Γ. Ε. Λαζαρίδης: Προτεραιότητα μου είναι η ευτυχία κι όχι η αριστεία
Ο σπουδαίος Θεσσαλονικιός συνθέτης και σολίστ θυμάται τη ζωή του και μιλάει για το μουσικό έργο που έγραψε για το Φεστιβάλ του Επταπυργίου
Όταν μιλάμε για μουσικές προσωπικότητες που όλη τους η ζωή έχει αφιερωθεί στη μουσική, τότε ο Γιώργος Εμμανουήλ Λαζαρίδης είναι σίγουρα στην αρχή της λίστας.
Ο σπουδαίος συνθέτης και σολίστ, γράφει και παίζει μουσική από πολύ μικρός, απολαμβάνοντας στο πέρασμα των χρόνων τον θαυμασμό του κόσμου και την αναγνώριση του έργου και του ταλέντου του παγκοσμίως.
Σπουδαίες συνεργασίες και θέσεις που έχει αφήσει το δικό του στίγμα, με πρόσφατες αυτές του Καλλιτεχνικού Διευθυντή στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης μέχρι το 2018 και του Διευθυντή του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης το 2019, ο Γιώργος Εμμανουήλ Λαζαρίδης θυμάται σε αυτή τη συζήτηση τις σημαντικές στιγμές της πορείας του και μου αποκαλύπτει την δεύτερη, καινούρια ζωή του!
Ένα απόγευμα Τετάρτης, ο σπουδαίος συνθέτης επισκέφτηκε τα γραφεία της Parallaxi και, μεταξύ μίας χαλαρής αλλά ουσιαστικής κουβέντας, θυμηθήκαμε και μιλήσαμε για όλα εκείνα που μπορεί να χωρούν στο κεφάλι μίας μουσικής ιδιοφυίας
Τα πρώτα χρόνια
Ξέρετε στην πορεία του χρόνου όλα αυτά κυρίως για αυτόν που τα έζησε απομυθοποιούνται εντελώς. Μένουν όμως πάρα πολύ γλυκές μνήμες. Μάλιστα πολλά δεν τα θυμάμαι πολύ καλά επειδή ήμουν πολύ μικρός. Αυτό που θυμάμαι έντονα σε αυτή την πρώτη μου εμφάνιση που ήμουν πιο μικρός από έξι, πρέπει δηλαδή να ήμουν κάπου στα πέντε και ήταν στο παλιό κρατικό θέατρο. Θυμάμαι λοιπόν ότι ήταν μία συναυλία του νέου ωδείου όπου μόλις είχα πάει, και με παρουσιάζανε με δικές μου συνθέσεις. Ένα δύο χρόνια μάλιστα αργότερα εμφανίστηκαν και στο τρίτο πρόγραμμα που μου έκαναν ένα αφιέρωμα με αυτές τις συνθέσεις.
Θα έπαιζα δύο τρία δικά μου έργα και άργησε πάρα πολύ να ξεκινήσει κι εγώ έπαιζα κάπου στο τέλος, οπότε θυμάμαι ότι νύσταξα πάρα πολύ, κοιμήθηκα και με ξύπνησε η μαμά μου όταν ήταν η ώρα για να παίξω. Πρώτα ξεκίνησα να γράφω, να ψάχνομαι με την απόλυτα δημιουργική πλευρά της μουσικής πριν καλά καλά μάθω νότες. Υπάρχουν μάλιστα όλα αυτά σε εκατοντάδες κασέτες. Κάποια από αυτά μάλιστα έχουν ενδιαφέρον που τα άκουσα πολλά χρόνια μετά.
Στο σπίτι υπήρχε πιάνο λόγω την οικογένειας. Η αδερφή της μητέρας μου είναι πιανίστα, η γιαγιά μου επίσης έπαιζε… Και γενικά στο σπίτι όλοι είναι καλλιτέχνες. Μητέρα μου είναι η Ιωάννα Μανωλαδάκη, γνωστή σκηνογράφος και ενδυματολόγος, πατέρας μου είναι ο Παντελής Λαζαρίδης (γλύπτης και ζωγράφος), η αδερφή μου σεναριογράφος στην Αμερική χρόνια.
Το ότι ασχολήθηκα με τις τέχνες δεν ξέρω αν είναι δεδομένο, λόγω οικογένειας. Δεν ξέρω αν άλλαξα πολύ τα τελευταία χρόνια, άλλαξα όμως στον τρόπο που αυτοπροσδιορίζομαι. Πάντα όμως νομίζω είχα μία πολύ έντονη αυτοδυναμία ή ίσως ψευδαίσθηση αυτοδυναμίας στον τρόπο που ήθελα να λειτουργώ. Δεν πήγαινα δηλαδή ποτέ με το «κύμα». Δηλαδή επειδή γινόταν αυτό στο σπίτι, θα το έκανα κι εγώ. Πάντα πήγαινα ανάποδα. Πάντα. Γι’ αυτό μπορώ να πω με σιγουριά ότι ποτέ δε μπήκα ακριβώς μέσα σε αυτό που ονομάζουμε κυκλώματα ή διασυνδέσεις. Είχα άπειρες ευκαιρίες αν ήθελα. Συνειδητά πολλές από όλες αυτές επέλεξα να μη τις αξιοποιήσω γιατί ποτέ δε μου άρεσε να πηγαίνω με αυτό που είναι αναμενόμενο. Δε μου άρεσε ποτέ να μου βάλουν μία ταμπέλα. Δε με ενδιέφερε αυτό. Ήθελα να είμαι ελεύθερος.
Πότε αντιλαμβάνεστε ότι αυτό είναι τελικά που θέλετε να κάνετε στη ζωή σας;
Αυτό το συνειδητοποίησα πάρα πολύ νωρίς. Δηλαδή, 15 χρονών ήμουν επαγγελματίας. Όταν κάνεις κάτι από τριών χρονών, δε μπορώ να πω πως στα 15 μου που λειτουργούσα ως επαγγελματίας, ότι ήταν και μία απόλυτα συνειδητή ενήλικη επιλογή αλλά δεν υπήρξε ποτέ αμφισβήτηση ταυτότητας. Ήταν κάτι που ήρθε φυσιολογικά. Αργότερα όμως, αμφισβήτησα πολλά πράγματα. Αποκτώντας και μεγάλη διεθνή εμπειρία και βλέποντας πώς λειτουργούν στη πράξη ορισμένα πράγματα που είναι λιγότερο ρομαντικά και εκεί σταθμίζεις πολλές επιλογές, βλέπεις και τον πραγματικό χαρακτήρα σου και τι έχεις ανάγκη και κάνεις τις επιλογές σου.
«ΜΕ ΑΚΟΥΩ»
Πράγματα που σε κάνουν φερέφωνο κάποιας άποψης ή κάποιας ομάδας ανθρώπων που υποστηρίζουν αυτή τη δουλειά προς μία κατεύθυνση. Ακολουθώντας δηλαδή μία τάση που πρέπει να σφραγιστείς με μία ταυτότητα πάρα πολύ στενή σε πλαίσιο και στη πορεία ουσιαστικά να δουλεύεις για κάποιον.
Εγώ όταν άρχισα να κάνω τρίπλες και να φεύγω από μεγάλα γραφεία, μάνατζερς, να παίρνω αποφάσεις που ήταν άρνηση για πάρα πολλές συμμετοχές σε εκδηλώσεις που ήξερα ότι θα με οδηγήσουν σε έναν δρόμο που δεν ήθελα να τον πάρω, ξάφνιασα πολλούς. Θυμάμαι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από τέτοιες επιλογές, που πρέπει να πω πως άρχισα να τις κάνω από πάρα πολύ νωρίς.
Τότε μάλιστα φαντάζαν τρέλα ενώ στη πορεία αποδείχτηκαν σοφές. Θυμάμαι για παράδειγμα ότι μετά από μία τουρνέ με την Ορχήστρα Μεσογείου, την οποία τότε διεύθυνε ένας πασίγνωστος μαέστρος, εγώ ήμουν 13 χρονών, μόλις είχα πάρει το πρώτο βραβείο σε διεθνή διαγωνισμό στις Βρυξέλλες και σαν μέρος όλων αυτών που προέκυψαν μετά το βραβείο, ήταν κι αυτή η τουρνέ. Μετά από 4-5 συναυλίες λοιπόν, πήγε αυτός ο μαέστρος και μίλησε με τους γονείς μου και τους είπε ότι θέλει να με πάρει μαζί του στη Ρώμη για μία σειρά από συναυλίες που θα γινόταν για τον Πάπα και να με γνωρίσει εκεί στο Βατικανό και να μου δώσουν και μία υποτροφία. Αλλά θα έπρεπε να πάω μόνος μου. Πρέπει να σου πω ότι οι γονείς μου το πίστεψαν.
Δηλαδή, είπαν ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό, ότι πρέπει να με στηρίξουν να πάω και μάλιστα συμφώνησαν. Εγώ όμως τότε, μουλάρωσα. Ήταν καλοκαίρι, είπα θα γυρίσω πίσω γιατι είχα ένα πάρα πολύ δυνατό ένστικτο και ήθελα οπωσδήποτε να δω τη γιαγιά μου, την οποία τη λάτρευα και κάτι μου έλεγε πως έπρεπε να πάω να περάσω το καλοκαίρι μαζί της. Και κάτι επίσης μου έλεγε πως δεν ήθελα να πάω σε αυτή την ιστορία. Δεν μου δημιουργούσε εμπιστοσύνη. Λοιπόν, δεν πήγα. Τσατίστηκε μάλιστα πολύ ο μαέστρος και δήλωσε, σχεδόν δημόσια, ότι αρνήθηκα να συμμετέχω.
Μετά από μικρό διάστημα, βγήκε στη δημοσιότητα ότι αυτός ο μαέστρος ήταν μέρος ενός κυκλώματος παιδεραστίας και σατανιστικών τελετών, με το Βατικανό μπλεγμένος κλπ. Ενδεχομένως γλίτωσα από κάτι πολύ εφιαλτικό λόγω του ενστίκτου μου και επίσης, μετά από εκείνο το καλοκαίρι, η γιαγιά μου πέθανε… Πολλές φορές λοιπόν, με ακούω. Μου βγήκε σε καλό αυτό πολλές φορές. Βέβαια ποτέ κανείς δε ξέρει τι θα μπορούσε να γίνει αν αντί από τη μία πλευρά, επιλέγεις να πας από την άλλη.
Με όλα αυτά τα βραβεία, παίρνει το μυαλό ενός παιδιού αέρα;
Ξέρετε, κάποια στιγμή πήρε και είχα κάθε λόγο τότε ως παιδί γιατί τα πράγματα πήγαιναν πάρα πολύ γρήγορα και με μία θεωρητικά ανοδική κατεύθυνση . Αλλά ευτυχώς ή δυστυχώς επανήλθα γρήγορα, ίσως επειδή έχω πολύ έντονη αυτοκριτική διάθεση πάντα. Έμαθα από εμπειρίες ζωής και επίσης, έμαθα ότι μερικές αξίες δεν αντικαθίστανται με καμία επιτυχία, με καμία αξία, με καμία de facto αναγνώριση. Οπότε μπορώ να πω ότι πολύ γρήγορα έπηξε το κεφάλι μου.
«Η ΕΥΤΥΧΙΑ»
Είχα πάντα εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Παρ’ όλο όμως που νιώθω και είμαι ένας ελεύθερος άνθρωπος, στο πλαίσιο που μπορεί κάποιος να το πει αυτό σήμερα, έχω απόλυτη εξάρτηση από αυτούς που αγαπώ και που αποτελούν, είτε φυσιολογικά είτε από επιλογή τις ρίζες μου. Δηλαδή, σήμερα που μιλάμε λατρεύω την οικογένεια μου, εκτός από τη μάνα και τον πατέρα μου και την αδερφή μου και τους υπόλοιπους, λατρεύω τη γυναίκα και το παιδί μου. Ποτέ δε θα έκανα κάτι, συνειδητά, για να τους δημιουργήσω πρόβλημα ή να τους στεναχωρήσω ή να τους χαλάσω τη ζωή που φτιάχνουν. Προτεραιότητα μου δεν είναι η αριστεία. Προτεραιότητα μου είναι η ευτυχία. Όχι μόνο η δική μου αλλά και των γύρω μου. Από τη στιγμή που γνώρισα τον άνθρωπο που μου δημιούργησε την εμπιστοσύνη για να κάνω οικογένεια αυτό, όχι ακριβώς άλλαξε, αλλά καταστάλαξε μέσα μου. Νομίζω ότι πάντα ήμουν σε αυτή την κατεύθυνση. Δεν είναι αυτή η συνταγή της επιτυχίας, αλλά δε με νοιάζει πια. Δηλαδή, όποια επιτυχία κατακτώ από εδώ και στο εξής, μου αρέσει που θα την κατακτήσω μέσα από αυτή τη σειρά προτεραιοτήτων. Και θα τη μοιραστώ και μαζί τους, δεν είμαι μόνος.
Κάπου διάβασα ότι άμα θέλεις να πας γρήγορα, πηγαίνεις μόνος, αλλά άμα θέλεις να πας μακριά το κάνεις με παρέα. Ελπίζω για μένα να ισχύει το δεύτερο.
«ΔΕΝ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΚΑΝΩ ΜΟΝΟ ΤΟΝ ΣΟΛΙΣΤ»
Τα χρόνια που φεύγω… χαμός! Η βάση μου εκείνα τα χρόνια που δεν ήμουν στην Ελλάδα, υπήρξε το Λονδίνο. Εκεί έμεινα περίπου δώδεκα χρόνια συνεχόμενα. Από το 1996 που αποφοίτησα από το σχολείο, το Ανατόλια μέχρι το 2010 που επέστρεψα για το Μέγαρο Μουσικής. Ήθελα όμως να φύγω. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο να πετάξω από πάνω μου την de facto αναγνώριση μου ως σημαντικού σολίστ. Δε μου έφτανε μόνο αυτό. Ήθελα πιο πολλά χρώματα. Ήθελα να γράψω κι άλλου είδους μουσική. Να δοκιμαστώ, να αλλάξω. Ένιωσα ότι στο Λονδίνο είχα δώσει ό,τι ήθελα να δώσω. Ήθελα να φτιάξω το μουσικό χωριό. Ήθελα να το δω αυτό να ανθεί. Ήθελα να συνεργαστώ και να κάνω ένα σωρό πράγματα με την Μαρία Φαραντούρη. Δεν ήθελα να κάνω μόνο τον σολίστα σε μία τέτοια περίοδο που όλοι έβριζαν τη χώρα μου. Θυμάμαι που είχαμε κάνει τότε την κουβέντα με τον Στέλιο Νέστωρ που ήταν Γενικός Γραμματέας του ΔΣ. Δεν ήταν ακριβώς, αλλά είχε ξεκινήσει η κρίση και εμένα με είχε πιάσει τρομακτική νοσταλγία. Όλοι θυμάμαι μου λέγανε να μείνω εκεί, να μη γυρίσω, δεν είναι ώρα κι εμένα με είχε πιάσει φοβερή αγωνία ότι χάνω επεισόδια από τη χώρα μου. Εκείνη την εποχή ήταν και η επανάσταση του web με το youtube. Η σχέση που μπορούσες να έχεις με τη διεθνή πραγματικότητα χωρίς να είσαι απαραίτητα δίπλα στο Άλμπερτ Χολ ήταν πολύ πιο εύκολη από πριν. Όχι ότι είναι το ίδιο. Άλλωστε εγώ δεν ήμουν ποτέ ο τύπος που θα πήγαινε σε μία συναυλία για να τον δουν, να τους δει και να κάνει δημόσιες σχέσεις. Ποτέ δεν το έκανα αυτό από μόνος μου. Δεν τρελαινόμουν να σκέφτομαι πως θα ζω σε αυτό το περιβάλλον για πάντα στη ζωή μου. Επίσης, μου έλειπαν πάρα πολύ οι γονείς μου.
ΔΕΥΤΕΡΗ ΖΩΗ
Με την Ελλάδα έχω μία ερωτική σχέση. Όταν πιάνω την αμμουδιά και τη μυρίζω ή το δεντρολίβανο και άλλες ελληνικές μυρωδιές, νιώθω πως θέλω να πεθάνω εδώ. Να είμαι εδώ. Όχι όταν θα επιστρέψω κάποτε ως «ξένος» αλλά να έχω υπάρξει εδώ. Να έχω καεί εδώ. Δε με ενδιαφέρει αυτό. Με ενδιαφέρει όμως να με ρουφήξει αυτό το χώμα και όχι κάποιο άλλο. Καμιά φορά λέω σε φίλους και οικογένεια, ότι νιώθω να ζω μία δεύτερη ζωή, διότι κάποιος που δουλεύει ως επαγγελματίας από 10 χρονών και είναι τώρα 45, είναι σαν να είναι πια στη σύνταξη. Είμαι λοιπόν συνταξιούχος του πρώτου κύκλου της ζωής μου. Αυτός ο πρώτος κύκλος, έφτασε στο πικ του αυτά τα χρόνια και τελειώνει μάλλον με το Μέγαρο Μουσικής. Γιατί το Μέγαρο ήρθε σαν ουρά εκείνης της περιόδου. Αλλά και που δεν έπαιξα, και με ποιους δε συνεργάστηκα. Ταξίδεψα πάρα πολύ και γνώρισα πολλούς ανθρώπους… Υπήρχε και περίοδος που μπορεί να έκανα παραπάνω από 100 συναυλίες μέσα σε έναν χρόνο. Δε μπορώ να πω όμως ότι με συγκινεί ιδιαίτερα αυτό. Με κούρασε. Μάλιστα, ένιωσα μεγάλη μοναξιά. Θυμάμαι ήμουν στο Σάλτσμπουργκ και είχα τελειώσει από ένα ρεσιτάλ. Είχε πάει ωραία αλλά δεν είχε έρθει κάποιος δικός μου. Όταν παίζεις σε ένα μέρος που δε πας συχνά δεν έχεις κάνει local φίλους οπότε στο κοινό δεν ήταν κάποιος γνωστός μου. Πήγα μετά στο ξενοδοχείο μόνος μου θυμάμαι, ήταν και μία περίοδος που είχαν προηγηθεί και κάπου πενηνταριά συναυλίες και έφτανα προς το τέλος και ήμουν κουρασμένος. Έτρωγα θυμάμαι σε ένα εστιατόριο μόνος μου και σκεφτόμουν ότι δε μπορεί να είναι αυτό η μουσική ζωή μου από εδώ και πέρα. Δε μου έφτανε αυτό. Έλεγα πως αν συνεχίσω έτσι, εγώ θα πεθάνω. Οπότε συνειδητά αποφάσισα πως δε θέλω να είμαι ένας διεθνής καριερίστας.
Έχει μοναξιά ο πρωταθλητισμός;
Εξαρτάται πώς το διαχειρίζεται ο καθένας και τι χαρακτήρα έχει. Που βάζει κάποιος προτεραιότητα και που δίνει βάρος. Λίγο λοιπόν με όλα αυτά και τον τεράστιο νόστο που είχα για την πατρίδα, γύρισα πίσω.
ΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ
Η πρόταση για το Μέγαρο Μουσικής, ήρθε όταν ήμουν ήδη με το ένα πόδι εκεί και με το άλλο στην Ελλάδα. Ήθελα να γυρίσω. Έψαχνα με την έννοια της πλατφόρμας ώστε να μπορούσα να λειτουργήσω στη χώρα με έναν τρόπο που θα έχει νόημα. Ένιωθα πως μπορώ να βοηθήσω τη χώρα να κάνει κάτι. Ήθελα να βοηθήσω. Είχα λίγο και την πετριά του καπετάνιου. Όλοι μου λέγανε πως ήταν μία δύσκολη περίοδο, ότι αναλαμβάνω ένα «πλοίο» χωρίς χρήματα. Εγώ όμως, ήθελα να βρω λύσεις. Και ήταν όντως σοβαρά τα προβλήματα τότε. Πώς ένας οργανισμός να επιβιώσει εξυπηρετώντας τις ιδρυτικές του κατευθύνσεις σε μία τέτοια κατάσταση. Είχε όμως ένα χαρακτηριστικό εκείνη η εποχή που ήταν και το μεγαλύτερο εργαλείο. Είχε μία συσπείρωση όλων και μία περηφάνια για την Ελλάδα. Κάναμε φοβερά πράγματα που κανείς δε πίστευε.
Σε αυτή τη περίοδο, υπερισχύουν τα θετικά. Ξέρετε, εκείνη την ώρα, έχει πολλή λάσπη αλλά αργότερα όταν καθαρίζουν τα πράγματα μένει αυτό που γυαλίζει. Τώρα, πόσοι το θυμούνται ή θα αναφερθούν σε αυτά στο μέλλον είναι άλλο. Η MOYSA ας πούμε, είναι ένα κλαδάκι που πάντα θα είναι σε ετοιμότητα να γίνει δεύτερο δέντρο.
Στο Μέγαρο πήγα μετά από μία πολύ έντονη περίοδο. Την περίοδο του Μεγάρου, έκανα μερικούς από τους πιο στενούς φίλους μέχρι σήμερα, όσο περίεργο κι αν είναι. Έμαθα πόσο σημαντική είναι η ομάδα. Τους αγαπάω πάρα πολύ. Συνήθως από τέτοιες θέσεις βγαίνει κάποιος εντελώς «μαδημένος», εγώ παρόλο που με μαδήσαν στο τέλος οι συγκυρίες, βρήκα πολλούς σπουδαίους φίλους. Ήθελα λοιπόν να γυρίσω επειδή ήθελα να είμαι καπετάνιος στη χώρα μου και όχι σε κάποια άλλη χώρα. Ήθελα να παίξω ρόλους σε μία «πολεμική» περίοδο για τη χώρα μου.
Θα το κάνατε ξανά αν χρειαζόταν;
Θα το ξαναέκανα εφόσον θα είχα εξασφαλίσει κάποιες συνθήκες λειτουργίας ώστε, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, να ξέρεις πως αυτό που σου καταλογίζεται ως ευθύνη, μπορείς να το διαχειριστείς. Επειδή δεν υπάρχει πιο άδικο πράγμα από το να έχεις ευθύνη για κάτι αλλά να μην έχεις και τα όπλα για να το πας εκεί που θέλεις. Δε θα συνεργαζόμουν ποτέ με ανθρώπους που από πολύ νωρίς ξέρω πως δε θέλουν να συνεργαστούν μαζί μου, κάτι που ήταν λόγος που έφυγα γρήγορα και από το Κρατικό Ωδείο. Δε θα το έκανα ξανά. Θα φερόμουν με μεγαλύτερη ευγένεια στον εαυτό μου.
ΤΑ ΝΕΑ ΠΑΙΔΙΑ
Προβληματίζομαι συχνά. Γι’ αυτό και το σεμινάριο που κάνω κάθε χρόνο στο Μουσικό χωριό, φέτος αποφάσισα να μη το κάνω, κυρίως για δική μου εσωτερική ανασύνταξη. Πέρυσι θυμάμαι κάναμε μια πολύ ωραία ομάδα με τα παιδιά εκεί και προβληματιστήκαμε από κοινού για τόσα θέματα… Συζητήσαμε τόσα πράγματα και ένιωσα τόσο ανέτοιμος να δώσω απαντήσεις και τελικά ίσως αυτό που πρέπει να λέει κανείς στα παιδιά σήμερα είναι να τους δείχνει μία απόλυτη ειλικρίνεια ως προς το γεγονός ότι το επάγγελμα του καλλιτέχνη γενικότερα, αλλά και ειδικά του μουσικού δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μη βρεθεί σε σταυροδρόμι αλλαγών. Ως προς την ταυτότητα του. Δηλαδή, το τι είναι σολίστ έτσι όπως ήταν πριν δέκα χρόνια με αυτό που είναι σήμερα, δεν μπορεί να έχει ακριβώς την ίδια σχέση. Τον τελευταίο καιρό έχω παρακολουθήσει πολύ στενά την εξέλιξη των πραγμάτων – που νομίζω πως είναι και η επόμενη παγκόσμια επανάσταση – που έχει να κάνει με το web3 και την αποκεντροποίηση του τρόπου που λειτουργούν τα κέντρα αποφάσεων. Αλλάζουν λοιπόν τα εργαλεία και ο τρόπος. Προσπαθώ να δίνω στα νέα παιδιά τις αξίες μου που πιστεύω πως θα ισχύουν διαχρονικά και να τις μεταθέσω σε έναν καινούριο τρόπο έκφρασης και επικοινωνίας.
Μιλώντας με τα παιδιά, αντιλαμβάνομαι χάσιμο. Δεν έχει δημιουργηθεί ακόμα καινούριο εκπαιδευτικό πλαίσιο που να δίνει απαντήσεις στα ερωτήματα τους. Η εκπαίδευση είναι παρωχημένη. Αυτό λοιπόν που σήμερα λες στα παιδιά, είναι ανοιχτά αυτιά, ανοιχτά μάτια και έξω από το «κουτί». Αν αγαπάς κάτι πραγματικά θα βρεις τρόπο να το υπηρετήσεις έξω από τη νόρμα.
Ο ΣΥΝΘΕΤΗΣ
Παρόλο που μεγάλωσα σε περιβάλλον με ιδιαίτερη προσκόλληση, από τη πλευρά της μητέρας μου, στο κλασσικό μέρος της ιστορίας αλλά και λόγω του πατέρα μου που ήθελε να μου ανοίξει το μυαλό και τα αυτιά, αλλά και της δικής μου φύσης που δε μου έφτανε ποτέ τίποτα, δημιούργησα έναν χαρακτήρα εντελώς πολυσυλλεκτικό. Θυμάμαι οτι πέρασα μία ολόκληρη περίοδο της ζωής μου, από 20 χρονών και μετά, αφού είχα ξεκοκαλίσει ο, τι ηχογράφηση υπήρχε από τους πιο ποπ καλλιτέχνες της κλασικής μουσικής, όπως τον Λέοναρντ Μπερνσταιν, τον Βλαντίμιρ Χόροβιτς και άλλους «τρελών» του επαγγέλματος, όχι τους συμβατικούς. Ξέρετε, άκουσα χιλιόμετρα μουσικής… Κάποια στιγμή λοιπόν, γνώρισα τους Pink Floyd και έπαθα έρωτα! Και μη νομίζετε, δεν είναι άλλος κόσμος, είναι ακριβώς ο ίδιος κόσμος. Και μετά γνώρισα τους Queen μέσα από τη γνωστή «Bohemian Rhapsody». Φεύγοντας στην Αγγλία, γνώρισα τους YES που ήταν progressive ροκάδες και επίσης εκεί ανακάλυψα μία πολυπλοκότητα στη γραφή και στη δομή.
Όλα αυτά μπήκαν μέσα μου εντελώς. Αλλά, μέχρι σήμερα που μιλάμε δεν έχω καταφέρει να βρω αυτό το κοκαλάκι που συνδέει επί σκηνής τον ροκά με τον κλασικό. Έχω ιδρώσει αλλά δεν το βρίσκω. Πιστεύω όμως ότι υπάρχει. Βέβαια και στο Ρεκβιεμ που ετοίμασα για το Φεστιβαλ Επταπυργίου, νομίζω έχω βρει κάτι που ενώνει αυτούς τους μουσικούς κόσμους και τους κάνει ένα. Ακόμα και στην δομή, θα βρείτε κάτι γιατι αποτελείτε από εφτά μέρη που πολλά από αυτά στη δομή τους έχουν τον κύκλο που έχει ένα pop song. Αλλά είναι μεγαλύτερα σε διάρκεια, ενδεχομένως με πιο πολύπλοκες επεξεργασίες. Υπάρχει όμως αυτή η κυκλικότητα που έχει το pop song. Θα ήθελα να έχω χρησιμοποιήσει λίγο παραπάνω ηλεκτρονικό ήχο για το έργο, συμβαίνουν όμως κάποια πράγματα σε δύο σημεία του έργου που είναι πολύ ιδιαίτερα. Αυτό είναι ότι έχω μετατρέψει τη φωνή από δύο παλιές ηχογραφήσεις του 1930 από μυρολόγια σε μικρά κομμάτια και αυτά έρχονται και δένουν σαν να συνεργάζεται αυτή η ηχογράφηση με τους μουσικούς. Στο τελευταίο μέρος του έργου, παίρνω το «Στο ‘πα και στο ξαναλέω» που είναι ένας χαιρετισμός, ένα αντίο, χωρίς όμως να χρησιμοποιήσω τα λόγια και σπαράγματα από αυτό το μοτίβο γίνονται ουσιαστικά το αντίο στην προσκόλληση στους δήθεν φίλους. Ή βάζω μέσα το «Νανούρισμα» του Μίκη Θεοδωράκη, κρυμμένο μαζί με το ισπανικό νανούρισμα που λέει η γυναίκα μου στον γιο μου. Διάφορα νοήματα και σύμβολα, μουσικά, ιστορικά και προσωπικά, βρίσκονται μέσα στο έργο. Όποιος κάποτε έχει τη διάθεση να το ξεκοκαλίσει, θα ανακαλύψει πολλά κρυμμένα μέσα.
Έχω τόσα πολλά μέσα στο μυαλό μου που γράφω μόνο ένα ψιχουλάκι. Δεν προλαβαίνω παραπάνω. Δεν έχω αποκτήσει ακόμα τη σοφία της υπομονής. Θέλω να προλάβω όσα περισσότερα μπορώ και αυτό μου προκαλεί άγχος.
Δε ξέρεις πόσο συγκινητικό μου φαίνεται να μπορέσω μέχρι να πεθάνω να φτιάξω ένα έργο και μία συναυλία που θα φέρνει στη σκηνή μαζί μια εξαιρετική ορχήστρα με μία εξαιρετική ροκ μπάντα. ‘Όχι επειδή θα γίνει μία μεταγραφή για να παίξουν μαζί, αυτό έγινε εκατομμύρια φορές αλλά για να παίξουν ένα έργο που είναι γραμμένο πραγματικά για να γεφυρώσει. Έτσι ίσως στο μέλλον ανοίξει κάπως έτσι και ο δρόμος στην εκπαίδευση για να σταματήσει ο διαχωρισμός. Η μουσική δεν πρέπει να χωρίζει, πρέπει να ενώνει. Να είναι ένα πράγμα.
Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Στη Θεσσαλονίκη, μπορεί κάποιος να έχει όσες ευκαιρίες θέλει. Η πόλη, θέλει δε θέλει, είναι πλέον μέρος ενός παγκόσμιου δικτύου εξελίξεων. Ξέρεις αυτό το παγκόσμιο φάρμακο που λέει πως όλα θα πάνε σκατά, το βαρέθηκα και δεν το εμπιστεύομαι πια. Προφανώς και τα πράγματα δεν είναι ρόδινα αλλά δε μπορώ να ακούω συνέχεια αυτό. Η Θεσσαλονίκη θα αποκτήσει σίγουρα θέση πολυπολιτισμικής πρωτεύουσας σε μια ευρύτερη περιοχή και αυτό το λέω μετά από ιστορική ανάλυση. Δε βλέπω τίποτα στη Θεσσαλονίκη να την εμποδίζει, ίσως εκτός από τον ίδιο της τον εαυτό, να μεταμορφωθεί ξανά σε ένα πολυπολιτισμικό τόπο. Θεωρώ πια πως είναι πολύ σημαντικό οι άνθρωποι να μένουν σε πόλεις ή σε χωριά που είναι οργανωμένα με ανθρώπινο τρόπο. Σε κάθε περίπτωση, πρωτοβουλίες για την παραγωγή πολιτισμού από την βάση του ντόπιου δυναμικού, όπως αυτές που παίρνει το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας μέσα από θεματικές αναθέσεις, ανοιχτούς δημόσιους διαγωνισμούς και θεσμικές συνεργασίες με γνωστούς και ανερχόμενους Έλληνες καλλιτέχνες, συνεισφέρουν τα μέγιστα στην δημιουργία ενός γόνιμου πλαισίου για να μπορούμε να παραμένουμε και να ανθίζουμε στη Θεσσαλονίκη, στον τόπο μας.
Βλέπω αποκέντρωση στην εποχή μας που έρχεται να αντικαταστήσει την παγκοσμιοποίηση που είχαμε πριν λίγα χρόνια. Θεωρώ πως το ίντερνετ θα μας βοηθήσει λίγο πιο ελεύθερα να μπορούμε να επιλέξουμε που θα ζήσουμε.
ΡΕΚΒΙΕΜ ΓΙΑ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ
Το «Ρέκβιεμ για την Σμύρνη» αποτελεί ανάθεση του Κέντρου Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας στον συνθέτη και θα παρουσιαστεί, σε παγκόσμια πρώτη, στο Φεστιβάλ Επταπυργίου 2022 την Δευτέρα 4 και την Τρίτη 5 Ιουλίου. Πρόκειται για σύνθεση συμφωνικού έργου, διάρκειας 80 λεπτών, για τρία σολιστικά όργανα (πιάνο, σαντούρι, ηλεκτρική κιθάρα), Συμφωνική ορχήστρα, Μικτή χορωδία, τέσσερις μονωδούς και έναν αφηγητή, σε μορφή σύγχρονου Ρέκβιεμ. Βασίζεται αφενός σε αποσπάσματα από την ποιητική συλλογή «Μυθιστόρημα» του Γιώργου Σεφέρη και αφετέρου σε ρυθμούς και μελωδίες της μικρασιατικής ελληνικής παράδοσης.
Ο ίδιος ο συνθέτης λέει:
Δεν θέλω να πνίξω ή ακόμα και να περιορίσω την δυνατότητα και το δικαίωμα των ακροατών μου να γνωριστούν από μόνοι τους με αυτό το έργο. Δεν θέλω να παρεμποδίσω την ανακάλυψη των συμβολισμών του, ούτε να αποκαλύψω τα σημεία αναφοράς του και τις μουσικές μυρωδιές του κοινού μας παρελθόντος, που κρύβονται μέσα στον συμφωνικό του μανδύα όπως οι Σμυρνιοί έκρυβαν το σκόρδο και την κανέλλα στα φαγητά τους.
Θέλω μόνο να εξομολογηθώ κάποιους από τους δικούς μου προβληματισμούς, που αποτέλεσαν μέρος της σύλληψης και της σύνθεσής του και που έχουν τις ρίζες τους στην Πόλη, στην Σμύρνη και στην Καππαδοκία αλλά και στην σημερινή Ελλάδα και την Ευρώπη της.
Πώς μπορεί κανείς να συνθέσει ένα Ρέκβιεμ για αυτό που αποδεχόμαστε ότι χάσαμε, ενώ εκείνο συνεχίζει να κυλάει ζωντανό μέσα στις φλέβες μας και προσδιορίζει τον παλμό της καρδιάς μας;
Πώς γίνεται να δωθεί μουσική κατεύθυνση σε ένα προϋπάρχον ποιητικό “Ρέκβιεμ” του Σεφέρη, που όμως ξεδιπλώνει έναν λόγο κατακερματισμένο σαν την σπασμένη ψυχή ενός υπερήφανου μα και θανάσιμα πληγωμένου πρόσφυγα;
Πώς συμβολίζει κανείς με ήχους την ειρωνία της αναφοράς στον “φίλο” που δεν είχαμε ποτέ ή που παρερμηνεύουμε συνειδητά τις δυνατότητές του να παραμένει πιστός;
Πώς αποδέχεται κανείς, μέσα από την ποίηση και την μουσική της, ότι ο Τόπος μας μπορεί να είναι κλειστός και να μας πνίγει, μα είναι συνάμα κι ο παράδεισός μας;
Πως χαιρετίζει κανείς την σχέση του Μίκη Θεοδωράκη με την σύγχρονη Ελλάδα, με την μουσική της και με τον Σεφέρη, μέσα σε ένα νέο, πρωτογενές μουσικό έργο, χωρίς να τον προσβάλει;
Πώς ταξιδεύει ένα μουσικό έργο από την Ανατολή στην Δύση, χωρίς να χάσει τον προσανατολισμό και την δομή του;
Ακόμα και σήμερα, δεν είμαι σίγουρος πώς να απαντήσω. Όπως και δεν είμαι σίγουρος πότε ξεκίνησε η σύνθεση του Ρέκβιεμ. Νομίζω ξεκίνησε πολύ πριν να καταλήξω στον τίτλο του έργου, πριν κι από την γνωριμία με το “Μυθιστόρημα” του Σεφέρη. Ίσως ξεκίνησε πριν πολλά χρόνια, όταν αντιλήφθηκα ότι η μουσική δεν χωρίζεται σε είδη, αλλά είναι μία. Όπως μία είναι και η ανθρωπότητα, με τόσα στοιχεία να την συνδέουν κι άλλα τόσα να την υποχρεώνουν να αυτοδιαβρώνεται, να αυτοδιαιρείται, να τσακίζεται κι ύστερα να αναγεννάται από τα συντρίμια της. Ξανά και ξανά. Τότε όπως και τώρα, όπως πάντοτε.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο ήχος της ηλεκτρικής κιθάρας στο Ρέκβιεμ αναδύεται αυτονόητα μέσα από την θύμιση ενός ήχου από σαντούρι. Παλιές ηχογραφήσεις αναπλάθονται σε σύγχρονα ηλεκτρονικά όργανα, η γνήσια φωνή από ένα παλιό σμυρναίικο μοιρολόι μετατρέπεται σε Ζεϊμπέκικο και συνομιλεί με την συμφωνική ορχήστρα, τα νανουρίσματα και οι κραυγές αγωνίας της “αιώνιας μάνας” διαπερνούν την πολυφωνία της χορωδίας.
Της μάνας – πατρίδας, που ακόμα και χαμένη, παραμένει πάντα μέσα μας, γι’αυτό και μας πονάει ακόμα ο βίαιος ξεριζωμός από την αγκαλιά της. Της μάνας που το νανούρισμά της είναι ο «ομφάλιος λώρος», που δεν κόπηκε ποτέ, ενώ ταυτόχρονα συμβολίζει και την αγωνία του αυτοπροσδιορισμού μας μέσα στον λήθαργο ενός εφιαλτικού παρελθόντος, που μας στοιχειώνει ακόμα.
Όλα αυτά τα ετερόκλητα μα και τόσο σχετικά μεταξύ τους μουσικά θραύσματα μνήμης και προβληματισμών, νιώθω ότι συνυπάρχουν στο Ρέκβιεμ ως ειλικρινή σπαράγματα της ψυχής μου. Ως παρακαταθήκες για όσα μας ξεριζώνουν συλλογικά, ξανά και ξανά, από τα μέρη που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν οι δικοί μας, ενώ ταυτόχρονα μας φυτεύουν, ξανά και ξανά, στον τόπο που γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε, και που νιώθουμε το χώμα, το νερό και τα δέντρα του να ζουν μέσα στην αναπνοή μας.
“Πάρε Μαζί σου Το Παιδί”: η ενότητα αυτή, στην μέση του έργου, που η σύνθεσή της ξεκίνησε το βράδυ της εικοστής τετάρτης Φεβρουαρίου 2022, αποτελεί σημείο “αφύπνισης”. Αφού συναντηθούμε με τα συντρίμμια αλλά και με τη μοναξιά μας, Το Ρέκβιεμ για τη Σμύρνη ολοκληρώνεται με την εσωτερική προσδοκία για μία σύγχρονη Ελλάδα, που θα γίνει παράδεισος όταν αποφασίσουμε πως είναι.
*Το Ρέκβιεμ για τη Σμύρνη είναι ένα νέο συμφωνικό έργο, ανάθεσης του Κέντρου Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας στον Γιώργο Εμμανουήλ Λαζαρίδη. Βασίζεται αφενός σε αποσπάσματα από την ποιητική συλλογή «Μυθιστόρημα» του Γιώργου Σεφέρη και αφετέρου σε ρυθμούς και μελωδίες της μικρασιατικής Ελληνικής παράδοσης. Ακολουθεί την μορφή του παραδοσιακού θρησκευτικού Ρέκβιεμ, αλλά ουσιαστικά αποτελεί ένα ορατόριο μνήμης το οποίο, περνώντας μέσα από την πικρή γεύση της απώλειας, της νοσταλγίας και την επίγνωσης, αφήνει το δρόμο ανοιχτό στην ελπίδα για ένα φωτεινό μέλλον. «Μα τι γυρεύουν οι ψυχές μας ταξιδεύοντας πάνω στα σαπισμένα θαλάσσια ξύλα από λιμάνι σε λιμάνι; Μετακινώντας τσακισμένες πέτρες, ανασαίνοντας τη δροσιά του πεύκου πιο δύσκολα κάθε μέρα, μέσα με μια πατρίδα που δεν είναι πια δική μας ούτε δική σας. Ο λόγος του Σεφέρη είναι ο βασικός άξονας αυτού του ανολοκλήρωτου ταξιδιού, της αέναης περιπλάνησης και της αθεράπευτης νοσταλγίας για κάποια χαμένη πατρίδα, που φτάνει ως τις μέρες μας, με καινούριους αγώνες και καινούριες θυσίες. Οι μουσικές αναφορές του έργου ανατρέχουν σε μοτίβα του Μικρασιατικού και Ποντιακού Ελληνισμού, ενώ το συνολικό αποτέλεσμα θα χρησιμοποιεί ένα πρωτότυπο, σύγχρονο μουσικό ιδίωμα. Σε συνεργασία με την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης. Υπό την αιγίδα της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής UNESCO και της Εταιρείας Διαβαλκανικής Συνεργασίας Γυναικών.` Συντελεστές Συνθέτης Γ.Ε.Λαζαρίδης Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης Διεύθυνση Ορχήστρας Μιχάλης Οικονόμου Μικτή Χορωδία Θεσσαλονίκης Διεύθυνση Μαίρη Κωνσταντινίδου Πιάνο Γ.Ε.Λαζαρίδης Σοπράνο Βασιλική Καραγιάννη Μέτζο Μαίρη- Έλεν Νέζη Τενόρος Γιάννης Χριστόπουλος Μπάσος Κώστας Κατσάρας Ηλεκτρική κιθάρα Βαγγέλης Τσοτρίδης Αφηγήτρια Έφη Σταμούλη Aτζέντα Θεσσαλονικης: Τι να κάνω στη Θεσσαλονίκη σήμερα, αύριο και τις επόμενες μέρες. Δες ΕΔΩ όλα όσα γίνονται (σινεμά, πρόγραμμα κινηματογράφων, τηλεόρασης θέατρο, παραστάσεις, χορός, συναυλίες, Live, νυχτερινή ζωή, μπουζούκια, ομιλίες, εκθέσεις εικαστικών, γονείς και παιδί, Διαγωνισμοί, Εκδηλώσεις με εισιτήριο αλλά και ΔΩΡΕΑΝ. Είναι ο πλέον έγκυρος και πλήρης οδηγός για διασκέδαση – έξοδο στη Θεσσαλονίκη! Info Δευτέρα 4 & Τρίτη 5 Ιουλίου 21:15 Φεστιβάλ Επταπυργίου ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ 10€, 15€, 18€ ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΟΔΟΣ 15€, 20€, 25€ ΜΕΙΩΜΕΝΟ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ: Φοιτητικό, Άνω των 65 και ανέργων 6€ ( ΙΣΧΥΟΥΝ ΣΤΟ Γ ΔΙΑΖΩΜΑ) Διαβάστε τη συνέντευξη του Γιώργου Εμμανουήλ Λαζαρίδη: «Ρέκβιεμ για την Σμύρνη» του Γιώργου Εμμανουήλ Λαζαρίδη