Ρύπανση του αέρα: Πώς αυξάνει τον κίνδυνο για αυτοάνοσες παθήσεις
Η μακρόχρονη έκθεση στη ρύπανση του αέρα συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για αυτοάνοσες παθήσεις, ιδίως ρευματοειδή αρθρίτιδα και φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, σύμφωνα με μία νέα ιταλική επιστημονική έρευνα. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον ρευματολόγο δρα Τζιοβάνι Αντάμι του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Βερόνα, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «RMD […]
Η μακρόχρονη έκθεση στη ρύπανση του αέρα συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για αυτοάνοσες παθήσεις, ιδίως ρευματοειδή αρθρίτιδα και φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, σύμφωνα με μία νέα ιταλική επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον ρευματολόγο δρα Τζιοβάνι Αντάμι του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Βερόνα, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «RMD Open», ανέλυσαν στοιχεία για 81.363 ανθρώπους (το 92% γυναίκες) με μέση ηλικία 65 ετών, εκ των οποίων οι 9.723 (ποσοστό 12%) είχαν διαγνωστεί με κάποια αυτοάνοση πάθηση μεταξύ 2016 και 2020.
Η πιθανότητα τέτοιας πάθησης συσχετίστηκε με στοιχεία για την ποιότητα του αέρα από 617 μετεωρολογικούς σταθμούς στην Ιταλία. Διαπιστώθηκε ότι ιδίως τα αυξημένα επίπεδα σωματιδίων (ΡΜ10) σχετίζονταν με αυξημένο κίνδυνο αυτοάνοσης πάθησης: Κάθε αύξηση των σωματιδίων κατά 10 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα (μg/m3) βρέθηκε να αυξάνει κατά 7% τον κίνδυνο για τέτοια πάθηση.
Η μακρόχρονη έκθεση σε επίπεδα σωματιδίων ΡΜ10 (με διάμετρο μικρότερη των 10 εκατομμυριοστών του μέτρου) άνω των 30 μg/m3 και των σωματιδίων ΡΜ2,5 (με διάμετρο μικρότερη των 2,5 εκατομμυριοστών του μέτρου) άνω των 20 μg/m3 συσχετίστηκε με μία αύξηση κατά 12% και 13%, αντίστοιχα, του κινδύνου για αυτοάνοση πάθηση.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, παθήσεις των συνδετικών ιστών, όπως η οστεοαρθρίτιδα, και φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, όπως η ελκώδης κολίτιδα. Η μακρόχρονη έκθεση στους ρύπους του αέρα λόγω των οχημάτων και των βιομηχανιών σχετίστηκε με αύξηση του κινδύνου κατά 40% για ρευματοειδή αρθρίτιδα, 20% για φλεγμονώδη νόσο του εντέρου και 15% αυτοάνοσες παθήσεις των συνδετικών ιστών.