Η γη διψάει – Η ανομβρία απειλεί καλλιέργειες και δάση σε Ελλάδα, εξωτερικό

Απουσία βροχοπτώσεων και υψηλές θερμοκρασίες συνθέτουν το σκηνικό των τελευταίων μηνών - Η τωρινή κατάσταση και τα ακραία σενάρια

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
η-γη-διψάει-η-ανομβρία-απειλεί-καλλιέ-1006254
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Σαν «βάλσαμο» για πολλές περιοχές της χώρας ήρθαν οι βροχές των τελευταίων ημερών, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο ζέστης με τον Απρίλιο από πλευράς καιρού και θερμοκρασιών να παραπέμπει σε Ιούνιο.

Τα δεδομένα που έδωσε στη το Ευρωπαϊκό παρατηρητήριο για την ξηρασία (European Drought Observatory – EDO) αποτυπώνει το σημαντικό έλλειμμα εδαφικής υγρασίας σε μεγάλο μέρος της χώρας το πρώτο δεκαήμερο του Απριλίου 2024.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σε αρκετές περιοχές της χώρας μας αρνητικές αποκλίσεις της εδαφικής υγρασίας παρατηρούνται ήδη από τις αρχές Νοεμβρίου 2023.

Κάτι που φυσικά συνδέεται με την σημαντική απουσία βροχοπτώσεων αλλά και τις παρατεταμένες περιόδους με υψηλές θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε μηνών.

Η παρακολούθηση της εδαφικής υγρασίας είναι σημαντική για τον εντοπισμό περιοχών όπου πιθανώς υπάρχει συσσώρευση δασικής καύσιμης ύλης συμβάλλοντας έτσι στην καλύτερη διαχείριση των δασικών πυρκαγιών.

Απειλείται η αγροτική παραγωγή της Ελλάδας

Η Ελλάδα και η ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου αντιμετωπίζουν ήδη υψηλό κίνδυνο ξηρασίας, ο οποίος αναπόφευκτα θα αυξηθεί στο μέλλον λόγω της κλιματικής αλλαγής, όπως αποτυπώθηκε και στο νέο Άτλαντα Κινδύνου Λειψυδρίας που παρουσίασε πριν λίγους μήνες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Ο Άτλαντας είναι ένα από τα δύο νέα εργαλεία που προσφέρει η Κομισιόν για τη διαχείριση του κινδύνου σε τοπικό επίπεδο, μαζί με την Ευρωπαϊκή Βάση Δεδομένων για τις Επιπτώσεις της Ξηρασίας, όπου συγκεντρώνονται δεδομένα για την περίοδο 1977-2022.

Βασίζεται σε αλγορίθμους μηχανικής μάθησης για να εκτιμήσει τις επιπτώσεις της ξηρασίας σε επιμέρους τομείς, όπως η γεωργία και η ενέργεια, τόσο στις σημερινές συνθήκες όσο και σε τρία σενάρια αύξησης της θερμοκρασίας κατά 1,5, κατά 2,0 ή κατά 3,0 βαθμούς έως το τέλος του αιώνα.

Ακόμα και υπό τις σημερινές συνθήκες, η ετήσια παραγωγή σιταριού στην Ελλάδα εκτιμάται ότι είναι μειωμένη κατά 2,5 έως 7,5% σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 1975-2021.

Πολύ μεγαλύτερη, έως κατά 50%, θα είναι οι απώλειες στη σοδιά σιταριού από σφοδρές ξηρασίες που εκδηλώνονται κατά μέσο όρο δύο φορές τον αιώνα υπό τις τρέχουσες κλιματικές συνθήκες.

Αν όμως η θερμοκρασία του πλανήτη ανέβει κατά 1,5 βαθμούς Κελσίου έως το τέλος του αιώνα, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, οι απώλειες στην παραγωγή σιταριού στην Ελλάδα θα είναι τουλάχιστον 10% μεγαλύτερες, ενώ αν η θερμοκρασία ανέβει κατά τρεις βαθμούς η ζημιά διπλασιάζεται.

Στις καλλιέργειες κριθαριού, η Ελλάδα, μετά την Ισπανία και τη Ρουμανία, εκτιμάται ότι πλήττεται από τις τρίτες μεγαλύτερες απώλειες στην ετήσια παραγωγή κριθαριού, μια μείωση έως και 7,5%.

Με μια αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1,5 βαθμούς οι απώλειες αυτές δεν αυξάνονται σημαντικά, ενώ με μια άνοδο κατά 3 βαθμούς διογκώνονται έως και κατά 50%.

Η χώρα βρίσκεται επίσης στις πέντε πρώτες θέσεις όσον αφορά τις εκτιμώμενες απώλειες στην παραγωγή ρυζιού, έως 10% υπό τις τρέχουσες κλιματικές συνθήκες.

Ανεπαρκείς βροχές και υψηλές θερμοκρασίες τον Ιανουάριο επηρέασαν τις χειμερινές καλλιέργειες και τα οπωροφόρα δέντρα δέντρα κατά μήκος των μεσογειακών ακτών, κυρίως στην Ελλάδα, την Ισπανία, την Ιταλία και στα νησιά της Μεσογείου.

Η άντληση υδάτων στην Ελλάδα σε περιόδους ξηρασίας θα αυξηθεί από 10% έως 100%

Εκτός από τις καλλιέργειες, η κλιματική αλλαγή προβλέπεται να επηρεάσει τη δημόσια παροχή νερού. Στην Ελλάδα, οι προβολές του Άτλαντα δείχνουν ότι με μια άνοδο της θερμοκρασίας κατά 1,5 βαθμούς η άντληση υδάτων σε περιόδους ξηρασίας θα αυξηθεί από 10% έως 100%, ανάλογα με την περιοχή,.

Αν η άνοδος της θερμοκρασίας φτάσει τους 3 βαθμούς, η αύξηση μπορεί να φτάσει το 300%.

Στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου οι εκτιμήσεις του Άτλαντα δείχνουν ότι υπάρχει κίνδυνος περιορισμών της κατανάλωσης νερού σε περιόδους ξηρασίας, ακόμα και διακοπή της υδροδότησης αν η ζήτηση δεν μπορεί να καλυφθεί.

Η Ελλάδα, τέλος, είναι μια από τις έξι χώρες με τις μεγαλύτερες απώλειες παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας στις τρέχουσες κλιματικές συνθήκες.

Σε συνθήκες ξηρασίας που εκδηλώνονται κατά μέσο όρο δύο φορές τον αιώνα, η μείωση αυτή μπορεί να αυξηθεί στη χώρα έως και 50%.

Κρίση στις καλλιέργειες

Και φυσικά όλα τα παραπάνω προκαλούν επιπτώσεις και στο παραγωγικό κομμάτι σε καλλιέργειες όπως οι ελιές, το βαμβάκι, τα σιτηρά.

Η ελιά, αν και ανθεκτική στην ξηρασία, χωρίς υγρασία κινδυνεύει να μειωθεί σε μέγεθος και να χαλάσει η ποιότητά της.

Οι καλλιέργειες βαμβακιών αντιμετωπίζουν και αυτές μεγάλες προκλήσεις όσον αφορά τις αποδόσεις τους, με τους παραγωγούς να οδηγούνται σε τεχνητό πότισμα.

Και όσον αφορά τα σιτηρά η ποιότητα των κόκκων επηρεάζεται από την έλλειψη νερού με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν μειωμένη περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά.

Ο κίνδυνος για πυρκαγιές

Η έκθεση που δημοσίευσε το Κοινό Κέντρο Ερευνών (JRC) της Κομισιόν, με τίτλο «Ξηρασία στη Μεσόγειο – Ιανουάριος 2024» αναφέρεται και στο σοβαρό κίνδυνο πυρκαγιών λόγω της μειωμένης υγρασίας του εδάφους.

Και φυσικά αυτό αφορά σε μεγάλο βαθμό και στην Ελλάδα, που τα τελευταία χρόνια βρίσκεται διαρκώς στο μάτι του κυκλώνα, με αποκορύφωμα τα όσα συνέβησαν πέρσι στον Έβρο με τη φωτιά να χαρακτηρίζεται ως η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί σε ευρωπαϊκό έδαφος.

Η περίπτωση Καναδά και Ισημερινού

Ο πρόεδρος του Ισημερινού Ντανιέλ Νομπόα κήρυξε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στη χώρα, για δεύτερη φορά από τον Νοέμβριο, όταν ανέλαβε καθήκοντα.

Η προηγούμενη ήταν τον Ιανουάριο, προκειμένου να επιτρέψει τον καλύτερο συντονισμό μεταξύ στρατού και αστυνομίας για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας.

Στις αρχές της εβδομάδας, ο πρόεδρος Νομπόα είχε δρομολογήσει έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, συμπεριλαμβανομένων προγραμματισμένων διακοπών ηλεκτροδότησης.

Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης θα έχει αυτήν τη φορά διάρκεια 60 ημερών. Σε αυτό το διάστημα δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας θα αναπτυχθούν για την περιφρούρηση των ενεργειακών υποδομών της χώρας, σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα.

Λόγω της ξηρασίας, που οφείλεται εν μέρει στο καιρικό φαινόμενο Ελ Νίνιο, έχουν υποχωρήσει σημαντικά τα επίπεδα στα υδροηλεκτρικά φράγματα που παράγουν το μεγαλύτερο τμήμα της ενέργειας στον Ισημερινό.

Δεκάδες δασικές πυρκαγιές ξέσπασαν στον δυτικό Καναδά τις τελευταίες ημέρες, σηματοδοτώντας την έναρξη της εξαιρετικά επικίνδυνης περιόδου στην περιοχή, που πλήττεται από φοβερή ξηρασία, γεγονός που αυξάνει την ανησυχία των αρχών ενόψει του δυνητικά «καταστροφικού» καλοκαιριού.

Στην επαρχία της Βρετανικής Κολομβίας, που βρέχεται από τον Ειρηνικό, οι πυροσβέστες έχουν κινητοποιηθεί ειδικά στην κεντρική περιφέρεια Καριμπού, όπου ανθρωπογενής φωτιά πήρε πολύ γρήγορα έκταση το σαββατοκύριακο κι αυτή τη στιγμή χαρακτηρίζεται «εκτός ελέγχου».

Η πυρκαγιά του Μπέρτζες Κρικ, η οποία ήδη καταβρόχθισε 16.000 στρέμματα βλάστησης, είναι «πολύ αποκαλυπτική των συνθηκών που έχουμε μπροστά μας», εξήγησε στο Γαλλικό Πρακτορείο η Μάντισον Νταλ, της επαρχιακής υπηρεσίας αντιμετώπισης πυρκαγιών, ενόψει της εξαιρετικά επικίνδυνης σεζόν.

«Είμαστε αντιμέτωποι με απίστευτη ξηρασία», συμπλήρωσε.

Προς το παρόν, η φωτιά δεν απειλεί κάποια κτιριακή δομή, μολαταύτα εκδόθηκε προειδοποίηση ενόψει ενδεχόμενης εσπευσμένης απομάκρυνσης κατοίκων: οι πολίτες κλήθηκαν να είναι έτοιμοι να φύγουν.

Συνολικά, είναι ενεργές πάνω από 110 φωτιές στην επαρχία, ορισμένες από τις οποίες εκδηλώθηκαν καιρό πριν, την περασμένη χρονιά, αλλά ουδέποτε κατασβέστηκαν.

Στη γειτονική επαρχία Αλμπέρτα, είναι ενεργές 66 εστίες φωτιάς, από τις οποίες επίσης «36 είχαν εκδηλωθεί την περίοδο του 2023», δήλωσε η Μελίσα Στόρι της επαρχιακής διεύθυνσης αντιμετώπισης δασικών πυρκαγιών.

Εξάλλου αρκετές φωτιές καίνε στην περιφέρεια της Φορτ Μακμέρι, στο βορειοδυτικό τμήμα της επαρχίας, ωθώντας τις αρχές να δώσουν εντολές για εσπευσμένες απομακρύνσεις κατοίκων.

Η πόλη αυτή, μέσα σε βορινό δάσος, γνωστή για την ασφαλτούχο άμμο της, είχε υποστεί πελώρια καταστροφή εξαιτίας πυρκαγιάς τον Μάιο του 2016. Οι σχεδόν 90.000 κάτοικοί της είχαν αναγκαστεί να την εγκαταλείψουν εσπευσμένα.

Αυτή η πυρκαγιά χαρακτηρίζεται η χειρότερη καταστροφή στην ιστορία του Καναδά: κατέστρεψε 2.500 κτίρια και προκάλεσε ζημία αξίας σχεδόν 10 δισεκατομμυρίων καναδικών δολαρίων (6,8 δισεκ. ευρώ στην τρέχουσα ισοτιμία).

Σύμφωνα με την καναδική κυβέρνηση, «ακραίες συνθήκες ξηρασίας», «πολύ ανησυχητικές», επιμένουν να πλήττουν κυρίως τομείς της καναδικής Δύσης.

Το 2023, ο Καναδάς βίωσε τη χειρότερη περίοδο πυρκαγιών στην ιστορία του. Οι φωτιές, που έπληξαν τη χώρα απ’ άκρου σ’ άκρο, μετέτρεψαν σε αποκαΐδια πάνω από 150 εκατομμύρια στρέμματα, στοίχισαν τη ζωή σε οκτώ πυροσβέστες και πυροσβέστριες κι ανάγκασαν τις αρχές να απομακρύνουν εσπευσμένα από τα σπίτια τους κάπου 230.000 ανθρώπους.

Τη 10η Απριλίου οι αρχές, που φοβούνται νέο «καταστροφικό» καλοκαίρι καθώς ο χειμώνας σημαδεύτηκε από την έλλειψη χιονόπτωσης, κατέστησαν σαφές πως «προετοιμάζονται για το χειρότερο».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα