Βολικά μουδιασμένοι μπροστά στην τηλεόραση
Από τους Pink Floyd στα 70s στην ελληνική πραγματικότητα σήμερα.
Λέξεις: Σταμάτης Σκηφαλίδης
Περί τα τέλη των 70s, οι μοναδικοί PINK FLOYD σε συνεργασία με τον (σπουδαίο) σκηνοθέτη Alan Parker, οπτικοποίησαν πρωτοπορώντας τον δίσκο-the Wall- εντάσσοντας όλα τα τραγούδια του δίσκου, με πρωταγωνιστή κυρίως τον Βοb Geldof. Δημιούργησαν ουσιαστικά ένα υβρίδιο, μεταξύ ταινίας (μυθοπλασίας) σε συνδυασμό με την μουσική.
Ένα από τα διαμάντια του δίσκου ήταν το “comfortably numb”, ένα τραγούδι μπροστά από την εποχή του και τραγικά προφητικό και επίκαιρο. Πέρα από το συγκεκριμένο τραγούδι, εκείνα τα χρόνια, στις ΗΠΑ, είχαν ήδη αρχίσει να προβάλλονται και να επικρατούν trash εκπομπές (με κάκιστο επίπεδο), αρκετά κοντά (ως προς το περιεχόμενο και σκοπιμότητα) με τα διάφορα realities και μη, που ξεκίνησαν με καθυστέρηση να δηλώσουν παρόν και στην Ελληνική «ιδιωτική» τηλεόραση.
Οι Έλληνες τηλεθεατές ανταποκρίθηκαν στην κατά Καστοριάδη, άνοδο της ασημαντότητας αλλά νομοτελειακά και στην «κοινωνία του θεάματος» και ενώ στις παρέες τα χλεύασαν (για να μοστράρουν επίπεδο) επί της ουσίας ταυτιζόντουσαν με προσωπικότητες των realities, στέλνοντας χιλιάδες sms και όχι μόνο.
Από την άλλη υπήρχε η ΕΡΤ η οποία μετά βίας έδειχνε άρτια και άξια προβληματισμού ντοκιμαντέρ (εγχώρια κ μη). Κατά τα άλλα το πρόγραμμά τους περιελάμβανε κομματικές ειδήσεις και μίζερα ντοκιμαντέρ (φτηνά) τα οποία αναλώνονταν στην χλωρίδα, πανίδα και την αναπαραγωγή πχ πιθήκων. Σε φάσεις μας έκανε την χάρη να προβάλλει καμιά ταινία της προκοπής (αλλά συνήθως σε άκυρη ώρα για τον μέσο εργαζόμενο που την επόμενη ημέρα δούλευε).
Η δεκαετία του 2000 έτσι απλά άρχισε να αντιγράφει ή να παίρνει δικαιώματα (franchise) για την προβολή δυτικών εκπομπών, των οποίων λίγο πριν την επικράτηση των social media, ενισχύονταν (σε τηλεοπτικό χρόνο) και από τις αλήστου μνήμης μεσημεριανές εκπομπές (πχ η κα Τατιάνα, η κα Λαμπίρη έχοντας στο πάνελ και άλλες εξέχουσες προσωπικότητες). Όλα τα παραπάνω αγκαζέ με διαφημίσεις τραπεζών που περνούσαν το μήνυμα ότι αν κάποιος δεν πάρει δάνειο, απλά είναι κορόιδο. Αναφέρομαι στα γνωστά και αείμνηστα δάνεια κατοικίας, αυτοκινήτου μέχρι διακοποδανείων.
Ο Έλληνας μέσος τηλεθεατής δεν διεκδίκησε χρόνο για ρεαλιστική και ποιοτική ενημέρωση μιας και (μεταξύ πολλών που δεν αναλύω) παρακολουθώντας συχνά και με το «σύνδρομο κλειδαρότρυπας» κλπ το ποταπό επίπεδο, ένοιωθε ανώτερος ποιοτικά και «έμενε» εκεί.
Ως αποτέλεσμα ενδελεχών και ποιοτικών παγκόσμιων ερευνών αλλά και με την χρήση της απλής λογικής, οφείλουμε να συμφωνήσουμε ότι (ακόμα και σήμερα) το πετυχημένο πείραμα της tv υπήρξε επί δεκαετίες και υπάρχει, ως ο τέλειος «Δούρειος Ίππος» στο μυαλό και κυρίως το υποσυνείδητο του τηλεθεατή.
Δεν χρειάστηκαν τανκς, βία, σιδηρούν παραπέτασμα και γκούλαγκς κλπ τουλάχιστον στην Ευρώπη. Όποιος την υποτιμάει (λόγω παλαιότητας) θα διαπιστώσει ότι ακόμη και σήμερα, με την εξάπλωση – επέλαση άπειρων εφαρμογών – social media ευρύτερα, συχνά πολλά sites αναπαράγουν τα της τηλεόρασης (είτε χιουμοριστικά είτε όχι).
Συνυπάρχουν με ανούσιους κ περιττούς σχολιασμούς των realities (κυρίως μέσω προβολής footage στα tv πρωινάδικα κ όχι μόνο), μέχρι και ειδικές εκπομπές αφιερώματα, τόσο κενά και εφήμερα, τόσο μακριά από την θλιβερή πραγματικότητα, μιας χώρας πτωχευμένης, υπό μακροχρόνια οικονομική «κατοχή», αργά αλλά και σταθερά εκποιημένης (σε σημείο που στο γνωστό υπερταμείο περιλήφθηκαν μέχρι και οι αρχαιολογικοί χώροι – όπου αν δεν έθετε ζήτημα ο Κ.Α.Σ. πιθανόν και να το προσπερνούσαμε ή να το μαθαίναμε αργά χωρίς όμως πάλι την όποια λαϊκή-ταυτοτική-ενστικτώδη αντίδραση.
Περιμένουμε, όπως πάντα, κάποιο μαγικό χέρι, το οποίο θα μας γυρίσει στο 2005,2006.
Διαμαρτυρόμαστε για το θέμα της Μακεδονίας, όταν από το ’92 και μετά (όταν χώρες την αναγνώριζαν κάθε χρόνο) δεν θέλαμε ουσιαστικά να ξέρουμε τι εστί Τίτο, Μακεδονικός Αγώνας, Βαλκανικοί κλπ. Σήμερα που το θέμα λόγω Πρεσπών αναδείχτηκε θυμηθήκαμε (σαφώς και λόγω κρίσης) να διεκδικήσουμε τα αυτονόητα. Μόνο που η ιστορία αυτή τελείωσε εδώ και χρόνια με άνισες τράμπες, με αρωγό την ημιμάθεια, την επιτηδευμένη απουσία και σχολικής ενημέρωσης αλλά το χείριστο την επί δεκαετίες απουσία ενδιαφέροντος και ανοχής των πολιτών (πέραν πάντα εξαιρέσεων – κυρίως δυστυχώς ακροδεξιών οργανώσεων, που περίμεναν καρτερικά επί χρόνια την δημόσια παρουσίας τους).
Επιστρέφοντας στα της τηλεόρασης, οφείλουμε να παραδεχτούμε το γεγονός ότι γαλουχηθήκαμε και «μορφωθήκαμε» στρεβλά και αποκτήσαμε κάποια άποψη στο και πέντε. Ως προς τα πάσης φύσης social media (σκόπιμα αποφεύγω εταιρίες- πλατφόρμες, sites κλπ) φάγαμε το κουτόχορτο της δήθεν «εικονικής» διαδραστικότητας, της ελευθεριότητας της προβολής της προσωπικής γνώμης και άλλων ψευδαισθήσεων. Προφανώς και φάνηκε με την πάροδο του χρόνου ότι με likes και follows, δεν άλλαξε ούτε θα αλλάξει ουσιαστικά τίποτα. Πέραν κυρίως της τροφής της προσωπικής ματαιοδοξίας.
Πρόκειται για «εφαρμογές» κλπ που πανέξυπνα στόχευσαν στα πιο αδύναμα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Αρχικά στην έμφυτη ανάγκη της αποδοχής, στην σταδιακή στόχευση της «επιτυχημένης» προσωπικής προβολής, μιξάροντας ζητήματα προσωπικής αυτοεκτίμησης και άλλων, που αποσκοπούν στον μονόδρομο του ατομικισμού και της «φαντασιακής διασημότητας και αναγνωρισιμότητας». Σε πολλές περιπτώσεις κυριαρχεί εμμονικά η καταγραφή «οπαδών» – δήθεν «φίλων» όπως και συχνά η χρησιμοποίηση έως και ψεύτικων «βοηθημάτων» (κυρίως στις αμέτρητες φωτογραφίες) προκειμένου να αποκτηθεί η όποια κάποια επιβράβευση. Το τραγικό..;. Σε αρκετές περιπτώσεις προβάλλεται ως υπέρτατο ιδανικό (παγκοσμίως) τα πιο προκλητικά και καλογυμνασμένα οπίσθια – στήθος για τις κοπέλες ή τα τίγκα στα βοηθήματα (κρεατίνη κλπ) εντυπωσιακά, γυμνασμένα αρσενικά σώματα, με το γνωστό παράδοξο (πλέον ανέκδοτο)– αφήνω μούσι-ξυρίζω σώμα.
Κλείνοντας (ευχαριστώντας όποιον άντεξε-μιας και πρωτίστως ο υποφαινόμενος, πλέον σπάνια διαβάζει κάτι που υπερβαίνει την παράγραφο – τεμπέλικα μένοντας σε τίτλους) όταν πέραν αεροδρομίων, λιμανιών, τηλεπικοινωνιών κλπ οι αγορές, funds κλπ θα προσπαθήσουν να πάρουν και τα τελευταία κομμάτια ιδιόκτητης γης, διαμερισμάτων κλπ είναι θλιβερό να μας συγκινεί αποκλειστικά η Μακεδονία. Με σχέδιο και με αργούς αλλά επιτυχημένους ρυθμούς (εδώ και δεκαετίες) μας αφήνουν χωρίς ταυτότητα, απώλεια νόμιμης ιδιοκτησίας κλπ μετατρέποντας μας (δυστυχώς με τις ψήφους μας ή και της ανοχής) ως παρίες στην ίδια μας την χώρα, η οποία ανεπίσημα αποτελεί «οικονομικό» προτεκτοράτο Βρυξελλών και ΗΠΑ εδώ και καιρό.
ΥΓ. Κανένας πολιτικός δεν θα μας σώσει και καμιά παράταξη. Σε ένα πανέμορφο μέρος, θα επιβιώνουμε και θα ξεχνιόμαστε – ασχολούμαστε με το αν το τηγάνισμα στην κροκέτα πέτυχε (χωρίς λαδίλα), αν θα νικήσουμε την Τουρκία σε ένα «παιχνίδι» όπου μένεις «εικονικά» νηστικός υπογράφοντας ποσά χιλιάδων ευρώ που παίρνεις κατόπιν (πέραν της προσωπικής προβολής κλπ) ή τέλος για το αν θα κερδίσεις επιταγή 2.500 ευρώ ως ο πιο αγαπητός παίχτης σε ένα «πείραμα έρωτα και αγάπης». Στην καλύτερη θα πετύχεις το “die hard” No 17, ελπίζοντας πλέον βαριεστημένα (και υποσυνείδητα) ότι κάποιος πάλι κάπως θα βρεθεί να μας σώσει.
ΥΓ2. Πραγματικά σε στιγμές παρακολουθώ και θαυμάζω τους Γάλλους πολίτες και την συνέπεια τους, ακομμάτιστα, με πλουραλισμό ηλικιών να διεκδικούν στοιχειώδη δικαιώματα, τρώγοντας πολύ ξύλο, χωρίς τηλέφωνο στον μπαμπά, έχοντας βέβαια κουλτούρα διεκδίκησης, συλλογικότητας και εξέγερσης. Από την ημέρα της Βαστίλης, στην κομμούνα του Παρισιού (1890), μέχρι τον Μάη του 68. Στην Ελλάδα πετούν εκ του ασφαλούς μολότοφ κυρίως παιδάκια, που νομίζουν ότι ο Μπακούνιν είναι κάποιο club, και που φυσικά καβατζώνονται στα δύσκολα στο πανεπιστήμιο, ξεχνώντας ότι με αυτή τη θρασύδειλη και αφελή πράξη, ανοίγουν τον δρόμο για την σύντομη επικράτηση κυρίως ιδιωτικών «πανεπιστημίων», μιας και κάτι επίσης βασικό είναι ότι σε ιδιωτικό «πανεπιστήμιο» δεν νοείται κατάληψη ή άσυλο. Πρόκειται για ιδιωτική περιουσία. Τόσο απλά.
ΥΓ3. Τέλος (επιτέλους) θεωρώ αστεία την δήθεν ελευθερία επιλογής, με την απόκτηση πχ γνωστής πλατφόρμας, που έχει σαρώσει σχεδόν ό,τι «καλύτερο» σε σειρές και ταινίες. Απλά η αποβλάκωση θεωρείται πιο απολαυστική και trendy πάντα με μέτρο σύγκρισης τα υπόλοιπα. Το αποτέλεσμα μακροπρόθεσμα μοιραία το ίδιο. Και ο κινηματογράφος σταδιακά αργοπεθαίνει. Συμβιβασμός, παράδοση στην καραμέλα «εγώ δεν θα αλλάξω τον κόσμο..», παθητική θεώρηση των πάντων ως εξέλιξη αμάσητη ή ανεύρεση λύσεων και συλλογικός προβληματισμός εκτός social media; Ρητορική, τουλάχιστον σε προσωπικό επίπεδο.