Η Καλλιόπη Μητροπούλου είναι πολλά παραπάνω από το κορίτσι της «Ανισόπεδης Ντίσκο»
H καλλιτέχνιδα μιλά για τις μουσικές ισορροπίες στη ζωή της, την ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, το ντεμπούτο άλμπουμ της «Between» και τη μουσική σκηνή στην Ελλάδα του σήμερα ως γυναίκα
Εικόνες: Γιώργος Αθανασίου
Οι περισσότεροι από εμάς τη γνωρίσαμε όταν ακούσαμε την αγγελική φωνή της στην «Ανισόπεδη Ντίσκο», που εδώ και τρία χρόνια παίζει ασταμάτητα στα ακουστικά μας, σε κάθε πάρτι και μπαρ, στις διαδρομές στο αυτοκίνητο, μέχρι και σε σειρές στην τηλεόραση.
Η Καλλιόπη Μητροπούλου είναι όμως πολλά παραπάνω από το κορίτσι της «Ανισόπεδης Ντίσκο».
Της αρέσει να κολυμπά, να βλέπει ταινίες και να ταξιδεύει. Στο παρελθόν, άλλαζε χώρες χωρίς σκέψη και με λίγο ρίσκο – θα μπορούσε κανείς να πει ότι η προσαρμοστικότητα είναι το στοιχείο της.
Γελάει εύκολα και κλαίει το ίδιο εύκολα. Αυτήν την περίοδο της αρέσει να ισορροπεί ανάμεσα στο να περνά χρόνο με τους ανθρώπους της και στο να απολαμβάνει τη μοναξιά της.
Η μουσική είναι πάντα εκεί στη ζωή της, πολλές μέρες από το πρωί ως το βράδυ, ενώ άλλες προτιμά την απόλυτη ησυχία. Η ίδια νιώθει ότι έχει συνέχεια ένα «ohrwurm» όπως λένε οι Γερμανοί, ένα σκουληκάκι στο αυτί που πάντα κάτι τραγουδάει – λίγο σπαστικό καμιά φορά.
Η μουσική της πορεία είναι όσο εντυπωσιακή όσο η φωνή της. Καταφέρνει να ισορροπεί τη ζωή μίας pop τραγουδίστριας – η οποία πρόσφατα κυκλοφόρησε το ντεμπούτο άλμπουμ της «Between» – ενώ ταυτόχρονα παίζει βιολί στην ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Η Καλλιόπη Μητροπούλου μιλά στην Parallaxi για την αγάπη της για τη μουσική, τις ισορροπίες στη ζωή της, το ντεμπούτο άλμπουμ της, τη μουσική σκηνή στην Ελλάδα σήμερα ως γυναίκα και φυσικά την «Ανισόπεδη Ντίσκο».
Πότε και πώς μπήκε η μουσική στη ζωή σου; Πότε άρχισες να ασχολείσαι πιο επαγγελματικά με αυτήν;
Από πολύ μικρό παιδάκι, το πρώτο μου παιχνίδι ήταν ένα αρμονιάκι yamaha. Έκανα μουσική προπαιδεία και ξεκίνησα βιολί.
Η πρώτη μου επαγγελματική εμπειρία ήρθε ακριβώς το καλοκαίρι μετά την Τρίτη Λυκείου, όταν έπαιξα με τον ιστορικό κ. Χατζηνίκο και ένα κουιντέτο εγχόρδων στο Χόρτο Πηλίου. Θυμάμαι ακόμα πόσο περήφανη ένιωθα που αυτά ήταν τα πρώτα χρήματα που κέρδισα από τη μουσική.
Η δεύτερη δουλειά ήταν ο ρόλος της Παπαγκένα στην Όπερα Θεσσαλονίκης κι από εκεί και πέρα η μουσική έγινε ο επαγγελματικός μου δρόμος. Με μία μικρή παρένθεση, όταν ήμουν φοιτήτρια, έκανα τον κλόουν σε παιδικά πάρτι με το όνομα Τζέλο!
Τι αποτελεί έμπνευση για σένα όταν δημιουργείς ένα δικό σου τραγούδι;
Σίγουρα τα βιώματά μου, αλλά πολύ συχνά εμπνέομαι και από ιστορίες που μου λένε άλλοι άνθρωποι. Είμαι listener γενικά, μου αρέσει να ακούω και να πιάνω τις λεπτομέρειες όταν κάποιος μου εξιστορεί κάτι και τις θυμάμαι, δημιουργούνται εικόνες στο μυαλό μου.
Με εμπνέει η αλήθεια που υπάρχει όταν κάποιος σου λέει κάτι δικό του χωρίς φίλτρα. Κάτι που θα ήθελα να κάνω είναι να γράψω κάτι για τους παππούδες των γονιών μου, ακούω (τρελές) ιστορίες από δω και από εκεί και μακάρι να υπήρχαν αυτοβιογραφίες, να μάθαινα πιο πολλά και πιο βαθιά, για το τί έζησαν, ένιωσαν και κουβαλούσαν αυτοί οι άνθρωποι.
Πώς «έσκασε» στη ζωή σου η «Ανισόπεδη Ντίσκο»; Πώς προέκυψε η συνεργασία – ή καλύτερα, συνεργασίες – με τον Pan Pan και πώς άλλαξαν τα πράγματα για σένα μετά την «Ανισόπεδη Ντίσκο»;
Η «Ανισόπεδη Ντίσκο» δεν ήταν το πρώτο κομμάτι που τραγουδήσαμε παρέα με τον Παναγιώτη. Γνωριστήκαμε πριν πολλά χρόνια και πρώτα γίναμε φίλοι, μετά άρχισα να τραγουδάω στα echo tides και έπειτα ήρθαν οι πρώτες Φαντασμαγορίες.
Το κομμάτι δεν έγινε αμέσως επιτυχία, άρχισε να κυκλοφορεί λίγο-λίγο, παιζόταν στα μπαρ, και κάπως έτσι μεγάλωσε. Δεν μπορώ να πω ότι άλλαξαν ριζικά τα πράγματα για μένα, σίγουρα η συνεργασία με τον Παναγιώτη μου έχει χαρίσει την εμπειρία του να τραγουδήσω μπροστά σε πολύ κόσμο, να γεμίζω χαρά και συγκίνηση κάθε φορά που βρίσκομαι στη σκηνή με τους φίλους μου. Είναι κάτι on-going, εξελισσόμαστε παράλληλα και παρέα!
Από τη μία είσαι μία τραγουδίστρια της pop σκηνής, ενώ ταυτόχρονα παίζεις βιολί στην ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Ποιες είναι οι ομοιότητες και οι διαφορές ανάμεσα στα δύο; Πώς μπορείς να τα ισορροπείς;
Να πω την αλήθεια, θα ήταν πολύ πιο εύκολο αν η μέρα είχε 43 ώρες!
Από τη μία, υπάρχει ο κόσμος της pop με την προσωπική έκφραση, τη σύνθεση, τα live, την επαφή με το κοινό. Από την άλλη, υπάρχει η ορχήστρα, που μπαίνω σε εντελώς άλλο ρόλο, είμαι μέρος ενός μεγαλύτερου συνόλου, που αναπνέουμε όλοι μαζί και παίζουμε μουσική που κουβαλά στις πλάτες της ιστορία και βάθος.
Το κοινό τους σημείο είναι η αγάπη για τη μουσική, αυτή είναι η σταθερά. Όλα τα άλλα είναι εναλλαγές ρόλων, τρόπων έκφρασης και ύπαρξης πάνω στη σκηνή. Η ισορροπία έρχεται σχεδόν φυσικά γιατί όπως και όταν ήμουν στην Αγγλία μου έλειπε η Ελλάδα, έτσι και εδώ, όταν κάνω μόνο το ένα, μου λείπει το άλλο.
Πώς προέκυψε το ντεμπούτο σου άλμπουμ «Between» στη ζωή σου; Πώς θα χαρακτήριζες τον ήχο του;
Το Βetween γεννήθηκε όντως σε μια περίοδο με το ένα πόδι εδώ και το άλλο εκεί. Ήταν σαν να προσπαθούσα να καταλάβω πού βρίσκομαι, ποια είμαι, τι κρατάω και τι αφήνω πίσω. Ο τίτλος δεν είναι τυχαίος, ένιωθα πραγματικά ανάμεσα σε χώρες, γλώσσες, σχέσεις, ρόλους. Και νομίζω ότι ο δίσκος κουβαλάει αυτή της μετάβαση και το ερωτηματικό, την εύθραυστη σταθερότητα. Ο ήχος του είναι και αυτός κάπως ανάμεσα, έχει στοιχεία americana/ indie, ηλεκτρονικά τοπία, ξεσπάσματα από έγχορδα που είναι φουλ πειραματικά/ νεοκλασσικά. Είχα την τύχη να το φτιάξω με τον Νίκο Βελιώτη, που κατάλαβε ακριβώς πού θέλω να πάει ο δίσκος και με πήγε και παραπέρα. Είναι κάτι που είναι εντελώς εγώ και με συγκινεί πολύ που υπάρχει πια εκεί έξω.
Προσπαθώντας να διαλέξεις ανάμεσα στα «παιδιά» σου, ποιο είναι το αγαπημένο σου κομμάτι από το «Between»;
Νομίζω αν και τα αγαπώ όλα τα παιδάκια μου, το Egg Fryer είναι το χαϊδεμένο μου. Νομίζω όλοι έχουμε ζήσει λίγο τι σημαίνει gaslight και έχουμε νιώσει ότι χάνουμε την αίσθηση της αλήθειας. Στο κομμάτι η κοπέλα το καταλαβαίνει πως περπατάει σε τσόφλια αυγού – λίγο αργά, ενώ ήδη τελειώνει ο κόσμος.
Το άλμπουμ σου έχει κυρίως αγγλικό στίχο, εκτός από το τελευταίο τραγούδι. Πώς και γιατί έγινε αυτή η επιλογή;
Η Αντιγόνη Σεφερλή ήρθε μια μέρα σπίτι μου και κάθισε και έκανε οne take τα λόγια στα 40sm. Είναι δικοί της στίχοι και δική της η φωνή. Απλά έτυχε να είναι στα ελληνικά το κομμάτι αυτό, αν και μιλάει για 40 τετραγωνικά κάπου στο Αμστερνταμ…
Τι μηνύματα θέλεις να περάσεις μέσα από τη μουσική σου;
Γενικά, όχι μόνο μέσα από τη μουσική μου, αλλά και στην καθημερινότητα μου, αυτό που με νοιάζει πολύ είναι να είμαστε άνθρωποι. Να είμαστε ευγενικοί, κατανοητικοί, να έχουμε ενσυναίσθηση, να συνδεόμαστε.
Πώς είναι να είσαι μία ανερχόμενη τραγουδίστρια στην Ελλάδα του σήμερα και ιδιαίτερα γυναίκα;
Δεν ξέρω να πω την αλήθεια. Κάπως μπαίνω πολύ συχνά στη θέση του παρατηρητή και είναι σα να τα βλέπω όλα από μια κάμερα. Το να είσαι γυναίκα, σε οποιοδήποτε επάγγελμα σημαίνει να προσπαθείς να αποδείξεις πως αξίζεις 100 φορές περισσότερο.
Και στον καλλιτεχνικό χώρο λοιπόν, αν δεν είσαι ‘κατάλληλα σιωπηλή’ και χαμογελαστή, πολύ εύκολα γίνεσαι η δύσκολη και η δύστροπη, μπορεί και η τρελή. Το καλό είναι ότι δουλεύω όσο μπορώ με άτομα που με σέβονται και τα σέβομαι, υπάρχει διάλογος και ομορφιά στη δημιουργία.
Πόσο εύκολο είναι να επιβιώσεις στο μουσικό τοπίο της χώρας σήμερα;
Είμαι από τους τυχερούς μουσικούς που δεν είναι ελεύθεροι επαγγελματίες στη χώρα μας. Αν ήμουν, θα δυσκολευόμουν πολύ. Από την άλλη, ξέρω πως είμαι καλή σε αυτό που κάνω οπότε το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να χτίζω πάνω σ’ αυτό.
Φέτος το καλοκαίρι ανάμεσα στις ηχογραφήσεις και τις διακοπές της, αναμένουμε να ακούσουμε την Καλλιόπη από κοντά!
Η ίδια ανακοινώνει πως «έρχονται διάφορες συναυλίες με Pan Pan, Vassilina και Οi Va Voi. Θα παίξω και το «Between» στο The other wind festival στη Σούγια και στο Kappart Festival στην Άνδρο»