Το τέλος ενός πρώην δημάρχου
Ο βίος και η πολιτεία ενός πρώην δημάρχου.
Πέρσι τον Οκτώβρη αποχαιρετούσα από τις σελίδες της Parallaxi τον τέως δήμαρχο με αυτό το κείμενο.
Ο χώρος γύρω από το γήπεδο του ΠΑΟΚ είναι µια από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις του τι συντελέστηκε σε τούτη την πόλη την καταστροφική δωδεκαετία που τελειώνει. Μια γειτονιά µε σχετική αυτάρκεια και ελεύθερους χώρους σε αφθονία, είδε τη µεταµόρφωσή της σε κάτι αληθινά εξωπραγµατικό. Το κλείσιµο των παραδοσιακών καταστηµάτων που κατείχαν οι παλιοί Τουµπιώτες έδωσε τη θέση του σε δεκάδες καφετέριες που κατέλαβαν τα πεζοδρόµια της Λαµπράκη µε νάιλον κατασκευές, για να επεκτείνουν τα τετραγωνικά τους.
Οι διαβάτες βαδίζουν πια στη µέση του οδοστρώµατος, αφού τα ολοκαίνουργια πεζοδρόµια µετατράπηκαν σε υπαίθριες εκθέσεις επίπλων και οι διπλές σειρές παρκαρισµένων αυτοκινήτων εµποδίζουν ακόµα και τα λεωφορεία να περνούν. Αν καταφέρει κανείς να διασχίσει το δρόµο µε ασφάλεια θα βρεθεί µπροστά σε ένα απείρου κάλους µέγαρο, στην πάλαι ποτέ αλάνα, που παίζει το ρόλο του πολιτιστικού κέντρου χωρίς καµία πραγµατική χρήση, ενώ µια φαραωνική πεζογέφυρα, σε ένα σηµείο που κανείς δεν κατάλαβε γιατί έπρεπε να κατασκευαστεί αφού δεν τη διασχίζει ποτέ άνθρωπος, δικαιολογεί το δηµαρχιακό κοµπασµό των έργων που έγιναν στην πόλη.
Η Τούµπα είναι µια µικρογραφία του των όσων ασύλληπτων συνέβησαν σε όλη την πόλη τα χρόνια που πέρασαν. Τα χρόνια που τη µετέτρεψαν σε ένα τροµακτικό σκηνικό ανυποληψίας, αρπαχτής, διαπλοκής, εγκατάλειψης, επιδεικτικής αγνόησης των νόµων και της τάξης, και συντηριτικοποίησης.
Που εξόρισαν κάθε δηµιουργική φωνή και δύναµη µακριά της, που χρησιµοποίησαν τα δηµοτικά µέσα ενηµέρωσης για µια άθλια γκεµπελική προπαγάνδα, που επέτρεψαν, στην καλύτερη των περιπτώσεων, απατεώνες να αδειάσουν τα ταµεία του δήµου, νονούς να λυµαίνονται δηµόσιους χώρους, πάρκινγκ και πεζοδρόµια, που µεταµόρφωσαν το πλακόστρωτο της παραλίας και τα πεζοδρόµια της Τσιµισκή σε χώρους ανοµίας και αναρχίας, που εγκατέλειψαν τα σχολεία της πόλης στη µοίρα τους, που επέλεξαν αντί για πολιτισµό αντίδωρα γελοιότητας, σαν τις γιορτές των Αγγέλων, που αφαίρεσαν από την πόλη το δικαίωµα στο όνειρο.
∆ώδεκα τραγικά χρόνια, δώδεκα χρόνια οπισθοδρόµησης και παρακµής, δώδεκα χρόνια στο σκοτάδι και την ερήµωση. Χρόνια που η µνήµη, η Ιστορία της πόλης και κυρίως όλοι εµείς που τα βιώσαµε και θα πρέπει πάντα να ανακαλούµε ως παράδειγµα προς αποφυγή.
Σήμερα, ένα χρόνο μετά η δικαστική δίωξη για κακούργημα που εμπεριέχει την κατηγορία του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος φέρνει το πρόσωπο του πρώην δημάρχου στην επικαιρότητα.
Αν κάτι έχει να προσάψει κάνεις ευθέως και εν αναμονή της απόφασης του δικαστηρίου για την ενοχή ή όχι του Βασίλη Παπαγεωργόπουλου, σχετικά με την υπεξαίρεση του θηριώδους ποσού των 54 εκατομμυρίων ευρώ, αν κάτι έχει να προσάψει κάνεις λοιπόν σε αυτόν τον άνθρωπο είναι μια απίστευτη αλαζονεία που χαρακτήρισε μέχρι το τέλος τις ημέρες του δημόσιου βίου του. Μια εικόνα ενός ατσαλάκωτου ανθρώπου χτίστηκε επιμελώς από τοπικές εφημερίδες που διατηρούσαν για χρόνια φιλικές, συγγενικές ή απλά πελατειακές σχέσεις με τον ίδιο ή το περιβάλλον του, από μισθοφόρους-δημοσιογράφους που φιλοτεχνούσαν καθημερινά μέσα από τα δημοτικά και άλλα μέσα την αγιογραφία του, από επιχειρηματίες που έχτισαν ολόκληρες αυτοκρατορίες που τις στήριξαν σε πάρε δώσε με το Δήμο και διευκολύνσεις που παρείχαν στο δημαρχιακό περιβάλλον.
Ταυτόχρονα η πόλη ολίσθαινε μέρα με τη μέρα, τα ταμεία του Δήμου άδειαζαν από χρήματα, στρατιές ανθρώπων διορίζονταν προσφέροντας ως αντάλλαγμα ψήφους σε εκλογές και βαρίδια στο Δήμο, η αισθητική της πόλης υποβαθμίστηκε τρομακτικά, ο δημόσιος χώρος απαξιώθηκε πλήρως, η πόλη βούλιαξε. Ο Δήμαρχος αμέριμνος έκλεινε τα μάτια στην παρακμή αποσυρόμενος τα βράδια στο σπίτι του στο Πανόραμα και παρευρισκόμενος μόνο σε όσες κοσμικές εκδηλώσεις παρευρίσκονταν κύριοι και κυρίες μιας άλλης εποχής που τον συνέχαιραν για το θεάρεστο έργο του.
Δεν είχε τύχει ποτέ να συναντήσω στα είκοσι τέσσερα χρόνια που εργάζομαι ως δημοσιογράφος, από κοντά το Βασίλη Παπαγεωργόπουλο. Έχω την εικόνα που έχετε πολλοί από σας για κείνον. Θα ήθελα να μπορούσα να βρω μια καλή κουβέντα να γράψω τώρα στο τέλος. Λίγο πριν ο δικαστής αποφασίσει, αν τα χρήματα που έγιναν καπνός ήταν σε γνώση του δημάρχου, αν παρακολουθούσε ή συμμετείχε στις ύποπτες διαδρομές τους, η αίσθηση της αηδίας για δώδεκα χαμένα χρόνια όμως με κυριεύει. Το ανύπαρκτο δημοτικό έργο μιας διοίκησης που καταδίκασε την πόλη στην ανυποληψία και νομιμοποίησε τη διαφθορά βαραίνει πάνω του. Τώρα απομένει στη δικαιοσύνη και στην Ιστορία ο άχαρος ρόλος της απόδοσης ευθυνών. H απόφαση του διακαστηρίου για την ενοχή του σήμερα είναι η αρχή της κάθαρσης. Ελπίζω μόνο αν οι ενδείξεις γίνουν αποδείξεις η καταδίκη να μην είναι απλά συμβολική. Ο Ζακ Σιράκ ας πούμε στα 79 του καταδικάστηκε για πολύ λιγότερα…
* Φωτογραφία: Κατερίνα Καραμφυλίδου
*Το κείμενο γράφτηκε στη διάρκεια της πρώτης δίκης κατά την οποία καταδικάστηκε σε ΙΣΟΒΙΑ δεσμά.