Οδυσσέας Ιωάννου: Καμία κατάκτηση του ανθρώπινου πολιτισμού και πνεύματος δεν είναι οριστική
Μια κουβέντα με τον σπουδαίο έλληνα παραγωγό ραδιοφώνου, στιχουργό και συγγραφέα με αφορμή μια παράσταση στη Θεσσαλονίκη.
Με τον Οδυσσέα συνευρεθηκαμε στα χρόνια του 90 όταν ο Μελωδία και ο Ανατολικός συνυπήρχαν ραδιοφωνικά στη συχνότητα της Θεσσαλονίκης. Λίγο αργότερα συνυπήρξαμε στις σελίδες του περιοδικού Μετρό. Εκτιμώ πάντα πολύ τις εκπομπές, τα βιβλία και τους στίχους του. Μια παράσταση στο ΚΘΒΕ ήταν η αφορμή για την κουβέντα μας.
-Μεγάλωσες σε μια αστική γειτονιά της Αθήνας με έντονη προσωπικότητα αλλά και ειδικό βάρος στη ζωή της πόλης, λόγω της Φυλής. Τι ρόλο έπαιξε η γειτονιά, οι εικόνες της, η καταγωγή και η εποχή στη διαμόρφωση σου;
Έχω πολύ καλές αναμνήσεις παρά το γεγονός πως γεννήθηκα σε ένα υπόγειο πολυκατοικίας, τριάντα τετραγωνικά, όπου έζησα μέχρι τα δέκα τέσσερά μου μαζί με τους γονείς μου και τον μεγαλύτερο αδερφό μου. Παίζαμε μπάλα μπροστά στους οίκους ανοχής, πολλές φορές η μπάλα μας κατέβαινε τις σκάλες τους, χτυπούσαμε μάς άνοιγαν μας την έδιναν, όλα μας φαίνονταν απόλυτα φυσιολογικά. Η αλήθεια είναι πως αρκετά παιδιά από εκείνες τις παρέες μπλέχτηκαν αργότερα με τα ναρκωτικά. Νομίζω πως με γλίτωσε στην αρχή το ποδόσφαιρο και γενικά η ενασχόλησή μου με τον αθλητισμό και μετά τα βιβλία και το ελληνικό τραγούδι.
-Πότε θυμάσαι τον εαυτό σου να πρωτακούει τραγούδια και τι είδους;
Από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Πολύ Δεύτερο Πρόγραμμα και τους πειρατικούς. Ελληνικό τραγούδι στην αρχή πριν ανακαλύψω το rock. Λοϊζο, Χαρούλα, Νταλάρα, Μοσχολιού, όλους τους λαϊκούς, με είχε γοητεύσει η Μικρά Ασία και ο Βυζαντινός Εσπερινός του Καλδάρα και πολλά άλλα που δεν τα θυμάμαι όλα τώρα.
-Γιατί αποφάσισες να γίνεις δημοσιογράφος; Μπήκες στη δουλειά σε πολύ νεαρή ηλικία. Θεωρείς ότι ήταν καθοριστική η συγκυρία;
Τυχαία έγινε. Έκανε έναν δημοσιογραφικό διαγωνισμό το περιοδικό Μουσική ο 1986. Έστειλα ένα άρθρο για το ελληνικό τραγούδι, βγήκε πρώτο και το βραβείο ήταν να αρχίσω να γράφω στο περιοδικό. Ήταν καθοριστικό γιατί δίχως να έχω τίποτα σίγουρο στα χέρια μου, αποφάσισα νωρίς να το κυνηγήσω και στην ουσία να παρατήσω το πανεπιστήμιο ή τουλάχιστον να το αφήσω σε δεύτερη μοίρα.
-Στην κοσμογονία της ‘’ελεύθερης ραδιοφωνίας’’ αν ξεχωρίζεις σήμερα με την απόσταση του χρόνου ένα πράγμα ποιο είναι;
Η απίστευτη εμπιστοσύνη και γενναιοδωρία που έδειξε εκείνη η εποχή στα νέα παιδιά. Βέβαια ήταν και κάπως αναγκαστική αυτή η επιλογή γιατί δεν υπήρχε το επάγγελμα του παραγωγού ραδιοφώνου -εννοώ πως υπήρχε μόνο σε όσους εργάζονταν στο κρατικό ραδιόφωνο- οπότε έπρεπε να εμπιστευτούν και να δοκιμάσουν νέους ανθρώπους. Στο 902 Αριστερά στα FM καθώς και στον Αθήνα 9.84 η πλειονότητα των παραγωγών ήμασταν ανάμεσα στα είκοσι και στα τριάντα.
-Η πρώτη μέρα στο ραδιόφωνο είναι για μας τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς μια μέρα βαφτίσματος. Συμβολική. Τη θυμάσαι ακόμα έντονα;
Βέβαια, θυμάμαι ακόμη και τα περισσότερα από τα τραγούδια που είχα παίξει σε εκείνη την πρώτη εκπομπή μου, αρχές Ιανουαρίου 1989. Πρώτο πρώτο τραγούδι το «Να μ’ αγαπάς» με τον Σιδηρόπουλο, το οποίο σχεδόν το επέβαλα στον σταθμό, ένα τραγούδι που είχε κυκλοφορήσει δέκα χρόνια πριν αλλά ελάχιστοι το γνώριζαν τότε. Είχα παίξει ακόμη το «Στην Πόλυ» με τον Παπάζογλου και το «Είναι όπως παλιά» των Φατμέ.
-Το ραδιόφωνο εκείνων των χρόνων κατάφερε, ανάμεσα στα άλλα, να δημιουργήσει στην πραγματικότητα, μετά την ΕΡΤ μια γενιά παραγωγών που καθόρισαν την ιστορία και την πορεία του ως προσωπικότητες και εξακολουθούν να κυριαρχούν σε ένα μεγάλο βαθμό. Γιατί πιστεύεις ότι συνέβη αυτό;
Για τον λόγο που σου προανέφερα, μας εμπιστεύτηκαν και μας άφησαν απολύτως ελεύθερους να κάνουμε αυτό που μπορούσαμε. Είχαμε φλόγα για το τραγούδι -μεγαλύτερη από την φλόγα για ραδιόφωνο ίσως- πειραματιστήκαμε, ψαχτήκαμε, προτείναμε αποκτήσαμε τόσο δεμένη σχέση με τους ακροατές μας που σίγουρα δεν υπάρχει σήμερα.
-Το ραδιόφωνο σήμερα μοιάζει να ψάχνει απεγνωσμένα ένα ρόλο. Συμφωνείς;
Και δύσκολα θα τον βρει. Η μεγάλη πλειονότητα των ακροατών ακούει στο αυτοκίνητο, μποτιλιαρισμένοι, είναι δηλαδή μία μάλλον αναγκαστική επιλογή τους. Όταν θα «αποδεσμευτούν» από τα FM μέσα στο αυτοκίνητό τους, ο απόλυτος αριθμός ακροατών θα πέσει πολύ. Πάντα θα υπάρχει, θέλω να πιστεύω, η σχέση πομπού-δέκτη, αλλά θα αντέξουν μόνοι όσοι πείσουν πως έχουν να μοιραστούν κάτι πέρα από προεπιλεγμένες λίστες. Κάποιοι που θα έχουν να πουν μια ιστορία.
-Θυμάμαι το τεράστιο ξάφνιασμα όταν άκουσα τους στίχους σου για το δίσκο της Βούλας Σαββίδη. Έγραφες πάντα στίχους;
Όχι, όλα έγιναν με παρότρυνση του Διονύση Τσακνή. Δεν ξέρω αν θα το επιχειρούσα ποτέ μόνος μου αλλά σίγουρα όχι στα 23 μου.
-Τι σημαίνει για σένα να λες σήμερα, ανάμεσα στα άλλα, είμαι στιχουργός. Το ρωτώ με την έννοια ενός κολοσσιαίου δρόμου που έβγαλε ιερά τέρατα που τραγουδιούνται τα τραγούδια τους με δέος πάνω από έξι δεκαετίες.
Είχα δισκογραφήσει εκατό τραγούδια και δεν δήλωνα στιχουργός. Άργησα πολύ να το δηλώσω. Ίσως επειδή η βασική δουλειά μου ήταν το ραδιόφωνο ή επειδή ντρεπόμουν, δεν ξέρω. Είναι πραγματικά ζόρικο να δηλώσεις την ίδια ιδιότητα με τα ιερά πρόσωπα που σε μεγάλωσαν. Κάποια στιγμή σκέφτηκα «οκ, το ότι δηλώνω στιχουργός δεν σημαίνει πως δηλώνω και καλός στιχουργός», το είδα πιο χαλαρά.
-Η διαδικασία να γραφτούν τα λόγια για ένα τραγούδι πόσο επίπονη ή εύκολη ανά περίπτωση είναι; Διαφέρει πολύ ανά συνθέτη και μελωδία; Πώς δουλεύεις;
Για μένα είναι επίπονη, γι’ αυτό και δεν έχω τα δεκάδες τραγούδια στο συρτάρι μου, δεν έχω τίποτα. Γράφω μόνο με παραγγελία, δηλαδή χρειάζομαι να γνωρίζω ποιος θα τραγουδήσει, ποιος θα μελοποιήσει και πόσο χρόνο έχω. Γράφω καλύτερα υπό πίεση. Από κει και πέρα δεν είναι χόμπυ, είναι δουλειά, σκληρή δουλειά. Ειδικά όταν έχω να γράψω αρκετούς μήνες ζορίζομαι να βρω ξανά έναν ρυθμό.
Υπάρχουν φορές που βγαίνω από το γραφείο μου με πονοκέφαλο ή άλλους σωματικούς πόνους λόγω της προσπάθειάς μου να βρω μια λέξη ή να στρώσω έναν στίχο που αισθάνομαι πως έχει κακοφορμίσει. Υπάρχουν τραγούδια που έχουν ολοκληρωθεί σε μία ώρα, αλλά η πλειονότητα είναι τραγούδια κόπου.
-Είχες την αξιοζήλευτη τύχη να γνωρίσεις και με τις δυο ιδιότητες σου απίστευτες προσωπικότητες του ελληνικού πολιτισμού. Πως το διαχειρίστηκες όλο αυτό;
Ήμουν πολύ μικρός και αυτοί οι άνθρωποι έγιναν σιγά σιγά η ζωή μου όπως ήταν και οι συμφοιτητές ή οι φίλοι μου. Δέκα οχτώ χρονών γνωρίστηκα με τον Παύλο Σιδηρόπουλο, πήρα την τελευταία συνέντευξη της ζωής του Άσιμου, γνώρισα τον Μίκη, τον Μικρούτσικο, τον Μούτση, τον Παπάζογλου, την Γώγου, τον Νταλάρα, την Γαλάνη, την Μοσχολιού, τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, λίγο αργότερα την Μάρω Δούκα, την Ιωάννα Καρυστιάνη, τον Παντελή Βούλγαρη, και αρκετούς άλλους και απλά προστέθηκαν στην ζωή μου μαζί με τους υπόλοιπους ανθρώπους μου.
Όμως ποτέ δεν τους είδα σαν φιλαράκια που θα παίζουμε σφαλιάρες. Τους είχα εκεί που τους έπρεπε και δεν θεώρησα τον εαυτό μου κάτι σημαντικό ή ισότιμό τους. Για παράδειγμα, μετά από 60 τραγούδια που έχουμε κάνει με τον Βασίλη και τις 500 φορές που έχω βρεθεί μαζί του στην σκηνή- στο θέατρο- δεν τον έχω απομυθοποιήσει στο ελάχιστο, πάντα τον παρακολουθώ με δέος. Το ίδιο και με τον Θάνο Μικρούτσικο, μία από τις ισχυρότερες σχέσεις της ζωής μου. Ήμασταν όλοι μια οικογένεια αλλά πάντα ήξερα πως ήμουν κάτι λιγότερο, κάτι μικρότερο, από ότι ήταν εκείνοι στην ιστορία του πολιτισμού αυτής της χώρας.
-Ζούμε την ολοκληρωτική επιστροφή παγκόσμια σε εποχές που το σκοτάδι επιστρέφει με διάφορα πρόσωπα. Πόσο σε τρομάζει αυτό; Πιστεύεις ότι είναι μοιραίο;
Δεν θέλω να τρομάζω, υπήρξαν εποχές πολύ πιο σκοτεινές και οι άνθρωποι άντεξαν. Όμως η αλήθεια πως δεν καταλαβαίνω πια. Δεν ξέρω τι έγινε κάτω από τα πόδια μας και ζούμε την πιο συντηρητική Ευρώπη των τελευταίων δεκαετιών. Δεν ξέρω πότε έγινε και βάλαμε τρία ακροδεξιά κόμματα στην Βουλή, δεν ξέρω πώς γίνεται να υπάρχει τόσος πολύ κόσμος που εκφράζεται ομοφοβικά και ρατσιστικά, που θεωρεί πως πρέπει να απαγορευτούν οι αμβλώσεις, που έχει δώσει λευκή επιταγή στην θρησκεία και σε έναν ψευδεπίγραφο και στην ουσία δειλό πατριωτισμό να καθορίζει τις ζωές των παιδιών μας. Αυτό αποδεικνύει πως καμία κατάκτηση του ανθρώπινου πολιτισμού και πνεύματος δεν είναι οριστική, όλα θέλουν διαρκή φροντίδα και αν χρειαστεί να ξαναμάθουμε το αλφάβητο, δυστυχώς δεν έχουμε άλλη επιλογή, θα το κάνουμε.
-Τι σε αγχώνει σε σχέση με τα παιδιά σου αλλά και τα παιδιά που μεγαλώνουν σε ένα κόσμο που εμπεριέχει τη βία σε όλες τις τις μορφές;
Όπως σου είπα και πριν υπήρξαν παιδιά που μεγάλωσαν μέσα στην Κατοχή, υπήρξαν παιδιά που στα δέκα οχτώ τους αναγκάστηκαν να πάνε στα χαρακώματα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τα τριάντα οχτώ τους τους ξαναφώναξαν για τον Δεύτερο. Δεν ζούμε κάτι πρωτόγνωρο. Τα παιδιά μου θα μεγαλώσουν με τα υλικά της εποχής τους. Έχουν να δώσουν τις μάχες που τους αναλογούν- ελπίζω να τις δώσουν- έχουν ένα μεγάλο μερτικό χαράς και ομορφιάς που τους αναλογεί να ζήσουν- ελπίζω να το εξαντλήσουν- και έχουν να συνυπάρξουν, όπως σωστά επισημαίνεις, με πολλές και διαφορετικές μορφές έξαρσης βίας. Δύσκολη άσκηση αλλά και συναρπαστικό στοίχημα.
-Το θέατρο είναι μια διαδικασία των τελευταίων χρόνων για σένα. Μια ακόμα διαδικασία.
Περνάω υπέροχα, έχω αγαπήσει πολύ την διαδικασία, μου αρέσουν οι πρόβες, οι διαφωνίες, τα λάθη, τα γέλια, οι προβληματισμοί. Δεδομένου πως όλες σχεδόν οι ώρες εργασίας μου είναι μοναχικές και από το σπίτι, το θέατρο μου χαρίζει την εξωστρέφεια που έχω ανάγκη για να μην γίνω ένας άνθρωπος που τρέφεται μόνο από το δικό του οξυγόνο. Χρειάζομαι και το οξυγόνο των άλλων.
-Σε ξαφνιάζει κάτι ευχάριστα στον ελληνικό πολιτισμό όπως παλιά;
Βρίσκω πράγματα να με συγκινήσουν, να τα αγαπήσω, να τα θαυμάσω, να τα ζηλέψω, αλλά είναι δύσκολο να νιώσω το ρίγος που ένιωθα κάποτε. Αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση μια αξιολογική εκτίμηση, είναι κάτι πολύ λογικό και έχει να κάνει με την ηλικία. Μπορεί να βγει ξανά ένα «Άξιον Εστί» αλλά εγώ δεν θα είμαι είκοσι χρονών και να το πρωτοακούω. Όταν λείπει η παράμετρος της νεότητας είναι λογικό να υποχωρεί και το ρίγος.
-Η αριστερά σήμερα, ως ένα συνολικό σύστημα, διαχειρίζεται επαρκώς τις διαρκείς προκλήσεις μια αβέβαιης εποχής πιστεύεις; Έχει αφήγημα;
Καθόλου επαρκώς, δεν έχει σαφήνεια και καθαρότητα σε πολύ βασικά θέματα που έχει θέσει η εποχή. Φοβική, με συμπεριφορά μειοψηφίας, της λείπει εκείνο το κράμα που είναι φτιαγμένο από τον ρεαλισμό της εφαρμοσμένης πολιτικής αλλά και την τρέλα για το αδιανόητο. Η πολιτική της πια είναι να απαντάει μονίμως αμυνόμενη σε θέματα που της θέτει η ατζέντα της δεξιάς, δεν έχει δική της ατζέντα. Στριμωγμένη σε μία γωνία ρίχνει τυφλές τουφεκιές για την τιμή των όπλων. Κι όταν δεν έχει προτάσεις και συλλογικότητες αρκείται στον φανατικό λόγο που δεν βοήθησε ποτέ κανέναν. Ελπίζω να βρούμε όλοι μας γρήγορα έναν βηματισμό. Δεν είναι καθόλου παρωχημένη η διάκριση Αριστεράς-Δεξιάς, δεν έχουν πεθάνει οι ιδεολογίες, ποτέ δεν θα γίνει αυτό, χρειαζόμαστε όμως να πείσουμε ξανά για τον λόγο ύπαρξης. Όπως σου είπα πριν για άλλο θέμα, αν χρειαστεί ας μάθουμε από την αρχή το αλφάβητο.
-Τι έρχεσαι να κάνεις στη Θεσσαλονίκη;
Φτιάξαμε μια παράσταση επάνω σε ένα δημιουργικό όνειρο που είχε για χρόνια ο Γιώργος Ανδρέου. Να μιλήσουμε για τις γυναίκες του πάλκου, τα κορίτσια του λαϊκού μας τραγουδιού στις εποχές της άνθισής του. Βασιζόμενος σε βιογραφικά στοιχεία γνωστών προσώπων έχω γράψει μία ιστορία όχι όπως έγινε αλλά όπως θα μπορούσε να έχει γίνει. Περιέχει πολλά καινούργια τραγούδια γραμμένα από τον Γιώργο αλλά και αρκετά από την ακριβή μας Ιστορία.
*Ο Οδυσσέας Ιωάννου είναι Έλληνας στιχουργός, αρθρογράφος και συγγραφέας. Ο ίδιος αυτοχαρακτηρίζεται ως “γραφιάς”.
Υπήρξε επί σειρά ετών ραδιοφωνικός παραγωγός, κάνοντας καθημερινά ραδιοφωνικές εκπομπές επί 22 χρόνια, αρχικά στον “902 Αριστερά στα FM” και στη συνέχεια στον “Μελωδία 99,2”, του οποίου υπήρξε διευθυντής από το 2000 έως το 2010.
Έχει γράψει στίχους για περίπου 200 τραγούδια, κυκλοφορώντας εννέα προσωπικούς δίσκους καθώς και τραγούδια για το θέατρο και τον κινηματογράφο, έχει συνεργαστεί με τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες και τραγουδιστές, ενώ έχει εκδώσει και πέντε βιβλία.
**ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ- ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ «Μαρίκα με είπανε – Μαρίκα με βγάλανε» Ιστορίες γυναικών του Λαϊκού Τραγουδιού
ΣΥΜΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΚΘΒΕ – ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. ΣΕΡΡΩΝ
Μουσική Σύνθεση- Ενορχήστρωση: Γιώργος Ανδρέου
Θεατρικό κείμενο: Οδυσσέας Ιωάννου Σκηνοθεσία: Αστέριος Πελτέκης Ερμηνεύουν: Ελένη Τσαλιγοπούλου, Κορίνα Λεγάκη Αφηγήτρια: Παναγιώτα Βιτετζάκη
ΜΟΝΗ ΛΑΖΑΡΙΣΤΩΝ (ΣΚΗΝΗ ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΚΑΡΑΝΤΙΝΟΣ) Πρεμιέρα: Πέμπτη 28/03/2024
Σε πρώτη πανελλήνια παρουσίαση
«Μαρίκα με είπανε – Μαρίκα με βγάλανε», μια μεγάλη μουσικοθεατρική παράσταση, που αποτελεί συμπαραγωγή του ΚΘΒΕ με το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.Σερρών, έρχεται στη Μονή Λαζαριστών (Σκηνή Σωκράτης Καραντινός). Ο Γιώργος Ανδρέου και ο Οδυσσέας Ιωάννου δημιουργούν ένα μουσικό όσο και θεατρικό έργο αφιερωμένο στις γυναίκες του Λαϊκού Τραγουδιού, το οποίο θα παρουσιαστεί σε πανελλήνια πρώτη, σε σκηνοθεσία του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ, Αστέριου Πελτέκη. Η πρεμιέρα θα δοθεί την Πέμπτη 28 Μαρτίου, στις 21.00.
Μαρίκα είναι η Παπαγκίκα, Μαρίκα είναι η Νίνου, για το έργο όμως Μαρίκα είναι κάθε λαϊκή τραγουδίστρια του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα. Το έργο και η παράσταση είναι ένας φόρος τιμής στις αρχετυπικές γυναικείες μορφές που επηρέασαν το Ελληνικό Λαϊκό και Ρεμπέτικο τραγούδι του περασμένου αιώνα. Με αφορμή, βιογραφικά και πραγματικά γεγονότα το έργο αφηγείται την Ιστορία όχι όπως έγινε “στ’ αλήθεια”, αλλά “πειράζοντας” κάποιες παραμέτρους της αναρωτιέται πώς θα ήταν αν είχαν γίνει τα πράγματα αλλιώς.
Περιέχει πρωτότυπα τραγούδια γραμμένα από τον Γιώργο Ανδρέου, αλλά και πολλά τραγούδια – ορόσημα από την πολύτιμη Ιστορία του Λαϊκού μας τραγουδιού (Σμυρνέικα, Παραδοσιακά καθώς και τραγούδια σημαντικών ιστορικών δημιουργών του Λαϊκού Τραγουδιού μας).
Κεντρικά πρόσωπα του έργου είναι δύο ερμηνεύτριες του Τραγουδιού και μία ηθοποιός: – Την “παλιά” ερμηνεύει η Ελένη Τσαλιγοπούλου, τραγουδίστρια από τις σημαντικότερες του σύγχρονου Ελληνικού Τραγουδιού. – Την “νεότερη” ερμηνεύει η Κορίνα Λεγάκη, μια από τις πιο ταλαντούχες τραγουδίστριες της νεότερης γενιάς του Τραγουδιού μας. -Την κόρη- αφηγήτρια υποδύεται η Παναγιώτα Βιτετζάκη. – Συμμετέχουν γυναίκες ηθοποιοί σε χαρακτηριστικές δράσεις.