Το γέλιο μας ενώνει!
του Σάββα Πατσαλίδη Οι καιροί είναι δύσκολοι. Και προβλέπονται ακόμη δυσκολότεροι. Και σκέφτηκα, ως αντίδραση στην απέραντη μελαγχολία και στα όσα θλιβερά έχουν συμβεί τον τελευταίο καιρό στον τόπο μας, να μιλήσω για κάτι που ξεχάσαμε, το γέλιο, κυρίως σε σχέση με το θέατρο. Η φύση του γέλιου Καταρχάς το κοινότοπο: όλοι οι λαοί γελούν […]
του Σάββα Πατσαλίδη
Οι καιροί είναι δύσκολοι. Και προβλέπονται ακόμη δυσκολότεροι. Και σκέφτηκα, ως αντίδραση στην απέραντη μελαγχολία και στα όσα θλιβερά έχουν συμβεί τον τελευταίο καιρό στον τόπο μας, να μιλήσω για κάτι που ξεχάσαμε, το γέλιο, κυρίως σε σχέση με το θέατρο.
Η φύση του γέλιου Καταρχάς το κοινότοπο: όλοι οι λαοί γελούν περίπου με τον ίδιο τρόπο. Μπορεί ένας συγγραφέας να αποδίδει λεκτικά το γέλιο των συμπατριωτών του με ένα «χι, χι, χι» κάποιος άλλος με ένα «χα, χα, χα», άλλος με «χο, χο, χο», όμως η κατάληξη είναι η ίδια: όλοι εκφράζουν το γέλιο με τη μορφή απελευθέρωσης ήχων οι οποίοι, σε αντίθεση με τις λέξεις, δεν είναι πολιτιστικά προσδιορισμένοι, δηλαδή «κατασκευασμένοι». Για παράδειγμα, εάν μας ζητηθεί να γελάσουμε, μπορούμε να το κάνουμε, όμως θα φαίνεται από μακριά ότι είναι ψεύτικο. Το ίδιο όταν προσπαθούμε να μιμηθούμε το γέλιο κάποιου άλλου. Προσέξτε έναν ηθοποιό, που ελέγχει τα υποκριτικά του μέσα, πόσο πειστικά γελάει και δείτε έναν ατάλαντο ή ακόμη υποκριτικά άγουρο πόσο ζορίζεται.
Συλλογικό γέλιο Κάτι ακόμη: Δεν γελάμε κατά μόνας. Στην καλύτερη περίπτωση χαμογελάμε. Μόλις όμως βρεθούμε με ομάδα το ίδιο πράγμα που μας έκανε να χαμογελάσουμε το πιθανοτερο είναι ότι θα προκαλέσει γέλιο. Γιατί συμβαίνει αυτό; Απλούστατα, το γέλιο μας κάνει να αισθανθούμε ότι ανήκουμε σε μια ομάδα. Εκείνες τις στιγμές αφήνουμε την εκλογίκευση και τον ορθολογισμό και αντιδρούμε με το ένστικτο, την παρόρμηση. Εκείνες τις στιγμές το γέλιο μας ενώνει. Είναι η κοινή μας γλώσσα, μια γλώσσα που δεν μαθαίνουμε, γιατί απλούστατα γεννιόμαστε με αυτήν. Είναι μέσα μας και κάθε φορά που εκδηλώνεται μας προκαλεί ψυχοσυναισθηματική ανάταση. Μερικές φορές, βέβαια, κάτι γίνεται και μας εγκαταλείπει εντελώς. Ας πούμε το εκνευριστικό γέλιο κάποιου που κάθεται δίπλα μας ή το γεγονός ότι γελάει με την κάθε ανοησία που ακούει στη σκηνή. Μπορεί να σπαστούμε και από τα πολύ φτωχά αστεία στα οποία καταφεύγει ένας κωμικός ο οποίος, θέλοντας να αγγίξει την πλατεία, υπερβάλλει. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι όσο πιο πολύ προσπαθεί ένας ηθοποιός να βγάλει γέλιο τόσο το χειρότερο γι’ αυτόν (δείτε πολλές από τις ταινίες του Ψάλτη, λ.χ., και θα καταλάβετε τι εννοώ).
Γέλιο κονσέρβα Το γέλιο δεν πηγάζει κατ’ ανάγκη από κάποια αστεία κατάσταση που βιώσαμε. Ο άνθρωπος γελά και όταν ακούει τους άλλους να γελούν. Είναι όπως ένα σκυλί που αρχίζει να γαβγίζει όταν ακούει κάποια άλλα να γαβγίζουν. Το γέλιο, όπως και το χασμουρητό, είναι μεταδοτικό. Είναι ένας ενστικτώδης μηχανισμός κοινωνικοποίησης. Και αυτό πιστεύω πως είχαν κατά νου όσοι σκέφτηκαν να εισαγάγουν το τηλεοπτικό γέλιο κονσέρβα στις 9 Σεπτεμβρίου του 1950 στο σόου «The Hank Macune Show». Η επιτυχία ήταν άμεση. Ο κόσμος στο σαλόνι του γελούσε με το που άκουγε το κονσερβοποιημένο γέλιο, λες και ήταν εκεί, στο στούντιο, με όλους τους άλλους τηλεθεατές. Το γέλιο κονσέρβα τον βοηθούσε να ενταχθεί σε μια ομάδα (έστω νοερά), ενισχύοντας την αυτοπεποίθησή του ότι δεν γελά σε λάθος στιγμές και για λάθος πράγματα. Κάτι τέτοιο επιδιώκει από την αρχή κάθε σόου του και ο Μάρκος Σεφερλής, για παράδειγμα. Στρέφεται κατευθείαν στην πλατεία ώστε να την πάρει με το μέρος του. Δηλαδή, «κονσερβοποιεί» τις αντιδράσεις, ακόμη και με θέματα που θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι άκρως ρατσιστικά (π.χ. οι συχνές αναφορές του σε άτομα με σωματικά προβλήματα). Γενικά το γέλιο σε μια κωμωδία λειτουργεί δίκην ηρεμιστικού. Για παράδειγμα, παρακολουθούμε μια περιπέτεια που μας αγχώνει και μόλις διαπιστώσουμε ότι τα γεγονότα πέρασαν και δεν ήταν τόσο καταστροφικά, τότε γελάμε. Όπως γελάμε, ακόμη και με ζοφερά γεγονότα, όταν δεν μας αφορούν. Το γέλιο είναι η πιο καθαρή αντίδραση που αφορά τον τρόπο υποδοχής μιας παράστασης. Όμως, επειδή ακριβώς κυριαρχεί η λογική της μάζας, δεν μπορείς να είσαι σίγουρος εάν ο κόσμος γελά γιατί η παράσταση το προκάλεσε ή γιατί γελά ο διπλανός του.
Φύλο και γέλιο Οι γυναίκες είναι αυτές που γελάνε περισσότερο, ενώ οι άνδρες είναι αυτοί που προκαλούν το γέλιο. Θυμηθείτε τα σχολικά σας χρόνια: ποιος έκανε τον κλόουν στην τάξη για να κάνει τους άλλους να γελάσουν; Συνήθως ήταν κάποιο αγόρι. Οι γυναίκες πολλές φορές αναφέρουν ότι ο άνδρας που ονειρεύονται θέλουν να έχει και αίσθηση του χιούμορ. Δείτε ποιοι κάνουν σήμερα stand up comedy στην χώρα μας. Είναι σχεδόν όλοι άνδρες. Και υπάρχει κοινωνιολογική εξήγηση. Εκείνος που διαχειρίζεται το γελαστικό/σατιρικό λόγο έχει και τη δύναμη, αφού είναι σε θέση να ορίζει το ποιόν και τους στόχους του λόγου. Ιστορικά η γυναίκα ήταν κατά κανόνα αντικείμενο σάτιρας ή στόχος, δεν ήταν ποτέ παραγωγός του λόγου και των διαθέσεών του. Σήμερα, εκεί όπου υπάρχει πολύ δυνατό φεμινιστικό κίνημα, υπάρχει και πληθώρα γυναικών stand up comedians. Από θύματα της πλάκας πέρασαν στην αντίπερα όχθη.
Γέλιο και ιεραρχία Και ένα τελευταίο: το γέλιο περιορίζεται όσο κάποιος ανεβαίνει την κοινωνική ιεραρχία. Είδατε ποτέ πρωθυπουργό ή ένα πολύ υψηλά ιστάμενο πρόσωπο, ας πούμε έναν υπουργό, να σκάει στα γέλια on camera; Όχι, γιατί απλούστατα εκεί ψηλά όλοι είθισται να ελέγχουν τις παρορμήσεις τους και να λειτουργούν με γνώμονα τη λογική. Τουλάχιστον αυτήν την εικόνα θέλουν να περάσουν στον κόσμο. Εκείνο, όμως, που δεν καταλαβαίνουν αρκετοί από αυτούς είναι ότι η υποτιθέμενη «λογική» τους είναι, τις περισσότερες φορές, και για γέλια και για κλάματα. Και για του λόγου το αληθές, δείτε την πολιτική μας σκηνή, μια σκηνή γεμάτη από τραγελαφικά παραδείγματα, από γελωτοποιούς που δεν έχουν αντιληφθεί ότι διαφορετικά παίζεται η κωμωδία και διαφορετικά η τραγωδία και ότι κάθε είδος έχει και διαφορετικό τέλος και τίμημα.