Το απόγευμα θα έρθει η Άννα – Χάρολντ Πίντερ ( 1930 – 2008)

Στις 13 Οκτωβρίου 2005, τρεις μέρες μετά τα γενέθλιά του, όταν η Σουηδική Ακαδημία ανακοίνωνε τη βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ένα καλωδιακό τηλεοπτικό κανάλι ανακοίνωσε ότι ο Χάρολντ Πίντερ είχε πεθάνει. Ψέματα, εννοείται. Ο καρκίνος του οισοφάγου είχε διαγνωσθεί το 2002 αλλά τον αντιμετώπιζε. Μια κακόγουστη αλλά ενδιαφέρουσα φάρσα, θα σκέφτηκε. Η ιδανική […]

Άκης Δήμου
το-απόγευμα-θα-έρθει-η-άννα-χάρολντ-π-23602
Άκης Δήμου
1.jpg

Στις 13 Οκτωβρίου 2005, τρεις μέρες μετά τα γενέθλιά του, όταν η Σουηδική Ακαδημία ανακοίνωνε τη βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ένα καλωδιακό τηλεοπτικό κανάλι ανακοίνωσε ότι ο Χάρολντ Πίντερ είχε πεθάνει. Ψέματα, εννοείται. Ο καρκίνος του οισοφάγου είχε διαγνωσθεί το 2002 αλλά τον αντιμετώπιζε. Μια κακόγουστη αλλά ενδιαφέρουσα φάρσα, θα σκέφτηκε. Η ιδανική αφετηρία ενός ακόμα έργου. Χαμογέλασε. Έτσι κι αλλιώς, η αφορμή για να γράψεις ένα έργο είναι πάντα ένα δώρο. Μπορεί να στο κάνει οποιοσδήποτε, ακόμα και η τηλεόραση. Γενικώς, η τεχνολογία διευκολύνει. Στην τελετή απονομής του βραβείου, από την οθόνη ενός βίντεο, φανερά καταβεβλημένος και, την ίδια στιγμή, αντιστεκόμενος στο θάνατο (στους θανάτους), ζητούσε να οδηγηθούν στο Διεθνές Δικαστήριο ο Μπους και ο Μπλερ ως υπεύθυνοι του πολέμου στο Ιράκ.

Λίγα έλεγε για το έργο του σ’ εκείνη την ομιλία. Μόνο πως «μερικές φορές αισθάνεσαι για μια στιγμή ότι κρατάς την αλήθεια στα χέρια σου κι αμέσως μετά γλιστράει από τα δάχτυλά σου και χάνεται». Όπως τα λόγια των ανθρώπων, όλα τα λόγια των ανθρώπων, πραγματικών και φανταστικών. Για έναν συγγραφέα που μέτρησε με άλματα τη διαδρομή του από το φτωχικό Χάκνεϋ της δεκαετίας του ’30 μέχρι τις μεγαλύτερες σκηνές της Ευρώπης και της Αμερικής, που εξόργισε τους οικοδεσπότες του όταν –ταξιδεύοντας το 2003 στην Τουρκία μαζί με τον Άρθουρ Μίλερ– αναφέρθηκε δημόσια στα βασανιστήρια του καθεστώτος και που υποχρέωσε, το απόγευμα της ανακοίνωσης του θανάτου του, το Μπρόντγουέϊ να χαμηλώσει τα φώτα του ως αναγνώριση της σημασίας της απώλειάς του, αυτά τα λόγια ήταν τα μυστικά που ήθελε να διαδώσει. Κι ας τ’ άκουγε όποιος ήθελε (ή όποιος άντεχε).

Τι δουλειά έκανε ακριβώς ο Χάρολντ Πίντερ; Καμία. Απλώς έπαιζε επινοώντας ζωές. Μετά, τις παρατηρούσε να παίρνουν το δρόμο τους (και συχνότερα να τον χάνουν). Να συναντάνε άλλες ζωές, να συμπλέκονται βίαια και να χωρίζουν τρυφερά. Να απιστούν στη φαντασία παίρνοντας σάρκα, να βγαίνουν για λίγο στο φως κι ύστερα, με το κλείσιμο της αυλαίας, να ξαναγυρνούν στο σκοτάδι που αποτελεί τον γενέθλιο τόπο τους. Μόνο που «δεν υπάρχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές μεταξύ αυτού που είναι πραγματικό και αυτού που δεν είναι, ούτε του αληθούς και του αναληθούς. Δεν είναι απαραίτητο κάτι να είναι αλήθεια ή ψέμμα. Μπορεί να είναι και τα δύο». Η (όποια) αλήθεια δεν είναι παρά το μεδούλι ενός ψέματος που δεν καταφέρνει να είναι εντελώς πειστικό. Έχει στ’ αλήθεια έρθει η Άννα στους «Παλιούς Καιρούς»; Έχει πράγματι συμβεί η απιστία στην «Προδοσία»; Ή είναι όλα απειλές για να τρομάξει η μνήμη και να ανασύρει όχι μόνο όσα ζει κανείς αλλά και όσα έχει με πάθος επιθυμήσει να ζήσει;

Μπορείς να μπεις στα έργα του Πίντερ πάνοπλος. Να προσπαθήσεις να ερμηνεύσεις, να εξηγήσεις, να αποκωδικοποιήσεις, να προβάλλεις, να μεταφέρεις. Να τους επιτεθείς σαν βιρτουόζος ηθοποιός, ζόρικος σκηνοθέτης, ταλαντούχους θεατής. Να δοκιμάσεις στις κλειδαριές τους τα κλειδιά του ρεαλισμού, της πολιτικής αλληγορίας, μιας ιστορίας μυστηρίου ή μιας μινιμαλιστικής παρτιτούρας. Μπορείς και να μην κάνεις τίποτα απ’ αυτά. Να διασχίσεις το σύμπαν τους άοπλος, αναζητώντας στο ναρκοπέδιο των παύσεών τους την έκρηξη μιας μικρής (αλλά λυτρωτικής) αγάπης. Και να σκεφτείς για μια στιγμή (φτάνει μια στιγμή) το τερατώδες και ανυπόφορο βάρος των λέξεων που σηκώνουν οι άνθρωποι όταν κλονίζονται οι βεβαιότητες και πέφτουν οι ασφάλειες. Γιατί τότε κάτι πρέπει να πεις, έστω σωπαίνοντας. Χρειάζεται επειγόντως να μιλήσεις, κι ας ξέρεις πως αυτό που θα πεις θα σε προδώσει. Μετά, μπορείς να κάτσεις ήσυχος. Είναι απόγευμα Γενάρη, η μέρα έχει μεγαλώσει ανεπαίσθητα, το σκοτάδι αρχίζει να μοιάζει φιλικότερο, δυο σκιές στο δωμάτιο περιμένουν με λαχτάρα να φιληθούν, κάπου έχεις φυλάξει ένα μπουκάλι κρασί για όταν…

Γέλα λίγο. Όπου να ‘ναι έρχεται η Άννα… Πόσα χρόνια πάνε;

Τα αποσπάσματα μέσα σε εισαγωγικά είναι από την ομιλία του Χ.Π. στην τελετή απονομής του βραβείου Νόμπελ, όπως δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία της 31/12/2005 (μετάφραση: Φωτεινή Μπάρκα, Ναταλί Χατζηαντωνίου).

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα