ο-γιώργος-τσακίρης-από-τους-πρόποδες-τ-916304

Πρόσωπα

Ο Γιώργος Τσακίρης από τους πρόποδες του Πάικου έκανε τα βιώματα του τέχνη

Ο σπουδαίος εικαστικός μιλάει στην Parallaxi με αφορμή την έκθεση των μαθητών του για αυτόν στα 57α Δημήτρια για όλη τη ζωή του και τους νέους καλλιτέχνες. 

Γιώργος Σταυρακίδης
Γιώργος Σταυρακίδης

Η συζήτηση με έναν μεγάλο καλλιτέχνη μπορεί να εξελιχθεί σε ναυάγιο ή σε διαμάντι. Στην περίπτωση του εικαστικού Γιώργου Τσακίρη όμως, το διαμάντι δε θα μπορούσε να είναι πιο λαμπερό, κάνοντας μαζί του μία εξαιρετική κουβέντα.

Ένας απλός άνθρωπος, δεκτικός να συζητήσουμε για όλα, που έχει μπλέξει την τέχνη του με τα βιώματα του, μιλάει στην Parallaxi με αφορμή την έκθεση με τίτλο: “Προς Τιμήν στον Δάσκαλο” που του αφιέρωσαν παλιοί μαθητές του.

Στο πλαίσιο των 57ων Δημητρίων, στο Γενί Τζαμί, η έκθεση προς τιμή του Γιώργου Τσακίρη θα λειτουργήσει μέχρι τις 20 Οκτωβρίου, ενώ στη συζήτηση μας, αποκαλύπτει που θα θαυμάσουμε έργα του στο επόμενο διάστημα στη Θεσσαλονίκη και όχι μόνο.

Ο Γιώργος Τσακίρης γεννήθηκε στα Γιαννιτσά το 1955. Διετέλεσε καθηγητής – διευθυντής στο 3ο Εργαστήριο Ζωγραφικής Α.Π.Θ., ΣΚΤ με γνωστικό Αντικείμενο τη Ζωγραφική.

Με την επιστροφή του στην Ελλάδα (1983) κινήθηκε μεταξύ Αθηνών και Θεσσαλονίκης, διατηρώντας εργαστήριο στους πρόποδες του όρους Πάικου. Στο ενεργητικό του καταγράφονται πολλές ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα, στην Ιταλία και γενικότερα στο εξωτερικό.

Ο καλλιτέχνης απέσπασε το Ειδικό βραβείο ζωγραφικής Santa Croce στη Φλωρεντία το 1987 και το 1982, καθώς και το Πρώτο βραβείο χαρακτικής στη Βιλαμάνια Ιταλίας το 1981.

Το 2012 το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του οργάνωσε μεγάλη αναδρομική έκθεση. Το 2017 το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο τον τίμησε με το Αριστείο του Πανεπιστημίου για τη Διεθνή παρουσία του έργου του.

tsakirhs-erga.jpg

Πώς νιώθετε που γίνεται αυτή η έκθεση για εσάς;

Είναι αυτό που ήλπιζε να του συμβεί κάθε άνθρωπος που βρέθηκε σε μια Σχολή Καλών Τεχνών και έχει συνυπάρξει με νέους καλλιτέχνες. Ειλικρινά δεν το περίμενα. Σίγουρα είναι παραπάνω από αυτό που μου αξίζει γιατί το να βρεθούν φοιτητές που έχουν τελειώσει εδώ και πολλά χρόνια, να σε θυμηθούν και να ζητήσουν να γίνει κάτι τέτοιο, ομολογώ ότι με συγκίνησε ιδιαίτερα, καθώς και το πλήθος του κόσμου που ήρθε στην έκθεση και όχι μόνο των φοιτητών αλλά και των ανθρώπων της πόλης που για κάποιους λόγους, μάλλον εκτίμησαν αυτό που έκανα στη σχολή για 27 χρόνια.

Εγώ είμαι υπέρ του αντίδωρου. Πιστεύω δηλαδή στην επιστροφή, αλλά γεγονός είναι ότι υπάρχει και η ρήση που λέει άμα θες να επιβιώσεις στη ζωή θα πρέπει να σκοτώσεις τον πατέρα σου και τον δάσκαλο σου. Δεν εννοεί φυσικά βιολογικά, αλλά να τους αποδομήσει και να τους ξεπεράσει κάποιος. Το έζησα κι εγώ αυτό, όταν πριν πολλά χρόνια στις σπουδές μου, βρέθηκαν κάποιοι δάσκαλοι οι οποίοι με καθοδήγησαν άμεσα ή έμμεσα στην μετέπειτα πορεία μου. Εγώ σπούδασα πρώτα ανώτατα ηλεκτρονικά και βρέθηκα στην Ιταλία για να συνεχίσω, όμως ο καημός τελικά μου επέβαλε να τα παρατήσω και να πάω στη Σχολή Καλών Τεχνών. Οπότε, από τις προηγούμενες σχολές, πολύ λίγα ήταν τα πρόσωπα που με γοήτευσαν γιατί δεν με ενδιέφερε το αντικείμενο. Δεν θα ξεχάσω όμως τον δάσκαλο μου στο Δημοτικό, στο μικρό χωριό των Γιαννιτσών, που μεγάλωσα. Ήταν αυτός που με ενθουσίασε για να ασχοληθώ με τη ζωγραφική. Μου έλεγε μπράβο, συνέχισε και γι’ αυτό πιστεύω πάρα πολύ, ειδικά στην Περιφέρεια και στην τάξη του Προλεταριάτου, επειδή δεν είναι σύνηθες η τέχνη να αγκαλιάζεται από τους προλετάριους όταν στο πρώτο πλάνο είναι η επιβίωση, αλλά πάρα πολλοί άνθρωποι βρέθηκαν να υποστηρίξουν παιδιά της Περιφέρειας όπου αυτό το ουτοπικό της τέχνης κατάφεραν να το αγγίξουν και να ευτυχήσουν μέσα από αυτό. Γιατί ομολογώ ότι εγώ ευτύχησα από τη σχέση μου με την Τέχνη. Στην Ιταλία, ήμουν 24 χρονών και δίδασκαν τον Γιάννη τον Κουνέλλη που ήταν 50αρης, κάτι που δεν συμβαίνει εδώ. Αυτό μας άνοιγε τους ορίζοντες και μας διευκόλυνε να δούμε πράγματα που σε άλλες συνθήκες δε θα τολμούσαμε να αγγίξουμε. Μου γκρέμισαν δηλαδή το στάτους του ταλέντου. Η τέχνη δεν είναι υπόθεση ταλέντου να ξέρετε, είναι η διαδικασία του να μπορέσω να εκφραστώ ελεύθερα, να κινηθώ σε ένα πλαίσιο γνώσης του τι συμβαίνει γύρω μου και η συμπάθεια που ενδεχομένως είχα για ένα αντικείμενο, να την καλλιεργήσω. Την συμπάθεια λοιπόν, εγώ τη βάζω ίσο με το ταλέντο. Αυτό είναι που διευκολύνει τον άνθρωπο ώστε να ασχοληθεί με την τέχνη και όχι η απόλυτη αξιοσύνη. Μπορούν δηλαδή και άτομα μέτρια όπως η αφεντιά μου κάτι να παράξουν μέσα στην τέχνη. Οι δάσκαλοι αυτοί ομολογουμένως μου άνοιξαν τους δρόμους ώστε να μπορέσω να εκφραστώ.

Οπότε πόσο μετράει το ταλέντο, οι γνώσεις αλλά και οι άνθρωποι που θα βρεθούν στον δρόμο ενός καλλιτέχνη;

Το ταλέντο είναι μία πρώτη συμπάθεια για κάποιο αντικείμενο. Αυτή η συμπάθεια βγαίνει κι από την οικογένεια μέσα και από τον περίγυρο που μπορεί να ζει κάποιος. Πόσο με ενθουσιάζουν οι γύρω μου που με παροτρύνουν να δουλέψω και πολλές άλλες συγκυρίες. Μη ξεχνάμε ότι η Ελλάδα είναι μία περιφερειακή χώρα, να μη πω περιθωριακή… Έχουμε άξιους καλλιτέχνες όπου ευτυχούν και παράγουν έργο παγκόσμιας εμβέλειας και βρίσκονται στο εξωτερικό. Αλλά, όταν για πολλούς λόγους μένουν εδώ, πνίγονται μέσα στην μετριότητα του συστήματος. Δεν τους αποδέχεται το σύστημα. Μην ξεχνάμε τον Κουνέλλη, μην ξεχνάμε τον Taki, την Χρύσα, τον Αντωνάκο οι οποίοι μεγαλούργησαν έξω.

Αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ. Θα σας πω κάτι για τη Θεσσαλονίκη αφού ζούμε εδώ. Έχουμε δύο τηλεοπτικά κανάλια αλλά δεν ασχολούνται με τα γεγονότα που γίνονται στην πόλη. Οι εφημερίδες της πόλης, δεν ασχολούνται με τους καλλιτέχνες και με τα γεγονότα της πόλης. Αν έρθει κάποιος από την Αθήνα ή το εξωτερικό τότε τρέχουν όλοι να τους προϋπαντήσουν. Ομολογούμενα είναι απογοητευτικά τα πράγματα και γι’ αυτό ίσως οι περισσότεροι που θέλουν να κάνουν κάποιο καλλιτεχνικό γεγονός θα έχουν την αποδοχή αν το ζήσουν στην Αθήνα. Εγώ, έζησα πολλά χρόνια στην Αθήνα και ποτέ δεν έκοψα τις σχέσεις μου. Η αποδοχή γίνεται όταν κάνω κάτι εκεί. Η έκθεση μου στη Θεσσαλονίκη περνάει στα ψιλά των γραμμάτων. Γέρασα δηλαδή, αλλά το ζω αυτό από τη δεκαετία του ’80 και δεν έχει αλλάξει το ελάχιστο. Η Θεσσαλονίκη πάντως έχει εξαιρετικούς καλλιτέχνες.

Εσείς πάντως όπου κι αν πήγατε, επιστρέφατε Θεσσαλονίκη

Αυτό το οφείλω σε μία πολύ σημαντική προσωπικότητα, την Έφη Στρούζα που όταν επέστρεψα από την Ιταλία μου είπε «πήγαινε να δημιουργήσεις στο χωριό σου, το Πάικο». Έτσι και έστησα το εργαστήριο μου στους πρόποδες του Πάικου. Το εργαστήριο αυτό μου παρείχε όλες τις ευκολίες για να παράξω έργο. Σε μέγεθος και σε υλικό. Μετά, όταν μου προέκυψε και το Πανεπιστήμιο, τότε με διευκόλυνε πάρα πολύ το να ζω στη Θεσσαλονίκη και να μετακινούμε στο εργαστήριο μου και να δημιουργώ χωρίς να ενοχλούνται οι γύρω μου, χωρίς να ζω σε υπόγειο και επειδή τυχαίνει να ασχολούμαι με την αγροτιά ως κατ’ επάγγελμα αγρότης, μπόρεσα να παντρέψω αυτά τα στοιχεία της αγροτικής μου εμπειρίας και της εικαστικής μου δράσης. Αυτό προσπάθησα να το μεταφέρω και μέσα στη σχολή και χάρηκα πολύ που το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών που σπουδάζουν σήμερα στις Σχολές Καλών Τεχνών, είναι από την περιφέρεια. Πράγμα αδιανόητο για την εποχή μου. Τώρα βλέπεις παιδιά από χωριό ή από μικρές πόλεις να επιθυμούν να σπουδάσουν στη Σχολή Καλών Τεχνών, να γυρίζουν στον τόπο τους, να παράγουν τέχνη όσο μπορούν, κλεισμένοι στην απομόνωση της περιφέρειας. Να διδάσκουν τα παιδιά στα σχολεία τέχνη και είναι ευτύχημα ότι πέρασαν τα εικαστικά στη Δημοτική εκπαίδευση, κάτι που τα παλιότερα χρόνια δεν υπήρχε στο Δημοτικό.

Αυτή η αγροτική σας ιδιότητα, όπως λέτε, πάντως οφείλει και την άμεση σχέση των έργων σας με τη φύση έτσι, δηλαδή η τέχνη σας, νομίζω πως είστε εσείς;

Πιστεύω στον βιωματικό χαρακτήρα της τέχνης. Το βίωμα μας να το περάσουμε πρέπει. Τότε νιώθουμε ελεύθεροι. Ξέρετε, όταν ένα παιδί φεύγει από μια περιφέρεια και βρίσκεται στο κέντρο της τέχνης και προσπαθεί να ξεπεράσει το ότι δε μίλησε ποτέ στο τηλέφωνο, το ότι ο λόγος του είναι αρκετά μπρουτάλ για τους αστούς, ντρέπεται για την καταγωγή του και αυτό, ξέρετε, συμβαίνει και τώρα πολλές φορές. Υπάρχουν πολλά παιδιά που διστάζουν να πουν ότι είναι από χωριό. Όταν λοιπόν μετά, δίνεται το βήμα επειδή τυγχάνει μιας αποδοχής και πει ότι είναι από χωριό, νιώθει ελεύθερος. Εγώ δουλεύω στα χωράφια και τολμώ αυτό που ζω, να το φέρνω στην τέχνη μου. Έτσι ο άνθρωπος νιώθει πιο ελεύθερος. Τοποθετείτε με μεγαλύτερη άνεση σε αυτό που ζει και είναι. Όταν διορίστηκα για πρώτη φορά, για τρία χρόνια δίσταζα να πω στην Αθήνα ότι ήμουν σε σχολείο, γιατί αυτό τότε ήταν ένδειξη αποτυχίας. Ευτυχώς αλλάζουν τα χρόνια. Ας ευχηθούμε λοιπόν ότι δε θα ζούμε πλέον κρυφές ζωές.

Πόσο η εποχή μας βοηθάει έναν νέο άνθρωπο που θέλει να ασχοληθεί με τα εικαστικά;

Η πίτα των εικαστικών είναι πάρα πολύ μικρή. Το έλεγα όλα αυτά τα χρόνια στους φοιτητές μου, ότι το πάρεργο είναι απαραίτητο για να μπορέσει κάποιος να επιβιώσει. Επειδή η νιότη, μας τρέφει με ενθουσιασμό και οι απαιτήσεις της είναι πολύ λιγότερες, πάρα πολλά παιδιά πιστεύουν ότι κάποτε θα μπορέσουν να επιβιώσουν μέσα από την τέχνη. Αυτό είναι ουτοπικό. Κι ας είναι κάτι που θα έπρεπε να συμβαίνει. Οπότε, στις μέρες μας, ένα άλλο επάγγελμα θα ήταν αυτό που θα μπορούσε να στηρίξει τα παιδιά. Να φανταστείτε, ο Ρενάτο Κουτούζο, κουμπάρος του Πικάσο, ένας πολύ σημαντικός ζωγράφος της Ιταλίας, επέλεξε να διδάσκει σε καλλιτεχνικό λύκειο. Δηλαδή, η διδασκαλία είναι μεγάλη υπόθεση. Στους νεότερους, εκείνο που τους λέω είναι πως οι συνέργειες μπορούν να βοηθήσουν, οι ομάδες μπορούν να λειτουργήσουν έτσι ώστε να βρεθεί ένα μικρό βάθρο για να πατήσουν επάνω και να καταθέσουν τη δική τους ιστορία. Από την άλλη, εκθεσιακοί χώροι δεν υπάρχουν πολλοί αν και υπάρχει τώρα μία τάση, μετά την κρίση, να ανοίγουν κάποιοι, αλλά το μεγάλο μας πρόβλημα είναι η έλλειψη συλλεκτών, η οικονομική κρίση.Να φανταστείτε ότι τη δεκαετία του ’80,  η μεσαία τάξη ήταν σε άνθιση. οπότε όλοι θέλανε να κοσμήσουν το σπίτι τους με ένα έργο τέχνης. Σήμερα, αυτή η τάξη δεν υπάρχει. Πρέπει πρώτα να εξασφαλιστεί το αέριο, το ρεύμα, το φαγητό και μετά να υποστηρίξει κάποιος έναν καλλιτέχνη αποκτώντας ένα μικρό έργο. Δεν είναι ευχάριστα τα πράγματα αλλά εμείς επιμένουμε.

maxresdefault-CiXxh.jpg

Υποθέτω έπαιξε αρνητικό ρόλο και όλη αυτή η βιομηχανική έκρηξη στην διακόσμηση που κάποια στιγμή όλοι αγόραζαν κάτι «φασόν» πίνακες του εμπορίου

Μη ξεχνάμε ότι η συμπάθεια μας για περισσότερο φωτεινό χρώμα, αυτό που δημιουργεί το κομπιούτερ δηλαδή ή το κινητό, σιγά σιγά καλλιεργείται μέσα στον άνθρωπο, οπότε δεν μπορεί να αντέξει στο σπίτι του κάτι που να μην είναι στιλπνό, που να μην είναι γυαλιστερό. Αυτό το δίνει λοιπόν μόνο η τεχνολογία. Επίσης η παραπληροφόρηση και η έλλειψη γνώσης πάνω στην τέχνη έπαιξε τον δικό της ρόλο σε όλο αυτό. Ξέρετε, αν δεν έχω γνώσεις, κοιτάω περισσότερο την φαντεζί κορνίζα παρά το θέμα του έργου.

Ακόμα και η τιμή όμως είναι πιο προσιτή

Πας πιο εύκολα σήμερα σε ένα φωτοτυπάδικο και ζητάς μια φωτογραφία που στο σύνολο της, θα κοστίσει 23 ευρώ. Με αυτά τα ευρώ δε θα μπορέσεις να κοσμήσεις το ντουβάρι σου. Από τη στιγμή που δεν σου περισσεύουν τα 100, τα 200 ή 300 ευρώ για να πάρεις ένα πρωτότυπο έργο από έναν καλλιτέχνη, θα οδηγηθείς σίγουρα τότε στο offset. Φανταστείτε ότι την εποχή που ζούσα στην Ιταλία, παίρναμε υπό μάλης τα έργα για να τα πάμε στη σχολή, τις μέρες που τα δουλεύαμε στα σπίτια μας. Καθ΄οδόν λοιπόν, όταν κατεβαίναμε από το λεωφορείο για να πάμε στο μάθημα, βγαίνανε οι μαγαζάτορες έξω και μας έλεγαν πως αφού τα δείχναμε στο τμήμα μας, να τους τα πάμε να τα αγοράσουν. Κι αυτό συνέβαινε στον κουρέα, συνέβαινε στον παντοπώλη, σε αυτόν που πουλούσε ρούχα. Ήταν μία άλλη κουλτούρα, ήταν άλλες εποχές και, να σας πω, ότι όταν γύρισα στην Ελλάδα και επειδή μπορούσα να κινηθώ πουλώντας κάποια έργα στη μεσαία τάξη που προαναφέραμε, έλεγα τότε ότι είναι πολύ ωραίο το επάγγελμα μου και πίστευα ότι με αυτό θα μπορούσα να ζήσω. Αλλά, αν δεν ερχόταν το καθηγητιλίκι, θα ήταν πάρα πολύ δύσκολη η ζωή μου. Δε θα μου έδινε καν την ελευθερία να παράξω το έργο που εγώ επέλεγα. Σήμερα, το βλέπω και στα παιδιά, αυτή η πολυφωνία δράσης και παραγωγής δεν θα βρίσκει πάντα τον δέκτη που ανέτως θα βάλει μια κατασκευή στο σπίτι του.

Θέλει και υπομονή υποθέτω.

Ναι, αλλά αυτό άλλες φορές μας βγαίνει και άλλες δεν μας βγαίνει και τότε γινόμαστε ζωγράφοι μεγάλης ηλικίας με πολλές δυσκολίες στο να επιβιώσουμε. Είναι πεσιμιστικά όλα αυτά, αλλά πρέπει να τα λέμε. Πρέπει βέβαια να πω πως όταν έρχονται γονείς και με ρωτούνε, αυτό που τους λέω είναι πως είναι από τα λίγα πτυχία από αυτά που παίρνουν από τα Πανεπιστήμια, το οποίο σου παρέχει με μεγάλη ευκολία και σε πολύ σύντομο χρόνο τον τρόπο για να βγάλεις μεροκάματο, πηγαίνοντας στο σχολείο. Οι αναπληρωτές καθηγητές των καλλιτεχνικών, διορίζονται μέσα σε πέντε μήνες. Παίρνουν το πτυχίο τον Ιούνιο και τους καλούν τον Οκτώβριο. Ευτυχώς πέρασαν τα Εικαστικά στα Δημοτικά που είναι χιλιάδες, οπότε ακόμα είναι εύκολο αυτά τα παιδιά να μπορέσουν να διδάξουν και να ζήσουν από αυτό.

Πείτε μου για τη δουλειά που γίνεται στις Σχολές Καλώς Τεχνών, επίσης γνωρίζω πως είναι πολύ αυστηρές οι εξετάσεις εισαγωγής σε μία τέτοια Σχολή;

Αυτό είναι γεγονός. Έχουμε τέσσερις Σχολές Καλών Τεχνών στην Ελλάδα, είναι της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, των Ιωαννίνων και της Φλώρινας. Δεν είναι μόνο πλέον εικαστικά, η καλούμενη ζωγραφική, γλυπτική, χαρακτική αλλά μετακινηθήκαμε και στα βίντεο, μετακινηθήκαμε και σε όλες τις εκφάνσεις της τέχνης κι αυτό είναι πάρα πολύ καλό. Δηλαδή θα δούμε να γίνονται ταινίες μέσα στις Σχολές Καλών Τεχνών, θα δούμε να γίνονται performance, να γίνονται μουσικές δράσεις κι αυτό είναι πολύ ελπιδοφόρο γιατί τα παιδιά πλέον, δεν κινούνται σε ένα πλαίσιο δυσκολίας της τέχνης αλλά τους δίνει τα περιθώρια να ανακαλύψουν ικανότητες που δεν τις πίστευαν ή δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι θα τους συμβoύν. Να φανταστείτε ο Γιάννης ο Κουνέλλης αποκήρυξε τα ζωγραφικά του έργα γιατί δεν ήταν καλά – και όντως δεν ήταν καλά. Ευτύχησε όμως, μέσα από την Arte Povera να μεγαλουργήσει και να γίνει ένας παγκόσμιος καλλιτέχνης που θα μείνει στους αιώνες. Αυτό πλέον οι Σχολές Καλών Τεχνών το υποστηρίζουν και δίνουν τα περιθώρια στους φοιτητές και στις φοιτήτριες. Σχετικά με την εισαγωγή, όντως είναι δύσκολα. Αυτό συμβαίνει επειδή δεν έχουμε τη λύση του προβλήματος. Είναι πολύ φλου. Έχει κανόνες το σχέδιο στις εξετάσεις αλλά έχει και μια υποκειμενικότητα από τον βαθμολογητή. Το έζησα αυτό κι εγώ ως υποψήφιος. Δεν πέρασα με την πρώτη, δεν πέρασα με τη δεύτερη και δυσκολεύτηκα πάρα πολύ.

Επειδή η τέχνη έχει να κάνει και με την ψυχούλα του καθένα, δεν θα έπρεπε ίσως να είναι πιο εύκολα τα πράγματα για τα παιδιά που θέλουν να μπουν σε μία τέτοια σχολή;

Πάντα ελπίζαμε ότι αυτές οι εξετάσεις θα έπρεπε να αλλάξουν. Θα έπρεπε οι υποψήφιοι να καταθέτουν φάκελο με όσα κάνουν πριν βρεθούν στη φάση του υποψήφιου και με όσα τους ενδιαφέρει. Βρίσκονται μέσα στη Σχολή και κάνουν κινηματογράφο, αλλά ως υποψήφιοι δεν μπορούν να δείξουν τις πρόβες που έκαναν πάνω σε μικρού μήκους ταινίες που ενδεχομένως έκαναν όταν ήταν 17 χρονών. Έρχονται τα παιδιά στις σχολές και τους λέμε, ξεχάστε αυτά που ξέρατε πριν για να κινηθείτε πιο ελεύθερα. Αλλά για να εξασφαλίσουν την ελευθερία αυτή, τους βάζουμε τελικά σε ένα πλαίσιο φροντιστηριακό ώστε πολύ αυστηρά να δομήσουν την εργασία τους προς μια κατεύθυνση. Ναι, θα έπρεπε να αλλάξουν οι συνθήκες, θα έπρεπε να γίνονται με φάκελο, θα έπρεπε να γίνονται με συνέντευξη ώστε να είναι πιο ανοιχτά και ομολογούμενα, μας έχουν εκπλήξει άτομα τα οποία δεν είχαν την ευχέρεια του σχεδιάζειν και μετά, στην κυριολεξία, «κέντησαν» και μεγαλούργησαν.

Όταν δεν περάσατε με την πρώτη ή την δεύτερη φορά στη Σχολή, απογοητευτήκατε;

Βεβαίως. Ήταν μεγάλη απογοήτευση και σκεφτόμουν ότι δεν κάνω γι’ αυτά και ότι πρέπει να πάω να σπουδάσω ηλεκτρονικά που ήταν και της μόδας τότε. Δεν ήξερε και κάποιος να μου πει τι έπρεπε να κάνω για να περάσω. Πώς πρέπει δηλαδή να το διαχειριστώ. Όταν έχω μία μαθηματική πράξη, κάπως θα μάθω πώς να βγάλω το αποτέλεσμα. Στη ζωγραφική όμως, τι να πεις του άλλου; Ότι η μύτη που έκανες δεν είναι σωστή; Μα όταν πάω και ζωγραφίζω και ο φωτισμός είναι από την άλλη πλευρά, τότε θα δω μια άλλη μύτη και όχι αυτή που μου δίδαξε ο φροντιστηριάρχης. Έτσι λοιπόν, γκρεμίζονται όλα και πάλι από την αρχή. Έχετε απόλυτο δίκιο. Πολλά παιδιά έχουν απογοητευτεί, έχουν βασανιστεί, έχουν δώσει μία, δύο , τρεις φορές. Γνωστός μου έδωσε εφτά φορές και δεν περνούσε. Φανταστείτε πόση επιμονή χρειάζεται. Κι όταν τελικά μπήκε και τέλειωσε τη σχολή, δεν ασχολήθηκε ποτέ με τη ζωγραφική. Είχε κουραστεί πολύ… Όταν είσαι εφτά φορές υποψήφιος, οι αντοχές σου έχουν σμπαραλιαστεί. Γι’ αυτό ζούμε συχνά το φαινόμενο να βλέπουμε να μπαίνει κάποιος στη σχολή και να είναι 70 χρονών. ΚΙ αυτό γίνεται, γιατί αυτός μπορεί να είναι ο καημός του και θέλει να το ζήσει.

Τον καιρό που προσπαθούσατε να μπείτε στη Σχολή, η οικογένεια σας ήταν κοντά σας;

Εδώ ερχόμαστε στο σπουδαιότερο θέμα. Πόσο υποστηρικτικοί είναι οι γονείς στα παιδιά τους στο να κάνουν το όνειρο τους πραγματικότητα. Εγώ ευτύχησα να έχω γονείς που με ενθάρρυναν. Κι αυτό έγινε διδασκαλία και κανόνας για μένα, από τη στιγμή που απέκτησα παιδιά. Επειδή υπάρχουν δυσκολίες στη τέχνη, λέω σε όλους τους γονείς να γίνουν χορηγοί των παιδιών στην προσπάθεια τους. Δεν εννοώ στην τεμπελιά τους, αλλά στην προσπάθεια τους. Θέλει μια υποστήριξη το παιδί για να ασχοληθεί με το αντικείμενο της τέχνης. Η οικογένεια παίζει τον πρώτο ρόλο. Το πόσο θα ενθουσιάσει τα παιδιά ή πόσο θα τα αφήσει ελεύθερα να ακολουθήσουν το όνειρο τους. Δείτε γύρω μας πόσοι μαθηματικοί, πόσοι αρχιτέκτονες ασχολήθηκαν με τη ζωγραφική γιατί μάλλον η οικογένεια το απαγόρευε. Ο Αλμπέρτο Μπουρί που ήταν ο πρωτοπόρος της Arte Povera, ήταν γιατρός στο επάγγελμα. Ο δικός μας ο Κανιάρης ήταν γιατρός, ο Μαυροϊδής ήταν δικηγόρος, ο Σαββόπουλος ο μουσικός ήταν μαθηματικός, ο Κηλαηδόνης ήταν αρχιτέκτονας και πάρα πολλοί καλλιτέχνες που έκαναν άλλες σπουδές, μάλλον θα έπαιξε καθοριστικό ρόλο η οικογένεια τους σε αυτό.

Υπήρχαν στο σπίτι σας καλλιτεχνικές αναφορές;

Όχι, ο πατέρας μου ήταν δημόσιος υπάλληλος στα Γιαννιτσά. Έπαιζε όμως βιολί. Ήταν και ψάλτης. Σε μια μικρή πόλη, επαρχιακή που δεν ήταν πολύ κοντά στις τέχνες. Σκεφτείτε δεν είχαμε δει ποτέ πίνακες. Αυτός ήταν και ο λόγος που έκανα τις πρώτες μου σπουδές στα ηλεκτρονικά, μετά από επιμονή της οικογένειας ώστε να σπουδάσω πρώτα κάτι που θα μου εξασφαλίσει τα βασικά και μετά, μου λέγανε, να κάνω και τη ζωγραφική. Θυμάμαι είχαμε πάρει μία ακριβή εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Larrousse 36 τόμων, η οποία είχε μέσα πάρα πολλές ζωγραφιές. Εγώ λοιπόν, έπαιρνα τους τόμους και αντέγραφα από εκεί πράγματα. Αλλά η μάνα μου διαπίστωνε ότι τα βιβλία είχαν πειραχτεί και είχαμε συχνά μουρμούρες και στο τέλος, επέλεξα να παίρνω τον τόμο, να σκίζω από μέσα τη ζωγραφιά που ήθελα και να την αντιγράφω. Αυτή η εγκυκλοπαίδεια υπάρχει ακόμα αλλά με πάρα πολλές σελίδες της να λείπουν από μέσα… Αργότερα, οι δικοί μου με υποστήριξαν πολύ. Σκεφτείτε στους πρώτους μου καταλόγους ο πατέρας μου με χορηγούσε, στις εκθέσεις που έπρεπε να δώσω κάποιες εγγυήσεις ήταν μαζί μου πάλι, στις σπουδές μου στην Ιταλία το ίδιο, ακόμα κι όταν τέλειωσα αλλά συνέχισα να ζω εκεί.

p3110096.JPG

Πώς είναι κάτι που ξεκινάει ως έμπνευση σε ένα εργαστήριο ή ένα δωμάτιο, να φτάνει να γίνεται παγκόσμιο και να θαυμάζεται από χιλιάδες μάτια;

Αυτό είναι η ευχή να συμβεί στον κάθε καλλιτέχνη ώστε το έργο του να το μοιράζεται. Είναι ο κύκλος μιας αλυσίδας με τον θεατή. Το έργο, όταν το έχεις στο εργαστήριο σου στο τέλος γίνεται ένα βάσανο. Είναι ένα σπυρί που πρέπει να σπάσει. Ο καλλιτέχνης θέλει να υπάρχει επικοινωνία με τους γύρω. Με κάποια έργα μπορεί να δένεσαι επειδή μπορεί να σου φέρνουν θύμησες, αλλά θα είναι λίγα αυτά. Όταν γίνεσαι επαγγελματίας αποστασιοποιείσαι και παίρνεις χαρά όταν τα αποκτήσει κάποιος άλλος.

Πείτε μου για τις τριασδιάστατες κατασκευές σας που σας χαρακτηρίζουν;

Η καταγωγή και το βίωμα όταν γίνουν αντικείμενο στο έργο του καλλιτέχνη, τότε τον ελευθερώνουν. Αφότου γύρισα από Ιταλία και ζούσα στο χωριό, άρχισαν τότε ζωντανοί οργανισμοί να μπαίνουν στο έργο μου. Όχι ζωγραφίζοντας τους, αλλά ζωντανοί. Για να μπει ένας ζωντανός οργανισμός μέσα σε ένα αντικείμενο τέχνης θα πρέπει να έχει τρεις διαστάσεις το αντικείμενο. Έτσι, άρχισα να κάνω κατασκευές που στην αρχή ήταν μέσα στη φύση. Έσκαβα λίμνες στους πρόποδες του Πάϊκου, έπαιρνα φωλιές από καρακάξες και τις μετακινούσα σε άλλες περιοχές για να κάνουν εκεί φωλιές κάποια άλλα τεμπέλικα πουλιά, έβαλα σαλιγκάρια να ζωγραφίζουν μέσα σε κλωβούς. Όταν έκανα ένα γλυπτό, τους περιστερώνες στη ΧΑΝΘ, έπρεπε να βάλω περιστέρια μέσα ή όταν έκανα τις κλωσσομηχανές, γεννήθηκαν πουλιά μέσα εκεί. Οπότε όσο έμπαινε ο κύκλος της ζωής μέσα στο έργο μου, οι συνθήκες που θα επέτρεπαν την εξέλιξη της ζωής μέχρι τον θάνατο μου επέβαλαν και την αισθητική του κάθε έργου. Φτιάχνω το έργο ανάλογα με τις συνθήκες, ώστε να μπορούν να αναπτυχθούν οι οργανισμοί. Όταν δηλαδή βάλω σε ένα ενυδρείο ψάρια, το ενυδρείο θα γίνει σύμφωνα με τις ανάγκες των ψαριών για να αναπτυχθούν σωστά. Όταν έκανα μπροστά στο Μακεδονικό Μουσείο μια πυραμίδα και έβαλα ένα κυπαρίσσι που τελικά ξεράθηκε επειδή δεν το φροντίζουν, έπρεπε να βάλω κατάλληλο χώμα – όπως και έγινε – για να μπορέσει το κυπαρίσσι να μεγαλώσει.

Ποια είναι η γνώμη σας για την τέχνη στον αστικό ιστό, θα έπρεπε να υπάρχει συχνή συντήρηση αυτών των έργων σε δημόσιο χώρο;

Τα έργα που γίνονται στις μέρες μας δεν τα χαρακτηρίζει το αθάνατο του υλικού. Οι νεότεροι καλλιτέχνες ασχολούνται με υλικά τα οποία έχουν φθορά στον χρόνο. Άρα, η κοινωνία που επιλέγει να βάλει ένα τέτοιο έργο θα πρέπει να φροντίζει έστω σε αραιούς χρόνους να παρατηρεί την εξέλιξη του. Ακόμα και τα έργα μέσα στα Μουσεία, χρειάζονται μία φροντίδα. Και στις δύο περιπτώσεις, είναι σε κοινή θέα. Απλώς, στον έξω χώρο κινδυνεύει περισσότερο. Αν βάλω ένα έργο απέναντι στον ήλιο, θα ξεθωριάσει. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο, υπήρχε ένα γλυπτό του Τσόκλη. Ήταν ένας κορμός δέντρου και πάνω μία μεγάλη πλάκα από μολύβι. Ένα εξαιρετικό έργο. Ο Τσόκλης το χάρισε πριν δεκαετίες και μάλιστα τοποθετήθηκε μπροστά σε Μουσείο. Δε ξέρω καν αν υπάρχει ακόμα, είχε σκορπίσει… Επειδή το φύλλο του μολυβιού κόβεται εύκολα, πηγαίναν νέα παιδιά και κόβανε φύλλα. Να ξέρετε ότι τον πολιτισμό των προηγούμενων χρόνων, τον μαθαίνουμε μέχρι και σήμερα μέσα από την τέχνη. Ένα έργο σε έναν δημόσιο χώρο ικανοποιεί το βλέμμα, εξευγενίζει τους ανθρώπους. Οι Ομπρέλες του Ζογγολόπουλου έγιναν σήμα κατατεθέν. Άνθρωποι που παντρεύονται βγαίνουν εκεί φωτογραφίες. Το έργο κόσμησε τον χώρο και αποδέχτηκαν τον Ζογγολόπουλο, σε αντίθεση με το γλυπτό του που είναι μπροστά στη Διεθνή Έκθεση, που οι Θεσσαλονικείς σκουριά το ανεβάζανε, σκουριά το κατεβάζανε…

Τι κάνετε αυτή την εποχή;

Τελειώνει η Έκθεση των Φοιτητών στις 20 Οκτωβρίου με τα έργα τους και δουλεύω εντόνως για το Art Thessaloniki που θα συμμετέχω με ατομική έκθεση συνεργαζόμενος με την Γκαλερί Roma της Αθήνας. Επίσης, ετοιμάζω την εργασία μου για να εκθέσω κοντά στον Μάρτιο στην Αθήνα στην Γκαλερί Roma την καινούρια μου δουλειά που πάλι έχει να κάνει με βίωμα, έχει να κάνει με την καταγωγή, με βελέντζες, με πλεξίματα και μνήμες.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα