Γ. Παπαγεωργίου: Η Θεσσαλονίκη δεν είναι όσο απελευθερωμένη θα ήθελα
Ο Γιώργος Παπαγεωργίου σε μία συνέντευξη εφ όλης της ύλης.
Πριν περίπου μία δεκαετία τον γνώρισα στην σκηνή του Θεάτρου Σοφούλη, έπαιζε με τον Αντίνοο Αλμπάνη στο “I will survive”, αλλά και την ταινία “Κανένας” του Χρήστου Νικολέρη, σήμερα ακούω τα τραγούδια του.
Είναι καλλιτέχνης που ανήκει στην γενιά της κρίσης και όταν δεν είναι στο θέατρο, στα lives ή μπροστά από την κάμερα, θα τον βρεις στο σπίτι του να λιώνει βλέποντας Netflix, ή σε κάποιο πάρκο να διαβάζει βιβλία.
Αγαπάει πολύ τις βόλτες με τον σκύλο του στο Παγκράτι και γυμνάζεται τακτικά. O Γιώργος Παπαγεωργίου είναι καλλιτέχνης με διαρκείς ανησυχίες και διαρκή εξέλιξη. “Ειλικρινά όλα ξεκίνησαν στο Δημοτικό, σε μία θεατρική παράσταση που όλοι οι συμμαθητές μου είχαν λάβει ρόλους και απέμεινε μονάχα ένας γυναικείος. Ο ρόλος λεγόταν Λιλή, μπορεί και να ήμουν ο πρώτος drag ηθοποιός στο Δημοτικό των ’90s. Σήμερα φτάσαμε στον “Αυτόχειρα” ήταν η μεγαλύτερη μου σκηνοθεσία μέχρι στιγμής. Μία παράσταση με τρομερές απαιτήσεις. O κύριος στόχος ήταν να φτιάξουμε μία γιορτή για το θέατρο, τους θεατρίνους και το κοινό. Πρόκειται για ένα απαγορευμένο έργο του Στάλιν το οποίο είχε ισχυρό λόγο που ανέβηκε την φετινή χρονιά. Αυτός ο λόγος αφορούσε την περασμένη διετία που τα θέατρα ήταν κλειστά και τρώγαμε όλοι οι καλλιτέχνες απανωτές σφαλιάρες.
Έτσι, βρήκαμε τον τρόπο με ένα επαναστατικό έργο να κάνουμε την προσωπική μας επανάσταση ως θεατρίνοι με ένα πολύ θεατρικό και εξωστρεφή τρόπο σε μία χρονιά που ακόμη δεν είχε ξεκαθαρίσει το τοπίο του πόσο εύκολο θα είναι για έναν ηθοποιό να μπορέσει να κάνει θέατρο εν μέσω COVID. Ήταν πολύ μεγάλο το στοίχημα γιατί πρόκειται για ένα άγνωστο έργο. Εγώ είχα σχεδιάσει μία παράσταση που είχε πολλές υποκριτικές και τεχνικές απαιτήσεις. Ήταν μία πολύ καλή στιγμή και για το Εθνικό Θέατρο και για εμένα.”
Τα τελευταία δύο χρόνια όπως λέει ήταν η χειρότερη ιστορική στιγμή για το θέατρο. Στην τηλεόραση τα πράγματα ήταν πιο ομαλά, διότι γίνανε δουλειές και ο COVID δεν έκοψε την αγορά. “Στο θέατρο τα πράγματα ήταν εφιαλτικά, σκεφτείτε πως ένας ηθοποιός για μία διετία δεν μπορούσε να ασκήσει το επάγγελμα του και όχι λόγω ανεργίας ή ανταγωνισμού, αλλά γιατί τα θέατρα ήταν κλειστά. Πραγματικά αυτό το διάστημα για εμένα ήταν πολύ μαύρο. Τώρα προσπαθούμε να επανέλθουμε στην προ COVID εποχή, προφανώς και είναι δύσκολο να είσαι ηθοποιός στην Ελλάδα, αλλά όχι ακατόρθωτο. Θεωρώ πως τα πράγματα έχουν αρχίσει να γίνονται πολύ καλύτερα σε σχέση με το πως ήταν παλιότερα. Πλέον υπάρχουν πολύ πιο επαγγελματικές συνθήκες και στα θέατρα και στις εταιρίες παραγωγής για έναν ηθοποιό σε σχέση με μία 15ετία πριν. Έχει ανέβει το επίπεδο της υποκριτικής των ηθοποιών, γιατί οι δραματικές σχολές κάνουν πολύ σοβαρή δουλειά. Οι παραγωγές είναι πιο ποιοτικές γιατί πλέον υπάρχει σοβαρός ανταγωνισμός. Η αγορά έχει αρχίσει να ανοίγει άρα σε σχέση με την περίοδο που εγώ βγήκα στην δουλειά και μετά από λίγο η κρίση έσκασε στο κεφάλι μας, από εδώ και πέρα η περίοδος για τον χώρο του θεάματος και της τηλεόρασης φαίνεται να είναι πολύ καλύτερη. O κλάδος όμως είναι απαιτητικός και δύσκολος.”
Η μυθοπλασία επέστρεψε δυναμικά στις οθόνες μας μετά από μία δεκαετία απόλυτης αδράνειας.
“Εγώ βλέπω πολύ θετικά την επιστροφή της μυθοπλασίας στην τηλεόραση. Για εμένα υπάρχει καλή και κακή τηλεόραση, η καλή τηλεόραση δείχνει να γεμίζει έδαφος. Δεν είναι του γούστου μου τα reality δεν μπορώ να θεωρήσω καλή την τηλεόραση που κάνει και reality σειρές οι οποίες αποτελούνται ουσιαστικά κακοπαιγμένη μυθοπλασία. Ακόμη και τα τωρινά τέτοιου είδους shows ακολουθούν σκαλέτες για να προκαλέσουν την αντίδραση του κόσμου στα social media. Αυτά τα στοιχεία δεν ανήκουν στην αισθητική μου. Είναι πολύ σημαντικό η ελληνική τηλεόραση να έχει ουσιαστικές σειρές και να μην χρειάζεται όλοι εμείς να στρεφόμαστε σε streaming πλατφόρμες του εξωτερικού επειδή αντιμετωπίζουμε τις δικές μας με χαβαλέ.”
Τα τελευταία 10 χρόνια δημιούργησε τους Polkar την μπάντα που έχει την ικανότητα να μας ταυτίζει με τα τραγούδια της και να μας κρατά έφηβους. Οι συναυλίες για τον ίδιο είναι αφορμή για συνεύρεση.
“Δημιουργηθήκαμε περίπου πριν 10 χρόνια και του χρόνου το γιορτάζουμε, ενδεχομένως με μία καινούρια κυκλοφορία τραγουδιών. Για εμένα οι Polkar είναι το αντικαταθλιπτικό μου, ξεκινήσαμε για πλάκα αλλά σοβάρεψε στα χρόνια που μεσολάβησαν ακριβώς γιατί έτυχε να έχει μεγάλη αποδοχή και ταυτόχρονα αυτή η αποδοχή να μην μας βάζει σε ένα καλούπι που μας ξενερώνει. Οι Polkar με έχουν βοηθήσει υπαρξιακά σε όλα τα επίπεδα, ωρίμασα χωρίς να χάνω την εφηβικότητα μου μαζί τους. Αυτή η μπάντα είναι από τις πιο σημαντικές αποφάσεις που έχω πάρει στη ζωή μου. Η αφετηρία των τραγουδιών είναι πάντα προσωπική υπόθεση. Όταν αισθάνεσαι πως μέσα σε ένα κομμάτι σου έχεις βάλει το πώς είσαι εσύ σαν άνθρωπος και κάποιος ταυτίζεται με τους στίχους, σημαίνει πως με τον ακροατή σου ταιριάζεις, υπάρχει μία σύνδεση. Το “είναι η ζωή μου σκατά” αποτελείται από το δικό μου 2018 και όταν κάποιος σήμερα μου λέει πως ταυτίζεται με αυτό το τραγούδι καταλαβαίνω πως μέσα στον χωροχρόνο έσπασα και αυτή τη χαραγματιά την έκανα τραγούδι μετέπειτα αυτή τη φάση μου σε κάποια άλλη στιγμή την πέρασε και κάποιος άλλος. Γεννιέται κάτι από εσένα το οποίο έχει μία φλόγα ειδικά αν προέρχεται από μία δική σου πρόθεση να το εξωτερικεύσεις στον κόσμο, αυτή η φλόγα μεταλαμπαδεύεται σε κάποιον άλλον. Έτσι ακριβώς αισθάνεσαι πως δεν είσαι μόνος , και αυτό το συναίσθημα -σε μία εποχή που η συλλογικότητα έχει πάει κατά διαόλου -είναι πολύτιμο.”
Πριν μία εβδομάδα στα MAD VMAS έλαβαν χώρα επεισόδια βίας μεταξύ trappers όλοι τα κατακρίναμε και τα καταδικάσαμε ο Γιώργος όμως έχει μία διαφορετική προσέγγιση στο ζήτημα.
“Προσωπικά δεν μου φαίνεται καθόλου περίεργο που οι μικρές ηλικίες τείνουν προς το ρεύμα της trap. Πρέπει να καταλάβουμε πως αυτοί που καθόμαστε και ασχολούμαστε με τους trappers οι οποίοι μπορεί να εκφράζουν μία αισθητική που σχετίζεται με ναρκωτικά, όπλα, βίζιτες και που ούτε εμένα δεν μου λέει κάτι στιχουργικά, τελειώνει πολύ γρήγορα. Όσον αφορά το ξύλο πάντα υπήρχε στην μουσική, απλώς τώρα συνέβη μπροστά σε δεκάδες κάμερες κινητών που το αποτύπωσαν και το αναπαρήγαγαν. Ξύλο έπεφτε πάντα με την έννοια του popular και όχι του μουσικού, θα θυμίσω στους παλαιότερους στιγμές απείρου κάλλους με χοντρό ξύλο που έπεφτε ανάμεσα σε μεταλάδες και razers σε συναυλίες των prodigy στην Αθήνα. Εγώ αντίστοιχα που στην εφηβεία άκουγα ελληνικό ροκ, στις συναυλίες δεν ακούγαμε τα τραγούδια, αλλά ο ένας βαρούσε το κεφάλι του άλλου, έτσι είναι η ηλικία, είσαι έφηβος έχεις ορμόνες που αγγίζουν τα ουράνια, θες να ξεσπάσεις. Οπότε εμένα αυτό το κομμάτι προσωπικά δεν με φρικάρει. Η κάθε εποχή φτιάχνει την μουσική της. Δεν θα έπρεπε να ασχολούμαστε με την τραπ όπως είναι γιατί κάτω από την τραπ υπάρχει ένα πολύ πιο ισχυρό ρεύμα κατά την γνώμη μου που είναι το hip-hop με πολλοί σπουδαίους καλλιτέχνες όπως είναι ο ΛΕΞ, όπου πραγματικά έχει νοήμα να υπάρχει. Η trap δεν έχει νοήμα να υπάρχει είναι καθαρά lifestyle σήμερα είναι αύριο δεν είναι θα κάνει έναν κύκλο και θα σβήσει.” Η Θεσσαλονίκη είναι η πατρίδα του, αγαπά τα στέκια που μένουν αναλλοίωτα στον χρόνο και θεωρεί πως είναι η πόλη της Ελλάδας που γεννά συνέχεια νέα καλλιτεχνικά ταλέντα.
“Είναι μία μητρόπολη όσον αφορά την τέχνη. Δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό, μάλλον επειδή αναπνέουμε έναν διαφορετικό αέρα. Εγώ στην Θεσσαλονίκη αγαπώ πολύ τα μέρη που μένουν αναλλοίωτα στο χρόνο, λατρεύω την Τούμπα γιατί μεγάλωσα εκεί, τα Κάστρα, το Τσινάρι, την παλιά της παραλία, τις βόλτες στα Λαδάδικα που υπάρχουν κάποια λίγα studio μουσικών, τους φίλους που με συνδέουν με την πόλη και η Καλαμαριά έχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου γιατί εκεί ως παιδί έχω παίξει κρυφτοκυνηγητό και τζαμί. Αυτό που με απογοητεύει απόλυτα είναι η άσχημη εκμετάλλευση της Χαλκιδικής, πια είναι ένας ανεξέλεγκτος κακός τουρισμός, δεν προστατεύτηκε αυτός ο τόπος. Βλέπεις μέρη και παραλίες που εσύ στα παιδικά σου χρόνια τα θυμόσουν ως μικρό παράδεισο είναι τώρα μία αηδία γεμάτη με μπιτς μπαρ. Αυτή η παραμόρφωση γίνεται για το εύκολο και γρήγορο χρήμα. Η Θεσσαλονίκη επίσης δεν τα πάει καλά με τα κακά στερεότυπα που η ίδια έχει δημιουργήσει, δεν είναι τόσο απελευθερωμένη όσο θα ήθελα εγώ να είναι, είναι μία πόλη που έχει γεννήσει κι έχει θρέψει πάρα πολλούς καλλιτέχνες και δεν υπάρχει η έγνοια αυτού του σπουδαίου πολιτισμικού κομματιού της. Eίναι πράγματα που θα έπρεπε να προστατεύονται σε αυτή την πόλη, γιατί η πολιτισμική προσφορά της Θεσσαλονίκης σε αυτή την χώρα είναι πολύ σημαντική.” Δεν ζυγίζει την ελευθερία έκφρασης και παίρνει θέση συχνά από τα προσωπικά του social media στα φλέγοντα θέματα της επικαιρότητας.
“Όταν το κύμα φουσκώνει πρέπει να διατηρούμε ψυχραιμία. Μην βιαστείς να πλέεις με την σανίδα σου στην άκρη του κύματος επειδή είδες μπροστά σου την εντυπωσιακή ορμή του καμιά φορά από κάτω κρύβονται σκυλόψαρα. Εγώ την έχω πατήσει κάποιες φορές, τοποθετήθηκα σε πράγματα που μπορεί να μην ήταν όπως φαινόντουσαν στην αρχή. Από την άλλη αυτή τη στιγμή τα social media είναι η δύναμη του λαού. Αν υπήρχαν στην εποχή του Παγκρατίδη ίσως ο Αρίστος να μην είχε την τύχη που είχε. Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ανέδειξαν το metoo, αυτά έχουν αυτή τη στιγμή να ακυρώσουν κάποιον, ή αντίστοιχα να αναδείξουν τους ήρωες της ψηφιακής εποχής. Όπως η Ιωάννα Παλιοσπύρου. Όμως πάντα σκέφτομαι πως αρκετές φορές τα social media καθοδηγούνται και γι αυτόν τον λόγο, είμαι πλέον πιο ψιλιασμένος στο πως και πότε θα διατυπώσω κάτι. Όσον αφορά την δημοσιότητα κάποιοι δεν κατανοούν τον διαχωρισμό της δημόσιας και της ιδιωτικής εικόνας.” Ο Γιώργος Παπαγεωργίου θα βρεθεί στην Θεσσαλονίκη με την παράσταση “Αντιγόνη” στις 21 Ιουλίου.
“Αυτή τη στιγμή έχω γυρίσματα για την σειρά “Γλυκάνισος” που θα ξεκινήσει στον ΣΚΑΪ με τη νέα σεζόν και το καλοκαίρι έρχονται συναυλίες με τους Polkar. Από τη νέα σεζόν θα σκηνοθετήσω τον Θάνατο στην Βενετία του Τόμας Μαν που θα ανέβει στο Θέατρο Πορεία.”