Έλλη Καλησώρα: Όταν η τέχνη της ζωγραφικής χρησιμοποιείται ως μέσο θεραπείας
Πώς μπορεί το art therapy να βοηθήσει την ψυχοσύνθεση των παιδιών αλλά και τους ίδιους τους γονείς;
Από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνουμε ως παιδιά, είναι να ζωγραφίζουμε. Η τέχνη της ζωγραφικής γίνεται κομμάτι μας από πολύ μικρή ηλικία, μέσα από τα σχέδια στα μπλοκ ζωγραφικής, τα έντονα χρώματα που θέλουμε να βάλουμε μέσα στα πλαίσια και τη δημιουργικότητα να ξεχειλίζει από μέσα μας, κάθε φορά που πιάνουμε τον μαρκαδόρο.
Η ζωγραφική έχει την ικανότητα, όχι μόνο να λειτουργήσει θεραπευτικά στην ψυχολογία του κάθε ατόμου που ασχολείται με αυτήν, από μικρά παιδιά, μέχρι ενήλικες με οικογένειες, μέσα από τη δημιουργική διαδικασία και την ελευθερία που προσφέρει.
Η Θεραπεία μέσω της Τέχνης, ή αλλιώς Art Therapy, αποτελεί τον νέο τρόπο επικοινωνίας, ο οποίος έχει κυριαρχήσει πλέον στις μικρές ηλικίες, καθώς δεν βοηθάει μόνο τα ίδια τα παιδιά, αλλά και τους γονείς, μέσα από την κατανόηση της ψυχοσύνθεσής τους.
Η Έλλη Καλησώρα, μέσα από το δικό της εργαστήριο «Art House by Elli Kalisora» και τις δράσεις του, δίνει την ευκαιρία σε παιδιά και γονείς να μάθουν και να βιώσουν την θεραπεία μέσω της τέχνης στη Θεσσαλονίκη – και όχι μόνο. Η ίδια, εξηγεί στην Parallaxi τι είναι το Art Therapy και πώς λειτουργεί:
«Το βασικό εργαλείο μας είναι η τέχνη, η επαφή του παιδιού με την πρώτη μορφή επικοινωνίας του ανθρώπου, την καλλιτεχνική δημιουργία. Γι’ αυτό, χρησιμοποιούμε τη ζωγραφική, αν και η τέχνη περιλαμβάνει και πολλές άλλες μορφές. Στόχος του εργαστηρίου, είναι η δημιουργική έκφραση και η καλλιτεχνική δημιουργία. Όσο μεγαλώνουν οι ηλικίες, τόσο γνωριζόμαστε και με τις οικογένειες που συνεργαζόμαστε και τότε μπαίνει και το art therapy στο παιχνίδι.
Το art therapy είναι στην ουσία η μη λεκτική επικοινωνία με το παιδί, η οποία γίνεται μέσα από τη ζωγραφιά του. Ξεκινάμε να δουλεύουμε με παιδιά από 4 ετών και φτάνουμε μέχρι τα 13 έτη, γιατί όσο μικρότερη είναι η ηλικία, τόσο λιγότερη είναι η συνειδητότητα. Αυτό μας βοηθάει, γιατί το παιδί ζωγραφίζει, κάνοντας ασυναίσθητα τις επιλογές σε χρώματα και μεγέθη. Η ζωγραφική φυσικά δεν έχει όριο ηλικίας. Αλλά το art therapy, δυστυχώς, όσο μεγαλώνουμε, τόσο περιορίζεται. Δεν χρησιμοποιείται σαν εργαλείο σε ενήλικες, ακόμα και σε εφήβους, καθώς από μία ηλικία και έπειτα, υπάρχει η κριτική σκέψη και οι επιλογές μας είναι συνειδητές».
Σε μία εποχή όπου η βία μεταξύ των ανηλίκων γιγαντώνεται, τα περιστατικά εκφοβισμού σε όλο και μικρότερες ηλικίες γίνονται καθημερινό φαινόμενο και τα σχολεία μετατρέπονται σε πεδία μάχης, οι γονείς έρχονται αντιμέτωποι με όλο και περισσότερο άγχος και φόβο.
«Οι μικρές ηλικίες είναι αυτές στις οποίες οι γονείς έχουν το μεγαλύτερο άγχος και το art therapy έρχεται πολλές φορές για να τους βοηθήσει», λέει η κ. Καλησώρα:
«Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια ακούμε πάρα πολλά δραματικά περιστατικά που συμβαίνουν σε όλο και μικρότερες ηλικίες και αυτό φοβίζει τους γονείς, οι οποίοι πολλές φορές έρχονται έντρομοι, ζητώντας βοήθεια μέσα από την τέχνη. Οι γονείς άρχισαν να αντιλαμβάνονται το παιδικό ιχνογράφημα ως ένα εργαλείο επικοινωνίας. Επί της ουσίας, τα τελευταία χρόνια, υπήρξε πραγματικά αίτημα από τους γονείς, οι οποίοι ρωτούσαν: “Γιατί έβαλε τόσο κόκκινο χρώμα στη ζωγραφιά του; Είδα στην τηλεόραση ότι το κόκκινο είναι κακό”. Και κάπως έτσι ξεκινήσαμε να χρησιμοποιούμε το ιχνογράφημα ως εργαλείο για την ψυχοσύνθεση του παιδιού, στην προσπάθεια να μπορέσουμε να τους ανακουφίσουμε και να τους κατευθύνουμε».
Τι είναι όμως το ιχνογράφημα και πώς αυτό χρησιμοποιείται στη θεραπεία μέσω της τέχνης; Η κ. Καλησώρα εξηγεί τι ακριβώς βλέπουμε σε ένα ιχνογράφημα παιδιού και πώς αυτό μπορεί να αναλυθεί:
«Το ιχνογράφημα είναι τα ίχνη που βλέπουμε μέσα στη ζωγραφιά του παιδιού. Μία απλή ζωγραφιά, μπορεί να έχει τον μπαμπά ψηλό, τη μαμά κοντή και τα παιδιά ακόμα πιο μικρά. Όπως φανταζόμαστε δηλαδή, την κλασική πυρηνική οικογένεια. Σε ένα ιχνογράφημα όμως, δεν θα δούμε αυτό. Θα δούμε τον μπαμπά μικρότερο από μία ηγετική μαμά, που το μέγεθός της μπορεί να είναι πιο ογκώδες στο χαρτί, με μεγαλύτερα μάτια ή και ανοιχτά χέρια. Για παράδειγμα, το σύνηθες που βλέπουμε σε παιδιά που δέχονται κακοποίηση είναι να απουσιάζουν τα χέρια του κακοποιητή τους από τη ζωγραφιά. Δεν είναι η ρεαλιστική αποτύπωση, είναι η εντύπωση που έχει το παιδί για αυτό που βιώνει και για αυτό που ζει.
Με τα χρώματα υπάρχει τρομερή παραφιλολογία και στρες. Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε ξεκάθαρο είναι πως μία επιλογή χρώματος δεν υποδεικνύει τίποτα, είναι απλά μία ένδειξη. Αν ωστόσο, υπάρχει ένα μοτίβο, το οποίο διαρκεί για ένα εξάμηνο, τότε θα πρέπει να προβληματιστούμε. Το παρεξηγημένο χρώμα βέβαια, είναι το μαύρο, οι γονείς τρομάζουν όταν το βλέπουν γιατί οι ενήλικες το έχουμε συνδυάσει με το κακό και το πένθος. Πρέπει όμως να καταλάβουμε ότι για τα παιδιά το μαύρο είναι ο “ήρωας” των χρωμάτων, γιατί καλύπτει όλα τα υπόλοιπα χρώματα και είναι το πιο έντονο. Επίσης, τα παιδιά δεν έχουν και την αντίληψη να κάνουν κακούς συνειρμούς για το χρώμα».
Η ζωγραφική και η θεραπεία μέσω αυτής, έχει όμως πρωταρχικό στόχο το ίδιο το παιδί. Μέσα από την τέχνη, του δίνεται η ευκαιρία να επικοινωνήσει αλλά και να εκφραστεί δημιουργικά, προσφέροντάς του άπλετη ελευθερία, χωρίς κανένα άγχος επίδοσης, κάτι που τα παιδιά έχουν ανάγκη στη σημερινή εποχή.
«Ένα παιδί που ασχολείται με τη ζωγραφική έχει καλλιτεχνική φύση μέσα του. Αυτό σημαίνει ότι πολλά από αυτά τα παιδιά, έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά, όπως η εσωστρέφεια. Μέσα από τη ζωγραφική, δίνεται η ευκαιρία στο παιδί να επικοινωνήσει μέσα από την τέχνη του. Βάλε μέσα σε αυτό και τη δημιουργία, το γεγονός ότι μέσα από τη ζωγραφική υπάρχει και ένα αντικειμενικά ωραίο αποτέλεσμα. Με αυτόν τον τρόπο ενισχύεται η αυτοπεποίθησή του, βελτιώνεται η αυτοεικόνα του, η αίσθηση της ικανότητά του, καθώς και το πόσο αξίζει. Η ζωγραφική ευτυχώς, είναι ένα αντικείμενο το οποίο δεν αξιολογείται. Δεν υπάρχει λάθος στη ζωγραφική, όλα είναι αποδεκτά. Μέσα από την τέχνη τα παιδιά έχουν την ελευθερία να εκφραστούν, χωρίς να έχουν το στρες της επίδοσης.
Αυτή η ελευθερία σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που βάζει τα παιδιά σε ένα συγκεκριμένο κουτάκι του “καλού” και του “κακού”, τους προσφέρει τρομερό αίσθημα ελευθερίας. Θα γράψουν μία έκθεση στο σχολείο και θα βαθμολογηθούν, θα πούνε μία ιδέα τους και θα αξιολογηθούν. Στη ζωγραφική δεν υπάρχει αυτό. Ακόμα και η γραμμή είναι τέχνη. Αυτήν την ελευθερία τη δέχονται και οι γονείς, γιατί βλέπουν ένα παιδί που νιώθει πιο σίγουρο και ασφαλές», εξηγεί η κ. Καλησώρα.
Η Έλλη μεταφέρει τις δράσεις της θεραπείας μέσω της ζωγραφικής και εκτός του εργαστηρίου, πραγματοποιώντας επισκέψεις σε σχολεία, με στόχο όλο και περισσότερα παιδιά, να έρθουν σε επαφή με τον τομέα της τέχνης:
«Ιδιωτικά και δημόσια σχολεία, εισάγουν τη ζωγραφική και το art therapy, στα πλαίσια των εξωσχολικών τους δραστηριοτήτων, κατόπιν συνεννόησης με τη διεύθυνση του σχολείου και με τους Συλλόγους Γονέων και Κηδεμόνων. Αυτή τη στιγμή στη Θεσσαλονίκη συνεργαζόμαστε με περισσότερα από 20 σχολεία και εξυπηρετούμε και σχολεία από Χαλκιδική, Σέρρες, Αλεξανδρούπολη. Στόχος είναι, βήμα βήμα, όλα τα παιδιά να έρθουν σε επαφή με τον τομέα της τέχνης. Δυστυχώς, μέσα στα σχολεία, όλο και λιγότερες ώρες θα φτάσουν να δίνονται στα εικαστικά.
Υπάρχει πολύ θετική αποδοχή και από τους γονείς αλλά και από τα ίδια τα παιδιά, τα οποία έρχονται με ευχάριστη διάθεση στα μαθήματα αυτά. Αυτό που παρατηρούμε στις τάξεις που πηγαίνουμε, είναι ότι ένα εσωστρεφές παιδί δεν θα θέλει να έρθει, κυρίως όταν ο ίδιος ο γονέας του, μας πει “Δεν μπορώ να ζωγραφίσω”. Αυτό προκύπτει κυρίως από τη μίμηση, μιας και το παιδί βλέπει τον ίδιο του το γονιό να αυτοακυρώνεται με αυτόν τον τρόπο».
«Γιατί το παιδί είναι κολλημένο στην οθόνη;». Η ψηφιακή εποχή αποτελεί τον κυρίαρχο προβληματισμό των σύγχρονων γονιών και ένα από τα κεντρικά θέματα της παιδικής ψυχολογίας σήμερα, όπως εξηγεί η κ. Καλησώρα:
«Ο Νταλί είπε ότι το μόνο πρόβλημα με τη νεολαία είναι ότι δεν ανήκουμε σε αυτήν. Ο Δαρβίνος είπε ότι επιβιώνει ο πιο προσαρμοστικός. Δεν γίνεται να φέρουμε τα παιδιά στη δική μας, παλιά γενιά. Εμείς πρέπει να πάμε στη δική τους κατεύθυνση και να ακολουθήσουμε τους ρυθμούς τους. Είναι αδύνατον να λέμε για ένα παιδί ότι έχει διαφορετικούς τρόπους επικοινωνίας με τους φίλους τους, από αυτούς που είχαμε εμείς κάποτε. Αυτό είναι το προφανές και το φυσιολογικό.
Στον τομέα της παιδική ψυχολογίας, μετά την πανδημία, υπάρχουν δυσκολίες. Περιορίστηκε σε τεράστιο βαθμό το κομμάτι της κοινωνικοποίησης, είχαμε παιδιά πέντε, έξι και εφτά χρονών, που δεν είχαν επαφή με συνομήλικούς τους. Δεν ήταν επιλογή των παιδιών, όλα τα μαθήματα γίνονταν από μία οθόνη, αυτή ήταν η αναγκαία καθημερινότητά τους. Από εκεί και πέρα, είδαμε τους γονείς να δυσκολεύονται στη διαχείριση πάρα πολύ και γι αυτόν τον λόγο, πολλοί στράφηκαν στη ζωγραφική, όχι μόνο για τη δημιουργικότητα, αλλά και ως ένα μέσο κοινωνικοποίησης των παιδιών».