πρόκειται για ένα μεγάλο και δύσκολο έργο αλλά, αν δεν ξεκινήσει τώρα ο σχεδιασμός του, πότε θα γίνει;
Όταν τελειώσει το flyover;
Και φυσικά, η αντιδιαβρωτική και αντιπλημμυρική θωράκιση, που έχει ανάγκη ο Δήμος Θεσσαλονίκης και η ευρύτερη περιοχή, πρέπει να ενισχυθεί από ένα εκτεταμένο πρόγραμμα δενδροφυτεύσεων σε όλη τη λεκάνη απορροής και μέσα στην πόλη, σε αντιδιαστολή με τις καταστροφικές κοπές και κλαδεύσεις των αστικών δενδροστοιχιών των τελευταίων ετών.
Μετά από όλες τις παραπάνω διαπιστώσεις αναρωτιόμαστε: αν η παρούσα κυβέρνηση και οι διοικήσεις Δήμων και Περιφέρειας δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την προστασία των πολιτών και του φυσικού περιβάλλοντος, τότε γιατί να εκλεγούν και πάλι;
*Ο Μιχάλης Τρεμόπουλος είναι Δημοτικός σύμβουλος της «Οικολογίας-Αλληλεγγύης»