Τον ξεχασμένο και απομακρυσμένο Έβρο το κράτος τον παραμέλησε
Ήταν σαν να μην ξημέρωσε εκείνη την πρώτη μέρα της φωτιάς. Τις υπόλοιπες 12, 13, 14 -και πάει λέγοντας- απλώς είχαμε συνηθίσει να μην «ξημερώνει»
Λέξεις: Κωνσταντίνα Φαλέκα
Ήταν σαν να μην ξημέρωσε εκείνη την πρώτη μέρα της φωτιάς στον Έβρο. Τις υπόλοιπες δώδεκα, δεκατρείς, δεκατέσσερις -και πάει λέγοντας- απλώς είχαμε συνηθίσει να μην «ξημερώνει».
Ο ουρανός ήταν κατακόκκινος, δεν έβλεπες πλέον τίποτα άλλο πέρα από φλόγες να τον περικυκλώνουν από παντού. Δεν μπορούσες να αναπνεύσεις από τον καπνό, η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική. Όλοι προσευχόμασταν για μια βροχή.
«Δεν το πιστεύεις μέχρι να το ζήσεις». Δεν πίστεψες ποτέ μέχρι σήμερα ότι θα χρειαζόταν να εκκενώσεις το σπίτι σου, το χωριό σου. Να μαζέψεις όσα περισσότερα πράγματα μπορείς και να το αφήσεις πίσω σου, χωρίς να ξέρεις αν θα το βρεις επιστρέφοντας. «Ετοίμασε τα πράγματά σου γρήγορα, πάρε τα πιο σημαντικά».
Εκείνη τη μέρα, άνθρωποι και οικογένειες κοιμήθηκαν είτε σε συγγενείς και φίλους είτε σε χώρους υποδοχής. Ο δρόμος πλέον είχε κλείσει. Δεν εκτελούνταν δρομολόγια προς Αλεξανδρούπολη. Δόθηκε έκτακτη εντολή για εκκένωση του νοσοκομείου. Η εικόνα των αρρώστων και των νεογνών να μεταφέρονται σε ένα πλοίο -αυτοσχέδιο νοσοκομείο- ήταν τουλάχιστον απογοητευτική.
«Πάει το χωριουδάκι μας», άκουγα τον παππού μου να λέει. «Κόπηκε το ρεύμα, κόπηκε το νερό». Βλέπαμε όλοι μαζί στο τοπικό κανάλι το χωριό μας να καίγεται.
Το ένα χωριό καιγόταν μετά το άλλο: Λουτρά, Αγνάντια, Αισύμη, Άβαντας, Δωρικό, Πεύκα, Αετοχώρι, Σουφλί, Παλαγία, Νίψα, Αμφιτρίτη, Χιλή, Κίρκη, Μάκρη και πάει λέγοντας.
Δάση, δέντρα, σπίτια, σχολεία. Η φωτιά πέρασε από πάνω τους. Κόποι μιας ζωής καταστράφηκαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αέρας έκανε τα πράγματα χειρότερα.
Τους -ήρωες- πυροσβέστες πήγαν να τους βοηθήσουν πολλοί μικροί και μεγάλοι εθελοντές, προκειμένου να σβήσουν οι φωτιές. Η κινητοποίηση του απλού κόσμου για να μαζευτούν φαγητά και είδη πρώτης ανάγκης για τους πυροσβέστες και τους πληγέντες ήταν μεγάλη. «Ό,τι κάηκε κάηκε. Μπορείτε να γυρίσετε στα σπίτια σας». «Ευχαριστούμε Θεέ μου».
Οι πυρκαγιές στο Μάτι, στην Εύβοια και στη Ρόδο -απ’ ό,τι φαίνεται- ήταν μόνο η αρχή τελικά.
Σε έναν κόσμο συναισθηματικά ανάπηρο πρέπει να μάθουμε να είμαστε όσο το δυνατόν περισσότερο «αρτιμελείς». Λείπει η αξιοπρέπεια από αυτόν τον κόσμο. Δεν δόθηκε όση σημασία θα έπρεπε. Η απαραίτητη οργάνωση δεν υπήρχε. Τον ξεχασμένο και απομακρυσμένο Έβρο το κράτος τον παραμέλησε. Τα δάκρυα των ντόπιων -δυστυχώς- δεν ήταν ικανά να σβήσουν τη φωτιά.
*Η Κωνσταντίνα Φαλέκα είναι φοιτήτρια του Τμήματος Δημοσιογράφος στο ΑΠΘ