To δράμα μιας μάνας σινεφίλ
Και άντε και βρίσκεις φύλαξη και ξεκινάς να πας ένα σινεμά...
Tο πρόβλημα ξεκινά από το πώς ζητάς µπειµπι-σίτιννκ για κάτι τέτοιο. Αδιάφορα; Αθώα; Σα να µη σε αφορά η απάντηση;
-Μανούλα θα µου κρατήσεις τα παιδιά να πάω σινεµά; Εκείνη τη µέρα πάντως πονούσαν τα κοκάλα της από την οστεοπόρωση. Συνεπώς δεν µπορούσε. Η πεθερούλα είχε να σιδερώσει και έτσι ο µπαµπάς φόρεσε παντόφλες και τράβηξε προς το multi να αλέσει την φρουτόκρεµα.
Το ραντεβού είχε οριστεί για τις επτά µε µια φίλη cine-animal που πλήρωσε µπέιµπι σίτερ για να αφήσει το νεογέννητο. Ήταν το πρόσωπο που κάποτε χτυπούσε µέχρι και δυο Ταρκόφσκι στην καθισιά. Είχαµε δει παρέα, προ αµνηµονεύτων, τα άπαντα του Φασµπίντερ στο “Ριβολί” και τα τετράωρο, ασπρόμαυρα σοβιετικά αριστουργήματα στον κουλτουριάρη, αξέχαστο “Αίαντα”. Όχι ότι υπήρχε πιθανότητα να βρούµε και πάλι το στυλ µας αλλά νιώθαµε να µας αδικεί η ταινία τρόµου “Κατσαρίδες”, µα το θεό, που είχε η τηλεόραση.
-Πού θα πάµε; ρώτησε το cine- animal και εγώ τόλµησα να προτείνω αισθηματική κοµεντί µε τον Χιού Γκραντ στα multiplex. Λέγοντας το και µόνο καταλάβαινα πως έπεφτα πολύ χαµηλά. Ποιος; Εγώ. Που στα νιάτα µου άντεξα ταιvίες όπως το “Είµαι Περίεργη Κίτρινη”, “Είµαι Περίεργη Μπλε” και “Εκεί Που Ονειρεύονται τα Πράσινα Μυρµήγκια”, Πάντως για οπαδός του Ταρκόφσκι δεν το πήρε και βαριά. Μην ακούτε αυτά που λένε. Δε γεννήθηκε ακόµη η γυναίκα που θα απορρίψει τον Χιού Γκραντ.
Στα muΙtipΙex είχε στηθεί το τρελό πανηγύρι του κόσµου. Δυο block-buster και δυο παιδικά το κάνανε το θαύµα τους. Το σινεµά είχε ότι γουστάρεις. Μπαρ; Ζαχαροπλαστείο; Καφετέρια; Παιδότοπο; Μέχρι που λυπήθηκα γιατί δεν είχα µαζί µου τα παιδιά να παίξουν στην πλαστική τσουλήθρα. Εισιτήριο όµως για την ταινία δεν υπήρχε ούτε για δείγµα. Φουλ όλες οι προβολές σε σηµείο να αναρωτιέσαι γιατί κλαίγονται οι σινεµατζήδες.
Με πόνο ψυχής αποχαιρέτησα το δωρεάν παρκινγκ, τα νάτσος µε το λιωµένο τσένταρ των 1800 θερµίδων, τις άνετες αίθουσες. Από την άλλη, γλίτωσα απ’ τη βαβούρα, την αντισινεφίλ ατµόσφαιρα, από εκείνους που κάνουν πλατς-πλατς καταβροχθίζοντας το ποπ-κορν τους και από τους άλλους που ψάχνουν µια σκοτεινή γωνιά για να τηλεφωνηθούν στο κινητό µε τους φίλους τους. Ήταν φανερό, είπα στη φίλη, η µοίρα µας έστελνε στο κέντρο, σε κουλτουριάρικη ταινία γαλλική, που µάλιστα δεν την τσιγκουνεύτηκαν σε αστέρια οι έλληνες κριτικοί. Η κινηματογραφική παιδεiα νίκησε.
Έβρεχε και στο κέντρο γινόταν το έλα να δεις, η ώρα προβολής πλησίαζε και το παρκινγκ, αν θέλετε το πιστεύετε, κόστιζε 3 ευρώ ανά ώρα που σηµαίνει ότι το σινεµά θα το πλήρωνα τριπλό. Από εκεί έπρεπε να περπατήσουµε µέσα στη βροχή για δυο- τρία χιλιόµετρα, το παπούτσι µου που ήταν ολοκαίνουργιο πήρε νερό και µε χτυπούσε και το cine-animal γκρίνιαζε συνεχώς γιατί πλησίαζε η ώρα θηλασµού του νεογέννητου και δεν ήξερε πόσο µπορούσε να αντέξει πρησµένη. Στο σινεµά είχε κόσµο αλλά ευτυχώς υπήρχαν θέσεις. Και κάποτε η ταινία άρχισε. Στο εικοσάλεπτο κατάλαβα ότι κάτι πάει λάθος στην ψυχολογία του σεναριογράφου. Προφανώς γράφοντας το έκτρωµα βρισκόταν σε τροµώδες παραλήρηµα. Για το σκηνοθέτη, που ήταν το ίδιο πρόσωπο, δεν θα σχολιάσω καθόλου. Κι όχι τίποτε άλλο, αλλά στην Γαλλία έχουν µια χαρά ψυχιάτρους αvτί για τη θεραπεία τους να ξοδεύονται γυρίζοντας ταιvίες και ταλαιπωρώντας τον κοσµάκη. Ήταν ολοφάνερο. Είχαν αλλάξει οι εποχές. Παλιά τα πράγµατα ήταν καθαρά. Υπήρχαν τα κακά αφεντικά και οι καλοί εργαζόµενοι, η κακή δεξιά και η καλή αριστερά, το κακό Χόλιγουντ, ο καλός ευρωπαϊκός κινηματογράφος. Τώρα όµως έχει κάτι Xόλιγoυvτ να γλείφεις τα δάχτυλα σου, ενώ κυκλοφορούν κάτι ευρωπαϊκούρες που δεν βλέπονται µε τίποτε.
Τη νύχτα πριν με πάρει ο ύπνος έκανα τον απολογισμό της βραδιάς.
Καστόρινα παπούτσια που χάλασαν στη βροχή – 80 ευρώ Πάρκινγκ στο κέντρο της πόλης – 9 ευρώ Κινηματογράφος για μάπα ταινία – 7 ευρώ, συν 7 της φίλης μου γιατί κέρασα εγώ
Επιθυμία να δούμε κάτι της προκοπής, κάτι που να αξίζει την ταλαιπωρία μας; Αξία ανεκτίμητη.
Μπείτε και κάντε like εδώ για να ενημερώνεστε για όλα τα γραμμένα αποκλειστικά για το parallaximag.gr άρθρα.