Γιάννης Μπέζος στην Parallaxi: Το παρελθόν μας ζεσταίνει και νιώθουμε ασφάλεια, αλλά αυτό δεν μας οδηγεί πουθενά
Ο δημοφιλής ηθοποιός σε μια συνέντευξη εφ' όλης της ύλης
Κάθε του ρόλος άφησε το δικό του, ανεξίτηλο στίγμα στην ελληνική τηλεόραση και το θέατρο.
Με τους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες που αγαπήθηκαν όσο λίγοι, ο Γιάννης Μπέζος κατάφερε να γίνει ένας από τους πλέον δημοφιλείς ηθοποιούς της γενιάς του.
Οι μεγαλύτεροι θυμούνται ακόμη να περιμένουν ανυπόμονα κάθε νέο επεισόδιο, καθηλωμένοι μπροστά από την τηλεόραση, στις σειρές που έγραψαν ιστορία.
Οι νεότεροι, μεγαλωμένοι στην εποχή των social media, αναζητούν αποσπάσματα στο YouTube ή σε επαναλήψεις τηλεοπτικών σειρών.
Ο κόσμος φυσικά τον απολαμβάνει και σε επιτυχημένες παραστάσεις.
Γεννημένος και μεγαλωμένος στην Αθήνα, ο Γιάννης Μπέζος θεωρείται –και όχι αδίκως– ένας από τους σημαντικότερους ηθοποιούς που πέρασαν ποτέ από την ελληνική τηλεόραση!
Η πορεία του δεν σταμάτησε ποτέ στην ιδιότητα του ηθοποιού. Ο ίδιος σκηνοθετεί, μεταφέροντας τις γνώσεις και την αισθητική του σε νέες γενιές καλλιτεχνών.
Οι συνεργασίες του με μεγάλους σκηνοθέτες και οι αμέτρητοι τηλεοπτικοί ρόλοι που άφησαν εποχή, συνθέτουν ένα καλλιτεχνικό αποτύπωμα σπάνιας διάρκειας.
Ατάκες που πέρασαν στη άφησαν ιστορία, χαρακτήρες που έγιναν σύμβολα και ιστορίες που εξακολουθούν να συγκινούν, φέρουν την υπογραφή του. Και πίσω από όλα αυτά, ένας σπουδαίος άνθρωπος – με ήθος, συνέπεια και αγάπη για την τέχνη του – που συνεχίζει να εμπνέει και να δίνει το παράδειγμα.
Τον «συναντήσαμε» στην Κρήτη, καθώς η θεατρική περιοδεία με τίτλο «Αινιγματικές Παραλλαγές» με τον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη συνεχίζεται και όπου βρίσκεται προκαλεί χαμό!
Ακολουθεί η εφ΄ όλης της ύλης συνέντευξη που παραχώρησε ο Γιάννης Μπέζος στη Parallaxi.
Η νέα σας σειρά στον ANT1 έχει τίτλο “Σούπερ Ήρωες”. Πώς νιώθετε που επιστρέφετε και πάλι στην τηλεόραση;
«Δεν νιώθω κάτι ιδιαίτερο, είναι η δουλειά μας. Έχω καιρό να ασχοληθώ με την κωμωδία και είχα άλλες δραστηριότητες, βρήκα αυτό το κείμενο, το θέμα πολύ ενδιαφέρον και τους ρόλους γιατί κρύβουν κάτι άλλο, πιο minimal καταστάσεις. Αυτά που όλοι μας ζούμε, και όσα ζει ένας εργαζόμενος σε ένα σούπερ μάρκετ, ασχέτως αν η καρδιά του κειμένου είναι κωμική.
Δεν έχει ξαναγίνει κάτι τέτοιο είναι η πρώτη φορά, μια δραστηριότητα ανθρώπων σε ένα σούπερ μάρκετ, έναν χώρο τόσο γνώριμο για όλους μας».
Υπάρχουν ήρωες στην καθημερινότητα που δεν προβάλλονται όσο θα έπρεπε;
«Φυσικά! Είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι εργάζονται με τίμιο βλέμμα. Κάθε μέρα δοκιμάζονται και κοιτάνε πως θα βγάλουν τον μήνα, όλοι αυτοί είναι ήρωες.
Δεν είναι ήρωες αυτοί που λένε πολλά και παχιά λόγια. Υπάρχει ένας μεγάλος κορμός ανθρώπων ο οποίος είναι αθόρυβος και προσπαθεί πραγματικά ζήσει με αξιοπρέπεια, και όχι να ζήσει παρασιτικά και να κάνει τον celebrity»
Το γέλιο το χρειάζονται περισσότερο οι άνθρωποι στις μέρες μας;
«Δεν είναι κάτι που το χρειάζεσαι είναι κάτι που το ορίζει η φύση είναι σαν την τροφή, το νερό. Είναι η άλλη πλευρά της καθημερινότητας.
Κάθε τι μπορεί να το δει κάποιος όπως θέλει, από πολλές πλευρές, και από την αστεία του και από την δραματική του… Η κωμωδία έχει την δυσκολία αλλά και την ευλογία να αποκαλύπτει πράγματα που τα κρύβουμε πολλές φορές ενώ έχει και την τάση να ενοχλεί κατά κάποιον τρόπο και πρέπει να ενοχλεί.
Επειδή είναι μια εποχή που δεν θέλει να ενοχλείτε κανείς δήθεν, νομίζω πως είναι καιρός να αρχίσουμε να ενοχλούμαστε λίγο, δημιουργικά».
Ποιες είναι, κατά τη γνώμη σας, οι βασικές διαφορές ανάμεσα στο θέατρο και την τηλεόραση;
«Δεν έχουν καμία σχέση για τους ηθοποιούς, η τηλεόραση είναι μια οικιακή συσκευή, είναι ένα γύρισμα, κάτι που έχει γίνει και δείχνει ένα κομμάτι του εαυτού σου, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η δουλειά μας δεν είναι δύσκολη, στη τηλεόραση μπορεί να εμφανιστεί ο οποιοσδήποτε.
Το θέατρο σε αποκαλύπτει ολόκληρο, είναι δύσκολο πράγμα δεν είναι για τον κάθε ένα».
Εσάς προσωπικά, μετά από τόσα χρόνια, τι σας αρέσει να κάνετε περισσότερο;
«Δεν με ενδιαφέρει, αυτό έχει να κάνει κάθε φορά αν μ’ αρέσει κάτι και με ευχαριστεί, είναι εντελώς διαφορετική αποστολή των πραγμάτων αυτών. Είναι μια άλλη δουλειά, το θέατρο δεν είναι για να ανεβαίνει ο κάθε ένας επάνω, δεν γίνεται.
Θέλει θάρρος, χρόνο, παιδεία για το θέατρο. Άλλωστε στη τηλεόραση έχει γίνει ήδη ό,τι βλέπει κάποιος, στο θέατρο γίνεται μπροστά σου».

Πώς νιώθετε που έχετε πρωταγωνιστήσει σε σειρές που έχουν “μεγαλώσει” γενιές;
«Δεν νιώθω τίποτα από όλα αυτά, αυτά τα θεωρώ παλιά πράγματα, έχουν γίνει στο παρελθόν.
Καταλαβαίνω πως οι άνθρωποι μεγαλώσανε με αυτά τα πράγματα, γελάσανε, αλλά νομίζω πως θα πρέπει να τα βλέπουμε σαν λίγο πιο παλιά και να πηγαίνουμε μπροστά… να μην μένουμε σε αυτά, εγώ δεν ασχολούμαι με αυτά, λυπάμαι αν απογοητεύω τον κόσμο αλλά η διάθεσή μου δεν είναι πια σε αυτά».
Ποιος ρόλος σας, σάς ικανοποίησε περισσότερο ως αποτέλεσμα και θεωρείτε ότι τον απογειώσατε;
«Δεν είναι κάτι που με ενδιαφέρει, δεν είναι στην προοπτική μου. Βλέπω τους παλιούς μου ρόλους σαν τα παλιά ρούχα, πρέπει να ανοιχτούμε στο μέλλον είμαστε ακόμη πολύ συντηρητικοί, με το ζόρι κάνουμε δύο βήματα μπροστά».
Υπάρχει κάποιος ρόλος άλλης σειράς που “ζηλέψατε” και θα θέλατε να τον είχατε παίξει εσείς;
«Όχι, έχουν γίνει σειρές πολύ καλές, βλέπω και επαναλήψεις ας πούμε τους “Δύο Ξένους”, “Ντόλτσε Βίτα”, που είναι πολύ λαμπερές, αλλά και αυτά έχουν γίνει πριν 30 χρόνια και θεωρώ πως οι δημιουργοί τους κοιτάνε μπροστά!
Υπάρχει μια τάση προς το παρελθόν γιατί μας ζεσταίνει αυτό και μας κάνει να νιώθουμε μια ασφάλεια, σαν το σπίτι της γιαγιάς ας πούμε, αυτό δε μας οδηγεί πουθενά, πρέπει να ρισκάρουμε και να τολμήσουμε… αυτό το λέω και για την τηλεόραση η οποία και αυτή είναι συντηρητική ακόμα παρόλο που γίνονται κάποια πράγματα τώρα τελευταία με νέες θεματολογίες και στελέχη».
Οι «Απαράδεκτοι» είναι μια σειρά που άφησε ιστορία. Δεν θα σταθώ πολύ στο παρελθόν, αλλά πείτε μου: πώς ήταν να ενσαρκώνετε έναν ομοφυλόφιλο χαρακτήρα στην Ελλάδα εκείνης της εποχής;
«Ήταν απλώς ένας ρόλος, δεν ασχολήθηκα καθόλου, δεν το σκέφτηκα ποτέ».
Για τους γύρω σας;
«Ακόμη και αυτοί, τίποτα. Όλοι καλά ήταν. Κανείς δεν ασχολιόταν, αυτά είναι εκ των υστέρων μυθολογίες… Εγώ τουλάχιστον δεν κατάλαβα κάτι».
Δεν μπορώ να κρύψω όμως πως εγώ μεγάλωσα και συνεχίζω να παρακολουθώ το “Ευτυχισμένοι μαζί”, έχετε αναφερθεί πως ολοκληρώθηκε επειδή δεν πήγαινε άλλο όποτε δεν θα σας κουράσω σχετικά με το τέλος την τρομερής αυτής σειράς…
«Αυτό κανονικά ήταν ένα ισπανικό format και όπως ξέρετε το ισπανικό είχε μια άλλη διαδρομή μετά, την οποία δεν έπρεπε να ακολουθήσουμε κατά την γνώμη μου, δεν ήταν τόσο αστείο όσο το κάναμε εμείς. Επομένως δεν υπήρχε λόγος να συνεχιστεί».
Μιλήστε μου για το όσο διήρκεσε, πως ήταν εκείνη η εποχή για εσάς, για τα συναισθήματα, τις εμπειρίες και τις όμορφες αυτές συνεργασίες.
«Ήταν καλά, ωραία. Ξέρετε κάτι; Ένα επάγγελμα είναι. Δεν κάναμε κάποιο πάρτι. Είναι ένα επάγγελμα το οποίο θέλει πολύ κόπο και προετοιμασία και φυσικά μια καλή εκτέλεση, πρέπει όλο να γίνεται με επαγγελματισμό και όχι σαν να είναι χόμπι.
Μη δίνουμε την αίσθηση πως γιορτάζουμε όταν πάμε εκεί, είναι μια σκληρή δουλειά και πολύωρη, άσχετα με το αποτέλεσμα, αυτό ενδιαφέρει τους τηλεθεατές. Από την δική μας πλευρά είναι ένα καθαρό επάγγελμα και μάλιστα επισφαλές γιατί δεν μπορείς να ξέρεις το αποτέλεσμα, είναι ένα ρίσκο».

Πιστεύετε ότι ο ηθοποιός οφείλει να “εκτίθεται” και ως άνθρωπος;
«Η προσωπική ζωή κάποιου δεν ορίζει τον άνθρωπο, ορίζει το κουτσομπολιό της πιάτσας. Εάν κάποιος θέλει να ορίζεται ως άνθρωπος πρέπει να κρατάει την αξιοπρέπεια του».
Οι κωμικοί ρόλοι κρύβουν κάτι βαθύτερο για τους ηθοποιούς που τους υποδύονται;
«Όχι, είναι απλώς ρόλος. Όλοι οι ρόλοι κάτι κρύβουν, εξαρτάται από το μέγεθός τους, την ποιότητα τους και από το πόσο ενδιαφέρον έχουν, η τηλεόραση έχει άλλη ποιότητα ρόλων και το θέατρο άλλη».
Λέγεται πως είστε αυστηρός στις πρόβες – κάτι που έχετε παραδεχτεί κι εσείς. Πιστεύετε ότι αυτό αποτελεί “κλειδί” για την επιτυχία;
«Και βέβαια είμαι αυστηρός, αλλά δεν είναι υποχρεωτικό να αποτελεί το “κλειδί” είναι όμως ένα στοιχείο που χρειάζεται.
Επειδή οι καιροί μας είναι πολύ ψευτοφιλελεύθεροι, χρειάζεται να υπάρχει κάτι να αναφέρονται οι άνθρωποι και από τη στιγμή που σου ζητάνε μια θέση παραπάνω, σου ζητάνε και κάτι παραπάνω και μέσα σε όλα που σου ζητάνε είναι και αυτό, να κρατάς κάποιες ισορροπίες και να μην γίνεται ένας χαβαλές, τον οποίο, σιχαίνομαι αφόρητα.
Πρέπει η δουλειά να γίνεται σωστά και όχι στο περίπου! Στην πατρίδα μας αυτό το περίπου είναι πολύ σύνηθες… Αυτό για να γίνει κάποιος πρέπει να το επιβάλει, μη μας τρομάζουν οι λέξεις για το καλό πρώτα της δουλειάς και κυρίως για το καλό των ανθρώπων που θα το δουν. Φαίνεται αμέσως η προχειρότητα και η σαχλαμάρα σε οποιαδήποτε δουλειά».
Επίσης εσείς σκηνοθετείτε. Είναι αυτό πιο απαιτητικό σε σχέση με την υποκριτική;
«Είναι μια άλλη δουλειά, βέβαια εφάπτονται αυτά αλλά είναι μια άλλη διαδικασία δίχως να σημαίνει πως είναι κάτι ιδιαίτερο, δεν είναι κάποια “προαγωγή”, είναι ένας άλλος τομέας της δουλειάς μας.
Άλλοτε το κάνω άλλοτε όχι, εξαρτάται πως είναι οι συνθήκες».
Πώς νιώθετε όταν βρίσκεστε στη Θεσσαλονίκη και στα θέατρά της;
«Δε το βλέπω κάπως, εμπνέομαι όπως σε κάθε άλλη πόλη και σε όλα τα θέατρα τα οποία είναι καλά, διότι η χώρα μας έχει ένα πρόβλημα, δεν έχει καλά θέατρα – δε μιλάω για το θέατρο Δάσους το οποίο είναι εξαιρετικό – και το κοινό είναι το ίδιο αναλογικά παντού, έχει ίδιες αντιδράσεις σε όλα τα θέατρα, έχω γυρίσει όλη την Ελλάδα και είναι παντού το ίδιο, μην ακούτε αυτές τις σαχλαμάρες που λένε μερικοί συνάδελφοι μου για να λαϊκίζουν.
Όπως είναι στις πρεμιέρες των Αθηνών έτσι είναι και σε όλες τις άλλες πόλεις. Υπάρχει ένα κοινό που ενδιαφέρετε για το θέατρο και το ακολουθεί».
Πρόσφατα συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τη γέννηση του Μίκη Θεοδωράκη. Έχετε εκφράσει πολλές φορές τον θαυμασμό και εκτίμησή σας του προς το πρόσωπό του – έχετε ερμηνεύσει και τραγούδια του. Τι σημαίνει για εσάς αυτός ο άνθρωπος;
«Είναι ένα κομμάτι της πατρίδας που είναι πολύτιμο και “ακριβό”, φοβάμαι πως δεν το γνωρίζουμε αρκετά καλά»
Θεωρείτε κρίμα που οι νέες γενιές δεν τον έχουν ζήσει και, ενδεχομένως, δεν δείχνουν ενδιαφέρον για τη μουσική του;
«Ούτε οι παλιές γενιές τον ξέρουν καλά… Ξέρουν κάτι επιφανειακά, όπως συμβαίνει συνέχεια και γίνεται συχνά όπως με τους μεγάλους μας ζωγράφους και τον Χατζιδάκη.
Ξέρουμε μονάχα λίγο το περίβλημα, σε αυτό φταίει η επίσημη παιδεία, φταίει ο τύπος, φταίει το ραδιόφωνο, η τηλεόραση που δείχνουν ένα κομμάτι και έναν άνθρωπο που κάνει απλό θόρυβο και όχι κυρίως το έργο του το οποίο είναι σημαντικό.
Φυσικά, άνθρωποι όπως ο Θεοδωράκης σε αυτό το διαμέτρημα, το έργο του παραμένει μοναδικό, υπάρχει χωρίς να το καταλαβαίνουμε και ταξιδεύει στον χρόνο αλλά είναι κρίμα οι νέοι να μην έρχονται σε επαφή με τον πυρήνα του έργου και ξέρουν μονάχα ένα όνομα το οποίο επειδή το φαντάζονται κάπως τους τρομάζει και όλας, το αποφεύγουν, γίνονται σαν τοτέμ αυτά ενώ δεν είναι έτσι, είναι βαθιά λαϊκά πράγματα – με την καλή έννοια του λαϊκού».
Για την μουσική στις μέρες μας τι έχετε να πείτε;
«Είναι μια σαχλαμάρα. Η μελωδία είναι ανύπαρκτη και οι στίχοι είναι… φαιδρά πράγματα. Αυτά τα περισσότερα που χαρακτηρίζονται “ελαφρολαϊκά” και “ποπ”, αυτά είναι μόνο για χαζοεκτόνωση, τα παίρνει ο χρόνος και τα “πετάει” μετά.
Σίγουρα θα υπάρχουν άνθρωποι που έχουν ένα ενδιαφέρον αλλά θα ζοριστούν πολύ και ζορίζονται γιατί δεν είναι όλα για όλους, ξέρετε το έργο τέχνης θέλει και ταλαντούχο κοινό, πρέπει να κάνει προσπάθεια και ο θεατής και ο ακροατής, δεν είναι παθητικοί δέκτες ενός πράγματος, είναι σύνθετα πράγματα αυτά και όλα σχετίζονται με την παιδεία γενικότερα η οποία είναι σε κατάσταση λήθαργου».
Αυτός που πρώτος αναγνώρισε το ταλέντο σας ήταν ο Θύμιος Καρακατσάνης… Θέλετε να μιλήσετε γι΄αυτόν;
«Είναι παλιές ιστορίες αυτές, ήταν στιγμές που γίνανε, την δουλειά του έκανε ο άνθρωπος όπως κάνω και εγώ και μου έδωσε δύο πράγματα στα πρώτα μου βήματα.
Είναι μια αλυσίδα όλα αυτά, δεν κάνει χάρη κανείς σε κανέναν. Αυτή η δουλειά είναι τόσο σκληρή και απαιτητική, όταν προτείνουμε κάποιον, το κάνουμε για να κάνουμε την δουλειά μας, δε το κάνουμε για να του κάνουμε χάρη ή να μας πει ευχαριστώ».

Αν μπορούσατε να του πείτε κάτι σήμερα, τι θα ήταν αυτό;
«Δε θα του έλεγα τίποτα, όπως δε θέλω να λένε και για εμένα οι άνθρωποι αργότερα».
Έχετε συνεργαστεί με πολλούς ηθοποιούς. Θα σας αναφέρω δύο ονόματα και θα ήθελα να μου πείτε τι σημαίνουν για εσάς, τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο.
Αρχικά για την Κατερίνα Λέχου η οποία έχει μιλήσει με πολύ καλά λόγια για εσάς.
«Η Κατερίνα είναι μια εξαιρετική συνεργάτης, φίλη, σπουδαία, με πολύ μεγάλη αισθητική, πάθος και αγωνία για την δουλειά… είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος γενικά, είναι από τις πολύ καλές περιπτώσεις!».

Για τον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη, που είστε μαζί σε περιοδεία τώρα;
«O Πυγμαλίων είναι μιας άλλης γενιάς, είναι νεότερος και είναι μια από τις ελπίδες της δουλειάς μας αλλά κυρίως στο θέατρο επειδή εκεί δίνει βάρος περισσότερο.
Πιστεύω θα έχει πολύ μεγάλο μέλλον γιατί προσπαθεί να κάνει τη δουλειά του με αυτήν την αγωνία που έλεγα, την ουσιαστική και όχι με πυροτεχνήματα και χαϊδέματα του κοινού και σαχλαμάρες».

Στις διπλές εκλογές του 2012 ήσασταν υποψήφιος βουλευτής Επικρατείας με τη Δημοκρατική Αριστερά. Γιατί αφήσατε αυτό το κομμάτι, της πολιτικής;
«Δεν ήταν κάτι, δεν φιλοδοξούσα να γίνω πολιτικός απλώς μου ζήτησαν τότε μια χάρη δεν είχα πρόφαση να εκλεγώ, οι καιροί ήταν διαφορετικοί, πιο δύσκολοι με πολλές πολιτικές αναταράξεις.
Έκανα ό,τι έκανα και έπειτα αποσύρθηκα. Παρακολουθώ και ασχολούμαι φυσικά, αλλά όχι ενεργά. Προσπαθώ να εντοπίσω ό,τι καλό και ό,τι κακό υπάρχει από οπουδήποτε γιατί παντού υπάρχουν αυτά και δεν μου αρέσει να λειτουργούν διαλυτικά και πολωτικά που συνηθίζεται όπως συνηθίζεται παρά πολύ εύκολα».
Πώς βλέπετε την πολιτική σήμερα και τι θεωρείτε ως πιο σημαντικό στην πολιτική ατζέντα;
«Δεν είναι μονάχα η Ελλάδα, είμαστε σε έναν παγκόσμιο χάρτη ο οποίος είναι σε έναν αναβρασμό, σε μια αλλαγή πραγμάτων, ιδεολογιών, πρέπει να ξαναδούμε το θέμα των βασικών αρχών, τον ιδανικών και όχι τον ιδεολογιών όπως είναι ο ανθρωπισμός και η δημοκρατία γιατί τα μπερδεύουμε αυτά.
Όλα αυτά είναι τα ιδανικά για τα οποία αγωνίστηκαν άλλωστε και χύθηκε αίμα και αυτή τη στιγμή είναι σε μια ύφεση, και αυτά δε τα ξέρουμε καλά και δεν ξέρουμε ακριβώς τι είναι με αποτέλεσμα να παγιδευόμαστε μέσα σε ιδεολογίες και κυρίως σε συνθήματα… Η χώρα μας αγαπάει πολύ το σύνθημα και αγαπάει πολύ τον θυμό είναι όλο θυμωμένη χωρίς να κάνει και πολύ αυτοκριτική… Όλοι μας!».
Αν μπορούσατε σε μία μέρα να λύσετε ένα πρόβλημα στην Ελλάδα ποιο θα ήταν αυτό;
«Τίποτα δεν λύνεται σε μια μέρα, φαντάζεστε πως δεν θέλει κανείς να λυθούν πράγματα σε μια ημέρα; Δεν λύνονται έτσι αυτά, αυτά θέλουν πάρα πολύ χρόνο για να γίνουν και επανέρχομαι στο θέμα της παιδείας το οποίο είναι το πρώτο.
Εδώ και 40 χρόνια έχουμε ένα έλλειμμα, δε θέλουμε την πολύ προσπάθεια, το σχολείο κυρίως στη μέση εκπαίδευση είναι σε μια κατάσταση αφθαρσίας, όχι με την έννοια πως δεν υπάρχουν στελέχη να διδάξουν, το κλίμα δεν ευνοεί ώστε να μπορέσουν οι άνθρωποι να μάθουν να λειτουργούν με την σκέψη τους, δεν έχουν όρεξη να πάνε να σπουδάσουν, είναι αντί – γοητευτική η εκπαίδευση μας.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να βγάζει τους πολίτες και τους πολιτικούς με τον ανάλογο τρόπο»

Έχετε δηλώσει στο παρελθόν πως δεν είστε αριστερός, αλλά φιλελεύθερος. Πιστεύετε ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη από φιλελεύθερους ανθρώπους σήμερα;
«Φιλελεύθερος σημαίνει πως δεν θέλω κανέναν πάνω από το κεφάλι μου να μου λέει τι να κάνω, θέλω να έχω την άποψή μου, την γνώμη μου και να την υπερασπίζω αλλά να λειτουργεί και το μυαλό…
Δεν μου αρέσουν ούτε από την Αριστερά ούτε από την Δεξιά αυτά τα κομματικά και τα στενά όρια που μας ταλαιπώρησαν και μας φέρανε ως εδώ, γιατί ζούμε με αυτά, μας τρέφουν.
Αυτά είναι απότοκος της μεταπολίτευσης η οποία έκανε την Ελλάδα πάρα πολύ δημοκρατική… σε μια ημέρα, ήταν λίγο ανώμαλα πράγματα αυτά, έπειτα από μια δικτατορία περίεργη που κατέληξε με φρικτό τρόπο και πάταγο και δικαίως έπρεπε να πέσει, αλλά μετά αποκτήσαμε μια ελευθερία που δεν ξέρουμε τι ακριβώς να την κάνουμε. Η δημοκρατία είναι ένα πολύ δύσκολο πολίτευμα, θέλει συνεχή φροντίδα, δεν είναι για να την κακοποιεί ο καθένας…».
Θα θέλατε να τοποθετηθείτε για όσα συμβαίνουν αυτή τη στιγμή στην Παλαιστίνη; Ποια είναι η γνώμη σας;
«Για το θέμα των παιδιών που πεθαίνουν δεν χρειάζεται να μιλήσω καν… Είναι δεδομένα αυτά! Το θέμα όμως αυτό δεν λύνεται με φωνές, ούτε σε μια μέρα είναι πολύ παλιό πρόβλημα βαθύ πολιτισμικό και πολιτικό και βέβαια πιστεύω πως η Ευρωπαϊκή οικογένεια έχει μια μεγάλη ευθύνη σε αυτό.
Δεν παίρνει θέση και ούτε έχει την δύναμη να πάρει θέση και είναι ευθύνη της που δεν έχει την δύναμη! Δεν μπορεί δηλαδή στα ευρωπαϊκά σύνορα, δεν μπορούν να πεθαίνουν άνθρωποι από την πείνα και την δίψα, είναι αδιανόητα πράγματα αυτά και υπάρχει μια ακινησία για όλα αυτά.
Αυτό δείχνει πως ζήσαμε τόσα χρόνια στην ευδαιμονία και δεν είδαμε τι γίνεται παρακάτω, είναι πολύ φυσικό να το πληρώσουμε, θεωρώ πως θα έχει συνέχεια αυτό το πράγμα.
Το μεταναστευτικό που ακούμε τόσα είναι χρόνια είναι απότοκος αυτής της ιστορίας, το οποίο δεν θα το αποφύγουμε… είναι το πιο μεγάλο πρόβλημα τώρα όλο αυτό. Αυτό που γίνεται στη Γάζα!».

Θέματα όπως το δυστύχημα στα Τέμπη σας εξοργίζουν;
«Πολλά με εξοργίζουν, όπως αυτό το κραυγαλέο!
Όπως παλιότερα γινόντουσαν πράγματα ή οι φωτιές στο Μάτι, ή η ολιγωρία.
Είναι πράγματα που δεν νοούμαστε να αλλάξουμε και φοβάμαι πως ούτε τώρα θα τα αλλάξουμε… Ξεχνάμε, ξέρετε κάνουμε κάτι ακόμη χειρότερο, το συνηθίζουμε και το αφήνουμε και στο μέλλον θα γίνει κάτι χειρότερο.
Είμαστε όλοι με έναν τρόπο υπεύθυνοι για αυτά, για την κακή κρατική διαχείριση, για την συμπεριφορά μας όταν εργαζόμαστε, με λίγα λόγια, δεν κάνουμε καλά την δουλειά μας!
Δεν είναι θέμα πολιτικό, βεβαίως αυτοί έχουν την μεγαλύτερη ευθύνη αλλά είναι και θέμα των πολιτών, πρέπει να κάνουμε καλά την δουλειά μας».
Έχετε περάσει πολλά χρόνια δουλεύοντας στο θέατρο, πώς αισθάνεστε όταν πλέον αντί να βλέπετε πρόσωπα αντικρίζεται κινητά στο κοινό να βγάζουν φωτογραφίες;
«Στις δικές μου παραστάσεις δε βγάζει κανείς φωτογραφίες, δε χτυπάει κανένα τηλέφωνο. Σέβονται αυτό που βλέπουνε και φυσικά αυτό είναι για το καλό τους!».
Όλο αυτό το χάσμα που έχει δημιουργηθεί πώς το αντιμετωπίζετε εσείς και ποια είναι η σχέση σας με τα Social media;
«Δεν έχω καμία σχέση με αυτά, δεν με ενδιαφέρει και ούτε με γοητεύει. Η χρήση του κινητού είναι προσωπική κρίση του καθενός. Αν με κάποιον τρόπο εμποδίζει τη δουλειά μας, αυτό επιβάλλεται και δεν θα την εμποδίζει προκειμένου οι άνθρωποι να επικοινωνούν με την σκηνή».
Μιας και πολλά ζευγάρια του χώρου δεν μένουν για πολλά χρόνια μαζί και χωρίζουν, ποιο θεωρείτε πως είναι το μυστικό της διατήρησης μιας μακροχρόνιας σχέσης όπως την δική σας, είστε και οι δύο στον ίδιο χώρο άλλωστε.
«Λίγο το μυαλό, λίγο η συνεννόηση και να μιλάμε μεταξύ μας, κυρίως όμως να είμαστε ανοιχτοί να ακούμε και να μιλάμε λιγότερο, σίγουρα δεν είναι εύκολο όμως αυτό είναι το πρώτο, μετά, έρχονται τα υπόλοιπα».

Αν μπορούσατε να πείτε κάτι στον νεότερο εαυτό σας, τι θα ήταν αυτό;
«Τίποτα απολύτως, δε θέλω να του πω τίποτα δεν με ενδιαφέρει, με ενδιαφέρει μονάχα ο μελλοντικός!»
Αν μπορούσατε να πείτε κάτι στον μελλοντικό σας εαυτό;
«Θα του έλεγα να παραμείνει με την ανησυχία του νέου…».
Τι συμβουλή θα δίνατε σε κάποιον νέο που θέλει να ασχοληθεί με την υποκριτική; Θα τον συμβουλεύατε να σπουδάσει στην Ελλάδα ή να εργαστεί στο εξωτερικό;
«Δεν είναι θέμα σπουδών, είναι θέμα αν το θες πραγματικά! Δεν μαθαίνεται αυτή η δουλειά, είναι πολύ δύσκολη και βιωματική η σχολή είναι κάτι σαν studio για να δοκιμαστείς, στη συνέχεια μαθαίνεται, και στη τελική μαθαίνεται στην γλώσσα σου, χωρίς αυτό δεν μαθαίνεται.
Είναι αστεία πράγματα αυτά, το να πας στην Γαλλία για παράδειγμα για γίνεις ηθοποιός, δεν γίνεται αυτό, όπως και ένας ξένος δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στην Ελλάδα δίχως να επικοινωνεί την γλώσσα.
Αν δεν τα αντιλαμβάνεσαι και η υποκριτική δεν είναι σαν την ανάσα σου, δεν μπορεί να γίνει δουλειά!»
