Το αριστερό
Από την ώρα που οι τράπεζες προκήρυξαν εκλογές, το έθνος ξέσπασε σε πανηγυρισμούς. Όχι ότι καιγόταν να εκφραστεί, ούτε είχε έρθει η ώρα του Καραμανλή. Απλώς ήξερε ότι η προεκλογική περίοδος χρησιμοποιείται πλέον σα διαφημιστικό διάλειμμα στον τηλεμαραθώνιο λιτότητας. Τι κι αν τα περισσότερα κόμματα παρουσίαζαν τις ίδιες δανειακές συμβάσεις; Τίποτα δε μας χαλούσε τη […]
Από την ώρα που οι τράπεζες προκήρυξαν εκλογές, το έθνος ξέσπασε σε πανηγυρισμούς. Όχι ότι καιγόταν να εκφραστεί, ούτε είχε έρθει η ώρα του Καραμανλή. Απλώς ήξερε ότι η προεκλογική περίοδος χρησιμοποιείται πλέον σα διαφημιστικό διάλειμμα στον τηλεμαραθώνιο λιτότητας. Τι κι αν τα περισσότερα κόμματα παρουσίαζαν τις ίδιες δανειακές συμβάσεις; Τίποτα δε μας χαλούσε τη διάθεση. Όποιος έγραφε καλάσνικοφ έπαιρνε άριστα 10 likes. Μερικοί σκέφτονταν να κρεμάσουν την αμφιβολία. Όποιος χρησιμοποιούσε ερωτηματικό ήταν, δεν ήταν, πράκτορας των Γερμανών. Όλοι ανεξαιρέτως ήθελαν τώρα να ψηφίσουν. Μέχρι και ο φίλος που φωνάζει αποχή έπαψε να είναι βάσανο. Σνόμπαρε τις κάλπες όταν είχαμε Δημοκρατία κι αυτή για να ανθίσει: «δεν αρκεί να είναι ελεύθερη η κοινή γνώμη, είναι ανάγκη και να επηρεάζει τη βούληση της εξουσίας» έγραφε ο Κωνσταντίνος Τσάτσος. Τα νέα μέτρα όμως είχαν ήδη συμφωνηθεί για τον Ιούνη. Το μέλλον εν πολλοίς είχε προαποφασιστεί.
Δεν αποτέλεσε λοιπόν έκπληξη που η εκλογική μάχη έμοιαζε να στέκει σαν αμάξι γέρικο στην ανηφοριά. Η έλλειψη αυθεντικού πάθους, η εξουσιομανία δίχως ευγενείς φιλοδοξίες, η απουσία κοινού οράματος, η υποψία ότι:«θέλομε δε θέλομε, θα μας εσώσουν» όπως λέει ο ποιητής, η νωθρότητα των νέων πολιτικών να συντάξουν ένα διαφορετικό λόγο, ήταν μερικά από τα αίτια της πλήξης. Ακόμα και η μουσική από τους Πειρατές της Καραϊβικής ήταν πιο εμπνευσμένη από κάθε εκφραστικό μέσο που χρησιμοποίησε ο Αντώνης Σαμαράς. Το διάχυτο τίποτα επισκίασε το λόγο. Παραφράζοντας τον Ντοστογιέφσκι παρακαλούσαμε: «Πες μου ψέματα, μα με το δικό σου, τον προσωπικό τρόπο και τότε εγώ θα σε ψηφίσω». Μα φαίνεται πως έλειπαν και τα ολοκαίνουρια ψέματα και οι έντιμοι ασυνεπείς που θα τα επινοούσαν. Οι εκλογές, ας το παραδεχτούμε, έβγαζαν πάντοτε στην επιφάνεια το χειρότερό μας εαυτό, εαυτό πιο άγνωστο και από πρωτοεμφανιζόμενο υποψήφιο.
Οι temporarily embarrassed billionaires του Στάινμπεκ θα αναζητήσουν εναγωνίως τις επόμενες ώρες τα φαντάσματα της ειλικρίνειας του Κέρουακ. Υπάρχουν άραγε και πώς τα αναγνωρίζει κανείς; Δύσκολο εγχείρημα, ενδεχομένως αδύνατο να βρεθεί ένα κόμμα που δεν τα ντροπιάζει. Το αποσυντονιστικό στοίχημα ενάντια στη φύση και στους θεούς, η Δημοκρατία μας σύμφωνα με τον Σαβατέρ, μοιάζει ολοένα και περισσότερο με αδιάφορο πείραμα. Οι εκλογές ωστόσο παραμένουν κρίσιμες αν αναλογιστούμε ότι ίσως αναδείξουν τους βουλευτές με τους οποίους θα χρεοκοπήσουμε. Προσωπικά, είμαι αναποφάσιστος. Ανέκαθεν υπήρξα καλύτερος στο να υποδεικνύω τι πρέπει να κάνουν οι άλλοι. Στο παραβάν πάντως θα πάρω μαζί μου μια φράση του Γερμανοεβραίου Βάλτερ Μπένγιαμιν: «Στις μέρες μας κανείς δεν πρέπει να επιμένει πεισματικά σ’αυτό που ξέρει. Η δύναμη έγκειται στον αυτοσχεδιασμό. Όλες τις αποφασιστικές γροθιές θα τις δώσει το αριστερό». Μου φαίνεται καλός οδηγός για ολόκληρη την Ευρώπη.
«(Ο λαός) δεν είναι ελεύθερος παρά τη στιγμή που εκλέγει τα μέλη του κοινοβουλίου του. Μετά την εκλογή τους γίνεται σκλάβος, δεν είναι τίποτε. Αλλά ο τρόπος που χρησιμοποιεί την ελευθερία του, όταν την έχει, δικαιολογεί απόλυτα γιατί τη χάνει» έγραφε ο Ρουσσώ στο Κοινωνικό Συμβόλαιο δικαιώνοντας όσους επιμένουν να υπενθυμίζουν πως εάν οι εκλογές άλλαζαν κάτι, θα ήταν παράνομες. Μέχρι το επόμενο ραντεβού, ωστόσο, ίσως να μη δικαιούμαστε όλοι επίδομα ψήφου. Τι παραπάνω έχει το Twitter; Γιατί το κάνουμε να φαίνεται πιο δύσκολο απ’ό,τι είναι, ποτέ δεν το κατάλαβα. Μοιάζει σχετικά απλό. Το διασκεδάζουμε και δεν ψηφίζουμε καριόληδες. Τα καθήκοντά μας, αυξημένα όσο θερίζει η βαρβαρότητα, τα αναλαμβάνουμε στις 7 του Μάη. Η αποχή από Δευτέρα θα είναι ασυγχώρητη.