Η Κατερίνα Κονιδάρη μας παρασύρει σ’ ένα “Λουτρό Οξυτοκίνης”
Η Κατερίνα Κονιδάρη μας μιλά για το "Λουτρό Οξυτοκίνης"
Η Κατερίνα Κονιδάρη μας συστήνει το πρώτο της βιβλίο, «Λουτρό Οξυτοκίνης». Η οξυτοκίνη είναι μια ορμόνη, η επονομαζόμενη ορμόνη της αγάπης, από την οποία κατακλύζεσαι όταν αφήνεσαι στη συναισθηματική πληρότητα που μοιράζεσαι με έναν άλλο άνθρωπο. Η Κατερίνα Κονιδάρη μια γυναίκα δυναμική και αισιόδοξη μας μιλά για τη φύση της δουλειάς της, τη συνεργασία της με το ΚΕ.ΘΕ.Α και την καθημερινότητα ενός ατόμου με κινητικά προβλήματα, επιβεβαιώνοντας την εικόνα μιας γυναίκας που ζει απόλυτα στο τώρα διεκδικώντας όμως ένα καλύτερα βιώσιμο αύριο.
«Εγώ επένδυσα στις λέξεις, αυτός είναι ο δικός μου χώρος, είτε στην ψυχοθεραπεία, είτε στη γραφή και αποφάσισα να δημοσιεύσω τις ιστορίες, όπως κανείς βάζει μάλλον ένα σημαιάκι στο χώρο που κατέκτησε, λέγοντας «σε αυτό το ελάχιστο σημείο, είμαι εγώ».
To πρώτο σας βιβλίο. Τι ωθεί έναν άνθρωπο να γράφει, να συγκεντρώνει ιστορίες και τελικά να αποφασίζει να τις δημοσιεύει; Υποθέτω ότι το να γράφει κανείς, να δημιουργεί τέχνη, να παράγει επιστήμη είναι ένα παιχνίδι του πολιτισμού για τη διάνοιξη νέων χώρων, εσωτερικών και του κόσμου. Με ρίσκα, συγκρούσεις, φόβους, προελάσεις, οπισθοχωρήσεις, ανάπαυλες, ειρηνεύσεις και πάλι προελάσεις. Εγώ επένδυσα στις λέξεις, αυτός είναι ο δικός μου χώρος, είτε στην ψυχοθεραπεία, είτε στη γραφή και αποφάσισα να δημοσιεύσω τις ιστορίες, όπως κανείς βάζει μάλλον ένα σημαιάκι στο χώρο που κατέκτησε, λέγοντας «σε αυτό το ελάχιστο σημείο, είμαι εγώ».
Πηγή έμπνευσης, αναμφισβήτητα, η φύση της δουλειάς σας, αυτό μας μαρτυρά και ο τίτλος. Αντιλαμβάνομαι τη φύση της δουλειάς του ψυχολόγου σαν μια διαρκή διερώτηση για τον εαυτό και τον άλλο. Οπότε έμπνευση είναι ο εαυτός, ο άλλος, ο άλλος σαν καθρέφτης του εαυτού, και ο εαυτός σαν αντανάκλαση του άλλου, η πολυπλοκότητα και η αμφισημία των σχέσεων.
Είναι επίπλαστη η αίσθηση της οξυτοκίνης; Είναι πραγματική και ανιχνεύσιμη όσο μια ορμόνη στο εργαστήριο, αληθινή και διαφεύγουσα όσο το αεράκι των σχέσεων για χάρη των οποίων εκλύεται. Επίπλαστη δεν είναι. Πλαστό θεωρώ μόνο το δυϊσμό, σώμα από τη μια, πνεύμα και συναίσθημα από την άλλη. Το σώμα δεν είναι επιφάνεια και το συναίσθημα βάθος, όχι, σύμφωνα με τη σύγχρονη νευροεπιστήμη (ό,τι πιο γοητευτικό στις επιστήμες του ανθρώπου), είναι μια υψηλού επιπέδου πληροφοριακή διαδικασία, που εμπλέκει νόηση, ψυχοσωματική έκφραση και βιολογική διάσταση.
«Θα αντάλλαζα λοιπόν την περισσότερη τάξη εκεί, με την αταξία και την επισφάλεια εδώ.»
Έχετε ζήσει στην Ιταλία. Τι είναι αυτό που θα φέρνατε εδώ από εκεί και τι αυτό που θα θέλατε να εξοστρακίσετε από εδώ; Έχω ζήσει στα περίχωρα του Μιλάνου, η πιο ωραία αίσθηση ήταν η πρωινή ομίχλη, αλλά εδώ δεν χωράει πουθενά, έκτος βέβαια αν έμενα στη Θεσσαλονίκη! Θα αντάλλαζα λοιπόν την περισσότερη τάξη εκεί, με την αταξία και την επισφάλεια εδώ. Σε ένα διήγημα ο ήρωας είναι κλεισμένος στο σπίτι του και εξαντλεί τα τελευταία αποθέματα του φαγητού από τη μάνα του, που είχε πεθάνει πριν λίγες μέρες. Λέει στο τέλος: «Μισώ το παρόν στην πόλη, την πόλη, το παρόν, δεν γίνεται να ζεις στο παρόν, αυτά είναι βλακείες, μόνο να αντιστέκεσαι στην πτώση. Και το χειρότερο από όλα, η αυτοκτονία δεν χωράει στην πόλη, ε, τότε τι πόλη είναι αυτή, δεν μας άξιζε ποτέ μια πόλη να αυτοκτονήσουμε. Μόνο να πεθαίνουμε τυχαία, παλεύοντας, λέει, να ζήσουμε». Χρειάζεται ένα μίνιμουμ τάξης ακόμα και για να τηρήσει το στόχο να αυτοκτονήσει κάποιος, χωρίς να πέσει σε μια λακκούβα στο πεζοδρόμιο και να σκοτωθεί έτσι κι αλλιώς.
Εργάζεστε στο ΚΕ.ΘΕ.Α, αποτελούν τα ενδιαφέροντά σας, η δημιουργική γραφή, η θεωρία της λογοτεχνίας, τρόποι απεμπλοκής και αποσυμφόρησης από μια δύσκολη επαγγελματική καθημερινότητα; Το ΚΕ.ΘΕ.Α είναι ένας αξιόπιστος φορέας απεξάρτησης που βασίζεται στη σπουδαία παράδοση της αυτοβοήθειας και των θεραπευτικών κοινοτήτων. Αυτό που με επιβάρυνε εκεί περισσότερο δεν ήταν τα προβλήματα των ανθρώπων, όσο η κατάχρηση εξουσίας και το παράλογο, που εμφανίζονται σε ανάλογους οργανισμούς που απαιτούν απόλυτη στράτευση. Τακτικές όπως πχ το να φοράει ένα νέο μέλος πιπίλα για να δηλωθεί συμβολικά ότι είναι πάλι μωρό και πρέπει να μεγαλώσει ξανά με καθαρές αξίες, το να μην επιτρέπεται να πίνει καθιστός νερό, να καπνίζει στριφτά τσιγάρα και πολλά άλλα, δεν νομίζω ότι ταιριάζουν στον ανθρωπότυπο του 2017, όταν ακόμα και τα δεκάχρονα σου λένε «έχω δικαιώματα». Τόσο η ακαδημαϊκή μου ενασχόληση με την αφηγηματική λειτουργία σε σχέση με τις κοινότητες, τη φιλοσοφία και την ιστορία τους, όσο και τα διηγήματα στα οποία μιλάω για τις φαντασιώσεις, τις συγκρούσεις ρόλων, την προσαρμοστικότητα, για μέλη που διακόπτουν για να μην εξευτελίζονται και θεραπευτές που δουλεύουν για να εξευτελίζουν, ναι, ήταν μεγάλη αποσυμφόρηση.
«Η ζωή στη χρήση ουσιών χαρακτηρίζεται από αλλοίωση της αίσθησης του χρόνου, του εαυτού και του άλλου, από ηθική και πνευματική έκπτωση, είτε περιγράφεται με ορούς ψυχολογικούς, είτε υπαρξιακούς.»
Πώς ο ρόλος των αφηγήσεων επιδρά θετικά στη θεραπεία απεξάρτησης; Η ίδια η θεραπεία παράγει μια νέα αφήγηση ζωής, απαραίτητη για τη θετική έκβαση του εγχειρήματός της. Η ζωή στη χρήση ουσιών χαρακτηρίζεται από αλλοίωση της αίσθησης του χρόνου, του εαυτού και του άλλου, από ηθική και πνευματική έκπτωση, είτε περιγράφεται με ορούς ψυχολογικούς, είτε υπαρξιακούς. Απέναντι σε αυτή την πλήρη κατάρρευση τοποθετείται για να την υπερκεράσει η ιδιαίτερα ισχυρή αφήγηση της θεραπευτικής κοινότητας που περισυλλέγει την περιπέτεια από την εξάρτηση στην καθαρή ζωή, με τρόπο τέτοιο ώστε να αποκτήσει μια ολότητα, συνδέοντας ετερογενή στοιχεία – τι είμαι, εξαρτημένος, καθαρός, εγκληματίας, άρρωστος – προς όφελος της συνεκτικότητας. Επαναδημιουργεί την ιστορία, ενσωματώνει τις αντιθέσεις, τις «συγχωρεί», ή αλλιώς τις «χωράει μαζί», τοποθετώντας στο κέντρο τον άνθρωπο που στοχεύει στην εξέλιξη και την αυθεντική ζωή. Είναι μάλιστα μια ρομαντική αφήγηση.
«Έχω παραπληγία από την ηλικία των δέκα και βέβαια, ναι, τα πράγματα έχουν αλλάξει προς το καλύτερο. Αυτό το καλύτερο όμως μπορεί να είναι ύπουλο γιατί παρατηρώ συχνά έναν εκθειασμό «των μαχητών της ζωής», που βρίσκονται έκτος ζωής, εκτός ενήλικης δραστηριοποίησης, έναν θαυμασμό μόνο και μόνο για την αντιμετώπιση της κατάστασης της ύπαρξής τους και όχι για κάποιο έργο που έχουν παράξει.»
Αντιμετωπίζετε κινητικά προβλήματα, ωστόσο είστε ένας αισιόδοξος άνθρωπος και ενεργό μέλος της κοινωνίας. Θεωρείτε ότι έχει αλλάξει η αντιμετώπιση των ανθρώπων με κινητικά προβλήματα από την κοινωνία; Έχω παραπληγία από την ηλικία των δέκα και βέβαια, ναι, τα πράγματα έχουν αλλάξει προς το καλύτερο. Αυτό το καλύτερο όμως μπορεί να είναι ύπουλο γιατί παρατηρώ συχνά έναν εκθειασμό «των μαχητών της ζωής», που βρίσκονται έκτος ζωής, εκτός ενήλικης δραστηριοποίησης, έναν θαυμασμό μόνο και μόνο για την αντιμετώπιση της κατάστασης της ύπαρξής τους και όχι για κάποιο έργο που έχουν παράξει. Παρατηρώ και από την άλλη ανάπηρους που δέχονται αυτόν τον θαυμασμό και περιφέρουν τους εαυτούς τους σαν επαγγελματίες πρότυπα ζωής και λέω ξανά, με ένα κενό ζωής στην πραγματικότητα. Όλοι κάνουν ένα σόου για την αναπηρία, δεν είναι πραγματικά μέσα στην καθημερινότητα σαν μια ζώσα κατάσταση, μαζί με εκατό άλλες, άλλων ανθρώπων.
«Έλεγα συνέχεια ότι πρέπει να το σταματήσω, αλλά πάλι κοίταζα πότε μπαίνει, πότε βγαίνει, πότε ξαναμπαίνει. Περνούσα ώρες, scroll down, scroll down, έβλεπα αν έχει κάνει like σε κανένα φίλο του. Συνήθως, δεν είχε καμία δραστηριότητα, έμπαινε όμως, το έβλεπα, σκεφτόμουν τώρα γύρισε σπίτι και άνοιξε τον υπολογιστή, τώρα ξύπνησε και κοιτάζει τα νέα στο Facebook, τώρα σηκώθηκε στις τέσσερις τα χαράματα για να πιει και κόλλησε.» (Με την άκρη του δακτύλου μου).
Αν κλείσετε τα μάτια, ποιο απόσπασμα του βιβλίου σας, ίσως και ποιο αγαπημένο έρχεται στο νου σας ασυναίσθητα; Από την πρώτη μέχρι την τελευταία λέξη, το διήγημα «Με την άκρη του δάκτυλου μου», που είναι ένας μονόλογος μιας γυναίκας, που εμμονικά ψάχνει σημεία ζωής από κάποιον στο face book και στην πορεία της αφήγησης φαίνεται ότι αυτός είναι ο πατέρας της. Και το «Εμβόλιμο», ένας μικρός διάλογος μεταξύ ενός θεραπευτή και ενός θεραπευόμενου που κλείνει με το «Είμαι ο θεραπευτής σου – Είμαι ο πρεζάκιας σου», μια αλληλεξάρτηση που δίνει τον τόνο σε πολλά διηγήματα.
Ένα κεφάλαιο φέρει τον τίτλο, «Η νηφαλιότητα είναι μια υπερτιμημένη αξία». Θα ήθελα να μου το σχολιάσετε. Ένας συνάδελφος είχε μια σοβαρή περιπέτεια υγείας και για κάποιο διάστημα έπαιρνε ισχυρά αναλγητικά, μερικά από τα οποία χρησιμοποιούν και εξαρτημένα άτομα. Τότε οι φίλοι του είπαν ότι είχε γίνει «καλύτερος άνθρωπος», μιλούσε βέβαια λιγότερο, αλλά ήταν πιο ήρεμος και πιο προσηνής. Από αυτό το γεγονός πήρα την ιδέα για αυτόν τον κάπως προκλητικό τίτλο. Όλοι χρειαζόμαστε όμως να φεύγουμε λίγο από την πραγματικότητα – σε όλους τους πολιτισμούς στα παιδιά αρέσει να γυρίζουν γρήγορα γύρω από τους εαυτούς τους μέχρι να πέσουν κάτω. Και όλοι χρειαζόμαστε όχι μόνο έναν εγκέφαλο που παράγει νηφάλια και οριοθετημένα λόγο και αναλύσεις αλλά και έναν εγκέφαλο που τα παύει προς όφελος του μυστηρίου. Στο διήγημα λέει η ηρωίδα «Όσο μιλούσα γι’ αυτόν, τόσο τον έψαχνα στις κουβέντες, τόσο τον έφτιαχναν οι λέξεις πάλι και πάλι, μέχρι που χανόταν και αυτός κι εγώ και έμεναν οι γνώμες και οι φωνές. «Α, ω, ου, αναλύουμε, α, ου, ω», έχουμε τεράστιο ρεπερτόριο». Η λογική ικανότητα μπορεί να φτιάξει ένα βουνό άχρηστης ερμηνείας, ενώ αυτό που χρειάζεται μπορεί να είναι μόνο λίγη απομόνωση σε μια τομή παύσης της ανάλυσης, λίγη εγκατάλειψη του ελέγχου. Ακόμα και λίγη ζάλη, όπως αυτή του παιδιού.
Το επόμενο συγγραφικό σας βήμα, διαβάζω ότι θα είναι μια νουβέλα για το πένθος. Ο Ρολάν Μπαρτ στο Ημερολόγιο Πένθους συχνά απορεί, «Το να μπορεί κανείς να ζει χωρίς κάποιον που αγαπούσε σημαίνει τάχα ότι τον αγαπούσε λιγότερο απ’ ό,τι πίστευε;» Για σας είναι το πένθος μια διαχειρίσιμη κατάσταση; Όχι. Και να σας πω δεν πρέπει να είναι κιόλας, ας είναι και κάτι μη διαχειρήσιμο. Χάνει κάποιος το παιδί του και του λες «πήγαινε για ψυχοθεραπεία να το διαχειριστείς» – είναι ασέβεια, έχει πολύ μεγαλύτερο πλούτο να τον ακούσεις, να μάθεις, να τον αντέξεις κι εσύ και μετά όλα τα άλλα. Όμως αυτός που πενθεί αντιμετωπίζεται σαν ηττημένος. Θυμάμαι συχνά τον Wittgenstein που είχε πει ότι «Το δράμα του θετικισμού δεν είναι πως δεν έχει τίποτα να πει, είναι πως δεν έχει τίποτα να σωπάσει». Το πένθος χρειάζεται περισσότερη σιωπή.
Κάθε αντίτυπο του βιβλίου σας δυνητικά θα ταξιδέψει παντού, ποια αίσθηση ευελπιστείτε να αφήνει στους μελλοντικούς αναγνώστες; Θα ήθελα να προκαλεί στοχασμό, κατάφαση και εμπιστοσύνη στο ανήσυχο πνεύμα μέσα τους.
Η Κατερίνα Κονιδάρη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Έζησε για μεγάλα διαστήματα στην Ιταλία. Είναι ψυχολόγος, με ειδίκευση στη συμβουλευτική εξαρτήσεων και την ψυχοθεραπεία. Εργάζεται στο ΚΕ.ΘΕ.Α., ενώ τα ακαδημαϊκά της ενδιαφέροντα αφορούν τη δημιουργική γραφή, τη θεωρία λογοτεχνίας και τον ρόλο των αφηγήσεων στη θεραπεία απεξάρτησης. Το Λουτρό Οξυτοκίνης είναι η πρώτη της συγγραφική απόπειρα.