Η Αθήνα γνωρίζει την πιο δυνατή ομάδα της Θεσσαλονίκης
Μια θεατρική ομάδα από τη Θεσσαλονίκη από το 2008 στήνει παραστάσεις με μέλη ερασιτέχνες ηθοποιούς με αναπηρίες και μη. Μια ωραία ιστορία που φτάνει στη Στέγη των Αθηνών με το νέο της project.
Εν Δυνάμει, δυνητικά μπορούμε όλοι. Αυτός είναι ο τίτλος μιας δραστήριας ομάδας που αποτελείται από άτομα με και χωρίς αναπηρίες. Μετά την απόλυτα πετυχημένη παράσταση, «Ο άνθρωπος ανεμιστήρας ή πώς να ντύσετε έναν ελέφαντα» η ομάδα συνεχίζει ακάθεκτα με την παράσταση, «Το «άλλο» σπίτι», σε σκηνοθεσία της Ελένης Ευθυμίου. Η ίδια μας μιλά για το έργο της μέσα στην ομάδα, τις έννοιες που αποκτούν οι λέξεις, «κανονικό» και «φυσιολογικό» κάτω από το δικό τους πρίσμα και τη δύναμη που νιώθουν τα μέλη της ομάδας όταν τους δίνεται η ευκαιρία να εκφραστούν για όλα όσα μπορούν να πραγματοποιήσουν.
« Όλοι έχουμε τη δυνατότητα. Πηγάζει από την σύνθεση της ομάδας, οι οποίοι είναι άνθρωποι που θέτουν το κριτήριο της κοινής επιθυμίας του να είναι μαζί και να συμπράττουν μέσα από ποικίλες δράσεις, που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι η θεατρική πράξη. Είναι ένας τίτλος που ευφυέστατα σκέφτηκαν η Ελένη Δημοπούλου με τη Μαρία Ιωαννίδου όταν δημιούργησαν την ομάδα. Κινούμαστε στο πνεύμα που επιτάσσει ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να φτάσει στο έπακρο των δυνατοτήτων του και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Η προσπάθεια να λάμψει ο καθένας μέσα από αυτό που είναι και όχι από αυτό που έπρεπε από του άλλους να είναι. Μας αναλύει το όνομα της θεατρικής ομάδας, Εν Δυνάμει, η σκηνοθέτης, Ελένη Ευθυμίου.
Η σύμπραξη της ίδιας με την ομάδα μετράει ήδη δύο χρόνια, δύο χρόνια με πολλές στιγμές δημιουργίας και ολοκλήρωσης. «Συνεργάζομαι δυο χρόνια με την ομάδα. Η πρώτη μου επαφή ήταν με την παράσταση, «Ο άνθρωπος ανεμιστήρας ή πώς να ντύσετε έναν ελέφαντα». Ο τρόπος με τον οποίο δεθήκαμε ήταν πολύ έντονος καθώς επικοινωνήσαμε πολύ βαθειά με την ομάδα. Είμαστε σαν οικογένεια με τους ανθρώπους της ομάδας.»
Όταν η κοινωνία επιλέγει το περιθώριο ως μοναδική ευκαιρία για τα άτομα με αναπηρία, η ομάδα έρχεται να στρέψει τα ίδια τα μέλη της προς την κοινωνία.
«Η πρώτη σκέψη δημιουργίας της ομάδας ήταν άνθρωποι με αναπηρία να ενταχθούν ομαλά στο κοινωνικό σύνολο και να κάνουν ένα βήμα προς την κοινωνία δίχως να περιμένουν πια την κοινωνία να στραφεί προς αυτούς. Οι ίδιοι εισέρχονται στις κοινωνικές δομές με το πιο δυναμικό τρόπο. Αυτό, θεώρησαν σωστά, ότι επιτυγχάνεται μόνο μέσα από τη συνύπαρξη και τη συνεργασία μιας μεγάλης, μεικτής ομάδας. Έτσι, δημιουργήθηκε, η ομάδα, Εν Δυνάμει. Πέρα από τα χαρακτηριστικά της συνεργασίας που διέπουν την ομάδα, η σκέψη που πρωτοστάτησε ήταν ότι μέσω ενός κοινού στόχου θα επέρχονταν το ουσιαστικό δέσιμο της ομάδας. Η επίτευξη ενός κοινού στόχου, παραθέτει ευκαιρίες για συνεργασία και η ομάδα μ’ αυτό τον τρόπο απέκτησε καλλιτεχνικούς κύκλους. Μουσική ομάδα, εικαστική ομάδα και θεατρική ομάδα. Έτσι έμαθε να πορεύεται. Κάθε τόσο λαμβάνει χώρα ένα νέο πρότζεκτ για το οποίο η αντίστοιχη ομάδα βάζει τα δυνατά της για να φτάσει σ’ αυτό που επιθυμεί.»
Τα συναισθήματα της ομάδας, των γονιών και του κοινού των παραστάσεων δίνουν έναυσμα να συνεχιστεί η δημιουργική αυτή προσπάθεια.
«Η ομάδα νιώθει πολύ δυνατή με τις δράσεις που φέρνει εις πέρας, τα μέλη θέλουν να είναι πολύ εκεί που είναι τη στιγμή που είναι, οι γονείς αισθάνονται, αναμφισβήτητα, περήφανοι που τα παιδιά τους καταφέρνουν τόσο σπουδαία πράγματα και είναι χρήσιμοι σε ένα κοινωνικό σύνολο. Αυτό λειτουργεί σαν ένα ιδανικό σύνολο, μια ιδανική μικροκοινωνία όπου τα μέλη της συνεργάζονται χωρίς διακρίσεις, με ισοτιμία, ο καθένας προσφέροντας τις δικές του δυνατότητες. Το κοινό μέχρι τώρα έχει αγκαλιάσει όλη αυτή την προσπάθεια και φαίνεται να νιώθει πιο δυνατό και ολοκληρωμένο καθώς βλέπει ανθρώπους που τους φαντάζεται στερεοτυπικά να έχουν προβλήματα, να είναι πολύ κοινωνικοί έως και πιο κοινωνικοί από τους εαυτούς τους. Είναι, στην ουσία και μια κραυγή ελπίδας, ότι μπορούμε να κάνουμε τα πάντα και μπορούμε να είμαστε χαρούμενοι μ’ αυτά που διαθέτουμε.»
Η μεγαλύτερη κοινωνική αδικία- ρατσισμός απέναντι σε άτομα με αναπηρία είναι η στερεοτυπική αντίδραση να τους αφαιρούμε ικανότητες που διαθέτουν και να τους στερούμε την ευκαιρία να μας αποδείξουν ότι μπορούν.
«Τους θεωρούμε λιγότερους απ’ ό,τι είναι, λιγότερο χρήσιμους και δεν τους αντιμετωπίζουμε ως αυτό που είναι όντως.»
Βιώνουμε την κοινωνία της επιβεβλημένης «κανονικότητας». Ορίζουμε ως «κανονικό» και «φυσιολογικό» αυτό που αντέχουμε να καταλάβουμε και απορρίπτουμε αυτό που δεν μπορούμε να αποδεχτούμε.
«Κάνουμε πλάκα με τις λέξεις, «φυσιολογικό» και «κανονικό». Υπάρχει χιούμορ μέσα στην ομάδα και απουσιάζει πλήρως το political correct. Προσπαθούμε να σπάσουμε τον καθωσπρεπισμό και τα ταμπού γύρω από βαρύγδουπα στερεοτυπικά έννοιες όπως «κανονικό» και «φυσιολογικό».»
Η κοινωνία μοιάζει να μην αντέχει το διαφορετικό. «Διαφορετικός δεν είναι μόνο ο ανάπηρος και πόσο μάλλον στην ελληνική κοινωνία. Διαφορετικός είναι ο μετανάστης, ο ομοφυλόφιλος, θα μου πάρει ώρες να αναφερθώ σε τόσες ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες που τοποθετούνται στο περιθώριο από το συντηρητισμό της κοινωνίας. Σίγουρα, η ελληνική κοινωνία δεν είναι τόσο προχωρημένη όσο θέλει να πιστεύει ότι είναι και όσο όφειλε να είναι σε σχέση με τη διαφορετικότητα. Φοράει ακόμα μια μάσκα όταν έρχεται αντιμέτωπη με τέτοια ζητήματα.»
Η ταλαντούχα σκηνοθέτης, Ελένη Ευθυμίου μας μιλά για την παράσταση, «Το «άλλο» σπίτι» που θα ανέβει από τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. «Στις 9 Ιανουαρίου θα γίνει η πρεμιέρα της παράστασης, «Το άλλο σπίτι», στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Η παράσταση αφορά σε μια μελέτης της ομάδας, Εν Δυνάμει, για τον προσωπικό χώρο και κατά πόσο αυτός αντανακλά την προσωπικότητα των ανθρώπων. Αρχικά, πραγματοποιήθηκε ενδελεχής έρευνα από τα μέλη της ομάδας, η οποία ολοκληρώθηκε επιτυχώς με μια εικαστική έκθεση στο Μακεδονικής Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, με τίτλο, «Home?, Το μικρό- μικρό σπίτι».
Στην παράσταση, η κοινωνία, «το μεγάλο σπίτι» διασταυρώνεται με το «άλλο» σπίτι αυτό που η κοινωνία παρέχει σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες μέσα από την οπτική του ονείρου, του φόβου, της ελπίδας των μελών της ομάδας, «Εν Δυνάμει».
« Το υλικό προέκυψε, από τη δική μας προσέγγιση για το πώς βλέπουμε το σπίτι μας, το σπίτι του άλλου, πώς βλέπουμε τον κόσμο και την πόλη σαν ένα σπίτι και πώς νιώθουμε για το σπίτι που μπορεί να βρεθούμε όταν δεν θα μπορούμε να ζούμε στο δικό μας σπίτι, δηλαδή το ίδρυμα. Η ομάδα επισκέφτηκε ιδρύματα της χώρας, συνάντησε ανθρώπους που ζουν σε αυτά, εμπνεύστηκε και χρησιμοποίησε υλικό από τη συνάντηση μ’ αυτούς τους ανθρώπους. Μέσα από την παράστασή μας, ξεπηδούν πολλές ιστορίες που εξετάζουν το τι μπορεί να σημαίνει «σπίτι» για τον καθένα. Μιλάμε για την πόλη, για το σπίτι μας, το σπίτι ως ίδρυμα, το ίδρυμα ως σπίτι.»
Μια πραγματικότητα που παραμένει αθέατη για πολλούς από εμάς χτυπάει το καμπανάκι της ενσυναίσθησης και στοχεύει στην εξάλειψη της απόστασης ανάμεσα στον «Άλλο», τον «ξένο», τον «διαφορετικό».
*Περισσότερα για την παράσταση εδώ