Η περιπέτεια μιας επένδυσης με αντικείμενο την κομποστοποίηση και την κυκλική οικονομία
Για τη δημιουργία μονάδας κομποστοποίησης από ανακύκλωση οργανικών αποβλήτων στην περιοχή της Γέφυρας Θεσσαλονίκης.
Ξένη Δημοσίευση
Η διαχείριση των κάθε λογής αποβλήτων αποτελεί μια διαρκή εκκρεμότητα και συγχρόνως μία μεγάλη πρόκληση για τη χώρα μας. Είτε πρόκειται για οργανικά απόβλητα είτε για Απόβλητα Εκσκαφών Κατασκευών και Κατεδαφίσεων (ΑΕΚΚ) είτε οποιασδήποτε άλλης μορφής. Ο εθνικός σχεδιασμός όσον αφορά τη διαχείριση των αποβλήτων υλοποιείται με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να είναι ουραγός στον τομέα αυτόν. Οι οργανωμένοι χώροι ορθής διαχείρισης αποβλήτων (ΧΥΤΑ, ΧΥΤΥ, ΚΔΑΥ, ΜΕΑ κ.λπ.) δεν επαρκούν και ταυτόχρονα η ύπαιθρος, αλλά ακόμη και αστικές περιοχές είναι γεμάτες από παράνομες χωματερές, με ό,τι κινδύνους συνεπάγεται αυτό για το περιβάλλον.
Οι αιτίες γι’ αυτή την κατάσταση είναι γνωστές. Έχουν να κάνουν με τις συνήθεις παθογένειες της δημόσιας διοίκησης, τους γραφειοκρατικούς λαβυρίνθους, την ατολμία του πολιτικού προσωπικού το οποίο διστάζει να πάρει αποφάσεις, φοβούμενο το πολιτικό κόστος, την κουλτούρα που έχει διαμορφωθεί στις τοπικές κοινωνίες οι οποίες, είτε από άγνοια είτε από σκοπιμότητα εναντιώνονται σε κάθε εγχείρημα ορθολογικής διαχείρισης των αποβλήτων. Ενδεικτικό όλων αυτών είναι όσα συμβαίνουν εδώ και σχεδόν δύο χρόνια, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη, σε ένα αγροτεμάχιο στην περιοχή της Γέφυρας, του δήμου Χαλκηδόνας.
Στον ιδιόκτητο αυτόν χώρο, μία εταιρεία θέλησε να δημιουργήσει μονάδα κομποστοποίησης, από την ανακύκλωση οργανικών μη επικίνδυνων αποβλήτων. Η κομποστοποίηση είναι η φυσική διεργασία μετασχηματισμού οργανικών υπολειμμάτων σε μια πλούσια από βιολογική και θρεπτική άποψη σκούρα ύλη η οποία ονομάζεται compost ή εδαφοβελτιωτικό. Στο συγκεκριμένο αγροτεμάχιο είχαν γίνει πριν από αρκετά χρόνια, πέραν της 15ετιας, παράνομες αμοληψίες με αποτέλεσμα να παρουσιάζει μεγάλες ανισοσταθμίες οι οποίες για να αποκατασταθούν έπρεπε να γίνει επίχωση με τη χρήση κατάλληλων υλικών. Προς το σκοπό αυτό η εταιρεία κομποστοποίησης συνεβλήθη με εταιρεία επεξεργασίας Αποβλήτων Εκσκαφών Κατασκευών και Κατεδαφίσεων (ΑΕΚΚ) προκειμένου να της προμηθεύσει κατάλληλα υλικά για την επίχωση του αγροτεμαχίου της. Τα υλικά αυτά προέρχονταν από ΑΕΚΚ, αλλά και από το κοσκίνισμα της βιομάζας (κλαδέματα από Δήμους που έχουν χώματα, πετρούλες και φύλλα – κλαράκια).
Με το που ξεκίνησε η αποκατάσταση του αγροτεμαχίου, ξεκίνησε και η περιπέτεια της καθ’ όλα νόμιμης επένδυσης κομποστοποίησης. Σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και σε τοπικά site άρχισαν να εμφανίζονται καταγγελίες ότι τα υλικά τα οποία χρησιμοποιούνται για την αποκατάσταση του αγροτεμαχίου ήταν δήθεν επικίνδυνα, ή , κατ’ άλλους, “αγνώστου προελεύσεως”, ότι η επένδυση δεν είχε την απαιτούμενη αδειοδότηση κ.ο.κ. Μετά τις καταγγελίες αυτές υπήρξε έλεγχος από την αρμόδια Διεύθυνση Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος (Τμήμα Περιβάλλοντος και Υδροοικονομίας) της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας η οποία επισκέφθηκε το χώρο και πήρε δείγματα από τα υλικά της επίχωσης. Παράλληλα, επισκέφθηκε και την εταιρεία ανακύκλωσης ΑΕΚΚ από την οποία γινόταν η προμήθεια αυτών των υλικών.
Στο πόρισμά της, τον Φεβρουάριο του 2022, η Διεύθυνση Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος της ΠΚΜ αναφέρει κατ’ αρχάς ότι τα υλικά της επίχωσης προέρχονται πράγματι από την μονάδα ανακύκλωσης ΑΕΚΚ και βιομάζας. Επίσης σημειώνει πως στον περιβάλλοντα χώρο του αγροτεμαχίου “δεν διαπιστώθηκαν οσμές από οργανικά απόβλητα ούτε στο υλικό αυτό υπήρχαν -πλην ελαχίστων προσμείξεων- πλαστικό, μέταλλο, γυαλί και λοιπά δυνητικά ανακυκλώσιμα υλικά”. Και τέλος, το πόρισμα αναφέρει ρητά ότι “από τη μακροσκοπική αξιολόγηση του δείγματος και των σωρών απόθεσης στο αγροτεμάχιο όπου έγινε η αυτοψία δεν προκύπτει ακαταλληλότητα υλικού για εργασίες επίχωσης, σύμφωνα με την εκδοθείσα άδεια της Υπηρεσίας Δόμησης του δήμου Κορδελιού Ευόσμου και δεν διαπιστώνεται παράβαση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας”.
Παρά την κατηγορηματική διάψευση των καταγγελιών από την πλέον αρμόδια υπηρεσία της ΠΚΜ, οι κατά σύστημα οικολόγοι συνέχισαν απτόητοι την προσπάθεια παραπληροφόρησης των κατοίκων της περιοχής, ανακυκλώνοντας συνεχώς τις ίδιες καταγγελίες. Προκειμένου να πάψει κάθε αμφισβήτηση σχετικά με τα υλικά αποκατάστασης του αγροτεμαχίου η εταιρεία κομποστοποίησης, με δικό της αίτημα αυτή τη φορά, ζήτησε εκ νέου από την αρμόδια Διεύθυνση της ΠΚΜ να προβεί σε νέους ελέγχους, όπως και έγινε. Έτσι, στις 30 Μαΐου του 2022, σε νέο της πόρισμα η Διεύθυνση Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος της ΠΚΜ αναφέρει ότι “στις 6 Μαΐου λάβαμε και αποστείλαμε προς εξέταση τέσσερα κοκκώδη δείγματα σε αναλυτικό εργαστήριο για τη διενέργεια δοκιμών (mg/kg ξηράς ουσίας). Από τα αποτελέσματα που λάβαμε για δεκαοκτώ παραμέτρους στις 24/5 προκύπτει ότι η κατηγοριοποίησή τους χαρακτηρίζεται ως αδρανή/μη επικίνδυνα και δεν διαπιστώνονται παραβάσεις της κείμενης περιβαλλοντικής νομοθεσίας”. Το πόρισμα αυτό η αρμόδια Διεύθυνση της ΠΚΜ το απέστειλε μάλιστα, προς ενημέρωση, προς τον δήμαρχο Χαλκηδόνας.
Κι ενώ από την πλέον αρμόδια υπηρεσία της ΠΚΜ καταρρίφθηκαν όλες οι καταγγελίες περί δήθεν επικίνδυνων υλικών, κι ενώ στο μεταξύ είχαν εκδοθεί όλες οι οικοδομικές και περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις, κι ενώ είχε ολοκληρωθεί τον Μάρτιο του 2023 ο πρώτος κύκλος της αποκατάστασης της στάθμης του αγροτεμαχίου ώστε να ξεκινήσει η κομποστοποίηση, αίφνης, τον Απρίλιο, χωρίς να εκτελούνται εργασίες επίχωσης, άρχισε να διακινείται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η ανάλυση ενός δείγματος που έγινε σε ιδιωτικό εργαστήριο, το οποίο δείγμα, σύμφωνα με αυτούς που έκαναν τις αναρτήσεις, προήλθε -άγνωστο πως και άγνωστο πότε- από τα υλικά της επίχωσης. Δηλαδή κάποιοι “άγνωστοι”, εισήλθαν παρανόμως, χωρίς την άδεια της εταιρείας, σε ένα περιφραγμένο αγροτεμάχιο, πήραν κάποια δείγματα, άγνωστο από που και τα παρέδωσαν προς ανάλυση σε ιδιωτικό εργαστήριο, σε μια προφανή προσπάθεια να αμφισβητήσουν τα δύο πορίσματα της πλέον αρμόδιας Διεύθυνσης της Πολιτείας, επειδή δεν εξυπηρετούσαν τις στοχεύσεις τους. Μάλιστα, συνόδευσαν τη δημοσίευση των αναλύσεων του ιδιωτικού εργαστηρίου με ανεύθυνα και ατεκμηρίωτα σχόλια με τα οποία υπαινίσσονται ότι τα υλικά επίχωσης περιέχουν συστατικά επικίνδυνα για το πόσιμο νερό! Σημειωτέον, δε, ότι στο πόρισμά του το ιδιωτικό εργαστήριο δεν προβαίνει σε κανενός είδους εκτίμηση περί επικινδυνότητας των υλικών του δείγματος το οποίο ελήφθη, υποτίθεται, από το συγκεκριμένο αγροτεμάχιο.
Όμως και αυτή η νέα προσπάθεια παραπληροφόρησης της κοινής γνώμης εκ μέρους των… πιστοποιημένων οικολόγων, πέφτει στο κενό. Συγκεκριμένα, αρμόδιος Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ο οποίος προέβη σε ενδελεχή αξιολόγηση των αποτελεσμάτων του δείγματος που φέρεται να λήφθηκε από το αγροτεμάχιο, σε εκτενή έκθεσή του διαπιστώνει ότι “το δείγμα εδάφους δεν είναι σε καμία περίπτωση επικίνδυνο και μπορεί με ασφάλεια να χρησιμοποιηθεί για τις εργασίες επιχωματώσεως του αγροτεμαχίου”. Σημειώνει, επίσης, ότι και τα συστατικά τα οποία ανίχνευσε το ιδιωτικό εργαστήριο στο δείγμα το οποίο παρέδωσαν “άγνωστοι” προς ανάλυση, βρίσκονται σε συγκεντρώσεις, απείρως χαμηλότερες των ορίων που θέτει η νομοθεσία.
Κατόπιν όλων αυτών, προκαλεί εντύπωση το ψήφισμα το οποίο εξέδωσε πριν από έναν μήνα το δημοτικό συμβούλιο του δήμου Χαλκηδόνας με το οποίο ζητείται να γίνουν εξ αρχής νέοι έλεγχοι στα αδρανή υλικά τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί για την αποκατάσταση του αγροτεμαχίου, χωρίς να έχει γίνει αξιολόγηση αν στο επίμαχο δείγμα οι συγκεντρώσεις είναι εντός ορίων. Παρά τους δύο ελέγχους τους οποίους έχει κάνει ήδη η αρμόδια Διεύθυνση της ΠΚΜ, παρά την έκδοση όλων των νόμιμων αδειοδοτήσεων. Όπως επίσης εντύπωση προκαλεί ότι, οι κατά σύστημα καταγγέλλοντες δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως πρωτοβουλία και δεν δείχνουν να ενοχλούνται από το γεγονός ότι σε ελάχιστη απόσταση από την νομίμως αδειοδοτημένη και απολύτως ασφαλή μονάδα κομποστοποίησης, υπάρχει παράνομη χωματερή από μπάζα και κάθε λογής απόβλητα από τα οποία αρκετά είναι επικίνδυνα!.. Αυτή η αλά καρτ περιβαλλοντική ευαισθησία, προκαλεί ερωτήματα, αν μη τι άλλο.
Είναι προφανές ότι ενόψει δημοτικών εκλογών ορισμένοι επιδιώκουν άλλους στόχους και όχι την προστασία του περιβάλλοντος, αδιαφορώντας εάν αυτή η τακτική τους αποβαίνει τελικά σε βάρος της ίδιας της τοπικής κοινωνίας η οποία θα στερηθεί κάποιων νέων θέσεων εργασίας και συγχρόνως, θα στερηθεί και μιας ορθολογικής και φιλοπεριβαλλοντικής διαχείρισης οργανικών μη επικίνδυνων αποβλήτων.