Λειψυδρία: Πώς επηρεάζει τη ζωή μας και ποια η σχέση της με την κλιματική αλλαγή
Ο Νικήτας Μυλόπουλος, μιλά στην Parallaxi για το κοινωνικοοικονομικό φαινόμενο και τις επιπτώσεις του.
Ο πλανήτης τα τελευταία χρόνια βρίσκεται αντιμέτωπος με την κλιματική αλλαγή. Ένα φαινόμενο που έχει δείξει τα «δόντια» του ήδη και οι επιπτώσεις του μας «χτυπούν την πόρτα» καθημερινά.
Πρόσφατα ο ΟΗΕ, σε διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου, παρουσιάζοντας στοιχεία σχετικής έρευνας, τόνισε ότι η έλλειψη νερού και η ξηρασία θα είναι είναι η επόμενη πανδημία που θα έχει το ίδιο «μέγεθος» με αυτή του κορονοϊού.
Με τις «μαύρες» προβλέψεις του Οργανισμού να προκαλούν ανησυχία, στην επιφάνεια ήρθε και πάλι το φαινόμενο της λειψυδρίας, τόσο ανά την υφήλιο, όσο και στη χώρα μας. Ζητήσαμε από τον Νικήτα Μυλόπουλο, Καθηγητή στην Ολοκληρωμένη Διαχείριση Υδατικών Πόρων του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, να μας εξηγήσει τι ακριβώς είναι, που εντοπίζεται, ποιες ενέργειες γίνονται για να αντιμετωπιστεί και φυσικά τι μας επιφυλάσσει το μέλλον.
Τι είναι η λειψυδρία και που εντοπίζεται συνήθως;
Κάτι “τρέχει” με το νερό τα τελευταία χρόνια. Η υδατική κρίση περιγράφεται ως ένα από τα σημαντικότερα περιβαλλοντικά προβλήματα του πλανήτη, αν όχι το σημαντικότερο, με επιπτώσεις και επιφαινόμενα βιβλικής καταστροφής. Αν η λειψυδρία είναι το κύριο χαρακτηριστικό της κρίσης αυτής, δεν είναι τυχαίο ότι δεν υπάρχει ένας συγκεκριμένος και επιστημονικά αυστηρός ορισμός για να την περιγράψει. Είναι η μείωση των κατακρημνισμάτων; Η μείωση της υγρασίας του εδάφους; Η μείωση των επιφανειακών και των υπόγειων ροών, ή η αρνητική διαφορά μεταξύ προσφοράς και ζήτησης νερού; Μένοντας πάντως στην ετυμολογία της, το φαινόμενο της λειψυδρίας, δηλαδή της έλλειψης νερού, είναι διαφορετικό από την ξηρασία και την ανομβρία, που είναι φυσικά φαινόμενα και συνδέονται με τον μηχανισμό του υδρολογικού κύκλου. Η λειψυδρία, ως έλλειψη, συνδέεται, αφενός με τη μείωση των υδατικών αποθεμάτων, αλλά, κυρίως, με τη μη ικανοποίηση των υδατικών αναγκών, που με τη σειρά της προϋποθέτει τον ορισμό και τη μέτρηση των αναγκών αυτών. Ποια επιστήμη λοιπόν θα ορίσει τις ανάγκες μας σε νερό; Ειδικά όταν οι βιολογικές μας ανάγκες καλύπτουν μετά βίας το 1% της τελικής κατανάλωσης, με τον υπόλοιπο τεράστιο όγκο να αφορά στις υπόλοιπες αστικές-βιομηχανικές χρήσεις και, κυρίως, στην άρδευση; Ποιός θα ορίσει τις ανάγκες μας με τρόπο αντικειμενικό, όταν είναι γνωστό ιστορικά ότι η πεμπτουσία του καπιταλισμού βρίσκεται στη διαρκή επινόηση νέων (και προφανώς τεχνητών) αναγκών;
Η λειψυδρία, με άλλα λόγια, είναι ένα κοινωνικοοικονομικό φαινόμενο, ένα πολιτικό κατά βάση πρόβλημα και αποτελεί αποτέλεσμα της ένταξης του νερού στην παραγωγική διαδικασία, της εμπορευματοποίησής του. Επιλέγοντας να ζήσουμε και να αναπτυχθούμε με το υπάρχον παραγωγικό μοντέλο, μέσα μόνο στον 20ο αιώνα δεκαπλασιάσαμε(!!) την κατανάλωση του νερού. Αν συνυπολογίσουμε σε αυτό ότι ζούμε στα χρόνια του νεοφιλελευθερισμού, όπου η εκμετάλλευση των ανθρώπινων και φυσικών πόρων εντατικοποιείται ακόμη περισσότερο, ενώ η περαιτέρω μεγέθυνση της παραγωγής αποτελεί μονόδρομο, καταλαβαίνουμε ότι το πρόβλημα έχει πάρει πλέον άλλες διαστάσεις. Παράλληλα, τα υδατικά αποθέματα παραμένουν ίδια, αν δεν μειώνονται λόγω της ρύπανσης, ενώ ακριβώς λόγω της σπανιότητας του νερού, κάθε νέο υδραυλικό έργο θα κοστίζει πολύ περισσότερο στο μέλλον και θα είναι και τεχνικά δυσκολότερο.
Ποιες είναι οι επιπτώσεις της στο περιβάλλον αλλά και στην ανθρώπινη ζωή;
Δεν υπάρχει γωνιά στον πλανήτη που να μην έχει πλέον αρνητικά υδατικά ισοζύγια στις κατά τόπους λεκάνες απορροής. Οι μισοί υγρότοποι έχουν καταστραφεί. Η στάθμη του νερού στα ποτάμια πέφτει κάθε χρόνο και περισσότερο, οι λίμνες συρρικνώνονται και στραγγίζουν, ενώ ο μεγάλος ασθενής παραμένει το υπόγειο νερό όπου οι πτώσεις στάθμης μετρώνται πλέον σε δεκάδες και εκατοντάδες μέτρα. Οι αριθμοί των παιδιών που πεθαίνουν κάθε χρόνο από έλλειψη καθαρού νερού στις άνυδρες χώρες αυξάνουν (περίπου 2 εκατομμύρια ετησίως τα τελευταία χρόνια), ενώ δισεκατομμύρια είναι πλέον τα επεισόδια των ασθενειών που αναφέρονται κάθε χρόνο ως αποτέλεσμα της κακής ποιότητας του νερού. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΗΕ, ένας στους τρεις κατοίκους της γης ζει σε καθεστώς ανυδρίας, που σημαίνει ότι η έλλειψη του νερού είναι σημαντικός ανασταλτικός παράγοντας για τη συντήρηση της ζωής και την οικονομική ανάπτυξη, ενώ άλλο ένα τρίτο του πληθυσμού είναι στα πρόθυρα της ανυδρίας. Και στον υπόλοιπο κόσμο όμως, εκτιμάται ότι το νερό θα αποτελέσει τον πλέον κρίσιμο περιοριστικό παράγοντα για την επιβίωση και την ανάπτυξη των περισσότερων αναπτυσσόμενων, αλλά και πολλών ήδη αναπτυγμένων χωρών. Επίσης, το νερό θα αποτελέσει και πάλι αιτία συγκρούσεων μεταξύ γειτονικών χωρών, δεδομένου ότι περίπου το 40% των κατοίκων της γης ζουν σε περισσότερες από 200 διακρατικές υδρολογικές λεκάνες (ήδη υπάρχουν τα προβλήματα μεταξύ Τουρκίας-Ιράκ, Πακιστάν-Ινδίας κλπ).
Αν στην ποσοτική συρρίκνωση των υδατικών πόρων προσθέσουμε την ποιοτική τους υποβάθμιση, γνωστή ως ρύπανση, που οφείλεται ακριβώς στο δίδυμο χρήση-κατάχρηση του νερού και έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω συρρίκνωση των υδατικών όγκων, εφόσον το ρυπασμένο νερό βγαίνει -σε μεγάλο βαθμό- εκτός αγοράς, καταλήγουμε σε έναν αέναο φαύλο κύκλο που γυρνώντας σπειροειδώς στον χρόνο λιγοστεύει περαιτέρω τα υδατικά διαθέσιμα.
Ποιοι είναι οι παράγοντες που την προκαλούν; Ποια είναι η σχέση της με την κλιματική αλλαγή και την ξηρασία;
Η λειψυδρία είναι παρούσα πριν την κλιματική κρίση, δεν είναι όμως άσχετη με αυτήν ούτε ως αίτιο, ούτε ως αιτιατό. Η κλιματική αλλαγή, ως κορυφαία έκφανση της απορρύθμισης του παγκόσμιου περιβάλλοντος έχει παρόμοιες, αν όχι τις ίδιες αιτίες με τη λειψυδρία, καθώς συνεχίζουμε να καταναλώνουμε τους ήδη εξαντλημένους φυσικούς και ενεργειακούς πόρους του πλανήτη, εκπέμποντας και παράγοντας ταυτόχρονα ρύπους και ουσίες που απορρυθμίζουν τον παγκόσμιο μηχανισμό του κλίματος. Η ξηρασία και οι πλημμύρες (στη Γερμανία πριν λίγες μέρες με τραγικές επιπτώσεις, στην Καρδίτσα τον Οκτώβριο που μας πέρασε), ως οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, η ερημοποίηση, η αύξηση της στάθμης της θάλασσας, οι μεγάλες πυρκαγιές, οι πανδημίες κλπ είναι τα αναμενόμενα φαινόμενα και αποτελέσματα της απορρύθμισης αυτής.
Στην ολιστική λειτουργία των φυσικών οικοσυστημάτων, οι φυσικές καταστροφές αλληλεπιδρούν σε λογική ντόμινο: οι πυρκαγιές επιδεινώνουν την εδαφική διάβρωση, μετατρέποντας τις πλημμυρικές απορροές σε καταστροφική απειλή, ενώ η αδυναμία συγκράτησης των ομβρίων από το διαβρωμένο έδαφος εντείνει τα φαινόμενα λειψυδρίας στις πληγείσες περιοχές. Οι πυρκαγιές μειώνουν τη δασική έκταση, άρα και τη δυνατότητα κατακράτησης των αερίων του θερμοκηπίου, ενώ ταυτόχρονα οι συγκεντρώσεις του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα αυξάνονται σημαντικά, λόγω της εκπομπής αερίων της καύσης, ενισχύοντας έτσι τον μηχανισμό της κλιματικής αλλαγής. Λόγω της κλιματικής αλλαγής τα ακραία φαινόμενα πολλαπλασιάζονται, η λειψυδρία εντείνεται και ο φαύλος κύκλος συνεχίζει.
Έχει επηρεάσει την Ελλάδα; Αν ναι που εντοπίζεται και τι ευθύνεται γι αυτό;
Σύμφωνα με παλιότερη έρευνα της διεθνούς περιβαλλοντικής οργάνωσης WWF τρεις πλανήτες θα χρειαζόταν η ανθρωπότητα σε οικοσυστήματα και φυσικούς πόρους, αν ακολουθούσε το σημερινό μοντέλο ανάπτυξης της Ελλάδας. Στην κατανάλωση νερού έχουμε το δεύτερο μεγαλύτερο υδατικό αποτύπωμα μετά τις ΗΠΑ και διπλάσιο του παγκόσμιου μέσου όρου. Τα αρνητικά αυτά ρεκόρ αποδίδονται φυσικά στην υπερκατανάλωση του νερού για τη γεωργία (το 86% της συνολικής υδατικής χρήσης), που συνδυάζεται όμως με τον τελείως ανορθολογικό τρόπο που διαχειριζόμαστε το νερό. Ειδικά στην άρδευση η κατασπατάληση αφορά σε όλα τα επίπεδα της υδατικής χρήσης, από τη συλλογή του νερού, στη μεταφορά του με απαρχαιωμένα αρδευτικά δίκτυα, έως τις αρδευτικές μεθόδους στο χωράφι που στην πλειοψηφία τους είναι σπάταλες και ακατάλληλες. Προσθέστε σε αυτά και την ίδια τη διάρθρωση των καλλιεργειών, χωρίς κανέναν απολύτως σχεδιασμό και με τις περισσότερες να είναι υδροβόρες και έχετε το εκτεταμένο πεδίο οικολογικής καταστροφής, ειδικά στους κάμπους, με τον Θεσσαλικό και τον Μακεδονικό να διεκδικούν την πρωτιά. Χωρίς νερό η ανάπτυξη είναι αδύνατη και τα εδάφη οδηγούνται στην ερημοποίηση. Οι πιο πρόσφατες μελέτες μιλούν για ένα 34% ελληνικής γης που απειλείται άμεσα με ερημοποίηση αυτήν τη στιγμή. Στη Θεσσαλονίκη ψάχνουμε ακόμη το νερό της λίμνης Κορώνειας, χαμένο μεταξύ υπεραντλήσεων στον κάμπο και πολιτικών χειρισμών κάποιων Ζορό της πολιτικής.
Υπάρχει συντονισμένη δράση για την αντιμετώπιση της;
Τα τελευταία χρόνια, για λόγους εναρμόνισης της ελληνικής νομοθεσίας με την ευρωπαϊκή έγιναν, με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, τα Σχέδια Διαχείρισης του νερού σε όλα τα υδατικά διαμερίσματα της χώρας. Σε αυτά εντάσσονται και τα επί μέρους σχέδια αντιμετώπισης των φαινομένων λειψυδρίας και ξηρασίας. Είτε συμφωνεί κανείς είτε διαφωνεί με τα προτάγματα των σχεδίων αυτών δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι πρόκειται για το πρώτο θετικό βήμα στην κατεύθυνση της ολιστικής διαχείρισης με πρόβλεψη και σχεδιασμό, αντί των αποσπασματικών μέτρων και σχεδίων που γίνονταν προηγουμένως. Βέβαια ως κυρίαρχη αντίληψη παραμένει η αντιμετώπιση των προβλημάτων αποκλειστικά μέσω της κατασκευής μεγάλων τεχνικών έργων -εδώ φραγμάτων ή έργων εκτροπής ποταμών κλπ, ενώ γίνεται όλο και πιο φανερό ότι τα φυσικά αποθέματα έχουν περιορισμένες δυνατότητες, τις οποίες έχουμε ήδη υπερβεί. Το στοίχημα επομένως είναι η προσαρμογή των αναπτυξιακών σχεδίων στις δυνατότητες των οικοσυστημάτων και όχι το αντίθετο.
Υπάρχει κάποια πρόβλεψη για το μέλλον;
Κάτι “τρέχει” με το νερό τα τελευταία χρόνια. Ένα φυσικό αγαθό, με έντονα στοιχεία κοινωνικού χαρακτήρα, βρίσκεται σε τρομακτική πίεση και σε συνθήκες ανεπάρκειας. Η λειψυδρία, όπως και η κλιματική κρίση είναι αποτελέσματα μίας αναπτυξιακής ιδεοληψίας που χρεοκόπησε, ηθικά, πολιτικά και ιδεολογικά. Η σύγχρονη οικολογική κρίση δεν είναι σαν τις προηγούμενες με ένα “πριν”, και ένα “μετά”. Δεν υπάρχει έξοδος από την κρίση αυτή, η βλάβη είναι ήδη μη αναστρέψιμη. Υπάρχει μόνο διαχείριση και περιορισμός των επιπτώσεών της. Όσο νωρίτερα το καταλάβουμε τόσο περισσότερα θα διασώσουμε. Γιατί τα προβλήματα αυτά θέτουν ένα νέο πλαίσιο διαπραγμάτευσης του τρόπου ζωής μας και μία νέα ηθική στη σχέση μας με τους συνανθρώπους μας και τη φύση. Οι λύσεις επιβάλλεται να είναι τολμηρές, ανατρεπτικές και άκρως πολιτικές. Ίσως είναι η τελευταία μας ευκαιρία για να επανιδρύσουμε τη δημοκρατία, να επανεκκινήσουμε τις ζωές μας.
Δείτε επίσης
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ