Πρόσωπα

Πόσα ευχαριστώ σου χρωστάμε Αγγελική Κοτταρίδη;

Η σπουδαία ελληνίδα αρχαιολόγους που αφιέρωσε τη ζωή της στην ανάδειξη του Μακεδονικού θησαυρού των Αιγών.

Parallaxi
πόσα-ευχαριστώ-σου-χρωστάμε-αγγελική-861737
Parallaxi

Χθες βράδυ πήγα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης να ακούσω την Αγγελική Κοτταρίδη να αφηγείται την ωραία περιπέτεια των Αιγών, την περιπέτεια της ζωής της.

Επί δυόμιση ώρες, στο κατάμεστο, μέσα και έξω, μουσείο, ακούγαμε έναν μαγικό άνθρωπο, παθιασμένο, ερωτευμένο με τη δουλειά του, προσηλωμένο σε ένα σκοπό ιερό, να ξετυλίγει το κουβάρι μιας από τις πιο συναρπαστικές ιστορίες αυτού του τόπου. Της Μακεδονίας. Είχα πολύ καιρό να δω ένα κοινό να παρακολουθεί σιωπηλό μια αφήγηση-μάθημα ζωής.

Σε μια εποχή που ανόητοι άνθρωποι πουλάνε πατριωτισμούς κάθε είδους, η μεγαλύτερη απόδειξη του τι σημαίνει αγαπώ την πατρίδα μου έρχεται από τα έργα και τις ημέρες αυτής της μεγάλης κυρίας θα έπρεπε να διδάσκονται σε όλα τα σχολεία.

Να σταματήσουν πλέον οι σχολικές εκδρομές σε εμπορικά κέντρα. Υπάρχουν οι Αιγές για να αποκτήσουν τα παιδιά συνείδηση.

Την ακούγαμε μαγεμένοι, να αποκαλύπτει στάδιο-στάδιο, από την μέρα που βρέθηκε πλάι στον Ανδρόνικο μέχρι σήμερα, που εγκαινιάστηκε το αποκατεστημένο ανάκτορο των Αιγών, ένα όραμα που σε αφήνει άφωνο.

Που δεν περιλαμβάνει μόνο μια συγκλονιστική έρευνα, ανασκαφή, τεκμηρίωση, αποκάλυψη, αποκατάσταση ενός μυθικού ευρύματος, του βασιλείου των Μακεδόνων, αλλά έχει και αυτό το κάτι παραπάνω που κάνει έναν άνθρωπο τόσο σπουδαίο.

Η Αγγελική μας έδειξε χθες τι σημαίνει πλάι στα αρχαία να ενθαρρύνεται μια γατοαποικία να χουζουρεύει πάνω στις αρχαίες πέτρες, τι σημαίνει να μεταμορφώνεις ένα τοπίο ολόκληρο επιστρέφοντας στη φύση τα δώρα που μας χαρίζει, επιτρέποντας τον ασκορδουλάκο να φύεται πλάι στο αρχαίο ανάκτορο προσκαλώντας τις μέλισσες να κάνουν τη δουλειά τους, να συνεχίζουν δηλαδή το αιώνιο ακάματο έργο τους  και όχι εξοντώνοντας τες,  τι σημαίνει  σέβομαι αυτό που βρήκα και το παραδίδω καλύτερο στους επόμενους.

Ήταν ένα μάθημα ιστορίας και ζωής το χθεσινό. Θα της το χρωστάω για πάντα.

Η μαθήτρια του Μανώλη Ανδρόνικου, η αρχαιολόγος που αφιέρωσε τη ζωή και το έργο της στις Αίγες, τη Βεργίνα, η πολλαπλά τιμημένη επιστήμονας, η δημιουργός του περίφημου Μουσείου των Βασιλικών Τάφων των Αιγών, του Πολυκεντρικού Μουσείου Αιγών, της αναστήλωσης του ανακτόρου των Αιγών.

Το 2024 θα είναι η χρονιά των Αιγών. Το σημαντικότερο περί την αρχαιολογία γεγονός στη χώρα έργο ζωής για κείνη.

Το Πολυκεντρικό Μουσείο Αιγών συντίθεται από μνημεία, μουσειακά κελύφη και αρχαιολογικούς χώρους. Αποτελεί μια σύλληψη που συνενώνει δυναμικά το σύνολο των παλαιών, αλλά και των νέων αρχαιολογικών θυλάκων της αρχαίας πόλης, παραπέμποντας στο πολεοδομικό της πρότυπο με την ευρύτατη οικιστική διασπορά στο χώρο.

Η Αγγελική είναι από κείνα τα πρόσωπα που η σαγήνη και η γοητεία τους σε μαγεύει. Που θα την ακούσεις να σου μιλά για την αρχαιολογία και θα δακρύσεις. Είναι ο ορισμός του αφοσιωμένου ανθρώπου. Του στοχοπροσυλωμένου. Ευτύχησε να θητεύσει δίπλα σε ένα γίγαντα, να δει με τα μάτια της την ανακάλυψη του του ασύλητου τάφου του βασιλιά Φιλίππου, τη μεγαλύτερη ανακάλυψη σε αυτό τον τόπο. Πάλεψε με αντιξοότητες, με στενομυαλιές, με γελοία πολιτικά πρόσωπα, με αρτηριοσκλήρωση. Δεν κώλωσε στιγμή.

Την αγαπώ πολύ γιατί ανήκει σε μια φτιαξιά ανθρώπων που συναντά κανείς σπάνια. Η πορεία, το έργο, η ζωή της όλη είναι ένα μάθημα που θα έπρεπε να διδάσκεται. Της χρωστάμε τις ύψιστες τιμές. Σαν Μακεδόνες, σαν Έλληνες.

Η Αγγελική μου διηγήθηκε τη ζωή της στις 22 Σεπτεμβρίου του 2015 στο πλαίσιο της εκπομπής Ξενοδοχείο 958, του ραδιοφωνικού σταθμού 958fm της ΕΡΤ3. Απολαύστε την. 

-Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, Άνω Πόλη, Κάστρα, κοντά στο Τσινάρι. Ένα τούρκικο σπίτι, καλντερίμι…και άλλα τούρκικα σπίτια, ωραίες αυλές, δέντρα, κληματαριές…Στη δική μας αυλή μια μεγάλη μεγάλη πικροδάφνη, μια ροδακινιά και μια τεράστια τριανταφυλλιά με ροζ τριανταφυλλάκια με καταπληκτικό άρωμα, που αγκάλιαζε σχεδόν ολόκληρο το σπίτι. Πολύ μεγάλα παράθυρα…Η πρώτη εικόνα μου είναι η θάλασσα, απ’ τα παράθυρα βλέπαμε τον κόλπο, να λάμπει…πολύ ωραίο φως απογεύματος, η σιλουέτα του Ολύμπου στο βάθος… Απ’ την άλλη μεριά στο βάθος μακριά αυτό το βουνό, που τώρα ξέρω ότι ήταν το Βέρμιο, εκεί που κατέληγε ο ήλιος. Κόκκινα ηλιοβασιλέματα, το πάρκο της ΧΑΝΘ, ένα καρουζέλ. Μου άρεσε πάρα πολύ να ανεβαίνω στον ξύλινο κύκνο και να το παίζω νεράιδα. Η πλατεία Αριστοτέλους, έτσι όπως την ακούμε στο τραγούδι της  Χαρούλας Αλεξίου.

-Ήμουνα πρώτο παιδί σε μια οικογένεια πολύ νεαρών ανθρώπων. Ο πατέρας μου Πελοποννήσιος, πολύ αρρενωπός, σχεδόν Μανιάτης. Ανατολική Μεσσηνία. Το να είσαι άρρεν ήταν πολύ μεγάλο προνόμιο, εγώ δεν ήμουν αυτό. Η μάνα μου ηπειρώτισσα, όμορφη πολύ όμορφη γυναίκα, πολύ γλυκιά, θεωρητικά υποτακτική  στην πραγματικότητα όμως, το αφεντικό. Η γνωστή υπόγεια διαδρομή των γυναικών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε αυτό το ωραίο τούρκικο σπίτι με την ξύλινη εσωτερική σκάλα, τα σαχνισιά. Θυμάμαι τον κόσμο των γυναικών, όταν οι άντρες έλειπαν. Καφέδες, το λουτρό, το μπέη χαμάμ. Εκεί κατέβαιναν. Ακόμα λειτουργούσε αυτό. Έτσι μια νωχέλεια, καφεδάκια, φλυτζάνια, ιστορίες, προξενιά πολλά. Εγώ παρανυφάκι πάντα! Ωραίο πράγμα αυτό, ξεχώριζες. Βέβαια, εγώ ήθελα να είμαι μπροστά και σκεφτόμουν από τότε ότι πρέπει να είμαι αλλιώς. Όταν θα μεγαλώσω εγώ δεν θα είμαι μια γυναίκα που θα είναι στο παρασκήνιο, αλλά θα είμαι πολεμιστής. Ως πρώτο παιδί έπρεπε να ανοίξω πολλούς δρόμους. Να σπουδάσω, που στην οικογένεια του πατέρα μου οι γυναίκες δεν σπούδαζαν . Είμαι νομίζω η πρώτη, με το όνομα αυτό που πήγε στο Πανεπιστήμιο. Οι άντρες αντίθετα σπούδαζαν. Αυτό είναι ένα βασικό. Ένας ανταγωνισμός με τον καημένο τον αδερφό μου που ήτανε μικρότερος και εγώ έπρεπε να πω στον πατέρα μου, ”μα πρόσεξε με”, ”είμαι σπουδαία”, ”έχω μυαλό”.  Το άλλο πολύ βασικό ήτανε η επαφή μου με τους μύθους, με τους αρχαίους. Αυτό πολύ με διαμόρφωσε, με έφτιαξε. Ο Ανδρόνικος, η Γερμανία και κυρίως η Αρχαιολογία.

-Και πως αποφάσισα να γίνω αρχαιολόγος, γιατί πήγαμε ταξίδι στην Αθήνα, επειδή σχεδόν κάθε καλοκαίρι κατεβαίναμε στην Πελοπόννησο να δούμε τους παππούδες και πήγαμε στην Αθήνα, πήγαμε στην Ακρόπολη. Δεν είχα πάει ακόμα σχολείο, δεν ήξερα, ήμουνα μικρό πέντε χρονών, κάπου τόσο. Ήμασταν μέσα στον Παρθενώνα -τότε μπαίναμε- και ένας θείος μου είπε ότι κάτω από δυο μαρμάρινες πλάκες, ενώ εγώ ρωτούσα ” τι είναι αυτό, τι είναι αυτό”, είναι ένα μυστικό που το ξέρουν οι αρχαιολόγοι αλλά δεν το λένε στον κόσμο. Ο θείος μου μου το έλεγε έτσι, κάτι αστείο. Εγώ το πήρα αυτό, το έδεσα και είπα ”εγώ θα γίνω αρχαιολόγος”, θα μεγαλώσω, θα ξεσκεπάσω τις πλάκες και θα μάθω το μυστικό. Αυτό ήταν το πρώτο.

-Το δεύτερο ήταν ότι εγώ θα μεγαλώσω, θα γίνω αρχαιολόγος και θα βρω, βεβαίως τι άλλο, τον τάφο του Μέγα Αλέξανδρου. Έτσι λοιπόν, κάπου στα επτά, είχα μάθει να διαβάζω. Με είχε μάθει η μάνα μου, πριν να πάω ακόμα στο σχολείο, ήρθε στα χέρια μου η Ιλιάδα του Ομήρου σε έκδοση για μεγάλους. Τη ρούφηξα και μετά βρήκα το σπίτι μου, βρήκα τον τόπο μου. Από εκεί μετά, είναι προφανές ότι εγώ αναζητούσα και αναζητώ αυτούς. Εκεί είναι η χώρα του αχώρητου για εμένα. Έμαθα λοιπόν έτσι, πρώτα αναζητώντας τους αρχαίους, που είναι κάτι το ανέφικτο ένα, και δύο αναζητώντας κάτι όλο και πιο δύσκολο, όλο και πιο μεγάλο, πιο ακατόρθωτο. Ό,τι στα μάτια μου ήταν ακατόρθωτο πάντα…να πολεμώ σε εισαγωγικά, με την αίσθηση ότι δεν υπάρχει πιθανότητα να μη γίνει αυτό που πρέπει να γίνει και αφού πρέπει να γίνει, θα γίνει. Άρα Έκτωρ και Ανδρομάχη.

-Το 1974 λοιπόν, εκείνο το βαρύ καλοκαίρι της μεταπολίτευσης, εισαγωγικές εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο, έγινε το πραξικόπημα στην Κύπρο, επιστράτευση. Εγώ ήμουνα η άριστη των αρίστων στην ιστορία και τη λάτρευα και ξαφνικά βρέθηκα, να μη αντέχω να διαβάσω ιστορία. Δεν άντεχα την ιδέα ότι γίνεται συνέχεια πόλεμος και ότι δε μαθαίνουμε καθόλου απ’ αυτό. Ευτυχώς ήξερα τόσο καλά ιστορία που πέρασα πανηγυρικά και βρέθηκα στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης. Μανώλης Ανδρόνικος, Δημήτρης Μαρωνίτης, Γ.Π. Σαββίδης, Χουρμουζιάδης, Σηφάκης. Αυτή η καταπληκτική ομάδα των καθηγητών…Θεωρώ ότι ήμουν προνομιούχος που είχα την τύχη να τους ακούσω όλους αυτούς. Ρήγας Φεραίος, Δόμνα, Πορτάρα, όλα αυτά που σημάδεψαν τα νιάτα μας. Μετά έφυγα και πήγα στη Γερμανία για μεταπτυχιακά, διδακτορικό και όλα αυτά.

-Η σχέση μου με τη Θεσσαλονίκη, ήταν μια περίεργη σχέση. Είναι πάντα η γενέθλια πόλη, αλλά για μένα είναι πολύ ιδιωτική η σχέση. Εγώ, δεν έχω πολλά-πολλά με τον δημόσιο βίο της Θεσσαλονίκης. Είμαι εδώ Σαββατοκύριακα, αλλιώς είμαι λόγω της δουλειάς μου, που έγινε πατρίδα της επιλογής μου, δηλαδή στις Αιγές, δηλαδή στη Βεργίνα, δηλαδή στην Ημαθία, τώρα και στη Βέροια. Η Θεσσαλονίκη είναι τα παιδικά μου χρόνια, είναι το σπίτι μου, αλλά πολύ στενά ιδιωτικά, οι πολύ στενοί μου φίλοι, λίγοι πολύ κοντινοί. Για μένα στην πραγματικότητα η Θεσσαλονίκη είναι η αρχαία πόλη, δηλαδή, κάπου ανάμεσα στον Βαρδάρη και την Καμάρα. Σαν τη σκατόμυγα, γυρίζω εκεί γύρω γύρω από την αρχαία αγορά, παλαιά παραλία, πάνω κάτω Βενιζέλου, το σταυροδρόμι που καρφώνεται η μοίρα της πόλης και που ευτυχώς τελευταία ξεπλύναμε την τιμή μας ως αρχαιολογική υπηρεσία, γιατί το ΚΑΣ αποφάσισε να μείνουν τα αρχαία εκεί που ανήκουν, και είμαι πάρα πολύ χαρούμενη που συμμετείχα ως μέλος στην ιστορική συνεδρίαση. (σ.σ. η συνέντευξη έγινε το 2015, πριν αλλάξει και πάλι η απόφαση και τεμαχιστούν τα αρχαία από την υπουργό Λίνα Μενδώνη)

-Τι απολαμβάνω στη Θεσσαλονίκη; Βόλτα στο Μοδιάνο, στο Καπάνι, ψώνια. Παλιά προλάβαινα να μαγειρέψω, τώρα δεν υπάρχουνε τέτοιες στιγμές. Αυτό έχει πεθάνει, γιατί έχουν έρθει άλλα και έχει έρθει η τρομακτική απασχόληση με το αρχαιολογικό κομμάτι, που αξίζει κανείς να πει παραπάνω γι’ αυτό.

-Λοιπόν, η αρχαιολογία για εμένα είναι αυτό που είπε η Στέλλα Γκρέκα, δηλαδή, ταξίδι στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Ελπίδα που θα καταφέρεις να δεις και να συνδέσεις αυτά τα άπειρα σπαράγματα, να δεις λιγάκι μια μικρή γωνιά αυτής της μαγικής που όλο χάνεται. Που όλοι νομίζεις ότι κάτι βλέπεις και όλο δεν το βλέπεις, γιατί είναι αιώνες που σε χωρίζουν, είναι πάρα πολλοί θάνατοι όσες και πολλές ζωές που σε χωρίζουν και σε συνδέουν με αυτό. Άγνωστο γοητευτικό και άγνωστο που μπορεί πραγματικά να σε συμφιλιώσει όχι μόνο με την πρώτη, αλλά και με τη δεύτερη και με την τρίτη και με τις όσες άλλες ρυτίδες μας έρχονται…

-Συνήθως οι άνθρωποι με τους οποίους μιλώ, θεωρούν ότι είναι πάρα πολύ συγκλονιστική, με ρωτούν πως νιώθω όταν κάτι έρχεται στο φως μέσα από το χώμα. Αυτό είναι κάτι ωραίο και εγώ είχα όντως την τύχη να συμμετέχω σε συγκλονιστικές ανακαλύψεις, γιατί με διάλεξε ο δάσκαλος, ο Μανώλης Ανδρόνικος, να είμαι εκεί. Έτσι είδα τον τάφο του Φιλίππου, εντελώς σχεδόν παιδί. Μετά πια, είχα την ευκαιρία εγώ η ίδια να σκάβω με τον δάσκαλο τον τάφο της Ευρυδίκης, τη Δέσποινα των Αιγών, την ολόχρυση βασίλισσα και όλα αυτά. Σπουδαία ευρήματα, αλλά τελικά δεν είναι αυτό το σημαντικό, δεν είναι αυτό που έρχεται μέσα από το χώμα το σημαντικό.

-Το σημαντικό για εμένα τουλάχιστον, είναι η στιγμή που αντιλαμβάνεσαι ότι καταλαβαίνεις τι έγινε. Ότι βάζεις στη σειρά πέντε πράγματα και φτάνεις σε ένα συμπέρασμα που μπορεί να ανοίξει έναν καινούριο δρόμο.  Αυτό είναι για μένα η γοητεία της ανακάλυψης. Δηλαδή η καθαρή έρευνα, αλλά όχι μόνο πήρα τα χώματα και είδα ένα αντικείμενο μπροστά μου. Είναι ότι κατάλαβα τι συμβαίνει. Και αυτό το λέω, γιατί πραγματικά, το συγκλονιστικό για μένα ήτανε η ώρα που κατάλαβα, πως χάραξε, πως έκανε ο αρχιτέκτονας τις χαράξεις. Και έχω το θράσος να πιστεύω πως κατάλαβα και γιατί έκανε έτσι τις χαράξεις στο ανάκτορο των Αιγών. Όταν διάβασα στην κάτοψη την ψυχή του κόσμου, τη θεωρία της ψυχής του κόσμου του Πλάτωνα και κατάλαβα ότι αυτός ο αρχιτέκτονας μετάφραζε τον Πλάτωνα σε συγκεκριμένη αρχιτεκτονική και την Απόλυτη Ιδέα σε πέτρα και αυτό δεν είναι φαντασίωση γιατί μετριέται και είναι στα εκατοστά ακριβές, δηλαδή είναι κάτι πολύ σαφές και φαίνεται όταν βλέπει κανείς τα σχέδια, ή όταν άρχισα να καταλαβαίνω. Και αυτό είναι πολύ πρόσφατο και με γοητεύει τελείως, γιατί αυτό είναι το ταξίδι τώρα και το ζητούμενο.

-Γιατί γοήτευσε ο ελληνικός πολιτισμός και ποιο είναι το στοιχείο που μάγεψε αυτούς τους άπειρους λαούς της ελληνιστικής οικουμένης και τους έκανε να υιοθετήσουν γλώσσα, ήθη έθιμα, τρόπο ζωής και να τους αρέσει να τους λένε Αρχέλαο και Ευρυδίκη και Αρσινόη και ότι άλλο…Τους άρεσε να γίνουν Έλληνες στην παιδεία και στη δίαιτα, χωρίς φυσικά να μπορεί να τους πιθαναγκάσει κανείς. Γιατί είναι ανόητο να φανταστούμε, ότι 25.000 στρατιώτες του Αλέξανδρου μπορούσαν να επιβάλουν αυτόν τον καινούριο τρόπο ζωής. Όχι. Οι πληθυσμοί της ελληνιστικής οικουμένης το διάλεξαν. Και έχω την αίσθηση ότι άρχισα να καταλαβαίνω γιατί το διάλεξαν. Αυτό λέγεται πόλη. Τώρα τα λέω λίγο κρυπτικά και μαζεμένα και νομίζω ότι αυτό είναι το πιο γοητευτικό πράγμα.

-Η αρχαιολογία έχει απίστευτα δώρα, γιατί μπορείς να είσαι σε επαφή με τη φύση, αν ακουμπάς τα πράγματα. Η χαρά του αρχαιολόγου είναι η πρωτογενής αφή με το απαγορευμένο. Έτσι εμείς κρατάμε αυτό το άγγιγμα και είναι το δικό μας προνόμιο. Υπάρχουν όμως και πράγματα που είναι δύσκολα. Σίγουρα υπάρχουν πράγματα, που σε όλα αυτά τα χρόνια με πίκραιναν και με δυσκόλεψαν.

-Ποτέ δε σκέφτηκα όμως να κάνω άλλη δουλειά. Δεν υπάρχει κάτι άλλο για μένα. Αυτό είναι. Βεβαίως, είναι πολύ σιχαμένα τα συμφέροντα. Είναι πολύ σιχαμένες οι προσπάθειες καταστροφής. Είναι πολύ σιχαμένη η προσπάθεια για το ιδιωτικό κέρδος, να προσπαθεί να καταστρέψει κανείς το δημόσιο αγαθό. Και η μνήμη είναι ύψιστο δημόσιο αγαθό.

-Στο διδακτορικό μου, που είναι για την Κίρκη και τη Μήδεια, δηλαδή τις μάγισσες, κάπου έγραφα για την αξία της μνήμης και εκεί προκύπτει ως εξής: Η Κίρκη, όταν θέλει να κάνει τους ανθρώπους ζώα, τί κάνει, τους δίνει τον κυκεώνα. Αυτό είναι ένα ποτό, ωραίο, γλυκό με ένα φαρμάκι όμως. Το φαρμάκι τι κάνει, τους κάνει να ξεχάσουν εντελώς τη μνήμη της πατρίδας τους. Έτσι, με την απώλεια της μνήμης, κόβεται το σχοινί, ο ομφάλιος λώρος που δένει τον άνθρωπο με την κοινότητα, με την ομάδα που τον κάνει άνθρωπο. Μετά από αυτό, φτάνει να τον αγγίξει με το ραβδάκι και γίνεται ζώο.

-Η μνήμη είναι που μας κάνει ανθρώπους. Η μνήμη αποτυπώνεται στα μνημεία. Καθόλου δεν έχουμε δικαίωμα να καταστρέφουμε τα μνημεία και είναι τόσο εύκολο να τα καταστρέφουμε. Και δε χρειάζεται να κοιτάμε στη Συρία, μπορούμε να κοιτάξουμε και δίπλα μας. Τελευταία στο ΚΑΣ μίλησα, όχι τόσο σαν αρχαιολόγος, αλλά σαν κάτοικος της Άνω Πόλης και θυμήθηκα τα τελευταία 50 χρόνια που θυμάμαι τον εαυτό μου, σε αυτή την πόλη, τη Θεσσαλονίκη, συνεχώς ήττες. Είδα το ένα μετά το άλλο να καταστρέφονται παλιά σπίτια, να καταστρέφονται τούρκικα χαμάμ, να καταστρέφονται γωνιές μνήμης. Παντού να καταχώνονται αρχαιότητες, να καταστρέφονται αρχαιότητες στα θεμέλια των πολυκατοικιών. Είναι απαραίτητο να γίνει αυτό; Δεν είμαι καθόλου σίγουρη. Το τελευταίο θύμα του Μολώχ, θα ήταν τα αρχαία στη Βενιζέλου. Για μια στάση που δε χρειάζεται. Είναι σίγουρο ότι μπορούμε να πάμε πολύ εύκολα από τη Βενιζέλου στην Αγίας Σοφίας ή στο Βαρδάρη. Είναι κοντά όλα αυτά.

-Λοιπόν, για να κερδίσουν κάποιοι, αποφασίστηκε να σκοτώσουμε το πιο σημαντικό κομμάτι της μνήμης αυτής της πόλης. Ένα συγκλονιστικό εύρημα, που είναι η Πομπηία και η Θεσσαλονίκη και ο Αι Δημήτρης  που περπατάει, όχι ο Μέγα Αλέξανδρος, αυτός δεν περπάτησε εδώ, αλλά όλοι οι υπόλοιποι μέσα στην πόλη μας. Αυτά με θυμώνουν. Αλλά αυτός ο θυμός δεν είναι λόγος να φύγω, είναι λόγος να μείνω.

-Όμως, η αρχαιολογία είναι περισσότερο μια επαφή με ωραία πράγματα, είναι μια επαφή με θετικά συναισθήματα και νομίζω ότι αυτό μπορεί να μοιραστεί και στους άλλους. Έτσι, εγώ όταν ήμουνα μικρή ταξίδευα, είμαι και Καλαματιανή από τον πατέρα, ταξίδευα με την πριγκηπέσσα ιζαμπώ. Ήθελα να πάω στους προϊστορικούς στην πραγματικότητα, πήγα στο Σέσκλο το 77′ , εκεί στην ανασκαφή με τον Δημήτρη Θεοχάρη και μετά πήγα στη Βεργίνα. Και εκεί, με κράτησε ο Φίλιππος. Ναι, η Βεργίνα δεν είναι ακριβώς η Βεργίνα για εμένα, είναι οι Αιγές. Στην ιστορία του Αρθούρου με το Γκράαλ, αυτόν τον περίφημο μύθο, υπάρχει ο μαγικός τόπος. Αυτός, για τους κανονικούς ανθρώπους είναι το Γκλάστονμπερι, το γνωστό Αβαείο. Όμως, για του μυιστές είναι το άβαλον. Έτσι λοιπόν για μένα οι Αιγές, είναι το δικό μου άβαλον. Και νομίζω ότι είναι και το άβαλον, για όσους αναζητούν την ιστορία των Μακεδόνων. Γιατί εκεί είναι η μήτρα, που γέννησε πολλά, πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Μια μήτρα που τελευταία άρχισε να μας ανοίγει και να μας αφήσει να δούμε τα μυστικά της.

-Και έχει να μας πει ακόμα πολλά και εκεί ξεκινούν πάρα πολλά πράγματα. Το βλέπουμε στην αρχιτεκτονική, το βλέπουμε στη ζωγραφική, το βλέπουμε στην ιδεολογία, στον τρόπο που συνδέεται ο τόπος του πολιτισμού, το θέατρο με το παλάτι, που είναι ο τόπος- δεν είναι σπίτι έτσι- είναι ο τόπος της πολιτικής, της θρησκευτικής, της στρατιωτικής αλλά και της δικαστικής εξουσίας σε ένα αξεδιάλυτο ένα, το οποίο από εκεί φεύγει και θα πάει στο Πέργαμο, θα πάει στην Αλεξάνδρεια, στην Αντιόχεια, στη  Σελεύκεια, στη Σελεύκεια επί του Τίγρη, αν θέλετε και στη Ρώμη, και θα σημαδέψει το πρόσωπο του κόσμου.

-Έτσι, αυτό το μικρό χωριό, Βεργίνα, αυτή η μικρή πόλη, γιατί ήταν πάντα μια μικρή πόλη, δεν πέρασε ποτέ τους 5000 κατοίκους όπως το υπολογίζουμε. Κατακόμβες, πολύ αρχαϊκή, πολύ αρχαιότροπη, γίνεται μια συγκλονιστική μήτρα καινούριων πραγμάτων. Ανατρέπουν πραγματικότητες αυτά, εκεί γίνεται ο μοχλός, οι Μακεδόνες, αυτό το μικρό φύλο, ένα ακραίο ελληνικό φύλο, εκεί κάπου στα σύνορα, θα αλλάξει την πραγματικότητα του κόσμου και θα κάνει την ελληνιστική Οικουμένη, θα αλλάξει, θα δείξει πως μπορεί να υπάρξει ειρηνική συνύπαρξη. Έτσι, πράγματα που για μας είναι όνειρο, αυτοί το κατάφεραν. Γιατί; Γιατί είχαν δυο φωτισμένου ηγεμόνες, τον Φίλιππο και μετά τον Αλέξανδρο. Και μετά, μια σειρά καταπληκτικούς ανθρώπους, που μαθήτευσαν μαζί με τον Αλέξανδρο. Που; Εδώ δίπλα, κοντά μας, στη σχολή της Μίεζας, το πρώτο πανεπιστήμιο του κόσμου.

-Όλα αυτά είναι συγκλονιστικά πράγματα και είναι αυτά που με κάνουν να χαίρομαι που ζω μέσα από την αρχαιολογία, γιατί η αρχαιολογία μπορεί πάντα να μας φέρει πράγματα πολύ σημαντικά, μπορεί να διδάξει, μπορεί τελικά να μας δείξει νέους τρόπους συμβίωσης και συνύπαρξης.

-Βέβαια η αρχαιολογία δεν είναι μόνο όνειρο και ρομαντισμός είναι και πολιτική. Η εθνογένεση περνάει μέσα από την αρχαιολογία. Η εθνογένεση όπως το είπε ο Λένιν. Διάφοροι το επιχείρησαν, ας πούμε το Ισραήλ, που επιχειρεί να δημιουργήσει την εικόνα του κράτους του μέσα από την αρχαιολογία. Ας πούμε η Βουλγαρία, η οποία συνδέεται με τους Θράκες, ακόμα και εμείς, βεβαίως. Οι οποίοι ξεχάσαμε όλο το Βυζάντιο και τη ρωμιοσύνη και πήγαμε ευθέως να συνδεθούμε κατευθείαν με τους Έλληνες της κλασσικής Ελλάδας. Όχι πως και αυτοί δεν υπάρχουν, υπάρχουν και αυτοί, αλλά υπάρχουν και όλοι οι άλλοι μέσα μας και πρέπει νηφάλια να τα δούμε όλα.

-Τελευταία, είναι η αλήθεια ότι ενώ θεωρούσαμε ότι κάποια πράγματα τα έχουμε μιλήσει και ξεκαθαρίσει στο επιστημονικό επίπεδο, ξαφνικά αυτή η απλοϊκή συσχέτιση της αρχαιολογίας με πολιτικές σκοπιμότητες, μας προέκυψε πολύ έντονα, και μάλιστα με πολύ κακό και ταπεινό θα έλεγα τρόπο, μέσα από την κακή διαχείριση, αυτού που λέγεται λήψη του ζητουμένου. Δηλαδή, θέλω να βρω αυτό, έχω βρει αυτό, πριν το βρω. Και μετά, αυτό που επιθυμούσα να βρω προκαθορίζει όλες μου τις ενέργειες, οι οποίες μπορεί να είναι μεθοδολογικά απολύτως ανορθόδοξες, και όχι μόνο αυτό. Έρχεται και μια λαίλαπα κατάχρησης αυτού, από διάφορους κύκλους. Ας πούμε, από πολιτικές ηγεσίες, αλλά όχι μόνο. Και από μέσα. Ονομάζουμε τον δεσπότη, Παναγιώτη και πάμε σε αυτό που φανταζόμασταν ότι θα είχαμε. Και έτσι ξαφνικά φαίνεται ότι οι αρχαιολόγοι μαλώνουν. Οι αρχαιολόγοι δε μαλώνουν. Εννοώ βέβαια το θέμα της Αμφίπολης. Δεν μαλώνουμε. Απλώς, μπορούν οι αρχαιολόγοι να διατηρούν το δικαίωμα να έχουν επιστημονικές απόψεις. Αν θέλετε αλλιώς, εμείς πάντα μαλώνουμε, πάντα διαφωνούμε στα επιστημονικά μας συνέδρια και αυτό είναι το σωστό. Διότι, πέρα από το εύρημα που είναι αντικειμενικό-μέσα στο εύρημα συγκαταλέγεται η περιγραφή κατάστασης, η τεκμηρίωση και η χρονολόγηση ως ένα σημείο- από εκεί και μετά υπάρχουν οι ερμηνείες. Και οι ερμηνείες, ακριβώς αυτό είναι η γοητεία τους, είναι ένα ανοιχτό πεδίο, όπου οι επιστήμονες συνδιαλέγονται.

-Φυσικά και υπάρχουν διαφωνίες, και μεταξύ μας έχουμε διαφωνήσει πολλές φορές για διάφορα θέματα. Αυτό γίνεται στα επιστημονικά συνέδρια και με ολοκληρωμένο επιστημονικό λόγο. Τελευταία, δυστυχώς, εμφανίστηκε να γίνεται στο ίντερνετ, από διάφορες φυλλάδες, φυλλάδια και άλλα συναφή. Αυτό καταστρέφει τη δουλειά μας και την εικόνα της δουλειάς μας, είναι αλήθεια. Από την άλλη μεριά όμως, δεν μπορούμε και αμαχητί να αφήσουμε και να κυκλοφορούνε και να διασπείρονται, ας το πω έτσι μαλακά, ψευδείς ειδήσεις. Γιατί το να αναζητάς τον τάφο του Μέγα Αλέξανδρου και να παρουσιάζεις ένα μνημείο που προφανώς είναι συλημένο, ως ασύλητο , επί σειρά μηνών-όλοι το ξέρουμε ότι είναι συλημένο- να παραπλανάς μια ολόκληρη κοινή γνώμη και να δημιουργείς ελπίδες, οι οποίες θα διαψευσθούν με τον πιο σκληρό τρόπο, δεν είναι ότι ωραιότερο, ούτε μας απονέμει τιμή ως κλάδο. Από την άλλη μεριά είναι ενδιαφέρον ότι ο κόσμος νοιάζεται τόσο πολύ. Και αυτό είναι το καλό που εγώ θέλω να κρατήσω από όλη αυτή την πρόσφατη ιστορία. Ότι ο κόσμος αγαπάει την αρχαιολογία, ενδιαφέρεται για αυτήν και μπορεί να γίνει ένα κομμάτι της καθημερινότητας του.

-Τελευταία, η αρχαιολογία απέκτησε τον μάρτυρα της. Μιλώ για τον Χαλέλ Αλ Ασάντ, τον αρχαιολόγο που οι ISIS σκότωσαν στην Παλμύρα, 82 χρονών έμεινε εκεί να φυλάξει τους θησαυρούς και όπως ξέρουμε τον κρέμασαν από έναν κίονα. Τα μνημεία είναι επικίνδυνα για τους φανατικούς, γιατί ακριβώς τα μνημεία είναι ένας τρόπος να μας οδηγήσουν να στοχαστούμε τις σχέσεις με τον εαυτό μας, με την ιστορία μας και με την ομάδα μας. Αλλά και με τις άλλες ομάδες. Τα μνημεία συνδέουν τους ανθρώπους. Όταν κανείς ταξιδεύει στις χώρες γύρω από τη Μεσόγειο και βλέπει την κοινότητα και την ομοιότητα, την αναλογία των υλικών καταλοίπων των πόλεων των ναών…διάφορα από τις θρησκείες. Οι πόλεις ζουν ανάμεσα από τις αυτοκρατορίες και ανάμεσα από τις θρησκείες. Τα μνημεία επιβιώνουν και όλο αυτό μας δείχνει, πως, αξίζει κανείς να είναι άνθρωπος και πως το χνάρι του ανθρώπου που μένει πάνω στη πέτρα μπορεί να σε κάνει να ξεπεράσεις το στενό τοπικό ή το στενό χρονικό όριο σου και να πας να πας να αναχθείς και να αναζητήσεις την αιωνιότητα. Νομίζω πως αυτό είναι η πιο μεγάλη χαρά και προσφορά που μπορεί να κάνει η αρχαιολογία και θα έλεγα σε κάθε νέο παιδί που ονειρεύτηκε κάποια στιγμή να γίνει αρχαιολόγος, να το κάνει. Γιατί αυτό είναι ένα σπουδαίο κουβάρι, ένας μίτος της Αριάδνης, που θα τον βοηθήσει να ζήσει τη ζωή του καλά.

Γεννημένη στη Θεσσαλονίκη, σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στην Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ από όπου αποφοίτησε με άριστα. Με υποτροφία του γερμανικού κράτους συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές στην Κλασική, Προϊστορική και Μεσαιωνική Αρχαιολογία, στην Ιστορία της Τέχνης, στην Αρχαία και Μεσαιωνική Φιλολογία, στην Εθνολογία και στην Θεατρολογία στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας, από όπου πήρε το διδακτορικό δίπλωμα. Για σειρά ετών εργάστηκε σαν βοηθός του Μανόλη Ανδρόνικου στην ανασκαφή της Βεργίνας και από το 1991, ως πρώτη επιτυχούσα στον διαγωνισμό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας του 1989, εντάχθηκε στο δυναμικό του ΥΠΠΟ, όπου υπηρετεί στη ΙΖ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, σαν επιμελήτρια αρχαιοτήτων αρμόδια για τον αρχαιολογικό χώρο και το Μουσείο των Αιγών και την Νότια Ημαθία κατ’ αρχήν και σαν προϊσταμένη του Τμήματος Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων στη συνέχεια.

Από το 2010 διευθύντρια της ΙΖ΄ ΕΠΚΑ (νομοί Ημαθίας και Πέλλας) και από το 1011 και της 11ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων μεταξύ άλλων διευθύνει τέσσερα μουσεία (Αιγών, Πέλλας, Αρχαιολογικό και Βυζαντινό Βέροιας), ενώ είναι υπεύθυνη για την πραγματοποίηση δεκαεφτά (17) έργων ΕΣΠΑ με συνολικό προϋπολογισμό τριάντα δύο (32) εκατομμύρια Ευρώ, τα οποία υλοποιούνται με αυτεπιστασία στους αρχαιολογικούς χώρους, τα μουσεία και τα μνημεία των Αιγών, της Πέλλας, της Βέροιας, της Νάουσας, της Έδεσσας, αλλά και των Σερβίων και της Σιάτιστας.

Κατ’ εξοχήν αρχαιολόγος πεδίου, έχει να παρουσιάσει ένα σημαντικό ερευνητικό έργο με ανασκαφές και επιφανειακές έρευνες, αλλά και συστηματική μελέτη, τεκμηρίωση και συνθετικές δημοσιεύσεις. Με επίκεντρο τις Αιγές, όπου επί τριάντα πέντε χρόνια ανελλιπώς συνεχίζει την ανασκαφή στην πόλη, την νεκρόπολη και την ευρύτερη περιοχή, η ερευνητική της δραστηριότητα επεκτάθηκε στην οροσειρά των Πιερίων, όπου μεταξύ άλλων εντόπισε το αρχαιότατο μακεδονικό κέντρο της Λεβαίης, και στο Βέρμιο με ανασκαφές έκτασης δεκάδων στρεμμάτων στο πλαίσιο της κατασκευής της Νέας Εγνατίας, αλλά και στο εξωτερικό, στην Γερμανία, όπου συνεργάστηκε στην ανασκαφή ενός μεσαιωνικού οχυρού, και πρόσφατα στο Κουβέιτ, όπου διευθύνει την ελληνική αρχαιολογική αποστολή στο ελληνιστικό οχυρό της νήσου Φαϊλάκα.

Παράλληλα με την ανασκαφή και την επιστημονική έρευνα, η προστασία, αλλά και η «κοινωνικοποίηση» των μνημείων και η επαφή του σύγχρονου ανθρώπου με την κληρονομιά του παρελθόντος αποτελούν έναν πολύ σημαντικό άξονα της δραστηριότητας της που επικεντρώνεται στο σχεδιασμό της ανάδειξης αρχαιολογικών χώρων και μνημείων, αλλά και στην οργάνωση μόνιμων και περιοδικών εκθέσεων. Από το 1993 έχει συμμετάσχει στην οργάνωση μιας σειράς εκθέσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Μοντρεάλ, Αθήνα, Ανόβερο, Ρώμη, Δελχί, Νέα Υόρκη, Οξφόρδη, Παρίσι κ.λ.π.) ανάμεσα στις οποίες ιδιαίτερη θέση κατέχει η έκθεση «From Herakles to Alexander the Great. Treasures from the royal capital of Macedon, a Hellenic Kingdom in the age of Democracy” που διοργανώθηκε στο μουσείο Ασμόλεαν της Οξφόρδης το 2011.

Με στόχο την ενεργοποίηση και την αναβάθμιση του δικτύου των μουσείων και των μνημείων της Ημαθίας και της Πέλλας, δημιούργησε τα σενάρια και, θέτοντας τις μουσειογραφικές προδιαγραφές, φρόντισε για την εκπόνηση μελετών για την περιοδική έκθεση «Μακεδονικοί Θησαυροί» που θα γίνει στο μουσείο της Πέλλας το Φθινόπωρο του 2013, την διαχρονική έκθεση «Εδεσσαίων μνήμη» στο Γενί Τζαμί της Έδεσσας, την έκθεση ιερών κειμηλίων στη μονή Δοβρά, την ημιυπαίθρια έκθεση γλυπτών «Πρόσωπα της πόλης» στο αρχαιολογικό μουσείο της Βέροιας, αλλά και το «Δίκτυο Ψηφιακής Περιήγησης στο Βασίλειο των Μακεδόνων» ένα σημαντικό έργο προβολής που υλοποιείται στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ.

Από το 1991 υπεύθυνη για τις ανασκαφές και για όλα τα έργα συντήρησης και ανάδειξης των Αιγών, συνέταξε την πρόταση με την οποία ο χώρος εντάχθηκε το 1996 στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, σχεδίασε και οργάνωσε την έκθεση των θησαυρών στο κτήριο προστασίας των Βασιλικών Τάφων (α΄ φάση 1997, β΄ φάση 2003), σε συνεργασία με τον ζωγράφο Χ. Μποκόρο προχώρησε στην ανάπλαση των χρυσελεφάντινων κλινών από τον τάφο του Φιλίππου Β΄ (1997), φρόντισε για την έναρξη των εργασιών τεκμηρίωσης, συντήρησης, αναστήλωσης και ανάδειξης του ανακτόρου των Αιγών που ξεκίνησαν το 2007 και συνεχίζονται απρόσκοπτα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, οργανώνοντας τις πολυποίκιλες ομάδες εργασίας, επιβλέποντας σε όλα τα επίπεδα το έργο, αλλά και μελετώντας και δημοσιεύοντας το πρωτοποριακό αυτό μνημείο που είναι ένα από τα σημαντικότερα κτήρια της κλασικής αρχαιότητας.

Παράλληλα το 2009-10 εκπόνησε την μελέτη ενοποίησης, προστασίας και ανάδειξης του συνόλου του αρχαιολογικού χώρου των Αιγών (Master Plan), θέτοντας τις βασικές αρχές του «πολυκεντρικού μουσείου των Αιγών», ενός πρωτότυπου και ευέλικτου μουσειακού δικτύου που περιλαμβάνει συστάδες μνημείων, αρχαιολογικά πάρκα, χώρους μουσειακών εκθέσεων και χώρους εκπαίδευσης, ψυχαγωγίας και εξυπηρέτησης κοινού, επεκτεινόμενο σε ολόκληρο τον αρχαιολογικό χώρο, καθώς και το «μουσειολογικό» πρόγραμμα του διαδικτυακού μουσείου «Μέγας Αλέξανδρος από τις Αιγές στην Οικουμένη», ενός εξαιρετικά φιλόδοξου ψηφιακού έργου που υλοποιείται στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ και αφορά στην συστηματική ανάδειξη της σημασίας όχι μόνον του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και ολόκληρου του αχανούς ελληνιστικού κόσμου και της πάντα επίκαιρης κληρονομιάς του.

Εκτός από την διδακτορική της διατριβή με θέμα τις μάγισσες στον αρχαιοελληνικό μύθο έχει δημοσιεύσει πέντε βιβλία και 122 επιστημονικά άρθρα, μελέτες και παρουσιάσεις με θέματα σχετικά με την έρευνα και την ανασκαφή στις Αιγές και την Μακεδονίδα γη, τα ταφικά έθιμα, την τέχνη και τον πολιτισμό των Μακεδόνων, την αρχαία ζωγραφική, την αρχιτεκτονική, τον Μέγα Αλέξανδρο και τον ελληνιστικό κόσμο, την μαγεία, τον μύθο, την θρησκεία και τις γυναίκες στην αρχαιότητα καθώς και με την προβληματική της κοινωνικοποίησης της αρχαιολογίας και την σημασία της προσέγγισης της φιλοσοφίας του αρχαίου κόσμου σήμερα. Από το 1993 μέχρι το 2003 δίδαξε κλασική αρχαιολογία στη Σχολή Ξεναγών του ΕΟΤ. Visiting fellow στο New College της Οξφόρδης, έχει διδάξει στο μεταπτυχιακό σεμινάριο αρχαιολογίας των Πανεπιστημίων της Οξφόρδης και του Σαλέρνο και στο σεμινάριο μουσειολογίας του πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει συμμετάσχει με ανακοινώσεις σε 83 επιστημονικά συνέδρια και έχει δώσει δεκάδες διαλέξεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Αλεξάνδρεια, Κάιρο, Κουβέιτ, Αντιόχεια, Κωνσταντινούπολη, Ρώμη, Νάπολη, Μιλάνη, Ζυρίχη, Βέρνη, Βασιλεία, Φραίμπουργκ, Μόναχο, Χαϊδελβέργη, Κολωνία, Μάνχαιμ, Βερολίνο, Παρίσι, Λονδίνο, Νέα Υόρκη κ.λ.π.). Έχει γράψει άρθρα σε αρχαιολογικά αφιερώματα της Καθημερινής και του Βήματος, έχει δώσει συνεντεύξεις σε εφημερίδες περιοδικά και τηλεοπτικές εκπομπές, ενώ έχει συνεργαστεί ως επιστημονικός σύμβουλος σε διεθνείς τηλεοπτικές παραγωγές και εκπαιδευτικά ντοκυμαντέρ των ΒΒC, ZDF, ARD, RAI, ΕΤ3, ΕΤ1, ARTE κ.λ.π.

Από το 2006 είναι συνεχώς τακτικό μέλος του Συμβουλίου Μουσείων και Μουσειακής Πολιτικής του Υπουργείου Πολιτισμού, ενώ από το 2005 ως το 2011 διετέλεσε αντιπρόεδρος και Γενική Γραμματέας του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων. Γνωρίζει αρχαία Ελληνικά, Λατινικά, Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά και λίγα Ιταλικά. Το 2008 για το επιστημονικό έργο της της απονεμήθηκε από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας ο Χρυσός Σταυρός του Τάγματος του Φοίνικος.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα