Το κάμπινγκ ως ελληνική μικροκοινωνία
Το κάμπινγκ είναι μια μικρή κοινωνία.
Τα τελευταία δέκα χρόνια είμαι παραθεριστής σε κάμπινγκ. Είναι οργανωμένο για να εξυπηρετεί τις ανάγκες πολυήμερων διακοπών, ακόμη και ολόκληρου του καλοκαιριού. Ετσι, οι μόνιμοι παραθεριστές που διαμένουν για χρόνια είναι πολλοί. Είναι μια σίγουρη επιλογή για οικογένειες με παιδιά και συνταξιούχους που επιζητούν ησυχία και δροσιά δίπλα στη θάλασσα.
Το κάμπινγκ είναι μια μικρή κοινωνία. Τροχόσπιτα το ένα δίπλα στο άλλο, τοποθετημένα στις δύο μεριές του δρόμου, διαμορφώνουν μικρές γειτονιές όπου οι γείτονες γνωρίζονται και αλληλεπιδρούν σε ένα περιβάλλον που απέχει από τις αφιλόξενες γειτονιές μιας πόλης, που στην καλύτερη περίπτωση γνωρίζεις μόνο τον διπλανό σου. Στο κάμπινγκ, θέλοντας και μη, ένα μέρος της ζωής σου είναι διαρκώς δημόσιο, οπότε με το να μείνεις σε έναν τέτοιο χώρο γνωρίζεις ότι δεν θα έχεις την ιδιωτικότητα που προσφέρει η πόλη ή μια εξοχική κατοικία. Ζώντας, λοιπόν, για χρόνια σε μια τέτοια μικροκοινωνία που έχει τους δικούς της κανόνες και τη δική της καθημερινότητα, έμαθα να παρατηρώ όσα συμβαίνουν και να ακούω όσα λέγονται με ενδιαφέρον και να φιλτράρω πολλά από αυτά. Συμβιώνοντας με ανθρώπους από διαφορετικά περιβάλλοντα (κοινωνικό, πολιτισμικό, ταξικό) μαθαίνω τις διαφορές στον τρόπο ζωής τους, κάνοντας μια άτυπη κοινωνική μελέτη της συμπεριφοράς τους στον καλοκαιρινό χρόνο που είναι αφιερωμένος στην ξεκούραση και στους πιο χαλαρούς ρυθμούς.
Υπάρχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά στις συμπεριφορές των ανθρώπων και αργά ή γρήγορα μαθαίνεις να τα ξεχωρίζεις. Ένα χαρακτηριστικό που απαντάται συχνά είναι η διάθεση για επίδειξη. Πολλοί άνθρωποι κάνουν συνειδητά κάποιες πράξεις για να δείξουν ότι είναι κάτι ιδιαίτερο και ξεχωριστό. Γνωρίζουν ότι θα συζητηθούν και ότι θα τους προσέξουν, για αυτό και τα κάνουν. Τους αρέσει να βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής των υπολοίπων, προσπαθώντας να κερδίσουν το ενδιαφέρον με κινήσεις εντυπωσιασμού. Ετσι, οι εκδηλώσεις τους έχουν στόχο το φαίνεσθαι προς τους άλλους. Κινήσεις αβρότητας και μεγαλοσύνης που υποκρύπτουν δόλο και υστεροβουλία, φαινομενική αγάπη και ενδιαφέρον για τον συνάνθρωπο, χωρίς, όμως, ειλικρίνεια και αλήθεια.
Αυτό με οδηγεί στο επόμενο χαρακτηριστικό που είναι ένα αγαπημένο σπορ όχι μόνο της μικροκοινωνίας, αλλά των Ελλήνων: η διατύπωση θεωρίας για τα πάντα, αφού ο Ελληνας γνωρίζει τα πάντα. Θεωρία για τους άλλους, ηθικολογίες και μεγάλα λόγια με πνεύμα, χωρίς κάποια ουσία. Συνήθως, τα λεγόμενα βρίσκονται σε αναντιστοιχία με τις καθημερινές πρακτικές και έτσι καταλήγουν κενές θεωρίες χωρίς πρακτική εφαρμογή, αλλά έχουν σκοπό την αυτοπροβολή και το αυτοδόξασμα. Αυτές οι πράξεις συνήθως αναπαράγονται από άτομα που δεν έχουν να προβάλλουν κάτι ουσιαστικό μέσω του έργου και της συμπεριφοράς τους και χρειάζεται να φτιάξουν ένα αφήγημα για να μπορέσουν να υπάρχουν.
Τα παραδείγματα στραβών ανθρώπων δεν σταματούν εδώ. Ανάμεσα σε οικογένειες που διατηρούν υγιείς δεσμούς και καλή επικοινωνία υπάρχουν οικογένειες με γονείς που έχουν μηδενική υπομονή απέναντι στα παιδιά τους και μαζί έλλειψη ικανότητας ανατροφής τους. Τα παραδείγματα πολλά. Προσωπικά, διαφωνώ με το να διατυπώνονται έντονοι χαρακτηρισμοί ακόμη και μεταξύ ανθρώπων που δεν ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Οταν, όμως, μέσα στην οικογένεια οι γονείς προσβάλλουν τα παιδιά και ειδικά με τους λάθος τρόπους, πόσο μάλλον στον ανοιχτό χώρο ενός κάμπινγκ, τότε η σωστή διαπαιδαγώγηση πηγαίνει περίπατο, η παιδεία που λαμβάνει το παιδί είναι από τις χειρότερες δυνατές και βεβαίως αυτά τα μοντέλα γονιού υιοθετούνται από το παιδί που ασυνείδητα αφομοιώνει αυτές τις πρακτικές. Το σίγουρο είναι ότι κάποια στιγμή θα βρεθεί να φταίει ο δάσκαλος και ο καθηγητής που το παιδί δεν έχει παιδεία, θα φταίει το κακό εκπαιδευτικό σύστημα που δεν πρόσεξε σαν κόρη οφθαλμού τον αυριανό πολίτη.
Η ανικανότητα που ανέφερα για τους γονείς δεν περιορίζεται σε αυτούς. Πολλοί άνθρωποι είναι ανίκανοι να κάνουν διάφορα πράγματα. Δεν υπάρχει κάτι κακό σε αυτό. Το κακό εντοπίζεται στο γεγονός ότι πολλοί κομπορρημονούν για πράγματα που δεν μπορούν να κάνουν ή δεν γνωρίζουν. Αυτό συνδέεται με τη διάθεση αυτοπροβολής που αναφέρθηκε πιο πριν. Για παράδειγμα, αν είμαι νοικοκυρά και μαγειρεύω από μέτρια ως χάλια, το τελευταίο πράγμα που πρέπει να κάνω είναι να λέω τριγύρω πόσο μεγάλη σεφ είμαι. Αυτοί που με γνωρίζουν θα κουνήσουν συγκαταβατικά το κεφάλι, ενώ όσοι δεν με γνωρίζουν θα με περάσουν για τρελή. Ετσι γίνεται με όσα κάνουμε πως γνωρίζουμε, αλλά στην πραγματικότητα αγνοούμε.
Ένα άλλο γνώρισμα όσων διαμένουν σε κάμπινγκ είναι το πόσο εύκολα δημιουργούν κλίκες που έχουν ως αντικείμενο σχολιασμού όσους δεν ανήκουν σε αυτήν την κλίκα. Βεβαίως, επειδή κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει του σχολιασμού, όλοι σχολιάζουν όλους, πόσο μάλλον οι γνωστοί και φίλοι μεταξύ τους. Οι κλίκες είναι κάτι που συνηθίζεται από το σχολείο ακόμη και φαίνεται ως έμφυτο γνώρισμα. Ωστόσο, σε εκείνην την ηλικία το κουτσομπολιό απουσιάζει και τα κριτήρια είναι διαφορετικά. Αυτή η σχολιαστική κριτική, γνώρισμα των ενηλίκων, άλλοτε φανερή, αλλά κυρίως υπόγεια και κρυφή, ίσως έχει τη βάση της ως έναν βαθμό στη μισαλλοδοξία. Δεν γνωρίζω να υπάρχει καλοπροαίρετος σχολιασμός, ιδίως όταν γίνεται στα κρυφά. Είναι κυρίως κακοπροαίρετος και κακεντρεχής. Συνήθως δεν ασχολούμαστε με τα δικά μας στραβά, αλλά με των υπολοίπων. Κάποια στιγμή πολλοί άνθρωποι πρέπει να κάνουν μια αυτοκριτική. Το να μην εξετάζεις αν οι συμπεριφορές σου διακρίνονται από έλλειψη λογικής δεν είναι ένδειξη αυτογνωσίας, αλλά αδυναμίας.
Κάτι για το κλείσιμο. Η ανοχή στη διαφορετικότητα είναι ακόμη ζητούμενο. Προσφάτως βρέθηκα να μοιράζομαι την παραλία με μια οικογένεια από τη Βόρεια Μακεδονία. Το ένα παιδί με ειδικές ανάγκες. Οι γονείς του είναι αφανείς ήρωες που παλεύουν σε καθημερινή βάση να το μεγαλώσουν. Κάποια στιγμή, οι κινήσεις του έκαναν θόρυβο και ενόχλησαν μια κυρία στη διπλανή ξαπλώστρα, η οποία με ύφος μεγάλου δικαστή έκανε σε αυτό και στους γονείς του εντονότατη παρατήρηση για τη συμπεριφορά του. Η μητέρα τής απάντησε με ήρεμο τόνο στα αγγλικά «problem problem» δίνοντας τέλος στον παραλογισμό της. Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που είχα δει. Την επόμενη μέρα το ίδιο σκηνικό, με το μένος της για παρατήρηση αμείωτο. Δυστυχώς, κανείς από τους οικείους της δεν εξέφρασε τη δυσφορία του απέναντί στο θράσος της, εκτός από τον πατέρα του παιδιού που γνωρίζοντας λίγα Ελληνικά έβαλε ασπίδα στο θράσος της. Στη μικροκοινωνία του κάμπινγκ άνθρωποι σαν την κυρία αυτή έχουν κύρος, επειδή επιβάλλονται με τα χρήματα που διαθέτουν και τις γνωριμίες που κάνουν. Τους αρέσει να παρουσιάζονται ως μέλη της ανώτερης τάξης. Ωστόσο, ηθικά και αξιακά βρίσκονται στον πάτο της κοινωνίας και το αποδεικνύουν με την πρώτη ευκαιρία.
Θωμάς Καραγκιοζόπουλος