Αιμίλιος Χειλάκης: «Το εμφυλιακό κλίμα που υπάρχει στην Ελλάδα και συντηρείται, δεν είναι τυχαίο»
Λίγο πριν την παράσταση «Μόνος με τον Άμλετ» στο Θέατρο Δάσους, ο σπουδαίος ηθοποιός δίνει στην Parallaxi μία απολαυστική συνέντευξη
Μιλήσαμε λίγο πριν φύγει για ακόμα ένα ταξίδι εν μέσω της περιοδείας του για την παράσταση “Μόνος με τον Άμλετ” όπου ανεβαίνει ξανά μετά από οκτώ χρόνια στη σκηνή για να ερμηνεύσει τους βασικούς ρόλους του σαιξπηρικού δράματος σε μια υποβλητική παράσταση που συγκλόνισε κοινό και κριτικούς και στη Θεσσαλονίκη εκείνη την πρώτη φορά.
Τώρα, ο Αιμίλιος Χειλάκης συναντά και πάλι τον Άμλετ, την Οφηλία, τον Κλαύδιο, τον Γερτρούδη, τον Πολώνιο, τον Λαέρτη, τον Οράτιο και το Φάντασμα θυμίζοντας για ακόμα μία φορά πόσο συγκλονιστικός μπορεί να είναι σε μία πολύ καλή θεατρική δουλειά – που ευτυχώς έχουμε τη δυνατότητα να το λέμε συχνά μέσα από τις επιλογές του κατά καιρούς. Δίπλα του επί σκηνής ο σπουδαίος συνθέτης Δημήτρης Καμαρωτός για μία μεγάλη περιοδεία σε όλη την Ελλάδα και σταθμό στη Θεσσαλονίκη, την Δευτέρα 7 Ιουλίου στο Θέατρο Δάσους.
Με αφορμή τη στάση του στη Θεσσαλονίκη, ο Αιμίλιος Χειλάκης μιλά στην Parallaxi όπως υπέροχα μπορεί να δημιουργεί τις συνθήκες για μία πολύ ωραία κουβέντα.
Πόσο κουραστική είναι μία περιοδεία για έναν ηθοποιό;
Είναι πάρα πολύ κουραστική. Αλλά ανταμείβεσαι πάρα πολύ από όλο αυτό. Ουσιαστικά όμως αυτό που μένει είναι πως, αν υπάρχει κάποιος όρκος του Ιπποκράτη για τους ηθοποιούς, αυτός είναι να περιοδεύεις την τέχνη σου. Να κρατάμε με έναν τρόπο δηλαδή το όρκο μας. Και αυτό το κρατάμε, ειδικά η γενιά η δική μου που έχει ξεκινήσει θέατρο κάπου εκεί πέρα στα μέσα προς τα τέλη της δεκαετίας του 1980, ξεκίνησε βλέποντας παραστάσεις το καλοκαίρι σε παραστάσεις του εθνικού, στην Επίδαυρο… Δηλαδή για εμάς η τέχνη περιόδευε, δεν έμενε στα κλειστά τείχη της πώλησης, στα αστικά θέατρα, τα ωδεία. Βεβαίως εκεί πέρα γεννηθήκαμε κι εμείς, αλλά έχουμε μια υποχρέωση την τέχνη μας να την κινήσουμε.
Υπάρχει όμως πραγματική ξεκούραση όπως συμβαίνει με άλλους ανθρώπους που στις διακοπές τους μπορούν να τα κλείσουν όλα και να ξεκουραστούν;
Όχι, δεν υπάρχει αυτό σε εμάς. Και δεν υπάρχει επειδή εμείς είμαστε διαρκώς υπό αίρεση, ενώ άλλοι δεν είναι. Εμείς διαρκώς πρέπει να αποδεικνύουμε την χρησιμότητα μας. Πρέπει να είμαστε συνεχώς στις επάλξεις. Το «Μη σου τύχει» τελείωνε κι εγώ είχα ξεκινήσει έναν μήνα πριν να ετοιμάζω το «Μόνος με τον Άμλετ». Για να καταλάβετε, η παράσταση ξεκίνησε στις 20 Ιούνιου, όμως δουλευόταν ήδη 3 μήνες. Δεν ξεκουραζόμαστε με την έννοια που άλλοι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την ξεκούραση. Για μένα, μια μέρα που δεν έχω τίποτα να κάνω το πρωί, που δεν έχω να πάω σε καμία δημόσια υπηρεσία και κοιμάμαι μέχρι τις 11 είναι σαν να έκανα 15 μέρες διακοπές τον Αύγουστο.
Ποια ήταν η ανάγκη σας να επιστρέψετε στον «Αμλετ» σήμερα;
Αυτά είναι κλασικά κείμενα και επιστρέφουν διαρκώς στις φάσεις της δύσκολης ζωής σου και είναι δύσκολη η ζωή μας, γιατί ευτυχώς υπάρχουν και οι άλλοι. Διαρκώς είμαστε σε μια συνομιλία με τους ανθρώπους που θέλουμε να έχουμε δίπλα μας, με τους ανθρώπους που δεν θέλουμε να έχουμε δίπλα μας, με τους ανθρώπους που αποφεύγουμε, με τους ανθρώπους που θέλουμε να μας συντροφεύουν. Αυτή η διαρκής συνομιλία μας φέρνει τη δυσκολία στη ζωή. Αυτό γαληνεύει από την τέχνη και δη, από μεγάλους συγγραφείς όπως ο Σαίξπηρ. Το να ακουμπάς αυτά τα μεγάλα κείμενα, γιατί κάποιος άλλος έχει κάνει τις ερωτήσεις που θες να κάνεις εσύ τώρα και τις έχει κάνει πολύ καλύτερα, αυτό είναι το σπουδαίο στη λογοτεχνία, θα εκφράσει τις μύχιες σκέψεις σου, μπορεί και με μία λέξη μόνο. Αυτό είναι τεράστιο και μπορούμε να ακουμπάμε εκεί πέρα. Και εμείς οι ηθοποιοί, είμαστε ουσιαστικά αυτοί οι μεσίτες του λόγου με το έργο. Σας φέρνουμε μέσα από πράξη τα μεγάλα λόγια. Και γι’ αυτό ξανακάνουμε το «Μόνος Με τον Άμλετ», γιατί σας καλούμε σε πράξη.
Μα κάθε θεατρική πράξη, δεν είναι ένας τρόπος να κληθεί ο κόσμος, να σηκωθεί από το σαλόνι του;
Ναι, αλλά το έργο το οποίο μιλάει για την περισπούδαστη σκέψη, για την τεράστια ανάλυση, για την απίστευτη ερώτηση να ζει κανείς ή να μη ζει, για όλα αυτά, είναι πιο δυνατό το να το παραστήσεις. Και ειδικά με τον τρόπο το δικό μας που έχουμε γυρίσει πολλά σημεία του έργου προς τους θεατές και τους ρωτάμε, ακριβώς όπως αναρωτιέται ο Άμλετ, αλλά η ερώτηση είναι πολύ πιο ζωντανή πράξη από την αναρώτηση. Η αναρώτηση έχει κάτι αυτιστικό μερικές φορές. Το να αναρωτιέμαι δεν σημαίνει πως ρωτάω κιόλας. Έχει την ασφάλεια του ότι και να μην απαντήσω δεν το ξέρει κανένας. Ενώ αν σας ρωτήσω πρέπει να μπορέσω να αντιμετωπίσω και την απάντησή σας, την επόμενη ερώτησή σας. Ξέρεις το δημόσιο βήμα έχει αυτή τη δυσκολία. Πρέπει να έχεις σπουδαίο λόγο για να ανέβεις.
Θα απευθυνθείτε ωστόσο σε ένα κοινό που πολλά του άλλαξαν αυτά τα χρόνια. Νιώθετε να μας μετακινούν τα δεινά ή τα τελευταία χρόνια λίγο παραπάνω μοιάζει να τα δεχόμαστε όλα χωρίς ιδιαίτερη αντίδραση;
Δεν έχει αλλάξει ποτέ το πρόσημο και για ποιο λόγο κάνουμε θέατρο. Δεν έχει αλλάξει δηλαδή το πρόσημο της συνομιλίας μεταξύ των ανθρώπων μέσω ιστοριών. Γιατί οι ιστορίες είναι αυτές οι οποίες μας βοηθούν να καταλάβουμε τι θέλουμε για το μέλλον, τι συμβαίνει στο παρόν και τι ουσιαστικά κάναμε σωστό ή λάθος στο παρελθόν. Η ανθρώπινη ιστορία, η ιστορία η λογοτεχνική, η καλλιτεχνική είναι αυτή η οποία μας κάνει καλύτερους ή χειρότερους. Αναρωτιέμαι μερικές φορές, ο Τραμπ μάλλον μόνο action movies πρέπει να έβλεπε. Διαφορετικά, δε μπορεί αυτός ο άνθρωπος, τόσο επιθετικός να αντιλαμβάνεται τα πράγματα μόνο ως «βομβαρδίζω και εξαλείφω από προσώπου γης τον αντίπαλο μου». Στη τέχνη, επί του πρακτέου εμείς τι κάνουμε; Εδώ είναι το ζήτημα. Πρέπει κάποια στιγμή να αναλάβουμε τα κελεύσματα της τέχνης και πρέπει να τα κάνουμε επόμενη τέχνη, να τα κάνουμε επόμενη ιστορία, να τα κάνουμε επόμενη μας αφήγηση για τους νεότερους, να κάνουμε ένα χτύπημα στην πλάτη για τους παλιότερους, του τύπου «κοιτάξτε, τα ξεχάσαμε αυτά». Κάτι πρέπει να τα κάνουμε… Εγώ έρχομαι με αυτό το έργο και με την πολύτιμη συνεργασία του Δημήτρη Καμαρωτού, αυτού του τεράστιου μουσικού επί σκηνής, για να θυμίσω την ανάγκη της τέχνης. Αυτό είναι νομίζω το σημαντικότερο που έχει αγκαλιάσει ο κόσμος με πρωτοφανή αγάπη την παράσταση «Μόνος με τον Άμλετ». Δηλαδή ο τρόπος που αντιλαμβάνεται το κοινό τη θέση του, είναι πραγματικά σπουδαίος. Δεν είναι μόνο ένας κόσμος ο οποίος βλέπει μια παράσταση, είναι ένας κόσμος που στο τέλος όχι απλά επικροτεί, με έναν τρόπο συμφωνεί και λέει «ναι έλαβα το μήνυμα». Έτσι, ουσιαστικά αυτό συμβαίνει στις παραστάσεις μας.
Ποια θα μπορούσε να είναι η μεγαλύτερη δική σας νίκη του τελειώνοντας αυτή την περιοδεία;
Δεν είναι μόνο μία η απάντηση που θα σου δώσω. Είναι ένα μπουκέτο απαντήσεων. Αλλά το μπουκέτο από μακριά έχει ένα κέλευσμα. Ψηφίστε. Πάρτε το θάρρος της πολιτικής σας άποψης. Όχι της κομματικής. Δείξτε ότι η πολιτεία έχει ένα σώμα, τους ψηφοφόρους, οι οποίοι ουσιαστικά αναπνέουν, ζουν, ανασαίνουν. Δεν έχει πεθάνει αυτό το σώμα. Οι κυβερνώντες μας νιώθουν ότι δεν υπάρχουμε και έτσι μπορούν να κάνουν ο, τι θέλουν. Πρόσεξε, ένθεν κακείθεν – για να προλάβω την όποια ερώτηση – γιατί τι κάνανε οι προηγούμενοι, τι θα κάνουν οι επόμενοι, δεν υπάρχει αντιπολίτευση. Πρέπει να τους δείξουμε με τη θέση μας, ότι συμπονούμε ή διαφωνούμε. Αλλά να το δείξουμε. Δεν μπορούμε να αφήνουμε το εργαλείο της Δημοκρατίας – την ψηφοφορία – σε ακραίες φωνές.
Είναι ένα έργο που στηρίζει την ιστορία του στην ενοχή και σκέφτομαι πως ήταν μία εποχή εκείνη που η ενοχή ήταν ενοχή και σήμερα νιώθω να χάνουν το νόημα τους οι λέξεις, ειδικά αυτές που έχουν ευθύνη. Είναι έτσι;
Όλα αυτά που είπες ξεκινούν από μια μεγάλη λέξη, που λέγεται ανάγκη. Το θέμα είναι πώς έχεις προσωποποιήσει ή ονομάσει την ανάγκη σου. Αυτό είναι το σημαντικό. Η ανάγκη έχει και μια προσπάθεια να την εκπληρώσεις. Άρα αυτό έχει την ευθύνη της πράξης. Και φτάνουμε στην ευθύνη. Εμείς δεν έχουμε ονομάσει καν τις ανάγκες μας. Γιατί αν ανάγκη είναι το καινούργιο iphone, δεν θα συζητήσουμε άλλο. Δεν μπορώ να σου πω κάτι, δεν μπορώ να σου πω ότι θα διαψευστεί η ανάγκη σου. Αν η ανάγκη σου δεν είναι το να μπορεί να ακουστεί η φωνή σου, κι όχι μόνο να μεταδοθεί μέσα από το iphone, δεν έχουμε νομίζω μετουσιώσει την προσωπική μας παιδεία σε αυτή την ανάγκη. Ξέρουμε για τί πράγμα μιλάμε, γιατί αν πει ένας πολίτης, «τι μας λες ρε Χειλάκη, τα ξέρω όλα αυτά», θα του απαντήσω «ναι, τα ξέρεις αλλά τι έχεις κάνει;». Και εδώ είμαι να το συζητήσω και αν πρέπει και να διαφωνήσουμε. Δεν πιέζω, δογματικός δεν είμαι, ακούω μια άλλη θέση και αντιλαμβάνομαι όταν έχει δίκιο κάποιος. Δεν μπορείς όμως να μη συμφωνήσεις, είτε είσαι αριστερός είτε δεξιός, ότι τα ενοίκια είναι ακριβά. Απλά, είμαστε ένα κράτος το οποίο γεννήθηκε μέσα από εμφύλιο. Να σου θυμίσω ότι το πρώτο μεγάλο πολιτικό λάθος που συνέβη στην Ελλάδα είναι η δολοφονία του Καποδίστρια. Αυτό το εμφυλιακό κλίμα που υπάρχει στην Ελλάδα και που συντηρείται δεν είναι τυχαίο. Είναι ψηφοθηρικό. Είμαστε κι εμείς ένας αγρός που μπορεί να καλλιεργηθεί έτσι. Το ζήτημα είναι πάλι, ότι το ξέρουμε ότι είναι λάθος, τι κάνουμε όμως για να το νικήσουμε.
Και αν έπρεπε να βάλουμε προτεραιότητες στην εποχή μας, ποιες θα έπρεπε να είναι αυτές κατά τη γνώμη σας;
Ο καθένας που από το μετερίζι του. Εγώ έχω ως προτεραιότητα να σας λέω ιστορίες οι οποίες δείχνουν το πρόβλημα.
Στο σύνολο όμως, στο να μπορέσουμε να πάμε ως κοινωνία παραπέρα;
Οι πολιτικοί μας ηγέτες που κανονικά θα έπρεπε να απαντήσουν σε αυτή την ερώτηση, έχουν αποτύχει. Δεν ξέρω τι να σου πω σε αυτό. Είμαι καλλιτέχνης, δεν μπορώ να σου απαντήσω, μπορώ όμως να σου βάλω τις ερωτήσεις. Αυτό είναι ο σκοπός μου, αυτός είναι και ο τρόπος λειτουργίας μου. Δηλαδή αν έχω από τον κατασκευαστή μου κάποιες οδηγίες χρήσης, είναι μία λεζάντα που γράφει «αφήστε τον να σας κάνει ερωτήσεις».
Αυτό είναι και το θέατρο για εσάς;
Βέβαια, μόνο αυτό. Κάθε ερμηνεία σε κάθε ρόλο είναι μια τοποθέτηση. Η αντίληψη του τι ακριβώς είναι η υποκριτική, είναι τοποθέτηση. Εγώ είμαι πάντα ένας άνθρωπος ο οποίος παίζει θέατρο, δεν ζει θέατρο. Δεν θα μπω ποτέ στην διαδικασία του ψυχολογικού θεάτρου, δε με ενδιαφέρει. Γι’ αυτό και δεν είμαι και φίλος και οπαδός της κάμερας, η οποία ζητάει ρεαλισμό. Ρεαλισμό αν θέλαμε, θα κάναμε ντοκιμαντέρ. Εγώ θέλω ποιητικό ρεαλισμό, κάτι το οποίο να έχει φτιαχτεί δηλαδή. Και ποιήση – το λέει η λέξη – είναι κάτι το οποίο έχει φτιαχτεί. Δεν είναι αυτό που συμβαίνει απλά καθημερινά. Γι’ αυτό και λέμε τους μεγάλους μας τραγικούς, ποιητές. Και στο λέω τώρα όλο αυτό. γιατί εγώ έρχομαι με ένα μεγάλο ποίημα, με αυτή τη μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά επάνω στον Σαίξπηρ και σε βάζω σε διαδικασία. Εγώ είμαι πολύ ευτυχής που το κάνω. Αλλά δεν αφήνω αυτιστικά στην χαρά του ότι εγώ παίζω όλο το έργο του Άμλετ για να μου πεις εσύ «Ρε Χειλάκη πόσο σπουδαίος είσαι!». Πίστεψε με πραγματικά μου είναι αδιάφορο. Θα χαρώ να μου πεις ότι είμαι καλός. Θα το σκεφτώ αν μου πεις ότι δεν σου άρεσε. Δεν θα μπω στη διαδικασία ποτέ να κρέμεται όλη η ζωή μου από αυτό. Η ζωή μου θα κρέμεται από την επόμενη προσπάθεια που θα κάνω για να φτιάξω ένα ποίημα.
Πώς είναι να αποχαιρετάς έναν ρόλο, που πρέπει να φύγει μέσα από τον ηθοποιό;
Δεν μπήκε ποτέ μέσα μου ρόλος, ούτε εγώ μπήκα ποτέ μέσα σε ρόλο. Αυτά είναι πράγματα τα οποία λένε οι ηθοποιοί για να ψαρώνουν εμάς και να λέμε «Τι σπουδαία δουλειά κάνουμε». Μην πιστεύετε τους ηθοποιούς που λένε ότι μπήκαν μέσα στον ρόλο. Νομίζουν ότι έχουν μπει. Αν είχαν μπει πραγματικά, δεν θα ακούγανε από δίπλα τους, δεν θα βλέπανε το φως, δεν θα επικοινωνούσαν με το κοινό, τίποτα από όλα αυτά. Νομίζει κάποιος, επειδή μπαίνει σε μια έκσταση αυτιστική, με μια συγκίνηση που μπορεί να έχει ο ίδιος ο ρόλος, ότι μπορεί να είναι και αυτός συγκινημένος. Όχι, είναι η αυτιστική έκσταση του ανθρώπου, ο οποίος λέει «πω πω εγώ τώρα είμαι ο Άμλετ που έχει κάνει και ο Λόρενς Ολίβιε». Και λες τώρα τι να σου εξηγήσω, αν έβλεπε ο Λόρενς Ολίβιε τον Άμλετ σου να ξέρες πόσο θα γέλαγε… Απαντώντας λοιπόν στην ερώτηση, δεν μπαίνεις ποτέ σε μια διαδικασία για το ρόλο. Μπαίνεις όμως στον κανόνα που έχεις φτιάξει για να παίξεις το ρόλο. Όπου αυτός ο κανόνας, κατά πάσα πιθανότητα, είναι ο κανόνας και της ζωής σου της καθημερινής. Το πώς ζεις, το πώς ανασαίνεις. Όχι λοιπόν, δεν έχω μπει ποτέ σε ρόλο, ούτε έχει μπει ρόλος μέσα μου.
Καλά, στο «Μόνος με τον Άμλετ» έχουμε και οκτώ ρόλους, δηλαδή θα ήταν λίγο και παρανοϊκό να πρέπει να μπείτε μέσα σε αυτούς
Όπως καταλαβαίνεις, εγώ ξεκινάω ένα παιχνίδι με κανόνα. Και αυτό το παιχνίδι μου επιτρέπει να μπορώ να παίξω όλους αυτούς τους ρόλους. Το παιχνίδι μου είναι πάρα πολύ σοβαρό. Είναι ένα παιχνίδι το οποίο έχει να κάνει με τις ερωτήσεις που θέλω να απευθύνω στο κοινό. Οι ερωτήσεις που θέλω να απευθύνω δεν είναι καθόλου παιδαριώδεις. Αν και τα παιχνίδια είναι πάντα πολύ σοβαρά. Έχει κανόνα το παιχνίδι. Το άναρχο παιχνίδι δεν προσφέρει τίποτα, ούτε ψυχαγωγία δεν προσφέρει.
Γιατί έγινε τελευταία πολύς λόγος για τη συμμετοχή σας σε μια διάσκεψη του Αλέξη Τσίπρα;
Προφανώς δεν είχαν πολλές ειδήσεις.
Σας ενοχλεί αυτό όπου μπορεί να βγάλουν πράγματα τα οποία μπορεί και να μην υπάρχουν, ας πούμε, γενικότερα;
Όχι, δεν με ενοχλεί. Μια χωρίς λόγο είδηση, μια ψευδής είδηση, μια ηλίθια είδηση, θα κρεμαστεί στα μανταλάκια για 24 ώρες και μετά θα βγει η επόμενη
Όπως έγινε viral και αυτό που είπατε ότι θα φύγετε από την Αθήνα τα επόμενα χρόνια;
Μα κι αυτό, είχε ξεχαστεί ότι το έχω ξαναπεί και ήθελαν να το ξαναβάλουν. Μα δείτε ποια site θα γράφουν… Εγώ θα πω, μην πολεμήσεις ποτέ με τον ηλίθιο, θα ηττηθείς. Επίσης μην πολεμήσεις ποτέ με τον ηλίθιο εαυτό σου, θα ηττηθείς πάλι. Άστο να καταλάβεις αργότερα το λάθος που έχεις κάνει. Εγώ το ξέρω αυτό. Και ξέρω και τα λάθη μου και έχω κάνει και γιατί τα έχω κάνει. Αλλά τα ξανακάνω. Γιατί τα λάθη δεν είναι αποτέλεσμα μιας απόφασης, είναι αποτέλεσμα μιας συνισταμένης αποφάσεως. Δεν θα αντιμετωπίσω λοιπόν τίποτα από όλα αυτά παραπάνω από ειδήσεις του πενταλέπτου.
Όταν σας λένε Θεσσαλονίκη τι σκέφτεστε;
Επειδή δεν έχω ζήσει για πολύ στην Θεσσαλονίκη, για μένα είναι η πόλη των φίλων, είναι η πόλη που ζήτησα σε γάμο τη σύζυγό μου, είναι η πόλη που θα ανέβω και θα συνομιλήσω με ανθρώπους που αγαπώ πάρα πολύ και έχω μεγάλη εμπιστοσύνη στην κρίση τους. Είναι μια πόλη η οποία πάντα θα είναι προορισμός. Δεν μου ήταν ποτέ αφετηρία, όπως ας πούμε στην Αθηνά, τη σύζυγό μου, αλλά για μένα θα είναι πάντα ένα σημαντικό προορισμός.
Τι έχει η επόμενη σεζόν για εσάς;
Από Σεπτέμβρη θα σας κλείσουμε σε έναν ιστό κωμικοτραγικό, για το τί ακριβώς είναι το cancel. Για το τί ακριβώς είναι όλη αυτή η cancel culture στα social media μέσα από μια υπέροχη μαύρη κωμωδία που θα λέγεται «Cancel» και θα παίζεται στο θέατρο Αθηνών με την Αθηνά Μαξίμου και τον Θανάση Κουρλαμπά και κάθε Παρασκευή και Κυριακή θα έχουμε και μεταμεσονύκτια παράσταση. Πάμε να επαναφέρουμε τη μεταμεσονύκτια στην θεατρική ζωή της Αθήνας. Άλλωστε, μιλάς σε έναν άνθρωπο από μια γενιά ανθρώπων που έχουμε ζήσει τις μεταμεσονύκτιες, με το ποτό στο χέρι. Τότε μάλιστα καπνίζαμε κιόλας μέσα στην αίθουσα, αρχές της δεκαετίας του ’90 που κανείς δε φανταζόταν τότε ότι κάποτε θα απαγορευτεί το κάπνισμα.
Το ξέρετε ότι δίπλα στο «είδα τον Χειλάκη» υπάρχει πάντα κι ένα «τι φωνή!». Πως το ακούτε αυτό, σας κουράζει η συχνότητα αυτή που λέγεται;
Όχι μωρέ, δεν είναι εκνευριστικό. Είναι ένα εργαλείο η φωνή μου. Και εγώ χαίρομαι που λόγω της γαλήνης ή της ωραιότητας ή της γοητείας που προσφέρει, η φωνή μου μεταφέρει και το μυαλό μου. Το μυαλό μου έχει χίλιες σκέψεις, 500 λύσεις, 200 ανάγκες και όλες αυτές τις μοιράζομαι μαζί σας, μέσα από μεγάλα κείμενα. Άρα με τη φωνή μου την ωραία θα ακούσετε Χειμωνά, θα ακούσετε Μολιέρο, θα ακούσετε Ευριπίδη ή Σοφοκλή. Θα έλεγα λοιπόν στον κόσμο, επικεντρωθείτε στο τι ακούγεται, μην επικεντρώνεστε μόνο στο περιτύλιγμα. Η φωνή μου είναι ένα πάρα πολύ ασκημένο περιτύλιγμα. Ακούστε τι λέει. Αυτό είναι πάντα που λέω. Προς Θεού, δεν παραπονιέμαι ότι έχω μείνει από έξω από μια αναγνώριση της πνευματικότητάς μου. Το σέβομαι και το απολαμβάνω πια. Απλά λέω, μη μένετε σε περιτύλιγμα. Ειδικά στα νέα παιδιά το λέω αυτό που είναι κι ένας στόχος μου να μιλήσω σε αυτά.
Φταίει και η εποχή που όλα πρέπει να γίνονται γρήγορα;
Είμαστε σε μια εποχή που έχει νέα εργαλεία. Δεν την δαιμονοποιώ. Δε θα με ακούσεις ποτέ να δαιμονοποιώ το AI. Είναι ένα εργαλείο που μπορεί να σου δώσει πάρα πολύ χρήσιμα πράγματα. Ξέρεις και με την τυπογραφία, μπορεί να φτιάξεις ένα καλό βιβλίο και μπορείς να τυπώσεις και την χειρότερη προπαγάνδα. Το θέμα λοιπόν είναι πώς χρησιμοποιείται. Θα πρέπει να αναπτύξουμε νέους νευρώνες για να αντιμετωπίσουμε την τεχνητή νοημοσύνη. Θα την αντιμετωπίσουμε όμως οι άνθρωποι. Θα καταλάβουμε τι είναι το ψευδές και τι είναι το αληθές. Θα περάσει χρόνος. Είμαστε σε μια φάση που γίνεται κάτι πάρα πολύ μεγάλο. Αλλά είμαστε εδώ για να μας το επιτρέψουμε. Και σε αυτό συνήθως βοηθά η τέχνη. Αν διαβάσεις τον Φρανκεσταϊν αυτή τη στιγμή, θα καταλάβεις για το τέρας των επιτευγμάτων. Θα το διαβάσεις αλλιώς πια. Ξέρεις, θέλω να συνομιλήσω με τη νέα γενιά για όλα αυτά. Μ’ αρέσει πάρα πολύ αυτή η γενιά, οι 20άρηδες, οι 25άρηδες που έχουν ένα θυμό μέσα σε μια γνώση σφαιρική. Θέλω να τους συγκεκριμενοποιήσω και τη γνώση, αλλά και τη διαχείριση του θυμού τους. Και σου μιλάει ένας άνθρωπος ο οποίος είναι και αυτός θυμωμένος, ε! Όμως φαντάζομαι όλοι μας είμαστε θυμωμένοι. Δε γίνεται να μην είμαστε. Το θέμα είναι ότι εγώ το θυμό μου τον κάνω «Μόνος με τον Άμλετ». Θα πρέπει λοιπόν ο καθένας να φτιάξει το δικό του «κάστρο» για να αντιμετωπίσει τον δικό του θυμό.
*”Μόνος με τον Άμλετ” | Δευτέρα 7 Ιουλίου 2025 | Θέατρο Δάσους | 21.30
*”Μόνος με τον Άμλετ” | Κυριακή 10 Αυγούστου 2025 | Ανοιχτό Θέατρο Νέων Μουδανιών | 21.00
*”Μόνος με τον Άμλετ” | Δευτέρα 11 Αυγούστου 2025 | Αμφιθέατρο Σίβηρης, Χαλκιδική | 21.00
Προπώληση: ticketservices