Women’s talk: Τι περιμένετε, να μας σκοτώνουν μέσα στο τμήμα;
Για όλες αυτές που δικαίως φοβούνται να μιλήσουν.
Επιμέλεια κειμένου: Μυρτώ Τούλα, Χρυσάνθη Αρχοντίδου
Ήταν 28, ζούσε σε μία κακοποιητική σχέση από την οποία κατάφερε να φύγει, βρήκε την δύναμη να μιλήσει στην αστυνομία, τον είχε καταγγείλει για τον βιασμό της και τον ξυλοδαρμό 4 χρόνια πριν, πίστεψε πως θα μπορούσε να γλιτώσει, άκουγε στις ειδήσεις πως πρέπει να σπάσει την σιωπή της, μάζεψε τα κομμάτια της, έδειξε σθένος και απευθύνθηκε στις αρχές με την ελπίδα να την προστατεύσουν.
Μπήκε στο αστυνομικό τμήμα ιδρωμένη, η φωνή της έτρεμε, ο φίλος της, της έσφιγγε το χέρι, προχώρησε στην καταγγελία και οι αρχές λόγω έλλειψης προσωπικού, αρνήθηκαν να τη συνοδέψουν μέχρι το σπίτι της. Ήξερε πως είναι οι τελευταίες της στιγμές, το ήξερε γιατί την περίμενε απ’ έξω. Σκεφτόταν μανιωδώς τρόπους να του ξεφύγει, πληκτρολόγησε το 100 στο κινητό της, στο βλέμμα της έβλεπες την απόγνωση και ήλπιζε να προλάβει.
Αλλά δεν πρόλαβε, την μαχαίρωσε μέχρι θανάτου λίγα μέτρα κάτω από το αστυνομικό τμήμα, το αίμα της κύλησε στον δρόμο. Πέντε μαχαιριές, η μία μετά την άλλη, με μίσος και μένος. Ξεψύχησε στην άσφαλτο και η τηλεφωνήτρια της άμεσης δράσης άκουγε σε live μετάδοση την δολοφονία της. Αξίζει να σημειωθεί πως αυτόπτης μάρτυρας της άγριας δολοφονίας πέρα από τον φίλο της κοπέλας ήταν και ο φρουρός του τμήματος.
Το 2022, σύμφωνα με στοιχεία του UN Women, 48.800 γυναίκες και κορίτσια δολοφονήθηκαν από συντρόφους ή μέλη των οικογενειών τους. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε κατά μέσο όρο 133 γυναικοκτονίες ημερησίως. Στην Ελλάδα το κύμα γυναικοκτονιών κορυφώθηκε το 2021 και 2022 (με 23 και 24 αντίστοιχα), ενώ και το 2023 στιγματίστηκε από 13 γυναικοκτονίες. Το 2024, μετρά μόλις 4 μήνες και μέχρι σήμερα έχουν δολοφονηθεί 5 γυναίκες.
Επαναλαμβάνουμε και φωνάζουμε το μήνυμα “μίλα”, χρόνια τώρα μεταξύ μας, αλλά ακόμα και όταν το κάνουμε, δεχόμαστε πυρά και αμφισβήτηση από παντού. Θα ακούσεις συχνά σε συζητήσεις να λένε «ναι, αλλά τα ήθελε κι αυτή» ή «δεν είναι αυτό που νομίζεις», από γυναίκες και άνδρες. Κυριαρχεί ντροπή και φόβος για τις κακοποιημένες γυναίκες, να απευθυνθούν σε άτομα του οικείου περιβάλλοντος, όπως ακριβώς συνέβη και στην υπόθεση της 28χρονης, η οποία μίλησε μονάχα στη μητέρα της και όχι στον πατέρα της. Αλλά ακόμα και όταν ο ίδιος ο πατέρας της παραδέχθηκε ότι το ήξερε, δεν έκανε τίποτε για αυτό. Πώς γνωρίζεις ότι κάποιος έχει δείρει την κόρη σου και μένεις άπραγος; Πώς 5 ώρες μετά τη δολοφονία της βγαίνεις στα κανάλια και κάνεις δηλώσεις με απόλυτη ψυχραιμία;
Και ακόμα και όταν, οι κακοποιημένες βγάζουν φωνή, μιλούν, καταγγέλλουν και δεν φοβούνται, πότε δικαιώνονται; Τρανό παράδειγμα η υπόθεση Μπίκα στη Θεσσαλονίκη, οι αντιδράσεις και οι διαστάσεις που έχει πάρει. Μία κοπέλα που μετά το βιασμό της, βρήκε κουράγιο και δύναμη, μάζεψε αποδεικτικά στοιχεία, στράφηκε στην αστυνομία και κατήγγειλε το μαρτύριο της. Ακόμα και τότε, η καχυποψία κυριάρχησε στον κόσμο, δεν την πίστεψαν. Η υπόθεση της ακόμα εκδικάζεται, η κοπέλα αυτή αναβιώνει ακόμα τα τραύματά της και ήδη γνωρίζει ότι οι ποινές για τους θύτες δεν θα είναι ποτέ αρκετές.
Υπάρχει μία γενική ψευδαίσθηση στην κοινωνία, ότι τα πράγματα για τις γυναίκες βελτιώθηκαν, και έρχεται και σκάει σαν κροτίδα ακόμα μία αδιανόητη υπόθεση. Αν η αστυνομία είναι ικανή να δίνει manual στους γυναικοκτόνους και ανίκανη να προστατεύσει εκείνη που το έχει δεδομένο πως θα την σκοτώσουν, τότε τι νόημα έχει οι γυναίκες να σπάνε την σιωπή τους; Ότι, ο έλεγχος ανθρώπων που (απλώς) κυκλοφορούν στον δρόμο είναι σημαντικότερος από την καταγγελία που κάνει μία γυναίκα; Σε πόσες ελληνικές σειρές παρακολουθήσαμε πρωταγωνίστριες να πηγαίνουν στο αστυνομικό τμήμα για καταγγελίες και να παραμένουν στο σπίτι με τον κακοποιητή τους, επειδή η αστυνομία συγκάλυψε;
Και τελικά αν δεν μας προστατεύσουν οι αρχές, τις οποίες έχουμε δει να χτυπάνε νεαρές διαδηλώτριες με μανία στις πορείες, τις οποίες όταν πάμε στα τμήματα για ένα απλό χαρτί και δεχόμαστε αμέτρητα σεξιστικά σχόλια μόνο και μόνο για το φύλο μας, τις οποίες ακούμε στους ενσύρματους να αναφέρουν χυδαιότητες, από τις οποίες ποτέ και καμία ΕΔΕ δεν προχωρά, ποιος θα μας προστατεύσει; H μερίδα της κοινωνίας που πέφτει από τα σύννεφα όταν ακούει ποιος μας χτύπησε ή ποιος μας σκότωσε, ή οι άλλοι που θεωρούν μέχρι σήμερα πως αξίζουμε “και ένα χέρι ξύλο”.
Μας έχει μείνει στο μυαλό η έκφραση “υπάρχουν λύσεις αρκεί να μιλήσεις” και στην περίπτωση τις 28χρονης γιατί δεν υπήρξαν; Τί πήγε τόσο λάθος με εκείνους τους αστυνομικούς που ήταν εχθές το βράδυ στο τμήμα; Πως είναι δυνατόν να αψηφήσουν μία καταγγελία και ενώ τα περιπολικά αυξάνονται διαρκώς τα τελευταία χρόνια να μην την παραλάβει ένα να την αφήσει σπίτι της με ασφάλεια; Τελικά; Οι αρχές με ποιανού το μέρος είναι, με των θυμάτων ή των θυτών;