Τρία χρόνια ναζισμού

του Μιχάλη Αποστολίδη Ο φασισμός θεραπεύεται με το διάβασμα κι ο ρατσισμός με το ταξίδι, λέει ο Ουναμούνο. Ισχύει θεωρητικά. Στην πράξη, οι φασίστες μελετούν Γκέμπελς. Ενίοτε και Σκάι. Στην πράξη, οι μόνοι που ταξιδεύουν είναι οι φίλοι μου. Μεταναστεύουν. Ο τόπος ξεβρωμίζει από τους συνομηλίκους μου. Πίσω μένουν τα καλύτερα παιδιά. Πρώτη μου σκέψη […]

Μιχάλης Αποστολίδης
τρία-χρόνια-ναζισμού-11664
Μιχάλης Αποστολίδης
hrysi_aygi.jpg

του Μιχάλη Αποστολίδη

Ο φασισμός θεραπεύεται με το διάβασμα κι ο ρατσισμός με το ταξίδι, λέει ο Ουναμούνο. Ισχύει θεωρητικά. Στην πράξη, οι φασίστες μελετούν Γκέμπελς. Ενίοτε και Σκάι. Στην πράξη, οι μόνοι που ταξιδεύουν είναι οι φίλοι μου. Μεταναστεύουν. Ο τόπος ξεβρωμίζει από τους συνομηλίκους μου. Πίσω μένουν τα καλύτερα παιδιά. Πρώτη μου σκέψη όταν τους είδα στη Βουλή πριν ένα χρόνο, ήταν να τους μισήσω. Αν τους μισούσα, όσο με μισούν, θα εξαφανίζονταν. Λάθος. Ένα απόσπασμα από τον Αγώνα του Χίτλερ ήταν χαστούκι. «Λίγο ενδιαφέρει αν μας ειρωνεύονται ή αν μας αδικούν· αν μας παρουσιάζουν σαν παλιάτσους ή σαν εγκληματίες· το βασικό, το σπουδαιότερο είναι ότι ασχολούνται μαζί μας». Μετά, ανόητα, σκέφτηκα να τους κάνουμε ανέκδοτο. Δεύτερο λάθος. Ο Χάινριχ Μπελ μου υπενθύμισε πως ούτε η πολιτική συνείδηση, ούτε το χιούμορ, σταματούν την επέλαση του Κακού. Ύστερα τα ‘βαλα με τους Γερμανούς  που μας στέλνουν στην αγκαλιά του Μιχαλολιάκου. Τρίτο λάθος. Αν είχαμε τραβήξει όσα οι Γερμανοί μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον ίδιο τον Διάβολο θα φέρναμε στην εξουσία. Τέλος, πέφτοντας πάνω στη δημοσκόπηση όπου το 30% των Ελλήνων δήλωνε ανοιχτά την προτίμησή του για τη Χούντα, έφερα στο νου τα λόγια του Μεγάλου Ιεροεξεταστή: «Κάντε μας σκλάβους, μα χορτάστε μας». 

«Η εφεύρεση της δημοκρατίας είναι κάτι πολύ επαναστατικό για να γίνει αποδεκτό χωρίς επεξήγηση, όχι μόνο τον 5ο αιώνα π.Χ μα ούτε και στα τέλη του 20ου. Το “φυσιολογικό” είναι να διατάζουν οι πιο δυνατοί, οι πιο έξυπνοι, οι πιο πλούσιοι, οι γόνοι των καλύτερων οικογενειών, αυτοί που σκέφτονται πιο βαθιά τα πράγματα ή έχουν σπουδάσει περισσότερο, οι πιο καλοί, οι πιο άγιοι, οι γενναιόδωροι, αυτοί που έχουν μεγαλοφυείς ιδέες για να σώσουν τους υπόλοιπους, οι δίκαιοι, οι αγνοί, οι πανούργοι, οι όποιοι θέλεις, αλλά όχι όλοι. Όλο αυτό, ότι δηλαδή η εξουσία είναι υπόθεση όλων, ώστε όλοι να παρεμβαίνουν, να μιλούν, να ψηφίζουν, να εκλέγουν, να αποφασίζουν, να έχουν ευκαιρία να κάνουν λάθος, να προσπαθούν να εξαπατήσουν ή να επιτρέπουν να τους εξαπατήσουν, να διαμαρτύρονται, να παίρνουν το λόγο χωρίς να τους τον δίνουν, δεν είναι κάτι φυσικό αλλά μία τεχνητή εφεύρεση, ένα αποσυντονιστικό στοίχημα ενάντια στη φύση και στους θεούς. Ένα έργο τέχνης. Οι Έλληνες υπήρξαν μεγάλοι καλλιτέχνες: η δημοκρατία υπήρξε το αριστούργημά τους, το πιο τολμηρό και ρηξικέλευθο, το πιο συζητημένο έργο τους».

Τα παραπάνω λέει ο Φερνάντο Σαβατέρ στον γιο του. Πρόκειται για τους Έλληνες του Νίτσε που είχαν σοφούς κι όχι αγίους, την Αθήνα του Χ. Μίλερ όπου χίλια χρόνια αθλιότητας δεν είχαν συντρίψει το πνεύμα της, την Ελλάδα της μεγάλης Εβραίας ελληνίστριας Ζακλίν Ντε Ρομιγί που επαναλάμβανε πως ο λόγος είναι το φρούριο κατά της κτηνωδίας. Οι Χρυσαυγίτες θα ανέπτυσσαν το δικό τους επιχείρημα για να καταλάβουν το φρούριο: τον Πλάτωνα και το μίσος που έτρεφε για τη Δημοκρατία. Ο Καστοριάδης γράφει σχετικά στην Άνοδο της Ασημαντότητας: «Συναντάμε συνεχώς συγγραφείς που μιλούν για ελληνική πολιτική σκέψη εννοώντας τον Πλάτωνα. Είναι γελοίο. Είναι σα να αναζητούσαμε την πολιτική σκέψη της Γαλλικής Επανάστασης στον Ζοζέφ Ντε Μεστρ ή στον Μπονάλ. Η ουσία της ελληνικής πολιτικής δημιουργίας είναι η Δημοκρατία».

Μετράμε ήδη τρία χρόνια από τη στιγμή του μεγάλου ξυπνήματος. Μάθαμε πως ποτέ δεν γίναμε ό,τι νομίζαμε πώς είμαστε. Η κυρίαρχη τάξη καλωσόρισε το φάντασμα. Τα σκυλιά ξαμολήθηκαν να σπείρουν το φόβο και να γοητεύσουν αγανακτισμένους. Απασχολημένα τα μεγάλα κανάλια και σημαντική μερίδα του τύπου με τη στήριξη του μνημονίου, είδαν με συμπάθεια την ατραξιόν που θα αποπροσανατόλιζε την αντίσταση. Άρχισαν τα μισόλογα. Φόβος; Παράλυση; Κάτι χειρότερο: αδιαφορία, συμπεριφορά φασίζουσα σύμφωνα με τον Ζακ Ελλύλ. Δεν θέλαμε να αναμιχθούμε. Παίξαμε την κολοκυθιά για το ποιος θα μιλήσει. Ο θυμός καταλάγιασε. Το μίσος εξαπλώθηκε. Μαζί τα φάγαμε. Ο τρόμος των Γκούλαγκ έκανε την εμφάνισή του. Η εξίσωση του ναζισμού με τον κομμουνισμού από την Σώτη και τους φίλους της άρχισε-ακόμα κι ο Αλμπέρ Καμύ αναγνωρίζει το μεγαλείο της πρόθεσης του δεύτερου σε σχέση με τον πρώτο. Πήρε μπρος η θεωρία των άκρων.

Το αστείο είναι πως όσοι μαγεύονται από το συγκεκριμένο παραμυθάκι, συμμερίζονται ένα δόγμα σταλινικού τύπου. Ο Ιωσήφ Στάλιν, που τόσο σιχαίνονται, θα ταύτιζε τον Σύριζα με τη Χρυσή Αυγή. Ας το έχουν υπόψη τους αυτό καθώς καμώνονται για την τρομερή ανακάλυψή τους. Αν οι περισσότεροι από δαύτους δεν είχαν υπονομεύσει τη Δημοκρατία επανειλημμένα, δεν θα είχαν ανάγκη τώρα από έναν εχθρό. Η Δημοκρατία εξάλλου δεν χρειάζεται εχθρούς: Έχει τους πολίτες της. Αυτό δεν μετριάζει καθόλου τις ευθύνες του Σύριζα που αφορούν στην λαϊκίστικη ρητορική του. Όποιος χαϊδεύει αυτιά στη συγκεκριμένη συγκυρία, στρώνει το χαλί στους φασίστες. Ένας διαφορετικός λόγος είναι αναγκαίος. Μια αποτυχία της Αριστεράς, θα έκανε την κατάσταση εκρηκτική. Ωστόσο ο καλός αστικός τύπος βρήκε τη στιγμή να ανοίξει κόντρα με το παλαβό τμήμα της. Όχι φυσικά για τους σωστούς λόγους, όχι από εντιμότητα, χρέος απέναντι στην πατρίδα ή ειλικρινή ανησυχία. Δεν ιδρώνει ακόμα το αυτί του. Αντιτάσσει τη νομιμότητα που τον έχει στα πράγματα. Το διακύβευμα είναι η εξουσία. Υπερασπιζόμενοι  τον ορθό λόγο διάφοροι κύριοι, υπερασπίζονται απλά το δικό τους ανορθολογισμό.

Η μουσική πάντως έχει σταματήσει. Καθηγήτρια που έβαλε στα παιδιά Χατζιδάκι, δέχτηκε παρατήρηση από τη διευθύντρια του σχολείου. Μια μάνα κατήγγειλε την ισλαμική προπαγάνδα. «Εγώ πιστεύω σε εκείνη την ελληνικότητα που εξαφανίζει τις διαφορές» έλεγε ο Μάνος. Ποιος ανέθρεψε την Ελληνίδα μάνα και την κυρία διευθύντρια; Τα δύο άκρα ή μήπως η Αυριανή; Ο μεγάλος δάσκαλος του Μαράσλειου Διδασκαλείου, Δημήτρης Λιαντίνης, έγραφε στη Γκέμμα:« Να υπάρχεις ελληνικός δηλώνει τέσσερες τρόπους συμπεριφοράς. Ότι δέχεσαι την αλήθεια που έρχεται μέσα από την φύση. Όχι την αλήθεια που φτιάχνει το μυαλό των ανθρώπων. Ότι ζεις σύμφωνα με την ηθική της γνώσης. Όχι με την ηθική της δεισιδαιμονίας και των προλήψεων. Ότι αποθεώνεις την εμορφιά. Γιατί η εμορφιά είναι δυνατή σαν το νου σου και φθαρτή σαν τη σάρκα σου. Και κυρίως αυτό: Ότι αγαπάς τον άνθρωπο. Πως αλλιώς! Ο άνθρωπος είναι το πιο τραγικό πλάσμα μέσα στο σύμπαν».  Έχουμε λοιπόν την Ελλάδα του Λιαντίνη απέναντι στην Ελλάδα του Κασιδιάρη, την Ελλάδα του Χατζιδάκι απέναντι στην Ελλάδα της διευθύντριας του δημοτικού σχολείου, την Ελλάδα των βιβλιοθηκών απέναντι στην Ελλάδα του Τζαβάρα και της κυβέρνησής του. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος για το ποια τελικώς θα επικρατήσει. Βέβαιο είναι πως δύο διαφορετικές χώρες ανταγωνίζονται.

«Πόρτα-πόρτα, σπίτι-σπίτι ,να δώσουμε τη μάχη». Η έγνοια για τα ψηφαλάκια πριν την κάλπη έκαναν τις αρχηγάρες να ανησυχούν από τα μπαλκόνια. Είναι η πρώτη φορά που θα με βρουν σύμφωνο. Να ενημερώσουμε τον κόσμο. Χωρίς φωνές. Να τους μιλήσουμε για κείνους τους καλλιτέχνες που θέλουν τόσο να τους λογαριάζουν για προγόνους τους. Να σταθούμε μια φορά στο ύψος τους. Γιατί στη Δημοκρατία είμαστε υποχρεωμένοι να συζητάμε. Μπορεί να μην τα βρούμε ποτέ, αλλά τουλάχιστον θα συζητάμε. Το «Συγχώρεσέ τους, Πατέρα, δεν ξέρουν τι κάνουν» είναι πολύ χριστιανικό για όσους αντιλαμβάνονται την ευθύνη απέναντι στη ζωή και την ιστορία της χώρας. Όσοι κουράστηκαν από τα λόγια και θέλουν πράξεις, όσοι δεν θέλουν να σκεφτούν γιατί ζορίζονται, όσοι έχουν πεθάνει και δεν το ξέρουν, ας καλωσορίσουν το τέρας. Είναι ήδη σπίτι τους.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα