Το φαινόμενο “ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ”
Εδώ και χρόνια, η Θεσσαλονίκη αντιμετωπίζεται ως "υποχρέωση" και όχι ως "παίκτης" σε ό,τι αφορά το κράτος
Λέξεις: Μαρία Τσιουτάνη
Παρατηρώ, με ενδιαφέρον, τις αντιδράσεις των συμπατριωτών, αλλά και των συμπολιτών, στα όσα συμβαίνουν, κατά καιρούς και κατά περίπτωση, στην Θεσσαλονίκη.
Γενικώς, επικρατεί αδιαφορία και σποραδικές αναφορές στο αστυνομικό δελτίο. Θα έλεγα η συνήθης αδιαφορία που καλύπτει τα συμβαίνοντα στην επαρχία. Μέχρι εδώ όλα καλά, επαρχία είμαστε, ως επαρχία αντιμετωπιζόμαστε. Όταν όμως συμβαίνει κάτι που δεν συμβαδίζει με το συνολικό “αφήγημα” της χώρας, που “ενοχλεί” κόμματα και κέντρα εξουσίας, τότε η Θεσσαλονίκη έρχεται στο επίκεντρο και δέχεται, συνήθως ορυμαγδό παρατηρήσεων και σχολίων, κατά βάση αρνητικών.
Ας πούμε, μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση:
Επικρατεί η Νέα Δημοκρατία με μεγάλο ποσοστό, να οι οιμωγές και οι πηχυαίοι τίτλοι για την “Θεσσαλονίκη της αντίδρασης και του δοσιλογισμού” η μια πλευρά, να οι πανηγυρισμοί για το “εθνικό φρόνημα” της πόλης, η άλλη
Έρχονται τα δυο πρώτα κόμματα κοντά-κοντά ενώ σε όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην επαρχία επικρατεί η ΝΔ, η “απορία” των ΜΜΕ έκδηλη και των συμπατριωτών η αμηχανία εμφανής..
Κανείς δεν αναρωτιέται τί συμβαίνει επιτέλους σ’ αυτή την πόλη, που, αν μη τί άλλο εκ της θέσεώς της στον γεωγραφικό χάρτη της χώρας (γειτονία με τα Βαλκάνια, εγγύτητα με την Κ.Ευρώπη) εκ του πληθυσμού της και του ρόλου της σε ολόκληρη την παραγωγική αλυσίδα της Βόρειας Ελλάδας είναι -η μήπως όχι- ένα από τα “κλειδιά” της χώρας..
Όλο αυτό καταλήγει, συνήθως, στην επωδό “φταίνε οι πολίτες της Θεσσαλονίκης”. Τα επίθετα που τους αποδίδονται πολλά και δεν έχει νόημα να τα παραθέσω. Είναι και λίγο ντροπιαστικό γι αυτούς που, συνήθως, από μακρυά κρίνουν και αποφαίνονται…
Εκείνον τον χαρακτηρισμό που θα αποκρούσω με σθένος είναι ο “μιζεραμπιλισμός” των κατοίκων της. Γιατί είναι μεγάλη αδικία να τον απευθύνουμε σε πολίτες που σε δύο εκλογικές αναμετρήσεις -2010 και 2014- εν μέσω της μεγάλης κρίσης, είχαν την τόλμη και την ευθυκρισία να εκλέξουν τον Γιάννη Μπουτάρη, έναν από τους πιο ρηξικέλευθους, οραματιστές και φιλελεύθερους δημοκράτες πολίτες αυτής της χώρας, ως Δήμαρχο τους.
Τίς -και τί- πταίει, λοιπόν?
“Έλλειψη ανάπτυξης, ρόλου στο κράτος. Εδώ και χρόνια, η Θεσσαλονίκη αντιμετωπίζεται ως “υποχρέωση” και όχι ως “παίκτης” σε ό,τι αφορά το κράτος.
Σημαντική και ανεξέλεγκτη “συμμετοχή” στα κοινά της πόλης και της ευρύτερης περιφέρειας, εκκλησιαστικών, παρεκκλησιαστικών και μοναστηριακών κύκλων.
Πλήρης υποτίμηση και ελλειπέστατο ενδιαφέρον από την κεντρική διοίκηση των, όποιων προβλημάτων, της πόλης με αποτέλεσμα μακρόσυρτες και ανεπιτυχείς λύσεις.
Ανάδειξη πολιτικών και τοπικών στελεχών με κύριο κριτήριο την “ανικανότητα” (βλ, χειραγωγήσιμους) και την υπακοή στα “κεντρικά”,
Εκμαυλισμός και εσωστρέφεια των πολιτών.
Αποτέλεσμα, φραπεδούπολη..” έγραφα, σχολιάζοντας ανάρτηση φίλου μου.
Υπάρχουν πολλά ακόμη και με στοιχεία αδιάσειστα για τον “παραγκωνισμό” της πόλης και της περιοχής αλλά και των Θεσσαλονικέων όπου συμμετέχουν ως εκπρόσωποι της πόλης και της ευρύτερης Περιφέρειας, ακόμα κι όταν διακρίνονται κι αξίζουν κάθε τιμή για την ποιότητά τους.
Εν ολίγοις ,υπάρχει η ανεπαρκής, αν όχι λανθασμένη, ανάπτυξη του κράτους μας, που περιορίζει τον ζωντανό ιστό του στην περιοχή της Αττικοβοιωτίας, προκαλώντας “στραγγαλισμό” και “αποστράγγιση” της υπόλοιπης χώρας ενώ αποδέχεται εντός του μόνον όσους “παίζουν το παιχνίδι” με τους όρους που διαμορφώθηκαν εκεί.
“Παιχνίδι” που οι Νέες Χώρες δεν έμαθαν αλλά και δεν τους ταιριάζει..
Αν δεν γίνει τώρα αντιληπτή η ανάγκη συμπερίληψης όλων των “παικτών” και δεν επιχειρηθεί με σοβαρά βήματα μια αντιστροφή αυτού του κλίματος που συνεπάγεται απογοήτευση , αδιαφορία ή/και οργή, οι ακραίες φωνές όχι απλά θα δυναμώνουν και θα πληθαίνουν, αλλά θα γίνουν στο μέλλον πιο ακραίες. Έτσι γεννιούνται οι λέγκες κι επέρχονται θλιβερές εξελίξεις που δεν ξεπλένονται ούτε με ένα δάκρυ ούτε διορθώνονται με την εκ των υστέρων σοφία..
*Η Μαρία Τσιουτάνη είναι δικηγόρος