Πρόσωπα

Από τον πόνο της απώλειας στο πρώτο του βιβλίο | Ο Θάνος Μολούδης στα Νέα Πρόσωπα

Γνωρίζουμε καλύτερα τον νέο συγγραφέα από τη Θεσσαλονίκη

Γιώργος Σταυρακίδης
από-τον-πόνο-της-απώλειας-στο-πρώτο-του-1322362
Γιώργος Σταυρακίδης

Από τα πρώτα του διηγήματα μετά την ενηλικίωση και τα μαθήματα δημιουργικής γραφής μέχρι σήμερα στην κυκλοφορία του πρώτου του αστυνομικού βιβλίου «Υστερόγραφο Φόνου» ο Θάνος Μολούδης δε θυμάται καμία περίοδο της ζωής του χωρίς βιβλία, είτε αυτά που έγραφε είτε αυτά που διαβάζει και επικοινωνεί μέσω των social media του ακόμα και τα καλοκαίρια που η κύρια δουλειά του είναι ο τουρισμός.

Όπως ανέφερε στο παρελθόν ο ίδιος, κάπου ανάμεσα στα εργαστήρια και την εξαντλητική τουριστική σεζόν στη Χαλκιδική, γεννήθηκε η ιδέα για το πρώτο του μυθιστόρημα, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πηγή και έχει αγαπηθεί από το αναγνωστικό κοινό. Μόλις η πλοκή άρχισε να σχηματίζεται μέσα του, με ονόματα, τοποθεσίες και γεγονότα, πήρε τη μεγάλη απόφαση να αφοσιωθεί σε αυτό και τελικά να το εκδώσει. Την περίοδο της καραντίνας, η ανάγκη μέσα του να ξεφύγει από την πραγματικότητα, να «ανοίξει» ένα παράθυρο που θα βλέπει σε έναν άλλο κόσμο, έγινε ακόμα πιο έντονη, επικοινωνώντας σε άλλους ανθρώπους αυτή την αγάπη του για τα βιβλία.

Περιμένοντας το επόμενο βιβλίο του, γνωρίζουμε σήμερα καλύτερα, τον συγγραφέα Θάνο Μολούδη!

1. Αν έπρεπε να συστηθείς σε κάποιον, τι θα έπρεπε να ξέρει για σένα;

Είμαι από τη Θεσσαλονίκη, είμαι 31 χρονών και εργάζομαι στον τουρισμό. Γράφω από παιδί αλλά μόνο όταν ενηλικιώθηκα το πήρα πιο σοβαρά. Μου αρέσουν τα ταξίδια, η φύση, η φωτογραφία και, προφανώς, η λογοτεχνία. Το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της προσωπικότητας μου είναι ότι πάντα προσπαθώ να δω τη φωτεινή πλευρά των πραγμάτων, όσο κι αν γκρινιάζω στην αρχή. Είμαι φιλικός, ευαίσθητος και αθεράπευτα ρομαντικός.

2. Ποια θα μπορούσε να είναι μία καθοριστική στιγμή στα παιδικά σου χρόνια, που να θεωρείς πως καθόρισε τη συνέχεια σου ως συγγραφέα;

Η αλήθεια είναι ότι υπήρχαν πολλές στιγμές. Ήμουν μοναχοπαίδι και δεν είχα παρέες, δεν ήμουν αυτό που λέμε «διάσημος» στο σχολείο. Έτσι, καθόμουν κι έγραφα ως μέσο έκφρασης. Έναν τρόπο να «μιλήσω» σε κάποιον, έστω κι αν ήταν το χαρτί. Αν μπορώ να ξεχωρίσω μόνο ένα γεγονός, αυτό θα ήταν ο θάνατος της γιαγιάς μου. Είναι κάτι που ακόμα δεν έχω ξεπεράσει και συχνά-πυκνά το αναπολώ. Πιστεύω ότι εκεί ξεκλειδώθηκε κάτι μέσα μου. Μέσα από τον πόνο της απώλειας, άρχισα να δημιουργώ περισσότερες ιστορίες. Εν μέρει, πιστεύω ότι γράφω και για τη γιαγιά μου. Γιατί αν ζούσε ακόμη θα ήταν πολύ περήφανη για αυτό.

3. Ποια ήταν η πρώτη σου συγγραφική δουλειά και πώς ένιωθες όταν τελείωσε;

Στα ξεκινήματα μου πειραματιζόμουν κυρίως με τη μικρή φόρμα. Υπάρχουν κάποια διηγήματα που ίσως δουν το φως της μέρας κάποτε, αν και δεν αντιπροσωπεύουν πλέον τον Θάνο του τώρα. Κάθε φορά που ολοκλήρωνα ένα, ένιωθα ευτυχία. Όχι μόνο γιατί έβαλα έναν στόχο και τον πέτυχα αλλά γιατί είχα πλάσει κάτι από το μηδέν και του έδωσα ζωή. Πάντα προσπαθώ να δω τη συγγραφή ως έναν δεύτερο κόσμο τον οποίο χτίζεις με μικρά κομμάτια του εαυτού σου. Βάζεις μεράκι και διάθεση. Βάζεις την καρδιά σου. Όταν έρχεται λοιπόν το αποτέλεσμα, τα συναισθήματα είναι απερίγραπτα.

4. Τι σε ενθουσιάζει στη ζωή, στη δουλειά σου, στην πόλη;

Στη ζωή μου με ενθουσιάζει η ρουτίνα μου. Με ενθουσιάζει που μπορώ να απομονώνομαι στον υπολογιστή για να γράψω ή να κλειστώ στο δωμάτιο μου και να διαβάσω το βιβλίο μου, πάω στο σινεμά όποτε θέλω, να βγω για καφέ όποτε θέλω. Καμιά φορά με ενθουσιάζει αυτό που λέμε στα αγγλικά «η τέχνη του να είσαι μόνος». Έχεις την ελευθερία να κάνεις αυτά που αγαπάς χωρίς περιορισμούς και χωρίς δεσμεύσεις. Στη δουλειά μου, στον τομέα των ξενοδοχείων, με ενθουσιάζει που μπορώ να μιλάω με κόσμο, να γνωρίζω διαφορετικούς λαούς και κουλτούρες, να ανακαλύπτω καινούρια μέρη. Όσο για την πόλη, αυτό που με ενθουσιάζει είναι ότι μπορείς να πας ανά πάσα στιγμή όπου θέλεις, από το σπίτι σου να βρεθείς στο αγαπημένο σου βιβλιοπωλείο και σε δυο τετράγωνα στην αγαπημένη σου καφετέρια. Η Θεσσαλονίκη είναι μικρή αλλά μαγική και προσφέρει περισσότερες επιλογές από όσο νομίζουμε.

5. Τι σε ενοχλεί ή σε φοβίζει;

Με ενοχλούν πολλά πράγματα και ένα από αυτά, ειδικά τον τελευταίο καιρό, είναι ότι οι άνθρωποι έχουν άποψη για όλα και μάλιστα προσπαθούν να σε πείσουν ότι η άποψη τους είναι σωστή. Δεν ξέρω αν φταίει το διαδίκτυο ή το φαινόμενο του cancel culture αλλά τα τελευταία χρόνια, σε όποια πλατφόρμα και να μπεις και να διαβάσεις τα σχόλια κάτω από μια δημοσίευση, είτε είναι για μόδα είτε είναι για μια επιστημονική ανακάλυψη, θα δεις ανθρώπους να σφάζονται. Και δεν υπάρχει μόνο στο διαδίκτυο αλλά και στην πραγματική ζωή. Με ενοχλεί που ο καθένας μας νομίζει ότι έχει δίκιο σε κάτι και ότι ξέρει παραπάνω πράγματα από τους άλλους για ένα ζήτημα, ενώ στην ουσία μπορεί να μην ξέρει τίποτα. Κι αυτό είναι κάτι που με φοβίζει παράλληλα. Με φοβίζει να ανοιχτώ, να πω κι εγώ τη γνώμη μου για ένα θέμα, μη τυχόν και δεχθώ επίθεση. Μερικές φορές, σε συζητήσεις μιας μεγάλης παρέας, κάθομαι στην άκρη, στη σιωπή, με αποτέλεσμα να μοιάζω απόμακρος. Πιστεύω ότι πλέον έχει χαθεί ο διάλογος. Υπάρχουν άνθρωποι που θα σε απορρίψουν χωρίς να καθίσουν να σε ακούσουν και να συζητήσουν μαζί σου. Σαφώς και δεν θα συμφωνούμε όλοι στα πολιτικά ή στα κοινωνικά ή σε διάφορα άλλα θέματα. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν μπορούμε να συνυπάρχουμε και ότι πρέπει να χωριστούμε σε «ομάδες» ή να διώχνουμε με το παραμικρό τους ανθρώπους από τη ζωή μας.

6. Που θα ήθελες να φτάσεις;

Γενικά, θα ήθελα να φτάσω σε ένα σημείο όπου να μπορώ να λέω ότι είμαι ευτυχισμένος και γεμάτος. Χορτασμένος από τη ζωή. Να μην μετανιώνω για τίποτα, να μην έχω απωθημένα ούτε ανεκπλήρωτους στόχους. Όσον αφορά τη συγγραφή, θα ήθελα να φτάσω σε ένα επίπεδο όπου να μπορώ να λέγομαι λογοτέχνης και όχι συγγραφέας. Είναι μια πολύ λεπτή διαχωριστική γραμμή και είναι δύσκολο να βρεις την ισορροπία. Δεν είναι τόσο θέμα καταξίωσης, να γίνω δηλαδή best seller συγγραφέας. Θα ήθελα, αν είναι δυνατόν, να έχω αφήσει ένα σημαντικό έργο πίσω μου. Να γράψω κάτι που να αξίζει να διαβαστεί και να διαβάζεται όσα χρόνια κι αν περάσουν.

+1. Πόσο σου πήρε να γράψεις το «Υστερόγραφο φόνου» και πόσο δύσκολο είναι να γράψει κάποιος αστυνομική λογοτεχνία – Είναι αυτό το είδος που θέλεις να σε βρούμε και στο μέλλον;

Η σύλληψη της ιδέας έγινε το μακρινό 2016 και πήρε αρκετό χρόνο για να υλοποιηθεί. Η συγγραφική διαδικασία όμως περιλαμβάνει και τις διορθώσεις και την επιμέλεια που είναι το πιο σημαντικό κομμάτι για την τελειοποίηση ενός βιβλίου. Συνολικά, επομένως, θα έλεγα 4 με 5 χρόνια, με ενδιάμεσα διαλείμματα. Θεωρώ την αστυνομική λογοτεχνία από τα πιο δύσκολα είδη, μαζί με την φαντασία. Είναι δύσκολο να προκαλέσεις σασπένς, αγωνία, τρόμο, ρίγος και παράλληλα να στήσεις μια πλοκή χωρίς κενά, με δράση και κορύφωση και, φυσικά, τις απαραίτητες ανατροπές. Ωστόσο, δεν είναι το είδος με το οποίο θα ήθελα να καταπιαστώ στο μέλλον. Πέρα από το δεύτερο αστυνομικό που ήδη γράφω, τα επόμενα που έχω στα σκαριά ανήκουν αλλού. Γενικά, δεν θέλω να με ακολουθεί μια ταμπέλα. Θέλω να πειραματιστώ σε διάφορα είδη και να εξελιχτώ μέσα από αυτά τόσο ως συγγραφέας όσο και ως άνθρωπος.

Ο Θάνος Μολούδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Ιούλιο 1993, μεγαλώνοντας σε ένα σπίτι όπου η λογοτεχνία είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Από παιδί αναζητούσε καταφύγιο στα βιβλία της γιαγιάς του και δεν άργησε να αρχίσει να πλάθει δικές του ιστορίες, τις οποίες μοιραζόταν με τους φίλους του. Τα χρόνια στους προσκόπους—με ατελείωτες εξορμήσεις στη φύση και συναρπαστικά “κυνήγια θησαυρού”—τάισαν τη φαντασία του και της έδωσαν χώρο να απογειωθεί. Σήμερα εργάζεται στον χώρο του τουρισμού, ενώ στις ελεύθερες ώρες του βυθίζεται ξανά στα βιβλία, παρακολουθεί ταινίες και σειρές, ταξιδεύει σε τόπους γεμάτους ιστορία και τέχνη, απαθανατίζει τοπία με τη φωτογραφική του μηχανή και απολαμβάνει μακρινούς περιπάτους συντροφιά με μουσική ή podcasts.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα