χρυσή-μπαχτσεβάνη-αποφασίζω-με-την-κ-1393783

Θέατρο

Χρυσή Μπαχτσεβάνη: «Αποφασίζω με την καρδιά μου πια και όχι με κουτάκια λογικής που λένε έτσι θα πετύχεις»

Η ηθοποιός που αγαπήσαμε από παραστάσεις του ΚΘΒΕ, επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη απόψε και αυριο με το «Συνέδριο για το Ιράν» και μιλά στην Parallaxi για όλα!

Γιώργος Σταυρακίδης
Γιώργος Σταυρακίδης

Μετά από έναν χρόνο απουσίας από τη Θεσσαλονίκη, η Χρυσή Μπαχτσεβάνη επιστρέφει για δύο μόνο παραστάσεις στο Metropolitan The Urban Theater, απόψε και αύριο, με το έργο «Το Συνέδριο για το Ιράν» του Ivan Vyrypaev, σε σκηνοθεσία Χρήστου Θεοδωρίδη. Η παράσταση, παραγωγή της Ορχήστρας των Μικρών Πραγμάτων, έρχεται στο πλαίσιο του 60ού Φεστιβάλ Δημητρίων, συνεχίζοντας τη δημιουργική διαδρομή μιας ομάδας που η πόλη αγάπησε μέσα από το εμβληματικό «Σ’ εσάς που με ακούτε».

Η Χρυσή Μπαχτσεβάνη, μια από τις πιο ενδιαφέρουσες παρουσίες της νέας γενιάς ηθοποιών, έχει καταφέρει μέσα σε λίγα χρόνια να αφήσει το δικό της στίγμα στη θεατρική σκηνή και τώρα επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη για να ξανασυναντηθεί με το κοινό που την ανέδειξε.

Μετά τη σαρωτική πορεία της προηγούμενης σεζόν στην Αθήνα, όπου σημείωσε δύο εξαιρετικά επιτυχημένους κύκλους παραστάσεων στο ΠΛΥΦΑ και στο Θέατρο ΠΟΡΕΙΑ, «Το Συνέδριο για το Ιράν» μεταφέρεται για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη. Το έργο του Vyrypaev, γραμμένο το 2018 και τοποθετημένο στη Δανία, τη χώρα με τους πιο ευτυχισμένους ανθρώπους στον κόσμο, ξεκινά ως μια διανοητική συνάντηση εννέα μελών της πνευματικής ελίτ για το «Ιρανικό ζήτημα» και μετατρέπεται σε ένα «Συνέδριο για το Εμείς».

Με έναν λόγο που ακροβατεί ανάμεσα στη φιλοσοφία και την ποίηση, στην πολιτική και την ανθρώπινη αναζήτηση, το έργο διερευνά την ανάγκη επικοινωνίας, την αγάπη και το αιώνιο ερώτημα για το νόημα της ζωής. Μια παράσταση-πρόσκληση για σκέψη και συγκίνηση, όπου οι θεατές παρακολουθούν εννέα ομιλητές να προσπαθούν να εξηγήσουν τον κόσμο, μόνο για να συναντήσουν τελικά τον εαυτό τους.

Με αφορμή την… επιστροφή της στη Θεσσαλονίκη, η Χρυσή Μπαχτσεβάνη μιλά στην Parallaxi για τα νοήματα του έργου και τα νοήματα της δικής της ζωής

Τι ακριβώς είναι αυτό που θα δούμε;

Είναι ένα συνέδριο και ο Χρήστος το διαχειρίζεται ακριβώς έτσι, ως ένα συνέδριο με 10 ομιλητές που λένε 10 κείμενα, ο καθένας ξεχωριστά μόνος του. Και αυτό ξέρεις ενώ φανταζόμουν ότι μπορεί να κουράσει, κάπως συνέβη το ακριβώς αντίθετο στο κοινό. Ο καθένας βρίσκει τα δικά του κοινά σημεία με κάποιο από τα κείμενα και συμφωνεί με αυτό ή και διαφωνεί. Ξέρεις, πολλοί από το κοινό κάνουμε μετά ερωτήσεις ή έρχονται να πουν ότι διαφωνούν με αυτό που είπα. Δηλαδή, μας διαπραγματευόταν ο κόσμος, σαν να είμαστε οι προσωπικότητες που υποδυθήκαμε και όχι οι ηθοποιοί.

Θα μπορούσαμε να πούμε πως το «Συνέδριο για το Ιραν» είναι η συνέχεια των συντελεστών, μετά το «Σ’ εσάς που με ακούτε» που πάλι συμμετείχες κι εσύ;

Ως κόνσεπτ δεν έχει καμία σχέση. Ο Χρήστος δουλεύει με έναν συγκεκριμένο τρόπο φυσικά και αλλάζει ανάλογα με τις συνθήκες. Δηλαδή εδώ δουλεύτηκε πάρα πολύ ο λόγος, μέχρι να ανδρωθεί η κάθε μία προσωπικότητα από την αρχή μέχρι το τέλος της και να στηριχτεί από τον καθένα μας, ακόμη και αν είχαμε διαφωνίες σε σχέση με αυτό που λέγαμε εμείς οι ίδιοι. Το «Σ έσάς που με ακούτε» θεωρώ ότι μιλούσε πιο πολύ στον λαϊκό στρώμα, μιλούσε στην ψυχή του ανθρώπου που είναι χαμένος, που είναι αδύναμος και καταπατούν τα δικαιώματά του, τη ζωή του. Εδώ μιλάνε άνθρωποι, επειδή είναι έργο γραμμένο από τον  Ivan Vyrypaev, που ανήκουν στην ελίτ της Δανίας. Οπότε μιλάνε κάπως εκ του ασφαλούς. Είναι μια δημοσιογράφος, ένας συγγραφέας, ένας παπάς. Θέλω να πω, μιλάνε από τελείως άλλη θέση. Οπότε αυτό είναι που αλλάζει. Αλλά πάλι η τοποθέτηση του Χρήστού σε σχέση με το τώρα και όσα συμβαίνουν, είναι με τον ίδιο τρόπο ακριβής και πολύ ξεκάθαρη.

Πόσο σημερινό και πόσο παγκόσμιο τελικά είναι το «Συνέδριο για το Ιράν» σε μία εποχή που οι συγκρούσεις είναι καθημερινές;

Ακριβώς, θεωρώ αυτό το έργο ότι αφορά αυτό που γίνεται στην παγκοσμιότητα. Δεν έχει τόσο έντονο το ελληνικό στοιχείο μόνο, όπως είχε η Λούλα στο «Σ’ εσάς που με ακούτε». Γιατί η Λούλα μίλησε για εμάς 20 χρόνια πριν. Εδώ υπάρχει τοποθέτηση για όλα τα ζητήματα. Για το τι συμβαίνει στην Αμερική, για το ποιος είναι εκεί ο πρόεδρος, για το τι συμβαίνει στο Ιράν, τι συμβαίνει στην Παλαιστίνη, στη Γάζα. Έχει γίνει και δραματουργία τέτοια, που συνομιλούμε ακριβώς με τα γεγονότα που συμβαίνουν αυτή τη στιγμή. Φυσικά εδώ έχει παρέμβει στο κείμενο ο Χρήστος με την Ιζαμπέλα Κωνσταντινίδου.

Ποιο από τα νοήματα του, αισθάνθηκες να σε αγγίζει περισσότερο;

Θα σου πω ένα που λέω εγώ και το οποίο, ακόμα και τώρα δηλαδή που έκανα χτες πρόβα, έκανα μια παύση και δεν μπορούσα να το αρθρώσω γιατί όντως το εννοώ. Είναι αυτό που λέει η Έμα ότι «δεν μπορούσα καλά να βγάλω μιαν άκρη γιατί ζω». Υπάρχουν στιγμές που, σε σχέση με όλα όσα γίνονται, όταν παλεύεις στην καθημερινότητα για να ζήσεις, για να αντέξεις την αδικία, για να αντέξεις όλους τους πολέμους, όλους αυτούς τους διωγμούς και εσύ προσπαθείς να ζήσεις, μου φαίνεται κάποιες φορές σαν ένας αγώνας κάποια στιγμές χαμένος, που δεν ξέρω πού ακριβώς βρίσκομαι, πώς θα αντέξω το γύρω για να προχωρήσω, για να ζήσω, με όλα αυτά τα βάρη. Αυτό φαντάζομαι ότι το αισθάνονται κι άλλοι άνθρωποι. Και είναι και άλλη μια φράση στο έργο, που λέει ο παπάς «άρα τι προτείνεις» και η απάντηση είναι «να κλάψουμε και να αγαπήσουμε» και θα το καταλάβει όποιος δει την παράσταση. Και εγώ νομίζω ότι όντως αυτά μας έχουν μείνει.

Η τέχνη πάντως μιλάει όλο και πιο συχνά για αυτή την ανάγκη της αγάπης και νιώθω πως είναι βασικό πια να επιστρέψουμε ως κοινωνία σε αυτή!

Μέσα στο κείμενο υπάρχουν πάρα πολλές στιγμές που αρθρώνεται το ότι έχει σημασία η αγάπη, η αγάπη προς τον διπλανό. Αν ασχοληθούμε με αυτό το συναίσθημα, θεωρώ ότι θα σταματήσουμε να πιστεύουμε ότι κάποιος είναι καλύτερος από εμάς ή χειρότερος. Θα σταματήσουμε να πιστεύουμε οτι μπορούμε να μπούμε σε ένα κράτος, να σκοτώσουμε έναν άνθρωπο, να κατακρίνουμε το διαφορετικό. Θα πρέπει να αγαπήσουμε πραγματικά τον δίπλα. Γιατί ζούμε όλοι στον ίδιο κόσμο. Είμαστε όλοι στον ίδιο κόσμο. Είμαστε όλοι άνθρωποι και το μόνο που αξίζει είναι ο δίπλα άνθρωπος και η αγάπη μας γι’ αυτόν. Τίποτα άλλο δεν μένει.

Νιώθεις ότι απομακρυνθήκαμε λίγο κάποια στιγμή από αυτό;

Πάρα πολύ. Εδώ και καιρό. Και σαν κοινωνία στην Ελλάδα το αισθάνομαι και παγκόσμια. Και ακόμη και στην δική μου προσωπική ζωή. Θεωρώ ότι ο καθένας από τα βάρη του, τις φοβίες του και τα άγχη του, έχει σταματήσει να κοιτάει τι κάνει ο διπλανός και δεν εννοώ τι κάνει στη ζωή του για να το κρίνει. Εννοώ να απλώσει το χέρι του. Να ακούσει αν ο διπλανός του χτυπάει έναν άντρα ή μια γυναίκα, αν ένας άνθρωπος δεν έχει να φάει, αν ένας σκυλί κακοποιείται στον δρόμο. Απ’ τα πιο απλά πράγματα μέχρι τα πιο σοβαρά. Και όχι απαραίτητα μόνο για τα αρνητικά. Ακόμα και να πεις μια καλημέρα στον δίπλα σου. Έχουμε γίνει απολύτως αγενείς. Παλιά υπήρχε και ένα «χαίρομαι πολύ που είσαι καλά, χαίρομαι πολύ που είσαι υγιής», ή ένα «Είσαι όμορφος σήμερα». Εγώ το απολαμβάνω πάρα πολύ να το λέω, να μιλάω όμορφα σε ανθρώπους ή για τη ζωή τους. Δεν είναι όλα ένα ατέλειωτο κυνήγι επιτυχιών, είτε οικονομικού επίπεδου, είτε σε επίπεδο καριέρας.

Στα ερωτήματα του έργου, είναι και το «Τι σημαίνει να ζεις» και θέλω να στο κάνω προσωπικό και να ρωτήσω εσένα, τι σημαίνει να ζεις Χρυσή;

Για μένα το να ζω, σημαίνει να είμαι συνδεδεμένη με την καρδιά μου. Να είμαι συνδεδεμένη με αυτό που νιώθω και να μπορώ να μοιράζομαι με γενναιοδωρία τα όμορφα αισθήματα που έχω. Εντάξει, κάποιες φορές μπορεί να έχω και θυμό και άγχη να μοιραστώ, αλλά κυρίως μπορώ να μοιραστώ την αγάπη μου, να αγκαλιάσω τους ανθρώπους που αγαπώ, να νοιαστώ για έναν άγνωστο που περνάει στο δρόμο και χρειάζεται τη βοήθειά μου. Νομίζω ότι δε θέλω πια να ζω με τικ στα κουτάκια που έχουν οριστεί, γιατί έτσι πρέπει να ζήσουμε ή πρέπει να φεύγουμε μόνο στην Αθήνα, ή μόνο έτσι κάνεις αυτό που θέλεις. Πιστεύω ότι ο καθένας πρέπει να είναι στον πυρήνα του και αυτός ο πυρήνας να σέβεται τον πυρήνα του διπλανού και να συμπορευόμαστε διαφωνώντας, αλλά χέρι-χέρι, ο ένας δίπλα στον άλλον.

Κάπως έτσι ξαφνικά, ήρθε και η απόφαση σου να πας από πέρυσι στην Αθήνα;

Ναι, δεν είχα κάποιο τέτοιο σχέδιο, αλλά κάτι το οποίο δεν το ξέρουν πολλοί, είναι πως είχα κατέβει ξανά παλιότερα στην Αθήνα για τον «Γλάρο» του Γιάννη του Παρασκευόπουλου. Ξέρεις, έχω πάψει να κάνω σχέδια ότι θέλω να γίνει μόνο αυτό, θέλω να είμαι μόνο στην Αθήνα και άλλα τέτοια. Θέλω να διαλέγω εκείνη τη στιγμή με βάση το τι νιώθω και με βάση το σε ποιους ανθρώπους θέλω να είμαι κοντά.

Ένιωσες προφανώς μία ασφάλεια με τον Θεοδωρίδη μετά το «Σ’ Εσάς που με ακούτε»;

Ένιωθα μία ασφάλεια για τον Χρήστο, για την ομάδα. Ήξερα πώς θα δουλέψουμε. Ήταν και το «Σ’ εσάς που με ακούτε» που ήταν κλεισμένο να γίνει και στην Αθήνα. Οπότε παρόλο που είχα μια πολύ ωραία πρόταση στο Κρατικό, κάπως μέτρησε λίγο περισσότερο μέσα στην καρδιά μου αυτό, γιατί ξαναλέω προσπαθώ να αποφασίζω με βάση την καρδιά μου πια και όχι με κουτάκια λογικής που λένε έτσι θα πετύχεις.

Σε ενδιαφέρει ωστόσο να κάνεις μία μεγάλη καριέρα;

Την καριέρα που ονειρεύτηκα όταν έδωσα στο Κρατικό για να μπω στις εξετάσεις πριν 10 χρόνια, την κάνω. Αυτό είχα ονειρευτεί. Δεν είχα ονειρευτεί κάτι άλλο. Είχα ονειρευτεί να ανήκω σε ομάδες που μπορώ να συνομιλήσω, που μπορεί να είναι ελεύθερη η ψυχή μου, να σέβονται απόλυτα αυτό το οποίο είμαι σκηνικά και εκτός σκηνής. Το οποίο μου έχει συμβεί και με τον Χρήστο, αλλά όχι μόνο με τον Χρήστο. Μου έχει συμβεί τουλάχιστον άλλες δύο-τρεις φορές. Και είναι πάρα πολλές φορές για αυτόν τον καιρό που δουλεύω. Και αυτές οι δουλειές που κάνω, θέλω να αφήνουν ένα αποτύπωμα στον χώρο και στον χρόνο και στους ανθρώπους. Με το «Σ’ εσας που με ακούτε» αυτό έγινε. Θεωρώ ότι μου συνέβη αυτό που λέμε, το μία στα δέκα χρόνια να αφήσει μια δουλειά τέτοιο αποτύπωμα έξω στον κόσμο, στον δρόμο που με πιάνουν και να μου λένε πόσο σπουδαίο ήταν αυτό που κάναμε. Οπότε, θέλω να πω, ότι εγώ κάνω ακριβώς την καριέρα που έχω ονειρευτεί με πάρα πολλές θυσίες φυσικά, αλλά αυτό ονειρεύτηκα.

Σε δύο δύσκολα έργα, όπως το  «Σ’ εσάς που με ακούτε», όσο και το «Συνέδριο», νιώθεις μία παραπάνω ευθύνη σε αυτό που διηγείσαι ως ηθοποιός απέναντι σε ένα κοινό που δε ξέρεις πώς θα αντιληφθεί αυτό που δίνεις;

Για μένα είναι τεράστια η ευθύνη. Γι’ αυτό και έχω επιλέξει να μην κάνω άλλα πράγματα. Επιλέγω να είμαι αφοσιωμένη αυτά τα χρόνια που δουλεύω με την Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων. Θέλω να μπορώ να είμαι στο τώρα μου και να καταθέτω κάθε βράδυ κάτι καινούργιο από μένα, σε σχέση με αυτό που λέγεται. Νιώθω ότι όταν είναι ανοιχτή αυτή η δίοδος μεταξύ μου και της ομάδας που είμαστε και του κοινού, γινόμαστε ένα. Δε νιώθως όμως οτι καθοδηγούμε το κοινό, αλλά ότι συμπορευόμαστε και γινόμαστε μία δύναμη εκείνη τη στιγμή. Σαν να γινόμαστε μία τεράστια ομάδα που περπατάει μαζί στον δρόμο με τον ίδιο βηματισμό προς μία κατεύθυνση. Αυτό είναι πολύ σπάνιο. Δεν το έχω νιώσει πολλές φορές. Αλλά το έχω νιώσει μία-δύο φορές στο «Σ’ εσάς που με ακούτε».

Τι αγαπάς πιο πολύ στη δουλειά σου, Χρυσή;

Αισθάνομαι ότι έχω έναν πάρα πολύ έντονο ψυχικό και συναισθηματικό κόσμο. Τον οποίο μου αρέσει πάρα πολύ να μοιράζομαι με άλλους ανθρώπους. Και να μπορώ να συνομιλήσω μαζί τους. Όχι επειδή παίζω κάτι άλλο. Γιατί εγώ δεν είμαι κάποια άλλη πάνω στης σκηνή, είμαι ο εαυτός μου που λέει αυτά τα λόγια. Νομίζω ότι αυτό που αγαπώ πιο πολύ είναι ότι έρχομαι σε επαφή με την καρδιά μου και νιώθω αυτό που νιώθουν οι άλλοι όταν τους καταθέτω την ψυχή μου. Ένα μοίρασμα. Και με τους συναδέλφους, μοιραζόμαστε μια φλούδα ζωής για πάρα πολλούς μήνες. Και γινόμαστε φίλοι. Εμένα οι περισσότεροι είναι φίλοι μου. Πια. Οι άνθρωποι που έχω μοιραστεί τη σκηνή είναι άνθρωποι μου. Δεν το κάνω ως επάγγελμα. Είναι επάγγελμα, αλλά εγώ μοιράζομαι.

Και για ποιο πράγμα θα ήθελες ή θέλεις να σε αγαπούν;

Νομίζω για την ειλικρίνεια μου και την γενναιοδωρία μου. Αυτά νομίζω είναι τα πιο σοβαρά καλά μου χαρακτηριστικά. Γιατί είμαι και πολύ κουραστική, δηλαδή μιλάω πολύ, γκρινιάζω. Συνέχεια λέω, έχω γίνει 60 χρονών μέσα μου. Αλλά, εντάξει, και γι’ αυτό με αγαπούνε νομίζω, γελάνε πολύ.

Υπάρχει κάτι σήμερα που σε τρομάζει στον κόσμο;

Κάτι που μου συμβαίνει τώρα τελευταία, είναι ότι έχω αρχίσει να μην πιστεύω στο ότι μπορεί να αλλάξει κάτι. Και σκέφτομαι πως αν έχει αρχίσει να μου συμβαίνει εμένα, σίγουρα αρχίζει να συμβαίνει και σε άλλους ανθρώπους. Και αυτό, ξέρεις, σημαίνει ταφόπλακα. Και δεν ξέρω σε τι μπορώ να πιστέψω, πέρα από τον άνθρωπο. Αλλά και αυτό, ξέρεις, καμιά φορά τον βλέπω τον δίπλα ή και εμένα και λέω, δεν κάνουμε τίποτα. Δεν κάνουμε τίποτα αρκετό για όλα αυτά που γίνονται.

*«Το Συνέδριο για το Ιράν» του Ivan Vyrypaev | Metropolitan The Urban Theater | Από την Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων σε σκηνοθεσία Χρήστου Θεοδωρίδη | Δευτέρα 27 & Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2025  στις 20:00 | Στο πλαίσιο του 60ου Φεστιβάλ Δημητρίων | Προπώληση: ticketservices.gr

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα