Η μουσική του Leroybroughtflowers «ανθίζει» από τη Θεσσαλονίκη μέχρι το Λονδίνο!
Ο νέος Θεσσαλονικιός μιλά στην Parallaxi για τον ήχο του, το μουσικό του ταξίδι στο εξωτερικό και τις διαφορές μεταξύ εγχώριας και διεθνούς καλλιτεχνικής σκηνής
Συστήνεται στο καλλιτεχνικό του κοινό ως leroybroughtflowers, αλλά για τους φίλους, είναι ο Δημήτρης.
Γέννημα θρέμμα της Θεσσαλονίκης, ασχολείται με τη μουσική από τότε που θυμάται τον εαυτό του. Έγραψε το πρώτο του τραγούδι στην πρώτη Γυμνασίου και από τότε, με την πένα στο χέρι, γράφει στίχους, συνθέτει μελωδίες και δημιουργεί τον δικό του, μοναδικό ήχο.
Με αγγλικούς στίχους και μουσική που δεν θέλει να βάλει σε «κουτάκια», ρυθμούς που συνδυάζουν την pop, hip hop, R&B, jazz και indie μουσική, ο leroybroughtflowers εγκατέλειψε πριν από μερικά χρόνια τη Θεσσαλονίκη, για να κυνηγήσει το όνειρο στην Αγγλία, ως ανεξάρτητος καλλιτέχνης.
Ο Δημήτρης συστήνεται ως leroybroughtflowers στην Parallaxi, μιλά για τη σχέση του με τη μουσική, τον ήχο του, το μουσικό του ταξίδι από Θεσσαλονίκη στην Αγγλία και τις διαφορές μεταξύ εγχώριας και διεθνούς καλλιτεχνικής σκηνής.
Ασχολούνταν με τη μουσική από όταν θυμάται τον εαυτό του ως παιδί, αλλά κομβική ήταν η στιγμή που έγραψε το πρώτο του τραγούδι.
«Άρχισα να ασχολούμαι με τη μουσική από τα παιδικά μου χρόνια και πάντα λάτρευα να τραγουδάω. Όταν έγινα έφηβος ξεκίνησα να γράφω δικά μου τραγούδια οπότε σταδιακά το να ασχοληθώ με αυτό έγινε μονόδρομος για εμένα.
Ίσως η πιο κομβική στιγμή ήταν όταν έγραψα το πρώτο μου τραγούδι όταν πήγαινα πρώτη γυμνασίου καθώς μου άρεσε πάρα πολύ η διαδικασία και δεν έχω σταματήσει να γράφω από τότε».
Τα μουσικά του πρότυπα κυμαίνονται από pop είδωλα, όπως ο Michael Jackson, μέχρι σπουδαίους jazz καλλιτέχνες, όπως ο Miles Davis.
«Πρότυπα για εμένα αποτελούν δεκάδες καλλιτέχνες καθώς ακούω πολλά είδη μουσικής και μεγαλώνοντας ακολουθούσα και ακολουθώ πολλούς μουσικούς. Μεγάλωσα θαυμάζοντας pop είδωλα όπως ο Michael Jackson, η Mariah Carey, οι Beatles, Freddie Mercury και άλλοι.
Ακόμα, τα αγαπημένα μου είδη μουσικής είναι η jazz και η rnb. Μεγάλωσα με καλλιτέχνες όπως η Ella Fitzgerald, Miles Davis, Chet Baker, Sarah Vaughan και μεταγενέστερους όπως Erykah Badu, D’ Angelo, The Fugees».
Ο leroybroughtflowers θέλει ο ήχος του να είναι λειτουργεί ως φόρος τιμής στη μουσική που μεγάλωσε να ακούει ο ίδιος.
«Θεωρώ πως ο ήχος μου είναι ένα συνονθύλευμα ειδών όπως pop, hip hop, R&B, jazz, indie και δυσκολεύομαι να τον κατατάξω σε μια κατηγορία. Προσπαθώ να δημιουργώ αχανή σύνορα μεταξύ των επιρροών και των ειδών που δημιούργησαν τα ακούσματα μου και να συμπεριλαμβάνω πολλά από αυτά στα τραγούδια μου. Για εμένα, το να γράφεις ένα τραγούδι αποτελεί ανοιχτή συζήτηση μεταξύ αυτών που έχουν γράψει πριν από εσένα και αυτών που θα γράψουν μετά. Για αυτό και θέλω η μουσική μου να είναι φόρος τιμής σε αυτά που με έφεραν μέχρι εδώ και να αποτελεί ένα μωσαϊκό στο οποίο το κάθε καρέ είναι εξίσου σημαντικό».
Η δημιουργική διαδικασία για ένα τραγούδι δεν ακολουθεί συγκεκριμένα βήματα και πάντα διαφέρει για τον Δημήτρη. Σε κάθε κομμάτι προσαρμόζεται ανάλογα με τη μορφή που παίρνει από μόνο του το τραγούδι, όπως εξηγεί ο ίδιος.
«H κάθε δημιουργική διαδικασία διαφέρει αρκετά και προσαρμόζω τον τρόπο που θα γράψω ένα κομμάτι ανάλογα με την μορφή που βλέπω ότι παίρνει το ίδιο το κομμάτι. Μου αρέσει ιδιαίτερα η διαδικασία της ηχογράφησης και της παραγωγής των φωνητικών ενός τραγουδιού. Πάντα, βέβαια, το αγαπημένο μου στάδιο είναι η σύνθεση του κομματιού και το να αναλύω concepts και μελωδίες στο κεφάλι μου και να επιλέγω τι εξυπηρετεί το κομμάτι καλύτερα».
Το αγαπημένο τραγούδι που έχει δημιουργήσει ο ίδιος είναι αυτό που περιγράφει και ταιριάζει απόλυτα με τον ήχο και τον τρόπο που γράφει αυτήν την περίοδο της ζωής του. Αυτό είναι το «Self Defence».
«Όμως έχω δημιουργήσει τραγούδια σε πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής, οπότε δυσκολεύομαι να επιλέξω ένα», εξηγεί ο Δημήτρης.
H τελευταία κυκλοφορία του leroybroughtflowers είναι το EP του, «exit scene», με έναν τίτλο εμπνευσμένο από το θέατρο και το «σενάριο» καλλιεργημένο από τις προσωπικές δυσκολίες της ζωής του.
«Η φράση «exit scene» προέρχεται από το θέατρο και χρησιμοποιείται για να υποδείξει την έξοδο ενός χαρακτήρα από τη σκηνή. Συχνά, χρησιμοποιείται και μεταφορικά για να περιγράψει την απομάκρυνση ή αποχώρηση κάποιου από μια κατάσταση ή γεγονός. Είναι η στιγμή που ο χαρακτήρας αποχωρεί από τη σκηνή, συνήθως για να σηματοδοτήσει την ολοκλήρωση του ρόλου του στην εξέλιξη της πλοκής και προμηνύει ένα μεταβατικό στάδιο ή μια αλλαγή στον τρόπο αφήγησης. Θεώρησα ότι είναι ένας αρκετά καλός τίτλος για το πρότζεκτ και το τι πραγματεύεται.
Tα τελευταία χρόνια της ζωής μου μένω στην Αγγλία ή για την ακρίβεια στο μεταξύ Αγγλίας – Ελλάδας και ήθελα να δημιουργήσω κάτι που μιλάει αναλυτικότερα για αυτό και τις δυσκολίες που ένιωθα εκείνη τη στιγμή. Έφυγα στην Αγγλία με σκοπό να κυνηγήσω το όνειρο μου στη μουσική, αλλά η απομόνωση εκεί με έκανε συχνά να νιώθω ότι βρίσκομαι σε λάθος δρόμο. Έκατσα, λοιπόν, να γράψω για όλη αυτην την αβεβαιότητα και σταδιακά τα τραγούδια έγιναν μια έξοδος κινδύνου και ένα σχέδιο απόδρασης για εμένα. Έτσι, η “σκηνή εξόδου” είναι ένας τίτλος που περιγράφει αυτήν την κατάσταση και τη συνεχή κίνηση από τη μία χώρα στην άλλη».
Ο μεγαλύτερός του καλλιτεχνικός στόχος αυτή τη στιγμή είναι να συνεχίσει να κάνει αυτό που κάνει, να δημιουργεί μουσική, βρίσκοντας το κατάλληλο κοινό για να την αγκαλιάσει.
«Από τη στιγμή που κάνω αγγλόφωνη μουσική είναι λίγο πιο δύσκολο να βρω κοινό στην Ελλάδα, αλλά πιστεύω ότι θα γίνει σύντομα. Από την άλλη, στην Αγγλία το κοινό ακούει πολύ το είδος μουσικής που κάνω αλλά ακόμα βρίσκω τα πατήματά μου εκεί, μιας και που κανείς δεν μπορεί απλά να φυτρώσει σε μια ξένη χώρα σαν να γεννήθηκε εκεί. Αυτό το λέω αποκλειστικά για το κομμάτι της δικτύωσης και των ευκαιριών που υπάρχουν εκεί επαγγελματικά».
Οι αγγλόφωνοι στίχοι του αποτέλεσαν από τους κύριους λόγους που επηρέασαν τον Δημήτρη στην απόφασή του να κυνηγήσει το μουσικό του όνειρο στην Αγγλία.
«Ένιωθα και νιώθω ότι αυτό είναι το σωστό. Έκτοτε άλλαξαν πολλά, καθώς τα τελευταία χρόνια ο διαδικτυακός κόσμος μας προσφέρει άπειρο υλικό από όλα τα μέρη του πλανήτη. Η δικτύωση όμως συνεχίζει να είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι αυτής της δουλειάς».
Ωστόσο, τους τελευταίους μήνες, ο Δημήτρης είναι με το ένα πόδι στη Θεσσαλονίκη και το άλλο στο Λονδίνο.
«Η αλήθεια είναι πως τους τελευταίους μήνες δεν μένω αποκλειστικά στην Αγγλία, αλλά και στις δύο χώρες. Είναι δύσκολο για εμένα προσωπικά να αφήσω το Λονδίνο να με απορροφήσει πλήρως και εκεί που ένιωσα ότι με φθείρει γύρισα στην Ελλάδα για να ανασυνταχθώ. Άρα δεν είμαι κάποιος που μένει στην Αγγλία και δεν γυρίζει πίσω. Έχω την τύχη και την άνεση να είμαι συχνά στην Ελλάδα και να μοιράζω τον χρόνο μου όπως επιθυμώ. Επίσης, θέλω να κάνω κάποιες συναυλίες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη μέσα στους επόμενους μήνες και να συνδεθώ με το ελληνικό κοινό».
Η αντιμετώπιση του «νέου αίματος» στην καλλιτεχνική σκηνή της Ελλάδας σε σχέση με αυτή του εξωτερικού έχει σημαντικές διαφορές, σύμφωνα με τον leroybroughtflowers.
«Στο εξωτερικό, ιδιαίτερα σε χώρες με μεγαλύτερη μουσική βιομηχανία, υπάρχει μια πιο άμεση και πιο ανοιχτή ανταπόκριση στις νέες τάσεις και καινοτόμες μουσικές κατευθύνσεις. Οι ακροατές και οι επαγγελματίες της μουσικής βιομηχανίας (όπως παραγωγοί, δισκογραφικές εταιρείες, κριτικοί) τείνουν να είναι πιο δεκτικοί στις νέες μουσικές εξελίξεις και να ενθαρρύνουν τη δημιουργικότητα χωρίς περιορισμούς, ανεξαρτήτως του είδους της μουσικής. Οι καλλιτέχνες έχουν μεγαλύτερη ευχέρεια να πειραματιστούν και να «ανοίξουν» νέα μουσικά πεδία χωρίς να φοβούνται μήπως το κοινό τους απορρίψει για κάτι νέο ή διαφορετικό. Ακόμη, στο εξωτερικό υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες για τους νέους καλλιτέχνες να εξελιχθούν διεθνώς.
Η διεθνής σκηνή είναι πολύ πιο διασυνδεδεμένη και η πρόσβαση σε πλατφόρμες διανομής (όπως το Spotify, το Apple Music) ή σε μουσικά φεστιβάλ είναι πιο εύκολη και άμεση. Επίσης, στο εξωτερικό, ειδικά σε πόλεις με έντονη μουσική κουλτούρα όπως το Λονδίνο, το Βερολίνο, το Λος Άντζελες ή την Νέα Υόρκη, υπάρχει μια παράδοση ανεξαρτησίας των νέων καλλιτεχνών. Πολλοί καλλιτέχνες επιλέγουν να δημιουργούν και να κυκλοφορούν τη μουσική τους χωρίς τη μεσολάβηση μεγάλων δισκογραφικών εταιρειών. Αντιθέτως, στην Ελλάδα, αν και το φαινόμενο των ανεξάρτητων καλλιτεχνών έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια, η μουσική βιομηχανία είναι πιο παραδοσιακή και συχνά επικεντρώνεται σε μεγαλύτερες δισκογραφικές εταιρείες και πιο κλασικούς τρόπους προώθησης.
Τέλος, σε άλλες χώρες η πολυμορφία της μουσικής σκηνής είναι ενθαρρυντική, και οι καλλιτέχνες μπορούν να αναδείξουν τη διαφορετικότητά τους χωρίς να ανησυχούν για το αν αυτό θα γίνει αποδεκτό από το κοινό. Στην Ελλάδα, αν και υπάρχουν εξαιρετικοί καλλιτέχνες που τολμούν να πειραματιστούν, υπάρχει μεγαλύτερη πίεση για συμμόρφωση με παραδοσιακά μουσικά είδη, όπως το έντεχνο ή το λαϊκό, και συχνά το νέο ή το διαφορετικό αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα».
Όμως, οι ευκαιρίες για τους καλλιτέχνες δεν περιορίζονται μόνο στη διεθνή σκηνή και τα πάντα εξαρτώνται από τον καλλιτέχνη και το είδος μουσικής, όπως εξηγεί ο Δημήτρης.
«Εξαρτάται από τον καλλιτέχνη και το είδος μουσικής. Αν ο στόχος είναι η διεθνής καριέρα και η πρόσβαση σε μια πιο δυναμική και ανοιχτή αγορά, το εξωτερικό προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες. Αν ο στόχος είναι η σύνδεση με το τοπικό κοινό και η ανάπτυξη στα ήδη εμπορικά ελληνικά είδη μουσικής τότε η Ελλάδα είναι η καλύτερη επιλογή.
Οι ευκαιρίες στην ελληνική μουσική σκηνή είναι σίγουρα πιο περιορισμένες σε σύγκριση με το εξωτερικό, κυρίως λόγω του μικρότερου μεγέθους της αγοράς, των λιγότερων διεθνών ευκαιριών και του πιο παραδοσιακού χαρακτήρα της μουσικής βιομηχανίας. Ωστόσο, η Ελλάδα έχει τα δικά της πλεονεκτήματα, όπως η σύνδεση με την τοπική κουλτούρα και η πιο προσωπική σχέση με το κοινό».
Ο χειμώνας θα βρει τον leroybroughtmeflowers με νέα μουσική, project, βίντεο κλιπ και εμφανίσεις, με μερικές από αυτές στην Ελλάδα. Όσο για τα επόμενά του βήματα, ο ίδιος τονίζει: «Το 2025, θα κυκλοφορήσω ένα project που δουλεύω εδώ και δύο χρόνια και λέγεται ‘Evergreen’, είμαι πολύ ενθουσιασμένος για αυτό».