Τιμή στους νεκρούς που δεν ενοχλούν
Μια τροπολογία που λέει τόσα πολλά όχι για τον σεβασμό στα μνημεία, αλλά για τον φόβο απέναντι στην κοινωνία και τις φωνές της.
Λέξεις: Αλέξανδρος Μαραντζίδης
Η σιωπηλή διαμαρτυρία ενός πατέρα μπροστά στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη είναι πράγματι πρόβλημα. Όχι επειδή προσβάλλει το μνημείο όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, αλλά επειδή αποκαλύπτει το μέγεθος της αποτυχίας μιας Πολιτείας που δεν ακούει, δεν απαντά και δεν αναλαμβάνει ευθύνη. Και αντί για απαντήσεις και ανάληψη ευθύνης, επιλέγει να νομοθετήσει και να ψηφίσει μια τροπολογία που περιορίζει το δικαίωμα στη διαμαρτυρία σε έναν από τους πιο συμβολικούς δημόσιους χώρους της χώρας.
Μια τροπολογία που λέει τόσα πολλά όχι για τον σεβασμό στα μνημεία, αλλά για τον φόβο απέναντι στην κοινωνία και τις φωνές της. Σε μια περίοδο όπου τα αμέτρητα ερωτήματα για τον θάνατο 57 ανθρώπων στα Τέμπη παραμένουν αναπάντητα και οι πληγές και τα τραύματα μιας ολόκληρης χώρας παραμένουν ανοιχτά.
Μέσα σε όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας, το μεγαλύτερο πρόβλημα για την κυβέρνηση φαίνεται πως είναι ένας άνθρωπος που κάθεται σιωπηλά με μια σκηνή και τη φωτογραφία του γιου του, μπροστά σε ένα μνημείο που σύμφωνα με τον ίδιο τον πρωθυπουργό «δεν ανήκει σε κανέναν άνθρωπο και καμία κυβέρνηση». Πράγματι.
Τι ειρωνεία όμως να μιλά μια κυβέρνηση για πράγματα που «δεν της ανήκουν», όταν στην πράξη κυβερνά σαν να της ανήκουν όλα. Από τα δημόσια ταμεία και τα ευρωπαϊκά κονδύλια, μέχρι τις ιδιωτικές συνομιλίες και τις ίδιες τις ζωές των πολιτών που υποτίθεται πως υπηρετεί.
Από το 2019 και μετά, η χώρα έχει βιώσει μια ατέλειωτη σειρά σκανδάλων, που καθιστούν προφανές πως η κυβέρνηση ούτε αντιλαμβάνεται, ούτε ενδιαφέρεται να αντιληφθεί την έννοια του σεβασμού προς το δημόσιο και το συλλογικό συμφέρον, όποιο και αν είναι αυτό. Ετσι, σε μια χώρα που κυριολεκτικά καίγεται, με νοσοκομεία που υπολειτουργούν και μια καθημερινότητα που πνίγει όλο και περισσότερους, η κυβέρνηση επιδεικνύει αποφασιστικότητα και υπευθυνότητα μόνο εκεί όπου νιώθει ασφάλεια. Μπροστά στα μάρμαρα του Μνημείου. Όχι στις φωτιές, όχι στην εκπαίδευση, όχι στα νοσοκομεία. Εκεί, μπροστά στο «ιερό» Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη.
Μια ευαισθησία για τα «ιερά» μνημεία που είναι βέβαια διαχρονική, αλλά όχι με τον τρόπο που θα θέλαμε. Είναι αυτή που μας θυμίζει τους αρχαιολογικούς χώρους που τσιμεντώθηκαν (Ακρόπολη), τις αυθαίρετες παρεμβάσεις σε αρχαία (Βενιζέλου και τώρα στο Ανάκτορο του Γαλέριου), και τη μετατροπή τους σε εμπορικά assets που πουλάνε «γρήγορα μικρογεύματα» με θέα την πολιτιστική μας κληρονομιά. Για την κυβέρνηση, η «ιερότητα» είναι άλλοτε μάρκετινγκ και άλλοτε εμπόδιο στην εξυπηρέτηση συμφερόντων. Και τώρα την ξαναφέρνουν στο προσκήνιο.
Η τροπολογία αυτή που παρουσιάζεται ως μέτρο σεβασμού προς ένα μνημείο που σύμφωνα με τον ίδιο τον πρωθυπουργό «δεν ανήκει σε κανέναν άνθρωπο», αποτελεί προφανή προσπάθεια της εξουσίας να προστατεύσει τον εαυτό της μέσω του περιορισμού της δημόσιας έκφρασης. Και μάλιστα ακριβώς μπροστά στην «πόρτα» της, στα προπύλαια της Βουλής. Η επίκληση στο «ιερό» μνημείο λειτουργεί ως άλλοθι, που απλώς ρίχνει για ακόμα μία φορά νερό στον μύλο του διχασμού.
Αυτή η στρατηγική ελέγχου και διχόνειας, δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από το βαθύ σκοτάδι της διαφθοράς και το γενικευμένο κλίμα αυστηροποίησης που έχει βυθίσει τη χώρα σε μια πρωτοφανή κρίση, με τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα των τελευταίων ετών να έχουν τραυματίσει σοβαρά την πίστη μας στους θεσμούς. Αντί για δικαιοσύνη, διαφάνεια και ανάληψη ευθυνών, βλέπουμε μια συστηματική προσπάθεια να σπείρεται ο διχασμός και να κλείνουν στόματα.
Σε μια χώρα που διαρκώς χάνει ανθρώπους από αμέλειες της Πολιτείας, το να βάζεις τέτοιους φραγμούς σε όσους ζητούν τις απαντήσεις που επιβάλεται να λάβουν, δεν είναι απλώς επιλογή καταστολής. Είναι καθρέφτης πολιτικής και ηθικής σήψης. Και όχι, δεν αμφισβητούμε την προφανή και αυτονόητη ανάγκη σεβασμού απέναντι στα μνημεία. Κάθε άλλο. Γιατί η ουσία βρίσκεται αλλού. Στο να επιτρέψεις στους πολίτες να σταθούν μπροστά τους, να μιλήσουν, να διαδηλώσουν. Γιατί αυτό σημαίνει σεβασμός στη Δημοκρατία. Και γιατί μόνο έτσι τιμάμε πραγματικά τα ίδια τα μνημεία και αυτά που σύμβολίζουν. Όχι φρουρώντας τα.