ΑΠΘ: «Πράσινη ενέργεια» εις βάρος των κοινοτήτων της υπαίθρου;
Μια έρευνα για το φωτοβολταϊκό πάρκο στο όρος Μενοίκιο, ΠΕ Σερρών
Αποκαλυπτική είναι η έρευνα που διενήργησε το Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, για την σχεδιαζόμενη χωροθέτησης φωτοβολταϊκού σταθμού (Φ/Σ) στον ορεινό όγκο του Μενοικίου, στην Περιφερειακή Ενότητα Σερρών.
Πρόκειται για σταθμό συνολικής έκτασης 4100,92 στρεμμάτων, με 582.123 φωτοβολταϊκά panels και ισχύ 311,434MW, γεγονός που προκαλεί ανησυχία στις τοπικές κοινωνίες για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και στους κατοίκους.
Σε σχετική ανακοίνωση για τα αποτελέσματα της έρευνας αναφέρονται τα εξής:
Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) προωθούνται τα τελευταία χρόνια στην παγκόσμια σκηνή ως πράσινη μορφή ενέργειας που αναμένεται να συμβάλουν στον μετριασμό της κλιματικής κρίσης.
Εκτιμάται ότι θα έχουν θετικό πρόσημο και στην οικονομική και κοινωνική ευημερία των πολιτών λόγω χαμηλής κοστολόγησης της ενέργειας που προέρχεται από αυτές. Παρά τα σημαντικά θετικά που αναμένονται, συχνά σημειώνονται αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες (φαινόμενα N.I.M.B.Y., Not In MyBackYard), απέναντι στις σχεδιαζόμενες χωροθετήσεις, μέσα ή δίπλα στα όρια των περιοχών τους, και ιδιαίτερα απέναντι σε εγκαταστάσεις αιολικών και ηλιακών πάρκων μεγάλης κλίμακας και επιφάνειας κάλυψης με κύριο επιχείρημα τις ποικίλες κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις που έχει αναδείξει η σχετική έρευνα.
Η περίπτωση της σχεδιαζόμενης χωροθέτησης φωτοβολταϊκού σταθμού (Φ/Σ) στον ορεινό όγκο του Μενοικίου, στην Περιφερειακή Ενότητα Σερρών (συνολικής έκτασης 4100,92 στρεμμάτων, με 582.123 φωτοβολταϊκά panels και ισχύ 311,434MW) έφερε πλήθος αντιδράσεων στις τοπικές κοινωνίες των Σερρών και αποτέλεσε το κίνητρο επιστημονικής έρευνας η όποια πραγματοποιήθηκε στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ στα πλαίσια εκπόνησης της διπλωματικής εργασίας μεταπτυχιακού επιπέδου από την περιβαλλοντολόγο Χρυσάνθη Ιντζίδου υπό την επίβλεψη του Αν. Καθηγητή Κοινωνιολογίας Ιωάννη Φραγκόπουλου.
Εικόνα 1: Ευρύτερη περιοχή του έργου
Προέκυψαν ζητήματα για τον συνολικό σχεδιασμό της χωροθέτησης του συγκεκριμένου φωτοβολταϊκού όπως ποια οφέλη αποκομίζει η τοπική κοινωνία από την υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου, ποιοι συμμετείχαν στη διαδικασία λήψης της απόφασης και αν συμπεριλήφθηκε η τοπική κοινωνία στη διαδικασία, το γιατί των τοπικών αντιδράσεων και τα επιχειρήματα άρνησης τους και εν τέλει το πως ένας τέτοιος σχεδιασμός βάζει σε κρίση την ανθεκτικότητα της τοπικής κοινωνίας σε οικολογικό, οικονομικό αλλά και κοινωνικό επίπεδο. Έτσι οι έννοιες του χωρικού σχεδιασμού για την περιβαλλοντική διακυβέρνηση και δικαιοσύνη, ο συμμετοχικός σχεδιασμός, η εννοιολόγηση των σύγχρονων φαινομένων τοπικών αντιδράσεων ΝΙΜΒΥ και η κοινωνική-κοινοτική ανθεκτικότητα όρισαν το θεωρητικό πλαίσιο της έρευνας.
Σε ότι αφορά στην μεθοδολογία της έρευνας, πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική επισκόπηση της διεθνούς και εθνικής εμπειρίας, ανάκτηση πληροφοριών από τις επίσημες ιστοσελίδες διάφορων Οργανισμών και ειδησεογραφικών φορέων, εξετάστηκαν έγγραφα του διεθνούς και ελληνικού θεσμικού πλαισίου σχετικά με την πολιτική για τις ΑΠΕ.
Για την περίπτωση του Φ/Σ του Μενοικίου, διερευνήθηκαν επίσημα έγγραφα δημοσιευμένα στη Διαύγεια, λήφθηκαν πληροφορίες από την Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και από την Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση του έργου, έγινε διερεύνηση του δημόσιου λόγου από τον Τύπο που αφορά τον Φ/Σ και πραγματοποιήθηκαν 6 συνεντεύξεις σε άμεσα εμπλεκόμενους (δήμαρχος Εμμανουήλ Παππά, ανεξάρτητος δημοτικός σύμβουλος, τοπικός σύμβουλος, κτηνοτρόφος δήμου Σερρών, ειδικός επιστήμονας, ορειβάτης).
Η διερεύνηση του ζητήματος της χωροθέτησης των Φ/Σ μεγάλης κλίμακας μέσα από την διεθνή και εθνική εμπειρία δείχνει ότι οι τοπικές κοινότητες μάλλον αγνοούνται στην διαδικασία του σχεδιασμού και παραβλέπονται υφιστάμενες χρήσεις γης. Ο σχεδιασμός αυτός επηρεάζει αρνητικά τις κτηνοτροφικές και γεωργικές παραγωγικές παραδοσιακές μορφές ζωής που, συνδέονται με πολιτισμικές ταυτότητες γηγενών ομάδων αλλά βλάπτει και το φυσικό περιβάλλον. Έτσι οι αγροτικές κοινωνίες επωμίζονται άδικα το βάρος της κάλυψης των ενεργειακών αναγκών των μεγάλων πόλεων, οι μεγάλες εταιρίες κερδοσκοπούν ενώ συχνά καταγγέλλονται αθέμιτες συμφωνίες επενδυτικών εταιριών με τη δημόσια διοίκηση. Οι τοπικές κοινότητες είναι εγκλωβισμένες μέσα στην περιορισμένη δυνατότητα διαπραγμάτευσης και μειονεκτούν σε χρόνο αντίδρασης, σε τεχνικές γνώσεις, σε οικονομικούς πόρους και πολιτική επιρροή, ενώ ζητούν κοινωνική δικαιοσύνη και προστασία του δημόσιου χώρου από το κράτος με τη θέσπιση σωστών κριτηρίων χωρικού σχεδιασμού.
Για τη μελέτη περίπτωσης προέκυψε ότι η περιβαλλοντική διακυβέρνηση ασκήθηκε μόνο νομότυπα και λειτούργησε ως μέσο διευκόλυνσης του Υπουργείου Περιβάλλοντος να επέμβει και να κηρύξει αναγκαστική απαλλοτρίωση παρά την αρνητική απόφαση του Δήμου Εμμανουήλ Παππά και φανερώνει την απαξίωση και υποτίμηση των αντιπροσώπων της τοπικής κοινωνίας. Ένα άλλο στοιχείο είναι η απουσία συμμετοχής των ενδιαφερόμενων τοπικών κοινωνιών και του κοινού στη λήψη της απόφασης. Η συμμετοχή των δημοτών ήταν προσχηματική και περιορίστηκε στις δημόσιες διαβουλεύσεις επί της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του έργου που κάποιες έγιναν εκπρόθεσμα!!!Από το δημόσιο λόγο και την ποιοτική έρευνα προέκυψε ότι οι τοπικές κοινότητες δεν θέλουν το έργο «στην αυλή τους» γιατί θα εξαφανίσει τα βοσκοτόπια, θα υποβαθμίσει μια προστατευόμενη περιοχή με ιδιαίτερο πανευρωπαϊκό γεωλογικό ενδιαφέρον, θα διακινδυνεύσει την υδροδότηση των οικισμών, την άρδευση των καλλιεργειών, θα καταστρέψει το βουνό ως φυσιολατρικό προορισμό. Στο ερώτημα «whogets the bads » (ποιος δέχεται τις αρνητικές επιπτώσεις), η απάντηση είναι: η τοπική κοινωνία και το φυσικό περιβάλλον της περιοχής. Στην ερώτηση «whogets the goods» (ποιος λαμβάνει τα οφέλη), η απάντηση είναι: η εταιρεία γιατί η ενέργεια που θα παραχθεί, θα διατεθεί ως χρηματιστηριακό προϊόν. Επιπρόσθετα, αναδύονται διαταραχές και εναντιώσεις των κοινωνικών ομάδων της περιοχής με επακόλουθη κρίση στο συλλογικό κοινωνικό κεφάλαιο, στην εμπιστοσύνη και αμοιβαιότητα με τους φορείς διοίκησης και πολιτικής.
Ο λόγος των εμπλεκομένων είναι αποκαλυπτικός. Ο δήμαρχος Εμμανουήλ Παππά αναγνωρίζει την επείγουσα ανάγκη να αντιμετωπιστεί η κλιματική κρίση και είναι υπέρ των ΑΠΕ, μιλάει για όρους και περιορισμούς στη χωροθέτηση τους: «Μιλάμε για κλιματική κρίση και ενώ την περιμέναμε 50 χρόνια μετά, θα μας έρθει στα 15. Είναι μονόδρομος να αξιοποιήσουμε τον ήλιο, τον αέρα, το νερό αλλά πρέπει να λάβουμε πολλές παραμέτρους υπόψη μας προκειμένου να προστατέψουμε το περιβάλλον μας και τους κατοίκους μας». Ο ορειβάτης επισημαίνει την καταστροφή του φυσικού τοπίου και διερωτάται για την αποκατάσταση του φυσικού χώρου: «Μου θυμίζει το αιολικό πάρκο στο όρος Παναχαϊκό, το οποίο πλέον δεν είναι επισκέψιμο από ορειβάτες. Έχει σκαφτεί και έχει γίνει πλέγμα δρόμων, μια τεράστια πλατεία από χωματόδρομους. Υπολόγισε κανείς το περιβαλλοντικό αποτύπωμα από τη διαδικασία παραγωγής των φωτοβολταϊκών; Υπάρχει πρόβλεψη ανακύκλωσης των εξαρτημάτων και αποκατάστασης του φυσικού τοπίου με το πέρας του κύκλου ζωής τους ή θα παραμείνουν στο βουνό σαν σκουριασμένα σκουπίδια;». Ο ανεξάρτητος δημοτικός σύμβουλος ανησυχεί για το μέγεθος του έργου και θέτει ως παράδειγμα την Βαυαρία με τους πολίτες να συμμετέχουν σε τοπικές ενεργειακές κοινότητες: «Η ηλιακή ενέργεια παράγεται και καταναλώνεται από την ίδια την κοινότητα και σε περίπτωση πλεονάσματος δίνεται για την κάλυψη των αναγκών γειτονικών περιοχών. Γιατί να μην καθιερωθεί και στην Ελλάδα που ήδη υπάρχει και το αντίστοιχο θεσμικό πλαίσιο;». Ο κτηνοτρόφος δηλώνει κάθετα αρνητικός για τον Φ/Σ και χαρακτηριστικά λέει: «Ναι το ξέρουμε, δεν μας ανήκει η γη αλλά για δεκαετίες η κτηνοτροφία είναι παραδοσιακά η κύρια δραστηριότητα μας και από αυτή τρέφονται τόσες οικογένειες. Αν γίνει το φωτοβολταϊκό θα σβήσουμε. Το βουνό θα το ανακατέψουν πολύ, θα εξαφανιστούν τα βοσκοτόπια. Θα σκάψουν, θα ανοίξουν δρόμους εκεί που δεν πρέπει, θα βάλουν κολώνες, ένα εργοτάξιο και μετά τι; Όταν τελειώσει η χρήση του θα μείνουν τα φωτοβολταϊκά πάνω στο βουνό σαν ρημάδια». Ο γεωλόγος, που έχει κάνει την διατριβή του στις δολίνες του Μενοικίου, τονίζει: «Το βουνό εσωτερικά είναι τρύπιο, σαν ελβετικό τυρί. Αποτελείται από δίκτυο σπηλαίων και τα νερά φτάνουν χαμηλά μέχρι τις πηγές. Δεν μπορούμε να ξέρουμε πως θα αντιδράσει το σύστημα, δεν υπάρχουν μελέτες. Μπορεί να δημιουργηθούν πλημμύρες με ότι αυτό συνεπάγεται ή/και να διακινδυνεύσει η ύδρευση των χωριών. Στην Ελλάδα έχουμε πολύ άσχημες και βρώμικες πόλεις ενώ έχουμε μέρη με φυσικό κάλλος και πάμε και αυτά να τα καταστρέψουμε. Το φωτοβολταϊκό πάρκο με πάνω από 4000 στρέμματα έκταση, θα μετατρέψει το Μενοίκιο σε ένα τεράστιο καθρέφτη».
Ως απόρροια των όσων μελετήθηκαν στην εργασία, γίνεται εμφανές ότι η περιβαλλοντική διακυβέρνηση πρέπει να θέτει ως στόχο την βελτίωση στην ανταπόκριση στην κλιματική αλλαγή διασφαλίζοντας όμως την ανθεκτικότητα του περιβάλλοντος, της οικονομίας και των κοινωνικών συστημάτων με μη συγκεντρωτισμό εξουσίας και με διαφανείς δημόσιες δράσεις. Οι ΑΠΕ μεγάλης κλίμακας προσελκύουν ιδιωτικές επενδύσεις υψηλών προϋπολογισμών σε βάρος των τοπικών κοινοτήτων όπου θα εγκατασταθούν τα έργα. Αντίθετα ένας επιστημονικός χωρικός σχεδιασμός για αειφορική αξιοποίηση των φυσικών πόρων θα φέρει άμβλυνση των ανισοτήτων μεταξύ κλιμάκων (τοπικές κοινότητες, αστικές και αγροτικές περιοχές), χρόνων (σημερινές και μελλοντικές γενιές), εμπλεκόμενων παραγόντων (κράτος, συνδικάτα, επενδυτές, τοπικές κοινωνίες), κοινωνικών διακρίσεων (ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, μικροκαλλιεργητές, κτηνοτρόφοι, μικροϊδιοκτήτες ακινήτων) αλλά και αποφυγή των μη αναστρέψιμων απωλειών ειδών βιοποικιλότητας, μόνιμης αλλοίωσης τοπίων και κατακερματισμού οικοσυστημάτων. Η συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων που αφορούν το μέλλον τους κρίνεται επωφελής και μπορεί να δημιουργήσει μια διαδικασία αμοιβαίας και αμφίδρομης μάθησης μεταξύ των πολιτών και των σχεδιαστών και να αποτελέσει ορθό σχεδιαστικό εργαλείο. Η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμους πόρους θα πρέπει να θεωρείται ως μέσο για την επίτευξη της ανθεκτικότητας και όχι απλώς ένα τεχνικό έργο.
«Όλοι θέλουν να προστατεύσουν και να σώσουν τη φύση. Ωστόσο, την ίδια στιγμή όλα συνωμοτούν για να τη βλάψουν. Το γεγονός είναι ότι ο φυσικός χώρος σύντομα θα χαθεί από τη σκέψη. Είναι αλήθεια ότι η φύση είναι ανθεκτική και απεριόριστη αλλά φαίνεται ότι επέρχεται η τελική της ακύρωση» Lefebvre (1991).