Η «Μείωση της Βλάβης» βελτιώνει την καθημερινότητά μας
Αν θέλουμε να συνεχίσουμε να κάνουμε ό,τι κάναμε, πρέπει να βρούμε λιγότερο επιβλαβείς τρόπους.
Μπορεί σαν όρο να μην τον χρησιμοποιούμε συχνά, η αλήθεια όμως είναι ότι η ανάγκη για μείωση της βλάβης υπάρχει – εδώ και πολύ καιρό – παντού στην καθημερινότητά μας: στον τρόπο που δουλεύουμε, που μετακινούμαστε αλλά και που επιλέγουμε να απολαμβάνουμε τη ζωή.
Η λογική της μείωσης της βλάβης βασίζεται στο εξής απλό σκεπτικό: αν θέλουμε να συνεχίσουμε να κάνουμε ό,τι κάναμε, πρέπει να βρούμε λιγότερο επιβλαβείς τρόπους.
Έτσι, λοιπόν, στη βιομηχανία αυτοκινήτων, για παράδειγμα, σιγά-σιγά αφήνουμε τα συμβατικά βενζινοκίνητα και «κινούμαστε ηλεκτρικά». Τα πλεονεκτήματα της χρήσης ηλεκτρικών οχημάτων είναι μοναδικά: περισσότερη οικονομία, λιγότερη ηχορύπανση, μείωση του κόστους χρήσης και φυσικά βελτίωση της ποιότητας ζωής μας. Οι φιλόδοξοι κατασκευαστές αυτοκινήτων, μάλιστα, εστιάζουν ακόμα και στην παραγωγή αυτοκινήτων με ανακυκλώσιμα υλικά, όπως το αλουμίνιο.
Στον τομέα της ενέργειας, αντίστοιχα, γνωρίζουμε πλέον ότι υπάρχουν εναλλακτικές για να αντικαταστήσουμε το λιγνίτη, και μάλιστα περιβαλλοντικά πολύ πιο φιλικές, όπως για παράδειγμα η αιολική ενέργεια, τα φωτοβολταϊκά, η γεωθερμία κ.ά., οι οποίες κερδίζουν έδαφος ακριβώς γιατί αποτελούν μια πιο βιώσιμη και λιγότερο επιβλαβή επιλογή για το περιβάλλον. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει συγκεκριμένους στόχους στα κράτη – μέλη για τη μείωση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2030, προτρέποντας στη χρήση «πράσινης» ενέργειας.
«Πράσινες» επιλογές σε υλικά και τεχνολογίες βλέπουμε να κυριαρχούν ολοένα και περισσότερο και στον κλάδο των ακινήτων. Όσο εντύπωση και αν μας κάνει, τα κτήρια είναι ένας από τους μεγαλύτερους καταναλωτές ενέργειας από κάθε άποψη καθώς είναι υπεύθυνα για το 40% των αερίων του θερμοκηπίου που εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα. Οπότε, η ανάπτυξη κτηρίων που ενσωματώνουν βιοκλιματικά χαρακτηριστικά είναι εξαιρετικά σημαντική για τη μείωση του περιβαλλοντικού μας αποτυπώματος.
Τί γίνεται, όμως, με το κάπνισμα που μπορεί να μην είναι από τα πρώτα στη λίστα για τη μόλυνση του περιβάλλοντος, είναι ωστόσο, ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα για την επιβάρυνση της δημόσιας υγείας; Το γεγονός αυτό μας δείχνει πως παγκοσμίως οι πολιτικές για τον έλεγχο του καπνίσματος δεν φαίνεται να αποδίδουν όσο θα περιμέναμε. Δεδομένου, μάλιστα, ότι το κάπνισμα είναι μια απολαυστική συνήθεια γι’ αυτούς που το έχουν επιλέξει, η προτροπή «κόψτε το γιατί είναι βλαβερό», από όπου και αν προέρχεται, δεν κάνει κανέναν να πετάξει το τσιγάρο.
Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε να μειωθεί η βλάβη από το κάπνισμα; Την απάντηση στο ερώτημα αυτό φαίνεται να δίνουν τα επιστημονικώς τεκμηριωμένα εναλλακτικά προϊόντα καπνού. Η συζήτηση, δε, στην επιστημονική κοινότητα για τα πιθανά οφέλη που μπορεί να προκύψουν για τη δημόσια υγεία γίνεται όλο και πιο έντονη, καθώς η ζήτηση εντείνεται και ο αριθμός των καπνιστών που υιοθετούν τα εναλλακτικά προϊόντα, σε ολόκληρο τον κόσμο, διαρκώς αυξάνεται. Και μπορεί για τους ειδικούς του κλάδου η πλήρης διακοπή του καπνίσματος να αποτελεί τη βασική προτεραιότητα, ωστόσο μέχρι να σβήσει και το τελευταίο τσιγάρο, η συνεχής αναζήτηση τρόπων για τη μείωση της βλάβης από το κάπνισμα είναι μία λύση που μπορεί να αποφέρει σημαντικά αποτελέσματα.