Το δικαίωμα να συνυπάρχεις, χωρίς να πληρώνεις
Η Κατερίνα Τριανταφυλλίδου γράφει για τον δημόσιο χώρο στη Θεσσαλονίκη.
Λέξεις: Κατερίνα Τριανταφυλλίδου
Απέναντι απ’ το σχολείο μου, το Πειραματικό του ΑΠΘ στην Αγίας Σοφίας, έχει ένα ξηροκαρπάδικο. Κι αν δεν είχαμε δώσει λεφτά μετά το σχόλασμα για αμύγδαλα και ποπ-κορν… Όπως και στο μίνι-μάρκετ πιο δίπλα, απ’ όπου παίρναμε πατατάκια το χειμώνα και παγωτά το καλοκαίρι – αν και μερικοί δεν περιμέναμε καν τις ζέστες. Όταν ήμουν στη Β’ Λυκείου, το 2017, μια μέρα σχολάσαμε νωρίτερα. Εγώ και μια φίλη σταθήκαμε στο πεζοδρόμιο μπροστά απ’ το ξηροκαρπάδικο, συγκεκριμένα μπροστά απ’ τη μεγάλη τζαμαρία και όχι απ’ την άλλη πλευρά, της εισόδου. Δε θυμάμαι τι συζητούσαμε. Μετά από 5 λεπτά, βγαίνει ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού, που μας κοιτούσε τόση ώρα απ’ το τζάμι και μας κάνει παρατήρηση: «Μη στέκεστε εδώ πέρα. Εδώ είναι μαγαζί». «Κύριε», του λέω, «εδώ είναι πεζοδρόμιο». «Να πάτε πιο πέρα, εδώ μπαινοβγαίνουν άνθρωποι, εμποδίζετε». Σηκωθήκαμε να φύγουμε, έχοντας ξεχάσει και τι συζητούσαμε, ντροπιασμένες που μας είχε επιπλήξει ο μαγαζάτορας, εμάς που δε μας μάλωσε ποτέ ούτε καθηγητής.
Αυτές τις μέρες, μετά από πέντε χρόνια, μέσα στα οποία η κοινωνικότητα (η δική μου προσωπικά αλλά και της κοινωνίας συνολικά) έχει τσαλαπατηθεί από τους περιορισμούς, τις μέρες που χάνουμε μπροστά στις οθόνες, την κατήφεια, τη μιζέρια και τη μελαγχολία ολονών (τουλάχιστον αυτών που συναισθάνονται τι συμβαίνει γύρω μας), μου ήρθε ξανά στο μυαλό το περιστατικό με τον ξηροκαρπά: Ποια κοινωνικότητα να περισωθεί, ποια επικοινωνία να καλλιεργηθεί και πώς, όταν εν έτει 2022 δεν υφίσταται αυτό που λέμε «δημόσιος χώρος»: Ένας χώρος με μοναδικό σκοπό τη συνάντηση, τις γνωριμίες, την ανταλλαγή απόψεων, τη συλλογική σκέψη, οργάνωση και δράση.
Πού συναντιόμαστε, όσοι ακόμα συναντιόμαστε; Σε εστιατόρια, μπαρ, καφέ. Πάμε μαζί για ψώνια, πάμε σινεμά, στην καλύτερη περίπτωση στο θέατρο ή σε συναυλίες. Τι κοινό έχουν όλα αυτά; Πρέπει να πληρώσουμε για να βρισκόμαστε σε όλους αυτούς τους χώρους και να συμμετέχουμε στις δραστηριότητες που προσφέρουν.
Περπατάς στο δρόμο βρε αδερφέ. Βλέπεις κτίρια, δεξιά και αριστερά. Σε πόσα από αυτά μπορείς να μπεις χωρίς να έρθει κάποιος να σε ρωτήσει: «Εσείς για ποιο πράγμα θα πληρώσετε σήμερα» ή πιο συχνά «Πώς μπορώ να σας βοηθήσω;». Πώς μπορεί να πιστέψει κανείς πως έχουμε δημοκρατία, όταν το κράτος δεν ενδιαφέρεται να προσφέρει στον πολίτη το βασικό της αγαθό, τις συνθήκες στις οποίες γίνεται δυνατή και ανθίζει η επικοινωνία; Βρισκόμαστε κλεισμένοι στις φούσκες μας. Στην οικογένειά μας, τους φίλους που θα τύχει να κάνουμε στο πανεπιστήμιο ή στη δουλειά, τον κρεοπώλη, τον μανάβη, τον υπάλληλο του σούπερ μάρκετ ή της τράπεζας που θα συναντήσουμε για οποιοδήποτε άλλο λόγο πέρα απ’ το να τον γνωρίσουμε, να πιάσουμε μια κουβέντα, ανθρώπινα.
Οι επαφές μας με τους άλλους έχουν καταστεί δυνατές μόνο ως τυχαίες συνέπειες μιας συνεχούς διαδικασίας κάλυψης των αναγκών και εκπλήρωσης των καταναλωτικών μας επιθυμιών. Γιατί πάμε στο πανεπιστήμιο; Για να πάρουμε πτυχίο, για να βρούμε δουλειά, για να επιβιώσουμε. Γιατί πάμε στη δουλειά; Για το μισθό, για να επιβιώσουμε. Η ανάγκη μας για κοινωνικοποίηση ικανοποιείται, όταν ικανοποιείται, όχι επειδή της δίνει κανείς σημασία ως βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, μα δειλά, μερικές φορές κρυφά, τυχαία και ενοχικά. Ναι, θα βγεις με τον συνάδελφο να κάνετε ένα τσιγάρο στο διάλειμμα, αλλά μη χασομεράς: Η δουλειά σου εδώ είναι να είσαι παραγωγικός. Ναι, θα βγείτε διάλειμμα παιδιά, αλλά για 15 λεπτά, ίσα να πάτε τουαλέτα, να πιείτε νερό: Η δουλειά σας εδώ είναι να μάθετε απ’ έξω τον νόμο του Κουλόμπ και την ακριβή χωρητικότητα των ελληνικών πλοίων το 1840 – άσχετα αν αγνοείτε την ιστορία της διεκδίκησης των δικαιωμάτων της γυναίκας, το τι συνέβαινε στη Χούντα και βασικά γεγονότα της Παγκόσμιας Ιστορίας. Αυτά πυροδοτούν συζητήσεις. Θεός φυλάξει.
Είμαι 22 χρονών και δεν το πιστεύω ότι έχω πρόσβαση σ’ ένα βίντεο που τράβηξε κάποιος στην Αυστραλία, αλλά όχι σ’ έναν χώρο όπου μπορώ απλά να συναντήσω ανθρώπους: Αυτούς που μένουν δίπλα μου, εδώ, στη γειτονιά μου, τη γεμάτη αθόρυβες πολυκατοικίες. Έναν χώρο που να υπάρχει χωρίς να προσφέρει κανένα οικονομικό κέρδος, να μην αξιοποιείται για κανέναν άλλο σκοπό πέρα απ’ τη συνάντηση των ανθρώπων, να μην έχει κυλικείο, καφέ, εστιατόριο, να μη συνδέεται με την αγοραπωλησία με κανέναν τρόπο. Θα πήγαιναν οι άνθρωποι; Θα πήγαιναν. Το πραγματικό κέρδος για τον άνθρωπο ξεκινά εκεί όπου παύει το κέρδος της αγοράς (να είναι αυτοσκοπός).
*Η Κατερίνα Τριανταφυλλίδου είναι τεταρτοετής φοιτήτρια Φιλοσοφίας.