Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο και η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα στη Θεσσαλονίκη
Η επιχειρηματική Θεσσαλονίκη έχει μείνει πολύ πίσω, και αυτό είναι κρίμα δεδομένων των δυνατοτήτων της. Καιρός να απογειωθεί.
Λέξεις: Βασίλης Πανίδης και Γιάννης Καραμήτσιος
Ο Τάσος έχει κατάστημα υποδημάτων στην Εγνατία. Το πήρε από τον πατέρα του και το λειτουργεί εδώ και πολλά χρόνια. Πληρώνει ενοίκιο, κοινόχρηστα και ρεύμα. Είχε και μια υπάλληλο. Με την κρίση η ζήτηση για τον κλάδο τής υπόδησης έπεσε, με αποτέλεσμα ο τζίρος να παρουσιάσει σημαντική μείωση. Ωστόσο τα πάγια έξοδα εκτινάχθηκαν λόγω πληθωρισμού και αύξησης ενοικίου. Κάποια στιγμή διαπίστωσε ότι, αφού πλήρωσε όλες τις υποχρεώσεις του, αυτά που έμειναν ήταν λιγότερα από αυτά που έβγαζε η υπάλληλός του. Έτσι αναγκάστηκε να την απολύσει. Πήρε έτσι μια ανάσα, όμως η υπάλληλος έμεινε άνεργη ενώ αυτός τα βγάζει πέρα μετά βίας.
Ο Μανώλης είναι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής. Έχει ένα μικρό γραφείο και μια γραμματέα, ώστε να διαθέτει την ευελιξία να βγαίνει σε εξωτερικά ραντεβού. Σε μια αγορά που χαρακτηρίζεται από τη χαμηλότερη ασφαλιστική συνείδηση στην Ευρώπη, τα έσοδα δεν είναι τόσο υψηλά ώστε να καλύψουν τα πάγια έξοδα και να αφήσουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα. Επιπλέον, δεν μπορεί να αποκρύψει ούτε ένα ευρώ, αφού ο τζίρος του δηλώνεται από τις ασφαλιστικές εταιρίες με τίς οποίες συνεργάζεται. Σκέφτεται να κλείσει το γραφείο του στην Καλαμαριά και να μετατρέψει σε έδρα την κατοικία του.
Η Κατερίνα είναι δικηγόρος. Σε μια αγορά με πλεόνασμα δικηγόρων σε σχέση με τη ζήτηση, το επάγγελμα δεν έχει ψωμί για όλους. Με τα δικαστήρια στο κέντρο τής πόλης, η ενοικίαση γραφείου, η καθημερινή μετάβαση σ’ αυτό και το κόστος τής πολύωρης στάθμευσης δημιουργούν κόστη που είναι δύσκολο να καλυφθούν. Το μέλλον της φαντάζει αβέβαιο. Ούτε λόγος βέβαια να προσλάβει ασκούμενο ή βοηθό.
Και οι τρεις είναι ελεύθεροι επαγγελματίες στην πόλη μας, τη Θεσσαλονίκη. Πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές επιπλέον όλων τών πάγιων εξόδων τους. Φορολογούνται με έναν τρόπο αντίθετο σε κάθε έννοια ισονομίας, η οποία αποτελεί το απαραίτητο συστατικό τής δημοκρατίας. Αντιμετωπίζουν ένα φορολογικό σύστημα που τούς επιβαρύνει δυσανάλογα σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες επαγγελματικές κατηγορίες και τούς συνταξιούχους. Πληρώνουν τέλος επιτηδεύματος, άσχετα από το εισόδημά τους, δηλαδή ένα είδος ποινής επειδή απλώς εργάζονται. Για αυτούς δεν ισχύει το αφορολόγητο, καθώς φορολούνται από το πρώτο ευρώ, η δε φορολογική τους κλίμακα είναι υψηλότερη από τις υπόλοιπες κατηγορίες φορολογουμένων. Επιπλέον πληρώνουν προκαταβολή φόρου για το επόμενο έτος, άσχετα από το αν θα εξακολουθήσουν να δραστηριοποιούνται ή αν είναι ακόμη εν ζωή.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το νέο φορολογικό νομοσχέδιο τούς βαφτίζει όλους φοροφυγάδες. Τούς επιβάλλει ένα ελάχιστο ποσό που μάλιστα αυξάνεται ανάλογα με τα χρόνια δραστηριότητας, άσχετα αν έχουν πραγματοποιήσει κέρδη ή όχι. Κάποιοι που προφανώς δεν έχουν ιδέα πώς λειτουργεί η αγορά, θεωρούν ότι αν ασκείς ελεύθερο επάγγελμα έχεις και εξασφαλισμένα κέρδη.
Τι πρέπει να γίνει
Μερικά πράγματα πρέπει να βελτιωθούν σε επίπεδο κεντρικής κυβερνητικής πολιτικής και κάποια άλλα σε τοπικό επίπεδο.
Στο κεντρικό εθνικό επίπεδο θα πρέπει να καταργηθεί όσο το δυνατόν συντομότερα το τέλος επιτηδεύματος που ταλαιπωρεί άδικα τόσους επαγγελματίες. Να μειωθούν όλοι φόροι και οι εισφορές σε αναλογικό βαθμό, αντί να συλλέγονται για να μετατραπούν σε περιστασιακά επιδόματα μιζέριας (market pass, fuel pass, youth pass κλπ) που δεν προσφέρουν καμία ουσιαστική λύση σε κανέναν. Να καταργηθούν τα απαράδεκτα τεκμαρτά εισοδήματα. Οι φορολογικές κλίμακες και προκαταβολές να γίνουν πιο ορθολογικές. Να μειωθεί η προκαταβολή τού ετήσιου φόρου. Να παταχθεί η φοροδιαφυγή μέσω τού περιορισμού του ρευστού, τη χρήση τεχνητή νοημοσύνης και τη διάδοση των ηλεκτρονικών πληρωμών – σε αυτό θα πρέπει να βοηθήσουν και οι τράπεζες με τη μείωση των σχετικών χρεώσεων. Η ΑΑΔΕ (Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων) έχει κάνει επίσης μια καλή αρχή με τη διασταύρωση στοιχεών από 3,8 εκατομμύρια νοικοκυριά – αυτό αποδεικνύει ότι αν υπάρχει πολιτική βούληση μπορεί να γίνει και ουσιαστική δουλειά. Οι αποδείξεις να χρησιμοποιούνται, σε όποιο δυνατό βαθμό, για να εκπέσουν από το φορολογητέο εισόδημα. Τέλος, η ίδια φορολογική νομοθεσία να γίνει απλούστερη και πιο κατανοητή: δεν είναι δυνατόν να συνεχίσουμε με 1047 φοροαπαλλαγές, όπως προβλέπεται από το νυν καθεστώς. Οι κανόνες και οι εξαιρέσεις να μειωθούν ραγδαία, και ο συνολικός φορολογικός κώδικας να περιοριστεί σε λίγες σελίδες. Αυτό θα φέρει σταθερότητα, διαφάνεια και φυσικά πιο φιλοεπενδυτική πολιτική.
Όσον αφορά την επιχειρηματικότητα στη Θεσσαλονίκη: πρέπει να πάμε προς ολική μεταμόρφωση τής πόλης. Η επιχειρηματική κίνηση στο κέντρο και στις συνοικίες θα απογειωθεί μόνο όταν ολοκληρωθούν έγκαιρα όλα τα τρέχοντα έργα υποδομών: μετρό, υπερυψωμένη περιφερειακή (fly over), διαπλάτυνση παλιάς παραλίας, έκτη προβλήτα, σιδηροδρομική σύνδεση λιμανιού, ανάπλαση ΔΕΘ, όπως και εξανθρωπισμός τής πόλης με πάρκα, πράσινο, καθαριότητα, πεζοδρόμους, χώρους στάθμευσης, φωτισμό, κάμερες, ασφάλεια. Οι Δήμοι και η Περιφέρεια θα παίξουν σημαντικό ρόλο σ’ αυτά, είτε μέσα από δικά τους προγράμματα είτε μέσα από πολιτική πίεση προς την κεντρική κυβέρνηση. Θα πρέπει επίσης να δουλέψουν περισσότερο για την προβολή τής περιοχής ως αυτόνομο τουριστικό προορισμό, και όχι μόνο ως πέρασμα για τη Χαλκιδική το καλοκαίρι. Τέλος, τα επιμελητήρια τής πόλης θα πρέπει να εστιάσουν στην προβολή της ως επενδυτική και επιχειρηματική επιλογή. Οι δυνατότητες τής πόλης είναι μεγάλες, τα ταλέντα πολλά ανάμεσα σε 100 χιλιάδες φοιτητές, η ποιότητα ζωής είναι δυνητικά υπέροχη για να προσελκύσει ψηφιακούς νομάδες, ενώ η κομβική της γεωγραφική θέση πρέπει να αξιοποιηθεί στο έπακρον.
Η κάθε μία από τις παραπάνω προτάσεις θα μπορούσε να αναπτυχθεί μέσα από ένα ξεχωριστό κείμενο. Με το παρόν κάνουμε απλώς μια πρώτη σύντομη τοποθέτηση, η οποία θα εξειδικευτεί στη συνέχεια μέσα από πιο στοχευμένες παρεμβάσεις και εκδηλώσεις τού σωματείου μας. Η επιχειρηματική Θεσσαλονίκη έχει μείνει πολύ πίσω, και αυτό είναι κρίμα δεδομένων των δυνατοτήτων της. Καιρός να απογειωθεί.
*Ο Βασίλης Πανίδης είναι Ασφαλιστικός Πράκτορας και Agency Manager στην IONIOS NEW AGENCY, και Β΄ Αντιπρόεδρος στον ΣΔΑΕ (Σύνδεσμος Διαμεσολαβητών Ασφαλιστικών Εργασιών).
*Ο Γιάννης Καραμήτσιος είναι υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και συγγραφέας τού βιβλίου «Θεσσαλονίκη 100 Μικρές Ιστορίες».
Και οι δύο είναι μέλη του σωματείου «Θεσσαλονίκη 21ος αιώνας». Οι απόψεις που παρουσιάζουν στο άρθρο είναι αυστηρά προσωπικές.